Τα άτομα με βαριές ψυχικές ασθένεις, είναι μία σημαντική κατηγορία του πληθυσμού, που συχνά αντιμετωπίζει προβλήματα κοινωνικού αποκλεισμού, άνισης μεταχείρισης ή αδιαφορίας από το κοινωνικό περιβάλλον.
Μέχρι και τα μέσα του 20 ου αιώνα οι φορείς υγείας, παγκοσμίως, θεωρούσαν ότι οι άνθρωποι με ψυχικές διαταραχές δεν μπορούσαν να επιβιώσουν μέσα στην κοινωνία. Ο περιορισμός τους ήταν μονόδρομος και πολλοί κλείνονταν σε άσυλο χωρίς να ξαναδούν το φως του ήλιου.
Η κοινωνική απομόνωση και ο χρόνιος περιορισμός όμως οδηγούν σε ιδρυματοποίηση, στην πλήρη κατάρρευση των κοινωνικών δεξιοτήτων, στην εξάλειψη του εαυτού και των αναγκών.
«Ο αποκλεισμός των ασθενών από την κοινωνία, οι διαρκείς διαχωρισμοί και η απάνθρωπη μεταχείριση συνέθεσαν ένα εκρηκτικό παζλ που ξεσήκωσε ποικίλες αντιδράσεις» αναφέρουν οι Γιατροί του Κόσμου.
Το αποτέλεσμα ήταν να αναπτυχθεί τη δεκαετία του ’50 ένα νέο ψυχιατρικό κίνημα, το οποίο αναφέρθηκε ανοιχτά στην ανάγκη «αποασυλοποίησης» των ψυχικά πασχόντων, θέτοντας ως κυρίαρχο στόχο την παροχή της ψυχιατρικής φροντίδας εντός της κοινότητας.
Περιορισμός και δέσιμο με αλυσίδες
Σε παγκόσμιο επίπεδο και σε χώρες που μαστίζονται από φτώχεια βέβαια, κάτι τέτοιο δεν έχει ακόμα θεσμοθετηθεί και έτσι ασθενείς με ψυχικές διαταραχές βιώνουν μία εφιαλτική καθημερινότητα.
Σύμφωνα με έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW), εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι με ψυχικές ασθένειες άντρες, γυναίκες και παιδιά –κάποια ηλικίας 10 ετών– είναι περιορισμένοι και αλυσοδεμένοισε περισσότερες από 60 χώρες σε όλο τον κόσμο.
Η έκθεση, που κυκλοφόρησε για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ψυχικής Υγείας το Σάββατο, αναφέρει ότι τα περισσότερα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας κρατούνται σε υπερπλήρη ή ακατάλληλα βρώμικα δωμάτια, υπόστεγα, κλουβιά ή καταφύγια ζώων και συχνά αναγκάζονται να φάνε, να κοιμηθούν, να ουρήσουν και να αφοδεύσουν εκεί μέσα.
Οι οικογένειες συχνά κρατούν περιορισμένους συγγενείς στα σπίτια τους ή σε υπερπλήρη και ανθυγιεινά ιδρύματα, καθώς και σε κέντρα θρησκευτικής θεραπείας, όπου συχνά υποσιτίζονται, αναγκάζονται να παίρνουν φάρμακα, ή φυτικά παρασκευάσματα και αντιμετωπίζουν σωματική και σεξουαλική βία.
Η αλυσόδεση είναι μια στοιχειώδης μορφή σωματικού περιορισμού που χρησιμοποιείται για τον περιορισμό ατόμων με πραγματικές ή θεωρούμενες ψυχοκοινωνικές αναπηρίες. Μπορεί να γίνει χρησιμοποιώντας αλυσίδες, σχοινιά ή κουρέλια.
Σύμφωνα με το HRW, η πρακτική αυτή ασκείται ως επί το πλείστον σε μη ιατρικά περιβάλλοντα, από οικογένειες, ιερέα ή κάποιον θεραπευτή ή μη ιατρικό προσωπικό, συχνά ελλείψει υποστήριξης ή υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Τα αλυσοδεμένα άτομα υποφέρουν συχνά από μετατραυματικό στρες, υποσιτισμό, λοιμώξεις, νευρικές βλάβες, μυϊκή ατροφία και καρδιαγγειακά προβλήματα.
Το HRW πήρε συνεντεύξεις με περισσότερα από 350 άτομα με ψυχοκοινωνικές αναπηρίες, συμπεριλαμβανομένων παιδιών, και 430 μέλη της οικογένειας, επαγγελματίες ψυχικής υγείας, θεραπευτές, κυβερνητικούς αξιωματούχους και υποστηρικτές των δικαιωμάτων αναπηρίας σε 110 χώρες.
«Η αλυσίδα είναι τόσο βαριά, δεν αισθάνομαι καλά», είπε ο Paul.
«Με θλίβει. Μένω σε ένα μικρό δωμάτιο με επτά άντρες. Δεν επιτρέπεται να φοράω ρούχα, μόνο εσώρουχα. Πρέπει να πάω στην τουαλέτα σε έναν κουβά.
Τρώω χυλό το πρωί και, αν είμαι τυχερός, βρίσκω ψωμί το βράδυ, αλλά όχι κάθε βράδυ…. Δεν είναι έτσι όπως υποτίθεται ότι είναι ένας άνθρωπος. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι ελεύθερος».
Αυτή η απάνθρωπη πρακτική συμβαίνει λόγω του εκτεταμένου στίγματος που περιβάλλει την ψυχική υγεία και της έλλειψης πρόσβασης σε επαρκείς υπηρεσίες υποστήριξης.
Η φτώχεια και η έλλειψη ενημέρωσης δυσχεραίνουν επίσης την κατάσταση.
Σε χώρες υποανάπτυκτες, που δεν έχουν επαρκή εκπαίδευση και κατάρτιση σε θέματα ψυχικής υγείας, και ο κρατικός προϋπολογισμός δεν είναι αρκετός να προσφέρει τα βασικά στους πολίτες, η αντιμετώπιση ψυχικών νοσημάτων είναι σχεδόν αδύνατη.
Σύμφωνα με την έκθεση, αυτές οι πρακτικές λαμβάνουν χώρα κυρίως σε μέρη της Αφρικής, της Ασίας και της Αμερικής που έχουν υψηλά ποσοστά φτώχειας και συνήθως ξοδεύουν λιγότερο από το 2% των ετήσιων προϋπολογισμών τους για την ψυχική υγεία.
Σε περιοχές που οι άνθρωποι με το ζόρι εξασφαλίζουν τροφή και το εκπαιδευτικό σύστημα είναι σχεδόν ανύπαρκτο, οι ψυχικές ασθένειες αντιμετωπίζονται με τρόμο καθώς δεν έχουν το γνωστικό υπόβαθρο και την ενημέρωση να εξηγήσουν αλλιώς μία περίπτωση ας πούμε ψυχωσικού επεισοδίου.
Σε πολλές χώρες πιστεύουν ότι οι άνθρωποι με προβλήματα ψυχικής υγείας είναι μάγοι ή δαιμονισμένοι ή έχουν αμαρτήσει και ως αποτέλεσμα έχουν την πάθηση αυτή.
Δεν αποτελεί μόνο φαινόμενο χωρών με υψηλά ποσοστά φτώχειας
Μπορεί όλες αυτές οι πρακτικές να φαντάζουν ξένες και μακρινές, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα, η αναμόρφωση του ψυχιατρικού συστήματος ξεκίνησε λίγα χρόνια πίσω, τη δεκαετία του ‘90 όταν δημοσιεύματα του Βρετανικού τύπου ξεσκέπασαν τις εικόνες ντροπής που υπήρχαν στις μονάδες ψυχικής υγείας στη Λέρο.
Καμία θεραπευτική αγωγή δεν δινόταν στους ασθενείς ενώ οι τρόφιμοι μόλις και μετά βίας μπορούσαν να εκπληρώσουν ακόμα και τις βασικές βιολογικές τους ανάγκες. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν απαράδεκτες, ενώ πολλοί ήταν αλυσοδεμένοι για χρόνια.
Υποβιβασμένοι σε κατάσταση σοβαρής ψυχικής ασθένειας, ανυπεράσπιστοι, αδύναμοι, αόρατοιι – περιφέρονταν, κάποιοι γυμνοί, σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης, έγκλειστοι.
Το κράτος και η κοινωνία είχαν ήδη εξασφαλίσει τον κοινωνικό τους θάνατο – το μόνο που τους έμεινε να κάνουν ήταν να περιμένουν τον σωματικό τους θάνατο.
Είναι χαρακτηριστικό το ρεπορτάζ του BBC αλλά και το πρωτοσέλιδο του «Observer»: «Το ένοχο μυστικό της Ευρώπης» γράφει ο τίτλος, ενώ μια φωτογραφία γυμνών ασθενών συμπληρώνει την εικόνα ντροπής.
Η διεθνής κατακραυγή και η πίεση από την ΕΕ ήταν αυτή που ώθησε την ελληνική πολιτεία να τερματίσει αυτές τις πρακτικές και να εκσυγχρονίσει τα ψυχιατρικά νοσοκομεία και τις παροχές.
34 χρόνια μετά από αυτό το πρωτοσέλιδο, και ενώ έχουν γίνει τρομέρα βήματα, δυστυχώς τα ψυχιατρικά νοσοκομεία συνεχίζουν και είναι υποστελεχωμένα, η παροχή δωρεάν ψυχικής βοήθειας είναι ανεπαρκής και εξαιρετικά χρονοβόρα, ενώ μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας δεν καταλαβαίνει την έννοια της ψυχικής υγείας στιγματίζοντας τους ασθενείς.
Μόλις πριν από λίγα χρόνια, το 2017, σοκαριστικά βίντεο είδαν το φως της δημοσιότητας με ασθενείς σε ψυχιατρικά νοσοκομεία της Ελλάδας να είναι αλυσοδεμένοι σε άθλιες συνθήκες.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία κατήγγειλε ότι λόγω έλλειψης προσωπικού και χώρων στα ψυχιατρικά νοσοκομεία, συχνά παρατηρούνται περιστατικά βίας και επικίνδυνες συνθήκες νοσηλείας.
Τα περιστατικά βίας βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη: άγριοι ξυλοδαρμοί, προπηλακισμοί νοσηλευτών από διεγερτικούς ασθενείς ή ασθενών από άλλους ασθενείς.
Το 60% – 80% των ασθενών με εισαγγελική παραγγελία εγκλεισμού καθηλώνονται με ιμάντες στα κρεβάτια τους, αψηφώντας την σχετική Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόληψη βασανιστηρίων και την απάνθρωπη ή υποτιμητική μεταχείριση, που χαρακτηρίζει την καθήλωση μέτρο ακραίο και εφαρμοστέο για πολύ ειδικές περιπτώσεις ασθενών.
Έρευνα στη μάχη κατά της απομόνωσης
Στις περισσότερες χώρες, όπως και στην Ελλάδα, δεν έχει καταγραφεί η έκταση του φαινομένου, ούτε είναι επαρκώς γνωστοί οι παράγοντες κινδύνου, οι τρόποι διαχείρισης και πρόληψης της θυματοποίησης των ψυχικά ασθενών ούτε οι συνέπειές της.
Ενώ ορισμένες χώρες δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στο θέμα της ψυχικής υγείας, η πρακτική του αλυσοδέματος συνεχίζει και υφίσταται σε πολλές χώρες ενώ η άγνοια για την ψυχική νόσο σε μεγάλη μερίδα του κοινωνικού συνόλου καθιστά εύκολο το να δημιουργηθούν εικασίες και ψευδείς πληροφορίες ως προς τη φύση του ψυχικού νοσήματος.
Δεν υπάρχουν δεδομένα και δεν έχει γίνει καμία συντονισμένη διεθνής ή περιφερειακή προσπάθεια για την εξάλειψη της πρακτικής η οποία δυστυχώς φαίνεται ότι παράνομα εφαρμόζεται διεθνώς.
Παγκοσμίως, υπολογίζεται ότι 792 εκατομμύρια άνθρωποι, ή 1 στους 10, συμπεριλαμβανομένου 1 στα 5 παιδιά, έχουν πάθηση ψυχικής υγείας.
Ωστόσο, οι κυβερνήσεις ξοδεύουν λιγότερο από το 2% των προϋπολογισμών τους για την υγεία στην ψυχική υγεία ενώ πάνω από τα ⅔ των χωρών δεν αποζημιώνουν τους ανθρώπους για υπηρεσίες ψυχικής υγείας στα εθνικά συστήματα ασφάλισης υγείας.
Σπάζοντας τα δεσμά
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνεργάζεται με οργανώσεις ατόμων με αναπηρία και ψυχικές ασθένειες και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κατά των βασανιστηρίων σε όλο τον κόσμο σε μια παγκόσμια εκστρατεία #BreakTheChains για την εξάλειψη της πρακτικής.
Είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα για την καταπολέμηση του στίγματος που σχετίζεται με την ψυχική υγεία και την ανάπτυξη ποιοτικών, προσιτών και προσιτών υπηρεσιών υποστήριξης που βασίζονται στην κοινότητα και βέβαια να ασκηθούν πιέσεις σε ολοένα και περισσότερες κυβερνήσεις για την απαγόρευση αυτών των αποτρόπαιων πρακτικών.