Μπορείτε να είστε (επι)κριτικοί απέναντι σε κάποιον ή κάτι χωρίς να γίνεστε αγενείς;
Χωρίς να προσβάλλετε τον άλλον με κάποιον τρόπο;
Διατηρώντας το σωστό επίπεδο της συζήτησης και οδηγώντας την σε μια νέα «πίστα» κατανόησης της κουβέντας;
Ο γράφων έχει επανειλημμένα βρέθει στην θέση του να σκεφτεί και να αναλογιστεί όλα αυτά, κυρίως λόγω του ρόλου του ως «κριτικός» [αν και προτιμώ τον τίτλο «σχολιαστής της ποπ κουλτούρας», που ακούγεται ακόμη πιο ψαρωτικός].
Προκειμένου να απαντήσω στο ερώτημα αυτό, αναγκάστηκα για αρχή να καταφύγω στους πρώτους θεωρητικούς της κριτικής, από τον 19ο αιώνα.
«Σε διαμάχες για ηθικά ή επιστημονικά ζητήματα», συμβούλευε ο Arthur Martine στον υπέροχο οδηγό του 1866 για την τέχνη της συζήτησης, «ας έχετε ως στόχο να φτάσετε στην αλήθεια, όχι να κατακτήσετε τον αντίπαλό σας. Έτσι δεν θα βρεθείτε ποτέ σε αδυναμία να χάσετε τη διαφωνία και να κερδίσετε μια νέα ανακάλυψη».
Η αλήθεια και όχι ο αντίπαλος είναι ο στόχος ενός κριτικού.
Όχι να εξοντώσει διαλεκτικά κάποιον, αλλά να φτάσει στην αλήθεια -ακόμη και αν αυτή είναι αποκλειστικά η αλήθεια ΤΟΥ.
Φυσικά, αυτό δεν συμβαίνει τις περισσότερες φορές όταν διαφωνούμε, τόσο διαδικτυακά όσο και εκτός διαδικτύου, αλλά κυρίως όταν αναπτύσσουμε… το πλέον αγενές «πυροβολικό» της διαλεκτικής μας πίσω από την άνετη ασπίδα του πληκτρολογίου.
Αυτή η μορφή κριτικής – που στην πραγματικότητα είναι μια σπασμωδική αντίδραση παρά μια επαρκής απάντηση – είναι αντάξια της αξιομνημόνευτης παρατήρησης του Μαρκ Τουέιν ότι «το ζωικό σύμβολο του κριτικού θα έπρεπε να είναι ο τυφλοπόντικας, ο οποίος εναποθέτει το αυγό του στην κοπριά κάποιου άλλου, αλλιώς δεν θα μπορούσε να το εκκολάψει».
Υπάρχουν λοιπόν τρόποι να είσαι κριτικός και ταυτόχρονα να παραμένεις «φιλάνθρωπος», ευγενής και κυρίως γνήσιος και άδολος απέναντι στην αλήθεια;
Υπάρχει τρόπος να στοχεύεις όχι στην «κατάκτηση» αλλά στην «προσέγγιση της αλήθειας», να μην κυνηγάς το να έχεις δίκιο πάση θυσία αλλά να κατανοείς την απέναντι πλευρά και να προωθείς τη συλλογική κατανόηση;
Ο σπουδαίος Daniel Dennett, τον οποίο ο πρωτοπόρος της τεχνητής νοημοσύνης Marvin Minsky έχει αποκαλέσει «τον επόμενο Bertrand Russell», θέτει ένα εύστοχο ερώτημα που διερευνά ορισμένες από τις βασικές τάσεις και δυναμικές της σημερινής κουλτούρας του «όλοι έχουν γίνει κριτικοί».
Στο βιβλίο του με τίτλο «Intuition Pumps and Other Tools for Thinking» – προσφέρει αυτό που αποκαλεί «έναν κατάλογο κανόνων που διατυπώθηκε πριν από δεκαετίες από τον θρυλικό κοινωνικό ψυχολόγο και θεωρητικό των παιγνίων Anatol Rapoport», γνωστότερο από την προέλευση της περίφημης στρατηγικής tit-for-tat της θεωρίας παιγνίων.
Πώς να κάνετε ένα επιτυχημένο κριτικό σχόλιο
- Θα πρέπει να προσπαθήσετε να εκφράσετε την κριτική σας τόσο ξεκάθαρα, ζωντανά και δίκαια ώστε ο στόχος της κριτικής σας να πει από μέσα του: «Ευχαριστώ, μακάρι να το είχα σκεφτεί και εγώ με αυτόν τον τρόπο».
- Θα πρέπει να αναφέρετε αναλυτικά και διεξοδικά τα σημεία όπου πιθανόν ταυτίζεστε με τον στόχο της κριτικής σας.
- Θα πρέπει να αναφέρετε οτιδήποτε έχετε πάρει, διδαχθεί ή μάθει από τον στόχο της κριτικής σας.
- Μόνο τότε επιτρέπεται να εκφράσετε έστω και μια λέξη κριτικής, ακόμη και πολύ αρνητικής.
Μην γίνεστε αγενείς -μπορείτε κάλλιστα να είστε κριτικοί
Θα δώσω τρία απτά παραδείγματα από τρία προσωπικά (επι)κριτικά μου κείμενα.
«Είναι ένα συγκρότημα που άκουσα για πρώτη φορά το 1991, κατόπιν έψαξα τα πιο παλιά τους άλμπουμ (παραδέχομαι όντως ως καλό το δίσκο «Mother’s Milk» του 1989), κατόπιν τους έχασα, ειδικά όταν έφυγε ο Frusciante και ήρθε στην μπάντα εκείνος ο αντιπαθέστατος ο Dave Navarro, μετά ο John επέστρεψε και τους πέτυχα στην καλή τους φάση, στο «Californication» του 1999», έγραφα στο προ ετών στο κείμενό μου για τους Red Hot Chili Peppers.
«Ο Φοίβος μιλούσε με απόλυτη και αυθόρμητη ειλικρίνεια για ένα πολύ άβολο θέμα, όπως η θητεία και τα λοιπά συμπαρομαρτούντα της. Και είχε πέσει σε όλα μέσα. Στη συνέχεια, στο τραγούδι «Καθρέπτης» απευθύνθηκε, επίσης ως έπρεπε και απολύτως ορθά, στον ίδιο του τον εαυτό, μιλώντας εξίσου ευθέως για τον απατεώνα άνδρα που κρύβουμε οι περισσότεροι μέσα μας και που «Αντανακλά αυτά που θέλουν οι γυναίκες / κι έτσι τις πείθει ότι είμαι το άλλο τους μισό», σε μια απέλπιδα προσπάθεια να τις ρίξει στο κρεβάτι. Επίσης, μια γενναία απόπειρα να πετάξει σταδιακά από πάνω του, όπως μου είχε πει χαρακτηριστικά και ο ίδιος, κάθε σημάδι πατριαρχικού mansplaining (έστω της εποχής εκείνης, με τους όρους του 2003) και να καταφέρει να μπορεί να κοιτάξει ξανά τον εαυτό του στον Καθρέπτη του πιο τίμια και αγνά», ανέφερα επίσης χαρακτηριστικά στο έτερο κείμενό μου για τον Φοίβο Δεληβοριά.
«Γιατί όμως μια κοπέλα όπως η Σάττι, με σπουδές μουσικής στο μεγάλο και τρανό Berklee College of Music (και αυτό είναι κάτι που δεν το καταφέρνεις εύκολα, είτε έχεις υποτροφία, είτε όχι), με μια εξαιρετικά φωτογενή παρουσία (μιλάμε για μια πραγματικά πολύ όμορφη νέα κοπέλα, την οποία, εμφανισιακά, βρίσκω πιο ελκυστική και παιγνιώδη επί σκηνής, ακόμη και από εκείνη που την κατηγορούν πως αντιγράφει ξεδιάντροπα, δηλαδή την Καταλανή Rosalia) και με ένα σχεδόν παροιμιώδες knack (που λένε και οι Αγγλοι) να γράφει και κατόπιν να ερμηνεύει μουσική που «αναπνέει» το σήμερα και το τώρα, γιατί η Σάττι μού είναι τόσο παγερά αδιάφορη;», ήταν το σχόλιό μου αναφορικά με τη Μαρίνα Σάττι.
Και στα τρία αυτά μου κείμενα αναφέρομαι σε όλα τα θετικά σημεία της Σάττι, του Φοίβου και των RHCP.
Αναγνωρίζω ότι έχουν δώσει πράγματα, αναγνωρίζω ότι δεν είναι «κύμβαλα αναλάζοντα», αναγνωρίζω ότι διαθέτουν συγκεκριμένες αρετές και έχουν προσφέρει συγκεκριμένα πράγματα στην Τέχνη.
Ωστόσο, και στα τρία αυτά κείμενα, σπεύδω να επισημάνω όλα εκείνα τα στοιχεία και τα πράγματα της τέχνης τους που θεωρώ ως προβληματικά.
Αυτό είναι στην πραγματικότητα μια υγιής όσο και υπογειακώς πανούργα ψυχολογική στρατηγική που επιτυγχάνει ένα βασικό πράγμα: Μετατρέπει τον αντίπαλό σας σε ένα πιο δεκτικό ακροατήριο για την κριτική ή τη διαφωνία σας, η οποία με τη σειρά της βοηθά στην πρόοδο της συζήτησης.
Η τακτική της Susan Sontag
Τα τρία βήματα της σπουδαίας αμερικανίδας δοκιμιογράφου Susan Sontag για την αντίκρουση οποιουδήποτε επιχειρήματος:
Βρείτε την διαλεκτική ανακολουθία στο θέμα στο οποίο θέλετε να αντιταχθείτε: »Η βία στη λογοτεχνία κάνει κακό στους ανθρώπους».
Βρείτε το αντιπαράδειγμα: «Τι γίνεται με τη Βίβλο ή την Ιλιάδα»;
Εντάξτε το μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο: «Γιατί να απαγορεύσουμε τη βία στη λογοτεχνία, όταν υπάρχει άφθονη βία παντού γύρω μας;» Ή «οι πρόγονοί μας δεν είχαν λογοτεχνία αλλά ήταν βίαιοι ούτως ή άλλως»