H περιβαλλοντική έκθεση της Google για το 2024 αποκάλυψε μια αύξηση σχεδόν 50% στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της εταιρείας σε σύγκριση με το 2019. Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί ένα σημαντικό πισωγύρισμα στον φιλόδοξο στόχο της Google να επιτύχει καθαρές μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2030, τη στιγμή μάλιστα που συμμετέχει σε μια eco friendly πρωτοβουλία την οποία είχα σχολιάσει εδώ. Η έκθεση, την οποία ανέδειξε το CNBC, υπογραμμίζει το αυξανόμενο περιβαλλοντικό τίμημα των ταχέων τεχνολογικών εξελίξεων, ιδίως στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ).
Οι εκπομπές της Google σημείωσαν επίσης αξιοσημείωτη αύξηση 13% σε ετήσια βάση το 2023. Οι κύριοι υπαίτιοι για αυτή την έξαρση είναι η αυξημένη κατανάλωση ενέργειας στα κέντρα δεδομένων (data centers) και οι εκπομπές ρύπων της εφοδιαστικής αλυσίδας της εταιρείας, οι οποίες οδηγούνται και οι δύο από την απότομη ζήτηση για τεχνολογίες ΤΝ. Συγκεκριμένα, στην έκθεση σημειώνεται ότι η συνολική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στα data centers της Google αυξήθηκε κατά 17% μόνο το 2023.
Ο αντίκτυπος της Τεχνητής Νοημοσύνης στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας είναι πλέον επιστημονικά τεκμηριωμένος και ανησυχητικός, όπως είχαμε σημειώσει και σε αντίστοιχο κείμενο εδώ, στο Olafaq. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η ζήτηση ενέργειας θα μπορούσε να αυξηθεί έως και 20% έως το 2030, με τα κέντρα δεδομένων ΤΝ να αναμένεται να προσθέσουν περίπου 323 τεραβατώρες (TWh) ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ, σύμφωνα με προηγούμενα ρεπορτάζ του CNBC. Αυτή η ζήτηση υπογραμμίζει το δίκοπο μαχαίρι της τεχνολογικής προόδου: ενώ η Τεχνητή Νοημοσύνη και άλλες τεχνολογίες υπόσχονται να φέρουν επανάσταση στις βιομηχανίες και την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, φέρνουν επίσης σημαντικές περιβαλλοντικές προκλήσεις.
Ωστόσο, η Google συνεχίζει να θεωρείται ηγέτης στον τομέα της βιωσιμότητας. Η εταιρεία τόνισε ότι τα κέντρα δεδομένων της είναι 1,8 φορές πιο ενεργειακά αποδοτικά από τα τυπικά κέντρα δεδομένων, μια σχετική απόδειξη των προσπαθειών της για τον μετριασμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Παρ’ όλα αυτά, η μεγαλύτερη εικόνα -κοιτάζοντας το δάσος και όχι το δέντρο, θα λέγαμε- αποκαλύπτει μια πιο σύνθετη αφήγηση.
Η Google δεν είναι ο μόνος τεχνολογικός γίγαντας που παλεύει με τις περιβαλλοντικές συνέπειες των δραστηριοτήτων της. Τον Μάιο, η Microsoft ανέφερε ότι οι συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αυξήθηκαν σχεδόν 30% από το 2020, κυρίως λόγω της κατασκευής νέων κέντρων δεδομένων για την υποστήριξη της Τεχνητής Νοημοσύνης και άλλων ψηφιακών υπηρεσιών. Αυτή η τάση μεταξύ των εταιρειών τεχνολογίας αναδεικνύει έναν έντονο ανταγωνισμό, καθώς ο αγώνας για καινοτομία συχνά έρχεται με κόστος τις αυξημένες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και την ρύπανση του περιβάλλοντος.
Ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των Big Tech εταιρειών εκτείνεται πέρα από τις απλές εκπομπές. Η κατασκευή και η λειτουργία μεγάλων data center απαιτούν τεράστιες ποσότητες νερού για ψύξη, επιβαρύνοντας περαιτέρω τους τοπικούς πόρους όπου έχουν εγκατασταθεί. Επιπλέον, η εξόρυξη ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή κατάλληλου hardware θέτει σημαντικές περιβαλλοντικές και ηθικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής των οικοτόπων.
Ενώ οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συχνά προβάλλονται ως λύση, η άμεση εφαρμογή αυτών των πόρων αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια. Σύμφωνα με τον Roger Read, αναλυτή της Wells Fargo, ο χρόνος που απαιτείται για την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών, όπως οι γραμμές μεταφοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα κέντρα δεδομένων, αποτελεί σημαντικό εμπόδιο. Αυτή η καθυστέρηση στην ανάπτυξη υποδομών σημαίνει ότι, βραχυπρόθεσμα, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των τεχνολογικών κολοσσών είναι απίθανο να μειωθεί σημαντικά.
Το αποτύπωμα άνθρακα της τεχνολογικής βιομηχανίας προκαλεί επίσης έναν ευρύτερο προβληματισμό σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες αυτές διαμορφώνουν τη ζωή μας. Από τη μία πλευρά, οι τεχνολογικές εξελίξεις που καθοδηγούνται από την Τεχνητή Νοημοσύνη και τις cloud υπηρεσίες έχουν οδηγήσει σε αξιοσημείωτες βελτιώσεις και αλλαγές στην καθημερινότητά μας. Από την άλλη πλευρά, το περιβαλλοντικό κόστος αυτών γίνεται όλο και πιο εμφανές. Η ειρωνεία είναι ότι οι τεχνολογίες που έχουν σχεδιαστεί για τη βελτίωση της ανθρώπινης ζωής συμβάλλουν ταυτόχρονα στην περιβαλλοντική υποβάθμιση του πλανήτη, η οποία τελικά υπονομεύει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα.
Η εξισορρόπηση της προσπάθειας για τεχνολογική καινοτομία με την επιτακτική ανάγκη μείωσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεών της απαιτεί σημαντικές επενδύσεις και επανεξέταση των επιχειρηματικών μοντέλων και των στρατηγικών που αναπτύσσουν. Οι εταιρείες πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στη βιωσιμότητα, επενδύοντας σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τεχνολογίες δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα και αποτελεσματικότερες τεχνικές επεξεργασίας δεδομένων, όπως την εγκατάσταση των data center στο διάστημα.
Η περιβαλλοντική έκθεση της Google, λειτουργεί ως κρίσιμη -και όχι ευγενική- υπενθύμιση των επιπτώσεων της ψηφιακής μας εποχής. Καθώς οι τεχνολογικοί κολοσσοί συνεχίζουν να διαμορφώνουν το μέλλον αυτού του κόσμου, φέρουν σημαντική ευθύνη όχι μόνο απέναντι στους μετόχους τους, αλλά και απέναντι στον πλανήτη και τις μελλοντικές γενιές. Μπορούμε άραγε να διασφαλίσουμε ότι το μέλλον της τεχνολογίας θα είναι περιβαλλοντικά υπεύθυνο και όχι μόνο καινοτόμο, πριν το περιβαλλοντικό κόστος της ψηφιακής μας ζωής φέρει το τέλος της πραγματικότηας;