Βράδυ Τρίτης (όπως και πριν ακριβώς τρεις εβδομάδες, στα Τέμπη).
Ώρα 11 και κάτι (όπως και πριν ακριβώς τρεις εβδομάδες, στα Τέμπη).
«Θέλω να δώσω προτεραιότητα σε κάποια ερωτήματα που μου στείλανε παιδιά που ήταν στο τρένο», λέει δήθεν συντετριμμένος και με το χαμόγελο του οργασμού στα χείλη του ένεκα της «δημοσιογραφικής επιτυχίας» στο πρώτο κιόλας λεπτό της περιλάλητης συνέντευξης του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο ίδιος ο άνθρωπος που την διενεργεί, ο Σταύρος Θεοδωράκης: «Η Ευδοκία Τσαγκλή, σύμβουλος επικοινωνίας, ήταν στο τρένο: «Αν ήμουν κόρη σας κ. Πρωθυπουργέ και μετά από αυτό που έπαθα, σας έλεγα πως φοβάμαι και θέλω να αλλάξω χώρα, τι θα με συμβουλεύατε;».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κάνει δήθεν πως σκέφτεται, κρατάει πάντα -όπως τον συμβούλευαν διαρκώς και ντροπιαστικά μέχρι και on camera οι επικοινωνιολόγοι του, όταν μετέβη ο ίδιος στο σημείο του δυστυχήματος- χαμηλά το κεφάλι (και μαζί τον πήχη των όποιων προσδοκιών της εκλογικής του βάσης) και απαντάει το εξής ντροπιαστικό – ίσως την πιο θρασεία και εμπρηστική δήλωση που έχει γίνει από πολιτικό μετά την Μεταπολίτευση:
«Καταρχάς είδα την εκπομπή την οποία κάνατε κ. Θεοδωράκη και είδα αυτά τα οποία είπε δημόσια η Ευδοκία, με πολύ θάρρος, όπως και τα υπόλοιπα παιδιά. Θα έλεγα στην Ευδοκία η οποία έχει ηλικία – απ’ ό,τι κατάλαβα λίγο μεγαλύτερη από τη μεγαλύτερη μου κόρη – ότι έχει κάθε λόγο να είναι θυμωμένη, να φοβάται, να ανησυχεί. Δεν γίνεται σήμερα ένα νέο παιδί να μπαίνει στο τρένο και να αισθάνεται ότι μπορεί να του συμβεί κάτι τόσο τραγικό. Θα της έλεγα όμως ότι πρέπει τελικά να επιμείνει. Να βάλει και αυτή πλάτη για να αλλάξει αυτή η χώρα».
Για τον Πρωθυπουργό αυτής της χώρας λοιπόν, τα θύματα πρέπει να βάλουν πλάτη, όχι οι θύτες.
Τα θύματα πρέπει, ξανά, να επωμιστούν τα όποια ψυχικά, σωματικά και οικονομικά βάρη προκειμένου να πάει αυτή η χώρα πάλι μπροστά και όχι οι υπεύθυνοι αυτής της τραγωδίας – οι υπεύθυνοι των τελευταίων 23 ετών, μην ξεχνιόμαστε, αλλά κυρίως και πρωτίστως η κυβέρνησή του, η οποία – σύμφωνα με το ρεπορτάζ του συναδέλφου Βασίλη Λαμπρόπουλου – αν είχε αποκατασταθεί, σε ένα κόστος κοντά στα 5.000 ψωρο-ευρώ, το σύστημα τηλεδιοίκησης στο δίκτυο του ΟΣΕ μετά την πυρκαγιά του Ιουλίου του 2019, θα υπήρχαν τουλάχιστον 10 μηχανισμοί «μπλοκ» με διαδοχική σηματοδότηση και αισθητήρες και των δύο συρμών. Και η αποτροπή της τραγωδίας στα Τέμπη θα ήταν απολύτως βέβαιη.
Σύμφωνα λοιπόν με το αφήγημα της χειρότερης κυβέρνησης της Μεταπολίτευσης, όσοι πέθαναν έγιναν «θυσία» στον Μολώχ των Ελληνικών Σιδηροδρόμων [μια αρχαιοελληνική έννοια που, ούτως ή άλλως, εμπεριέχει το στοιχείο της εθελουσίας και εκούσιας προσφοράς για το κοινό καλό και σίγουρα όχι του τυχαίου δυστυχήματος που συμβαίνει ακουσίως] και όσοι έζησαν με μύρια όσα ψυχοσωματικά ζητήματα πρέπει να «βάλουν πλάτη».
Αν έχετε ακούσει κάτι πιο εμετικά προσβλητικό να έχει βγει από χείλη Πρωθυπουργού, να με ενημερώσετε, γιατί την στιγμή που το ξεστόμισε αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εγώ αμέσως αναπόλησα τον Αντώνη Σαμαρά ως εξέχουσα πολιτική φιγούρα της ΝΔ.
Ε λοιπόν, αυτό το ανθρώπινο «σύστημα τηλεδιοίκησης» που παριστάνει σήμερα τον Πρωθυπουργό του «Δεν Γνώριζα Τίποτα» (…για τον παιδοβιαστή Λιγνάδη και τον παιδόφιλο φιλαράκο του, τον Νίκο τον Γεωργιάδη, για τις παρακολουθήσεις επί Predator, για τα τρένα…), με έκανε χθες βράδυ να αναπολήσω την «δημοκρατικότητα» του, πολιτικού ομόσταβλού του, Σαμαρά.
Γιατί το μόνο που δεν είπε ο Μητσοτάκης (μπορεί να το σκέφτηκε βέβαια, για όλα τον έχω ικανό…) είναι «να “βάλουν πλάτη” όσοι συμπολίτες μας είναι στις εντατικές μονάδες μπας και αποσυμφορηθούν τα νοσοκομεία επιτέλους» ή «όσα παιδιά έχουν καρκίνο, να “βάλουν πλάτη” για να προλειάνουν την μεταβίβαση του μοναδικού ογκολογικού νοσοκομείου παίδων σε ιδιώτη».
Υπάρχει άνθρωπος που βλέποντας αυτό το τηλεοπτικό εξάμβλωμα, δεν ένιωσε ετεροντροπή για τον «πολιτικό κρατούμενο των έξι μηνών» όταν βγαίνει ο ίδιος και λέει πως «λειτουργεί η τηλεδιοίκηση στη Λάρισα», ενώ τον έχουν διαψεύσει – τον ίδιο και την κυβέρνησή του – ζωντανά στην τηλεόραση μερικές ώρες πριν;
Υπάρχει άνθρωπος που βλέποντας αυτό το τηλεοπτικό έμεσμα, δεν ένιωσε ετεροντροπή στα λόγια του Πρωθυπουργού ότι «όλοι βάρεσαν καμπανάκι μετά το δυστύχημα»;
Αλήθεια τώρα; Ο Μητσοτάκης δεν άκουσε τίποτα από τους εργαζόμενους στον ΟΣΕ; Ούτε για τις απεργίες; Ούτε για τις παραιτήσεις στελεχών του; Ούτε για τα εξώδικα που έστελναν σωρηδόν για τις ανεπάρκειες στα ζητήματα ασφαλείας των γραμμών του τρένου;
Το επίσημο αφήγημα της κυβέρνησης συνεχίζεται on camera των «Πρωταγωνιστών», με τον Πρωθυπουργό να ακολουθεί πιστά την επίσημη γραμμή της «Διάχυσης των Ευθυνών» που υιοθετήθηκε και της ατάκας που ειπώθηκε από τα λεπτά, υπέροχα και καλογραμμένα χείλη του ότι «δεν μπορούμε επιτέλους να συμφωνήσουμε ότι όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης για αυτό που έγινε;».
Ενώ διανθίζει την συνέντευξή του με σολοικισμούς και βαρβαρισμούς όπως «δεν επιδέχεται καμίας αμφιβολίας περί αυτού» [το ρήμα «επιδέχομαι» συντάσσεται με αιτιατική και όχι με γενική, αλλά πού να το γνωρίζει αυτό το «καλύτερο βιογραφικό της χώρας»;] και μιλώντας όχι ως απολογούμενος για ένα έγκλημα που συνέβη «στην βάρδια του», αλλά, προσέξτε, ως ο Απόλυτος Κριτής, Τιμητής και (μελλοντικά) Απόλυτος Τιμωρός των «παθογενειών της ελληνικής κοινωνίας».
Πάντα ένας Θεοδωράκης θα ξεπλένει το Μητσοτακέικο
Κατά τα άλλα, να πούμε και ένα (ειρωνικότατο) μπράβο στον Σταύρο Θεοδωράκη, ο οποίος επειδή είναι γνωστή «αλεπού των πάγκων», ακολουθεί πιστά την παράδοση που θέλει και από έναν «Θεοδωράκη» να «ξεπλένει» κάποια στιγμή τους Μητσοτάκηδες.
Το έκανε το 1990 ο Μίκης, συμμετέχοντας στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ως υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου, το κάνει και τώρα ο Σταύρος, ένας “αποτυχημένος” πολιτικός αρχηγός με το «Ποτάμι» του, βάζοντας σε λειτουργία το χολιγουντιανό του «πλυντήριο», όπως πρέπει, μετά τις 11 το βράδυ, που υπάρχει νυχτερινή χρέωση και δεν θα βάλει σε πολλά έξοδα τον τηλεοπτικό σταθμό που τον φιλοξενεί για το «ρεύμα» που θα κάψει.
Ο Θεοδωράκης από το πρώτο κιόλας λεπτό της συνέντευξης αποδεικνύεται άξιος «νεροκουβαλητής» του επίσημου κυβερνητικού αφηγήματος του Μαξίμου -αν ξαναβγεί η ΝΔ στις εκλογές, μην απορήσετε αν τον δείτε να εξαργυρώνει τα γραμμάτια αυτά μελλοντικά, ίσως σε ένα ψηφοδέλτιο Επικρατείας που εκχωρεί ακόμη και στον πιο άκυρο και γελοίο να εκλεγεί.
Έτσι, εντελώς μαεστρικά, βάζει, έργω και λόγω, τον Μητσοτάκη να «ψάξει μαζί του τις ευθύνες για τα Τέμπη», βγάζοντας αυτομάτως «εκτός κάδρου» τον Πρωθυπουργό και απαλλάσσοντάς τον από τις όποιες ευθύνες.
Και αυτό που, στο τρέιλερ της συνέντευξης, διαφημίστηκε ως «ο Πρωθυπουργός απαντάει στις ερωτήσεις των συγγενών των θυμάτων», τελικά προκύπτει ίσως η μεγαλύτερη απατεωνιά στην ιστορία των συνεντεύξεων της ιδιωτικής τηλεόρασης, από τον Νοέμβριο του 1989 μέχρι σήμερα: μόλις 3-4 ερωτήσεις, έτσι για τα προσχήματα, επιζώντων της τραγωδίας, με τον ίδιο τον Μητσοτάκη να αποτυγχάνει μέχρι και να κρατήσει και αυτά ακόμη, γνωρίζοντας εκ των προτέρων μέχρι και τις απορίες των παιδιών!
Εντωμεταξύ, θυμάμαι το tweet του ίδιου του δημοσιογράφου, το ξαναδιαβάζω και αναρωτιέμαι: πόσο ηλίθιους μάς θεωρεί όλους εμάς; Που απλώς χρησιμοποιεί μια κενή νοήματος έκφραση όπως το «ταξική επιλογή»;
Θέλει να κάνει το «ξέπλυμά» του πιο «φιλικό» απέναντι στον μέσο θεατή της εργατικής τάξης (η μεσαία τάξη έχει εξαϋλωθεί, όπως τα 57 θύματα των Τεμπών); Θέλει να μας πει κάτι πολύ πιο βαθύ ο δημοσιογράφος;
Εγώ πιστεύω ότι βάζει απλώς λέξεις σε μια τυχαία σειρά, χωρίς να γνωρίζει την βαρύτητα ή την έννοιά τους, καθώς δεν απαντήθηκε ποτέ και επί του προκειμένου, η εξής φλέγουσα απορία: ποιο είναι το πραγματικό υποκείμενο του «επιλέγω» και της «επιλογής»;
Η κυβέρνηση; Οι κυβερνώντες; Ο αρμόδιος υπουργός;
Γιατί η κατάληξη και η επωδός ήταν αυτό που είπε και ξαναείπε ο Μητσοτάκης, ότι δηλαδή «δεν μπορούμε επιτέλους να συμφωνήσουμε ότι όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης για αυτό που έγινε;».
Ενδιάμεσα, ο Σταύρος «πετάει χαρταετό» διαρκώς, καθώς ο Μητσοτάκης τού ρίχνει… μαργαριτάρια, αλλά, άγνωστο γιατί, ο Θεοδωράκης ουδέποτε σπεύδει να τον ρωτήσει αυτά που απασχολούν όλους μας: πού πήγανε τα εκατομμύρια της ΕΕ για τους σιδηροδρόμους μας; Γιατί δεν τιμωρήθηκε κανείς για τις «υπερτιμημένες συμβάσεις» που ο Πρωθυπουργός παραδέχθηκε ανοικτά ότι γνώριζε;
Σε κάποιο σημείο της συνέντευξης, ο Μητσοτάκης μιλάει για «ένα έργο» και ο Θεοδωράκης αμέσως τού λέει, σχεδόν παυλοφικά, «για την 717 λέτε;» [σ.σ: πρόκειται για την περιβόητη σύμβαση 717/2014 της ΕΡΓΟΣΕ, η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί εδώ και 9 χρόνια. Πρόκειται για το έργο «Ανάταξη και Αναβάθμιση του συστήματος Σηματοδότησης- Τηλεδιοίκησης και Αντικατάστασης 70 Αλλαγών Τροχιάς Σε Εντοπισμένα Τμήματα του Άξονα Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Προμαχώνας»] σε φάση Γκάλης-Γιαννάκης, «πάρε-βάλε» πασούλες και δημοσιογραφικές «ασίστ» μέχρι να μπει το πολυπόθητο καλάθι και ο Πρωθυπουργός να απαλλαγεί των ευθυνών του ενώπιον της κοινωνίας, όπως και ο Νίκος Μιχαλολιάκος της Χρυσής Αυγής πριν περίπου μια δεκαετία, στην Κολυμβήθρα του Σιλωάμ που λέγονται «Πρωταγωνιστές».
Η ντεμέκ συνέντευξη της πλάκας κορυφώθηκε εκεί γύρω στη μέση της, όταν ο Σταύρακας κάνει στον Μητσοτάκη μια δήθεν τυχαία ερώτηση με το γνωστό «είμαστε-όλοι-κολλητάρια» ύφος του «αλήθεια, ποιος είναι ο “τρελός” του Μεγάρου Μαξίμου;» και ο Πρωθυπουργός έχει έτοιμη μια επίσης δήθεν αυθόρμητη απάντηση… τριών σελίδων, θαρρείς βγαλμένη από σελίδα της Google.
Μιλάμε για μια τηλεοπτική «κονσέρβα» που θα ζήλευε μέχρι και ο ίδιος ο Αντι Γουόρχολ.
Τελικά, από την «κονσέρβα» οδηγηθήκαμε, έτσι απλά, στην σχεδόν οριακή θεσμική εκτροπή, καθώς οι «ασίστ» συνεχίζονται και από τον Μητσοτάκη ζητάται να δοθεί δημοσίως μια ημερομηνία εκλογών.
Οι εκλογές, βέβαια και σε αντίθεση με ό,τι μπορεί να πιστεύει ο Σταύρος Θεοδωράκης, δεν ανακοινώνονται ποτέ τηλεοπτικά, αλλά επισήμως, στη Βουλή και σε υπουργικά συμβούλια ή σε Κ.Ε. κόμματος, γι’ αυτό και ο Πρωθυπουργός εκεί κάπως πρόσεξε και δεν έδωσε την ακριβή ημερομηνία τους – αν και όλοι πιθανολογούμε ότι θα είναι στις 21 Μαϊου.
Η τηλεοπτική «αγιογραφία» και το λιβάνισμα στον Ανώτατο Ηγέτη, τελικά, αποδεικνύεται αυτό που υποψιάζομασταν εξαρχής: μια θρασύτατη τηλεοπτική πλατφόρμα προεκλογικών υποσχέσεων και δεσμεύσεων του Μητσοτάκη για την επόμενη τετραετία (του), την τηλεοπτική και δημόσια διακήρυξη ενός «Ανθρώπου Που Δεν Γνώριζε Τίποτα» και «Που Έβλεπε Τα Τρένα Να Περνούν» σε «Αναγεννημένο Πολιτικό» που συστήνεται εκ νέου στην ελληνική κοινωνία και, Σταύρου θέλοντος και Θεοδωράκη επιτρέποντος, ξετυλίγει το πρόγραμμα διακυβέρνησής του για την επόμενη τετραετία, κατά την οποία, όπως τόνισε ο ίδιος ο Μητσοτάκης εμφατικά, «δεσμεύεται να διορθώσει τα λάθη που έκαναν οι άλλοι, ώστε να έχουμε και ασφαλή τρένα».
Το κρυμμένο νόημα των λόγων του Πρωθυπουργού είναι αποκλειστικά νεοφιλελεύθερα στο μεδούλι τους και ίσως, όντως, να αποτελούν, για τον ίδιο πάντα, μια «ταξική επιλογή (του)»: μάς ξεκαθαρίζει ανερυθρίαστα ότι το μόνο που τον νοιάζει είναι να ξανακερδίσει τις ερχόμενες εκλογές. Τίποτα άλλο.
«Είχαμε και εμείς όνειρα ως κυβέρνηση και όχι μόνο τα παιδιά που πέθαναν», καταλήγει στην αναίσχυντη συνέντευξή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αποδεικνύοντας, εντέλει, ότι η συνέντευξη μπορεί και να μην ήταν «στημένη», όπως πιστέψαμε όλοι μας εξαρχής και σπεύσαμε να κατηγορήσουμε έτσι απλά και ελαφρά τη καρδία το Μαξίμου και τον Σταύρο.
Γιατί κανείς επικοινωνιολόγος που έχει σώας τας επαγγελματικάς φρένας δεν μπορεί να συμβουλεύσει έναν Πρωθυπουργό να πει δημοσίως κάτι τέτοιο.
Εκτός αν στην πραγματικότητα ο Πρωθυπουργός είναι τόσο εγωπαθής που ζητά από τον ελληνικό λαό να τον νομιμοποιήσει, βάζοντας πλάτη, για άλλα τέσσερα χρόνια.