«Φανταστείτε να έρχεται η Πέμπτη, και να αποχαιρετάς τους συναδέλφους στη δουλειά λέγοντας καλό Παρασκευοσαββατοκύριακο. Ουτοπία; Κι όμως η 4ήμερη εργασία φαίνεται να συζητείται όλο και περισσότερο καθώς πολλές χώρες έχουν διεξάγει έρευνες σχετικά με τα οφέλη της και τη βιωσιμότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος», γράφαμε προ μερικών μηνών.
Και όμως, οι κοινωνιολόγοι της εργασίας είναι ξεκάθαροι, όπως διάβαζα πρόσφατα: ενώ υπήρξε τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας τον τελευταίο αιώνα, οι άνθρωποι εξακολουθούν να εργάζονται τόσο σκληρά και για τόσες πολλές ώρες;
Ειδικά δε αφού δεν έχουν ελεύθερο χρόνο;
Η παραγωγή (ανά εργαζόμενο) αυξήθηκε κατά σχεδόν 300% μεταξύ 1950 και 2022 στις Η.Π.Α.
Η τυπική αμερικανική εβδομάδα εργασίας, εν τω μεταξύ, παρέμεινε αμετάβλητη: περίπου στις 40 ώρες.
Εντούτοις, ο μέσος Αμερικανός είχε, το 2020, πολύ πιο μειωμένο ελεύθερο χρόνο σε σχέση με το 2012.
Αυτό το παράδοξο είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο στις ΗΠΑ, όπου ο μέσος χρόνος εργασίας είναι 1.767 ώρες σε σύγκριση με 1.354 ώρες στη Γερμανία, μια διαφορά που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη χρόνου διακοπών των Αμερικανών.
Κάποιοι μπορεί να ισχυριστούν ότι οι Αμερικανοί είναι απλώς πιο εργατικοί. Αλλά δεν θα έπρεπε η πιο παραγωγική εργασία να ανταμείβεται με περισσότερο ελεύθερο χρόνο από την εργασία;
Είναι όπως στην ταινία “Η εργατική τάξη πάει στον Παράδεισο” του Έλιο Πέτρι, όπου ο πρωταγωνιστής της, ο Λουλού Μάσα είναι ένας πολύ παραγωγικός εργαζόμενος σε ένα εργοστάσιο που πληρώνει με το κομμάτι, αλλά δεν αρέσει στους συναδέλφους του, καθώς η αποδοτικότητά του χρησιμοποιείται από τη διοίκηση για να δικαιολογήσει τις απαιτήσεις της για υψηλότερη παραγωγή.
Βέβαια, ο Πέτρι έκανε ένα λάθος, μέσα στην όλη του «προφητεία»: πλέον δεν δουλεύουμε 8, αλλά 12, ίσως και 13-14 ώρες την ημέρα.
Για το τίποτα. Για ένα «πουκάμισο αδειανό».
Εδώ υπάρχει ο αντίλογος: πολλοί οικονομολόγοι βλέπουν το υπάρχον status quo κυρίως ως επιλογή του καθενός από εμάς.
Δηλαδή, οι άνθρωποι απλώς προτιμούν να έχουν περισσότερα χρήματα. Έτσι, δίνουν προτεραιότητα στην εργασία έναντι του ελεύθερου χρόνου (τους).
Ωστόσο, στο παρελθόν, πολλοί οικονομολόγοι υπέθεσαν ότι η ανάγκη των ανθρώπων για περισσότερα πράγματα θα ικανοποιούνταν τελικά. Σε εκείνο λοιπόν το κομβικό θα λέγαμε σημείο, θα επέλεγαν (αυτομάτως, σχεδόν παυλοφικά) περισσότερο ελεύθερο χρόνο.
Στην πραγματικότητα, ένας από τους πιο διάσημους οικονομολόγους του 20ού αιώνα, ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, προέβλεψε το 1930 ότι μέσα σε έναν αιώνα η κανονική εβδομάδα εργασίας θα μειωνόταν στις 15 ώρες. Ωστόσο, οι Αμερικανοί στην καλύτερη ηλικία εργασίας εξακολουθούν να εργάζονται 41,7 ώρες την εβδομάδα.
Οι Έλληνες πάλι, εργάζονται τις περισσότερες ώρες σε σχέση με τους υπόλοιπους Eυρωπαίους, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat.
Ειδικότερα, οι Έλληνες εργάζονται 41 ώρες την εβδομάδα κατά μέσο όρο.
Σε μια συνηθισμένη εβδομάδα, οι ώρες εργασίας για άτομα ηλικίας 20-64 ετών ήταν στην ΕΕ κατά μέσο όρο 37,5 ώρες, σύμφωνα με στοιχεία του 2022. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Οι περισσότερες ώρες εργασίας την εβδομάδα καταγράφηκαν στην Ελλάδα (41 ώρες). Ακολουθούν η Πολωνία με 40,4 ώρες και η Ρουμανία με τη Βουλγαρία με 40,2 ώρες.
Αντίθετα, τις λιγότερες ώρες εργασίας σε μία εβδομάδα καταγράφουν οι Ολλανδοί (33,2 ώρες), οι Γερμανοί (35,3) και οι Δανοί (35,4).
Γιατί οι άνθρωποι εξακολουθούν να εργάζονται τόσο σκληρά και για τόσες πολλές ώρες;
Η απάντηση είναι: Για να ζήσουν την δική τους ουτοπία περί ελεύθερου χρόνου.
Η εργασιακή ουτοπία του Keynes
Προφανώς, οι ανάγκες ή οι επιθυμίες των ανθρώπων δεν καλύφθηκαν πλήρως κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.
Στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η διαφήμιση μετατοπίστηκε σε αγαθά και υπηρεσίες που έδιναν έμφαση στα συναισθήματα έναντι της χρησιμότητας, κάνοντας τους καταναλωτές να αισθάνονται ότι πρέπει να αγοράζουν περισσότερα πράγματα.
Έτσι, οι εργαζόμενοι συνέχισαν να εργάζονται πολλές ώρες προκειμένου να κερδίσουν αρκετά χρήματα για να (τα) ξοδέψουν.
Επιπλέον, καθώς οι μισθοί αυξάνονταν, αυξανόταν και το κόστος του χρόνου (ο χρόνος είναι χρήμα, που λέμε) που περνούσαν μακριά από την εργασία τους. Αυτό ήταν κάτι έκανε τον ελεύθερο χρόνο λιγότερο ελκυστικό από καθαρά οικονομική άποψη.
Κάπως έτσι, το ενδιαφέρον για πιο… αργές και φθηνότερες δραστηριότητες (το διάβασμα ενός βιβλίου, η συνάντηση με έναν φίλο) – άρχισε να φαίνεται λιγότερο σημαντικό από την αγορά ενός ΙΧ ή το να περάσετε μια ώρα στο ΠΡΟ-ΠΟ της γειτονιάς σας, ασχολίες που απαιτούν ένα αρκετά μεγάλο διαθέσιμο εισόδημα.
Αναγκαστική εργασία
Είναι ωστόσο σημαντικό να πούμε το εξής:
Σχεδόν όλοι όσοι εργάζονται 40 ή περισσότερες ώρες την εβδομάδα το κάνουν επειδή πρέπει.
Υπάρχουν λογαριασμοί που πρέπει να πληρώσουν και μια συνταξιοδότηση για την οποία πρέπει να μαζέψουν χρήματα.
Ορισμένες θέσεις εργασίας είναι πιο επισφαλείς από άλλες, και πολλοί εργαζόμενοι παραιτούνται ακόμη και από τον κερδισμένο χρόνο διακοπών από φόβο μήπως χάσουν προαγωγές.
Αυτό δύσκολα αποτελεί μια «ελεύθερη επιλογή» – περισσότερο αποτελεί μια ουτοπία.
Αλλά η 40ωρη εβδομάδα δεν στάθηκε αντάξια των προσδοκιών που δημιουργήθηκαν με την θέσπισή της, το 1938, αρχικά στις ΗΠΑ και μετά και αλλού. Και αυτό είναι κάτι που το διαπιστώνουμε σήμερα περισσότερο από ποτέ.
Γιατί μπορεί οι εργαζόμενοι να δούλευαν πολλές ώρες, αλλά μπορούσαν να αγοράσουν τηλεοράσεις, αυτοκίνητα και σπίτια στα προάστια. Πολλές οικογένειες μπορούσαν να ζήσουν με τους μισθούς της πλήρους απασχόλησης του πατέρα, κάνοντας την εβδομάδα των 40 ωρών να φαίνεται λογική, αφού η μητέρα είχε χρόνο να φροντίζει την οικογένεια και το σπίτι.
Από τη δεκαετία του 1970 (και από το 2000 στην Ελλάδα) οι μισθοί που έμαθαν να είναι προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό, δεν αυξήθηκαν ανάλογα και αντίστοιχα με την οικονομική ανάπτυξη.
Σε πολλά νοικοκυριά, ο ένας και μοναδικός μισθωτός έχει αντικατασταθεί από δύο μισθωτούς, οι οποίοι και οι δύο βρίσκονται να εργάζονται τουλάχιστον 40 ώρες την εβδομάδα.
Είναι σχεδόν σαν η εβδομάδα των 40 ωρών να έχει αντικατασταθεί από την εβδομάδα των 80 ωρών – τουλάχιστον όσον αφορά τις ώρες εργασίας ανά νοικοκυριό.
Ποιος έχει χρόνο (και χρήματα) να μεγαλώσει 2 και 3 παιδιά; Ποιος μπορεί να το αντέξει όλο αυτό οικονομικά;
Δεν είναι περίεργο που το ποσοστό γεννήσεων έχει μειωθεί.
Άλλο «οικονομική ανάπτυξη» και άλλο «ευημερία»
Για δεκαετίες, ο όγκος της εργασίας που επιτελούμε καθημερινά όλοι μας αναφέρεται απλά ως «ο τρόπος που λειτουργούν τα πράγματα» – ένα αναπόφευκτο, σχεδόν, γεγονός.
Δεν φαίνεται δυνατό αυτή την στιγμή τουλάχιστον για την κοινωνία να πάρει μια διαφορετική κατεύθυνση και, σαν να γυρνάει έναν διακόπτη, να μάθει να εργάζεται λιγότερο.
Και πολλοί άνθρωποι προτιμούν να εργάζονται παρά να έχουν τεράστιο ελεύθερο χρόνο -δεκτό και θεμιτό επίσης.
Και εξακολουθεί να υπάρχει τεράστια αξία στην εργασία που δεν αποφέρει μισθό – για παράδειγμα, στον εθελοντισμό.
Δεκτό και θεμιτό επίσης.
Αλλά η μείωση της τυπικής εβδομάδας εργασίας, ίσως με την σταδιακή μετάβαση σε μια τετραήμερη εβδομάδα εργασίας, θα μπορούσε να μειώσει το άγχος για τις πιο ταλαιπωρημένες οικογένειες.
Αυτές οι αλλαγές απαιτούν συγκεκριμένη πολιτική δράση, όχι μόνο άτομα που κάνουν την προσωπική επιλογή να επιτύχουν μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
Δεν βοηθάει το γεγονός ότι οι εκλεγμένοι ηγέτες όλων μας εξακολουθούν να επιμένουν ότι η ευημερία μετριέται κυρίως με την οικονομική ανάπτυξη, και όταν τα εγχώρια ΜΜΕ αναφέρουν τα τριμηνιαία στοιχεία οικονομικής ανάπτυξης, με τις αυξήσεις να θεωρούνται «καλές» και τις μειώσεις «κακές».
Γιατί δεν θα πρέπει να συμπεριληφθεί στην ανωτέρω εξίσωση ο ελεύθερος χρόνος των εργαζομένων καθώς και τα οφέλη του;
Γιατί δεν δημοσιοποιούνται περαιτέρω στοιχεία για το δυσχερές κοινωνικό κόστος της απεριόριστης αυτής ανάπτυξης;
Και που να βρεθεί, εντέλει, ελεύθερος χρόνος για όλους μας, όταν η οικονομική ασφάλεια είναι τόσο εύθραυστη και όταν τόσοι πολλοί άνθρωποι είναι υπερφορτωμένοι από προβλήματα, έγνοιες, βάρη, δάνεια και λοιπά βάσανα;
Αλλά, τελικά, οι άνθρωποι θα εξακολουθούν και στο εγγύς ή μακρινό να εργάζονται τόσο σκληρά και για τόσες πολλές ώρες.
Προκειμένου να ζήσουν την δική τους ουτοπία περί ελεύθερου χρόνου…