Οι εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής φέρνουν αντιμέτωπους και πάλι δύο κόσμους. Από τη μία οι Δημοκρατικοί με τα λάθη τους κι από την άλλη ένα μίγμα ρατσισμού, εθνικισμού, μισαλλοδοξίας και ταυτόχρονης παράδοσης άνευ όρων στους νόμους της αγοράς. Μια δεύτερη τετραετία Τραμπ είναι έτοιμη να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου. Η απογοήτευση είναι ένας πολύ κακός σύμμαχος και το αποτέλεσμα θα κριθεί στο ποσοστό της συμμετοχής που το 2019 έδωσε τη νίκη στον Μπάιντεν, που πήρε μία γενναία απόφαση πριν λίγο καιρό αντιλαμβανόμενος την ευθύνη του απέναντι στην ιστορία σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι. Άφησε το εγώ κι ακολούθησε ως απλός στρατιώτης κι όχι ως “πληγωμένος Πρόεδρος” το εμείς.
Για αρκετούς, δυστυχώς για τους περισσότερους όλα αυτά φαντάζουν ψιλά γράμματα και μακρινά. Όταν δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική ζωή στην Ελλάδα τι να πεις για την Αμερική; Επιμένουμε όμως να δίνουμε μία οικουμενική διάσταση αντιλαμβανόμενοι την μεγάλη εικόνα. Ένα από το μείζονα ζητήματα που διακυβεύονται τον Νοέμβριο αφορά την Παιδεία. Τα κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια στις ΗΠΑ έχουν κατηγορηθεί κι έχουν κληθεί να πληρώνουν αποζημιώσεις, ενώ φοιτητές που δεν πήραν ποτέ τα αναμενόμενα εφόδια “γλίτωσαν” από την αποπληρωμή των φοιτητικών τους δανείων. Από την μία ο Τραμπ κατήργησε νόμους της εποχής Ομπάμπα που προστάτευαν τους πιο ευάλωτους, από την άλλη η Χάρις έχει μοχθήσει προκειμένου να δικαιωθούν οι αγώνες των τελευταίων.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε ένα από θέματα του Economist που σήμερα κάνει τον γύρο του κόσμου ο Τραμπ είχε κάποτε στην κατοχή του ένα κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο, που ονομάστηκε Πανεπιστήμιο Τραμπ. Το 2016 συμφώνησε να πληρώσει 25 εκατομμύρια δολάρια για να διευθετήσει αγωγές από φοιτητές που ισχυρίζονταν ότι το εκπαιδευτικό ίδρυμά τους δεν τους δίδαξε απολύτως τίποτα. Τρία χρόνια νωρίτερα ως γενική εισαγγελέας της Καλιφόρνια η Χάρις στράφηκε εναντίον ενός άλλου κερδοσκοπικού πανεπιστημίου. Μήνυσε τα Corinthian Colleges για τις πρακτικές τους. Τώρα βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι. Η Χάρις που διεκδικεί το δικαίωμα στο όνειρο να είναι η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος, θεωρείται δεδομένα πως θα σκληρύνει τη στάση της, ενώ αντίθετα ο πρώην Πρόεδρο κλείνει το μάτι στην “ασυδοσία”.
Τα κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια δεν έχουν ακόμα και σήμερα μεγάλο μερίδιο στην πίτα της εκπαίδευσης. Εκμεταλλεύτηκαν την οικονομική κρίση, αλλά κι αυτή της πανδημίας προκειμένου να εδραιωθούν, ωστόσο είναι ξεκάθαρο πως ο τρόπος λειτουργίας τους τις περισσότερες φορές δεν είναι ο ενδεδειγμένος και δε σέβονται τους σπουδαστές τους. Βρίσκουν τον τρόπο όμως έμμεσα να χρηματοδοτούνται κρατικά. Για κάποιους αρκεί απλά να αποφοιτήσουν με ένα πτυχίο. Σε μία άγρια αγορά εργασίας αυτό δεν είναι αρκετό. Οι περισσότεροι το συνειδητοποιούν πιθανότατα αφού βρεθούν απέναντι στις συνέπειες της χαλαρότητάς τους. Δεν είναι μία ευχάριστη εξέλιξη και σε μία κοινωνία υψηλών απαιτήσεων ο μέσος όρος του επιπέδου χαμηλώνει αισθητά. Αρκετά από αυτά τα ιδρύματα δεν κατάφεραν να αντέξουν στον χρόνο. Όταν τα προγράμματα σπουδών αξιολογήθηκαν φάνηκε περίτρανα πόσο υστερούν από τα αντίστοιχα των μη κερδοσκοπικών κι αυτή τη στιγμή υπάρχει μία διαρκής μάχη για την επικράτηση του δίκαιου.
Η προεδρία Μπάιντεν έβαλε φρένο και εξασφάλισε σε μεγάλο βαθμό κριτήρια, σήμερα όμως όλα αυτά είναι και πάλι στον αέρα. Αξίζει να σημειωθεί επίσης πως η Χάρις εκτός από το να μηνύσει ένα κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο ως γενική εισαγγελέας, έχει κατά καιρούς προωθήσει την απαλλαγή από τα φοιτητικά δάνεια και την δωρεάν εκπαίδευση για όλους. Οι Δημοκρατικοί θέλουν η ομοσπονδιακή οικονομική βοήθεια να κατευθύνεται προς προγράμματα υψηλής ποιότητας, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί θέλουν να δαπανηθεί σε όσο το δυνατόν περισσότερα προγράμματα, λέει η Ντομινίκ Μπέικερ του Πανεπιστημίου του Ντελαγουέρ. Και τα δύο κόμματα ισχυρίζονται ότι κάνουν το καλύτερο για τους φοιτητές—οι Δημοκρατικοί διατηρώντας ένα ρυθμιστικό πλαίσιο και οι Ρεπουμπλικανοί επεκτείνοντας την πρόσβαση σε μια ευρύτερη γκάμα επιλογών πέρα από το παραδοσιακό. Μένει ο χρόνος να κρίνει…
*Με στοιχεία από το The Economist.
Οι εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής φέρνουν αντιμέτωπους και πάλι δύο κόσμους. Από τη μία οι Δημοκρατικοί με τα λάθη τους κι από την άλλη ένα μίγμα ρατσισμού, εθνικισμού, μισαλλοδοξίας και ταυτόχρονης παράδοσης άνευ όρων στους νόμους της αγοράς. Μια δεύτερη τετραετία Τραμπ είναι έτοιμη να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου. Η απογοήτευση είναι ένας πολύ κακός σύμμαχος και το αποτέλεσμα θα κριθεί στο ποσοστό της συμμετοχής που το 2019 έδωσε τη νίκη στον Μπάιντεν, που πήρε μία γενναία απόφαση πριν λίγο καιρό αντιλαμβανόμενος την ευθύνη του απέναντι στην ιστορία σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι. Άφησε το εγώ κι ακολούθησε ως απλός στρατιώτης κι όχι ως “πληγωμένος Πρόεδρος” το εμείς.
Για αρκετούς, δυστυχώς για τους περισσότερους όλα αυτά φαντάζουν ψιλά γράμματα και μακρινά. Όταν δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική ζωή στην Ελλάδα τι να πεις για την Αμερική; Επιμένουμε όμως να δίνουμε μία οικουμενική διάσταση αντιλαμβανόμενοι την μεγάλη εικόνα. Ένα από το μείζονα ζητήματα που διακυβεύονται τον Νοέμβριο αφορά την Παιδεία. Τα κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια στις ΗΠΑ έχουν κατηγορηθεί κι έχουν κληθεί να πληρώνουν αποζημιώσεις, ενώ φοιτητές που δεν πήραν ποτέ τα αναμενόμενα εφόδια “γλίτωσαν” από την αποπληρωμή των φοιτητικών τους δανείων. Από την μία ο Τραμπ κατήργησε νόμους της εποχής Ομπάμπα που προστάτευαν τους πιο ευάλωτους, από την άλλη η Χάρις έχει μοχθήσει προκειμένου να δικαιωθούν οι αγώνες των τελευταίων.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε ένα από θέματα του Economist που σήμερα κάνει τον γύρο του κόσμου ο Τραμπ είχε κάποτε στην κατοχή του ένα κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο, που ονομάστηκε Πανεπιστήμιο Τραμπ. Το 2016 συμφώνησε να πληρώσει 25 εκατομμύρια δολάρια για να διευθετήσει αγωγές από φοιτητές που ισχυρίζονταν ότι το εκπαιδευτικό ίδρυμά τους δεν τους δίδαξε απολύτως τίποτα. Τρία χρόνια νωρίτερα ως γενική εισαγγελέας της Καλιφόρνια η Χάρις στράφηκε εναντίον ενός άλλου κερδοσκοπικού πανεπιστημίου. Μήνυσε τα Corinthian Colleges για τις πρακτικές τους. Τώρα βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι. Η Χάρις που διεκδικεί το δικαίωμα στο όνειρο να είναι η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος, θεωρείται δεδομένα πως θα σκληρύνει τη στάση της, ενώ αντίθετα ο πρώην Πρόεδρο κλείνει το μάτι στην “ασυδοσία”.
Τα κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια δεν έχουν ακόμα και σήμερα μεγάλο μερίδιο στην πίτα της εκπαίδευσης. Εκμεταλλεύτηκαν την οικονομική κρίση, αλλά κι αυτή της πανδημίας προκειμένου να εδραιωθούν, ωστόσο είναι ξεκάθαρο πως ο τρόπος λειτουργίας τους τις περισσότερες φορές δεν είναι ο ενδεδειγμένος και δε σέβονται τους σπουδαστές τους. Βρίσκουν τον τρόπο όμως έμμεσα να χρηματοδοτούνται κρατικά. Για κάποιους αρκεί απλά να αποφοιτήσουν με ένα πτυχίο. Σε μία άγρια αγορά εργασίας αυτό δεν είναι αρκετό. Οι περισσότεροι το συνειδητοποιούν πιθανότατα αφού βρεθούν απέναντι στις συνέπειες της χαλαρότητάς τους. Δεν είναι μία ευχάριστη εξέλιξη και σε μία κοινωνία υψηλών απαιτήσεων ο μέσος όρος του επιπέδου χαμηλώνει αισθητά. Αρκετά από αυτά τα ιδρύματα δεν κατάφεραν να αντέξουν στον χρόνο. Όταν τα προγράμματα σπουδών αξιολογήθηκαν φάνηκε περίτρανα πόσο υστερούν από τα αντίστοιχα των μη κερδοσκοπικών κι αυτή τη στιγμή υπάρχει μία διαρκής μάχη για την επικράτηση του δίκαιου.
Η προεδρία Μπάιντεν έβαλε φρένο και εξασφάλισε σε μεγάλο βαθμό κριτήρια, σήμερα όμως όλα αυτά είναι και πάλι στον αέρα. Αξίζει να σημειωθεί επίσης πως η Χάρις εκτός από το να μηνύσει ένα κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο ως γενική εισαγγελέας, έχει κατά καιρούς προωθήσει την απαλλαγή από τα φοιτητικά δάνεια και την δωρεάν εκπαίδευση για όλους. Οι Δημοκρατικοί θέλουν η ομοσπονδιακή οικονομική βοήθεια να κατευθύνεται προς προγράμματα υψηλής ποιότητας, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί θέλουν να δαπανηθεί σε όσο το δυνατόν περισσότερα προγράμματα, λέει η Ντομινίκ Μπέικερ του Πανεπιστημίου του Ντελαγουέρ. Και τα δύο κόμματα ισχυρίζονται ότι κάνουν το καλύτερο για τους φοιτητές—οι Δημοκρατικοί διατηρώντας ένα ρυθμιστικό πλαίσιο και οι Ρεπουμπλικανοί επεκτείνοντας την πρόσβαση σε μια ευρύτερη γκάμα επιλογών πέρα από το παραδοσιακό. Μένει ο χρόνος να κρίνει…
*Με στοιχεία από το The Economist.