«Πρωί με ρούχα βραδiνά / περπάταγες στο πουθενά / στα χέρια σου ξενύχτι / Ψηλά τακούνια μακιγιάζ / Κι όπως φυσά γλυκά το αγιάζι / Έπεσα μες το δίχτυ». Αυτό το τραγούδι δεν είναι ένα τραγούδι για το ντύσιμο. Ο δημιουργός κι ερμηνευτής του, Μωυσής Ασσέρ, γράφει για τον ανεκπλήρωτο έρωτα που, εν προκειμένω, βρίσκει ενσάρκωση σε μια κοπέλα, μια γυναίκα που γυρίζει από ξενύχτι με άλλον άντρα, χαράματα στο σπίτι της, αδιαφορώντας για εκείνον που την παρακολουθεί με το βλέμμα γεμάτο έρωτα και λαχτάρα.
Έβαλα να τ’ ακούσω σήμερα το πρωί και το μυαλό μου ακολούθησε άλλους δρόμους, δικούς του. Άρχισα να παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου, να δω τι φορούν. Να σκέφτομαι αν τα ρούχα τους βγήκαν σήμερα το πρωί, νωρίτερα, από τις ανάσατες ή καλοδιπλωμένες τους ντουλάπες. Ή μήπως αν τα φορούσαν από χθες βράδυ και τα πήραν από το πάτωμα ή την πολυθρόνα όπως τ’ άφησαν πριν πέσουν για ύπνο. Ακόμα, περισσότερο, αν κοιμήθηκαν ίσως με αυτά. Τι ωραίο: «πρωί με ρούχα βραδινά». Κι αν το αντιστρέφαμε; Βράδυ με ρούχα πρωινά; Εδώ η ποίηση, η στιχουργική, η μαγεία εκβάλλουν απευθείας στην ζωή, στην πεζή πραγματικότητα και καθημερινότητα. Στα κλαμπ με τα τρίπατα αθλητικά παπούτσια, τα φαρδιά, άνετα, βαμβακερά φούτερ και το ανδρόγυνο, ενιαίο ντύσιμο, στον διακριτικό σνομπισμό του coolness, στη πρόταξη της άνεσης και της χαλαρότητας έναντι της πολυτέλειας, της αρχοντιάς (αλά παλαιά) και της “βραδινότητας”. Άλλωστε, τα’ χουμε ξαναπεί: Ο παλιός, ορθόδοξος γιαπισμός έχει μεταβολιστεί σε τραπ γαματοσύνη και φλου stories από την πρώτη θέση των αεροπλάνων.
Τι γίνεται λοιπόν με το ντύσιμό μας σήμερα;
H βιομηχανία της μόδας αφουγκράζεται τις κοινωνικές αλλαγές και τις επαναδιαμορφώνει σε υψηλή ραπτική, αλλά και σε ποπ κουλτούρα. Πάνε πολλά, πάρα πολλά, μα πάααρα πολλά χρόνια από τότε που το ντύσιμο αποτελούσε απλώς μια ανάγκη προστασίας του δέρματος ή απλής περιβολής. Το ντύσιμο απηχεί την φιλοσοφία ζωής μας, την κοινωνική μας θέση, την διάθεσή μας, το επάγγελμά μας, την αισθητική μας. Και είναι αλήθεια, κάθε φορά που ντυνόμαστε κάνουμε ένα statement για τον εαυτό μας.
Η σημερινή μόδα (και, όχι, δεν ήταν πάντα έτσι) δεν δέχεται στερεότυπα, δεν δέχεται κανόνες και δεν επιβάλλει τίποτα σε κανένα-τουλάχιστον έτσι λέει. Εννοείται ότι όλα αυτά δεν αλλάζουν μέσα σε μερικά χρόνια, αλλά το τοπίο της ομορφιάς, της μόδας, του στιλ έχει μπολιαστεί από νέες τάσεις και ρεύματα, αναδεικνύει διαφορετικά πρότυπα και πρόσωπα που ούτε θα μπορούσε να φανταστεί κανείς μια εικοσαετία πίσω. Πρωταγωνιστεί η τάση του gender fluid, τα ανδρόγυνα ή καλύτερα ουδέτερα/άφυλα ρούχα. Μεγάλοι οίκοι όπως οι Gucci, Harris Reed, Tanner Flecher, Joseph Altuzarra και άλλοι πολλοί, έχουν υιοθετήσει ένα πιο ουδέτερο στιλ στα ρούχα τους, τα οποία μπορούν να φορεθούν τόσο από άντρες, όσο κι από γυναίκες αλλά και non-binary gender άτομα.
Η καραντίνα επανεφηύρε το στιλ και έχρισε το άντεο πολυτελές και το πολυτελές αχρείαστο. Μαλακά υφάσματα, φαρδιές γραμμές, άνετα παπούτσια φορέθηκαν σε πασαράλες και ενέπνευσαν το ντύσιμο τεράστιου μέρους του δυτικού κόσμου. Ο διαχωρισμός πρωινά-κάζουαλ και βραδινά-επίσημα ρούχα άρχισε να υποχωρεί. Η τραπ, ως επίγονος τρόπον τινά της ραπ, εδραίωσε το φούτερ-φόρμα-σνίκερ ως basic στιλ νέου, επιτυχημένου άντρα. Σημειωτέον, τα ρούχα αυτά δεν σημαίνει ότι κοστίζουν φθηνά. Μια βόλτα στις βιτρίνες της Βουκουρεστίου με τα ακριβά brands θα σας πείσει-άλλο που δεν μιλάμε για πουκάμισα και σκαρπίνια! Ένα σετ μαρκάτης φόρμας, φορεμένης πιθανώς ήδη από κάποιον διάσημο alitizzz μπορεί να κοστίζει έως και τετραψήφιο νούμερο.
Το no make up (γιατί plastic is fantastic) έχει γίνει επίσης τάση. Έχω φουσκωμένα χείλη, ανορθωμένα ζυγωματικά, έχω κάνει lash lift, τι ανάγκη έχω τις πούδρες και τις μάσκαρες; Έχουμε γράψει για το θέμα αυτό στο Olafaq εδώ πέρα. Όχι ότι οι γειτόνισσές σας μπορούν να ενστερνιστούν έμπρακτα την τάση αυτή. Αλλά, ναι, ακόμα και το μακιγιάζ έχει γίνει πολύ φυσικό. Αρκετές στρώσεις προϊόντων στοχεύουν σε ένα φωτεινό, με όψη υγείας, no-make up look. Παράξενο; Οξύμωρο; Μάλιστα! Για τα ένδοξα κορίτσια των 90s και early 00s, με τα παστωμένα και τερακοτί μουτράκια, μάλιστα!
Το overdessed ή το underdressed τείνουν να εξαλειφθούν ως όροι, επίσης. Τι θα πει “υπερβολικά ντυμένος”; Άνθρωποι βγαίνουν με στέκες με αυτάκια ζώων κανονικά και με το νόμο έξω. Μπορεί όχι ακόμα σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα, αλλά μια μικρή περιοδεία στην Ευρώπη (για Αμερική δεν συζητάμε) Όπως επίσης, είναι τόσο μα τόσο πασέ να κρίνουμε κάποιον άνθρωπο από το ντύσιμό του. Αν φοράει μάρκες (μα γι’ αυτό πια και δεν φαίνονται στα ρούχα, όπως κάποτε), αν έχει μαλλί κομμμωτηρίου, αν είναι ξυρισμένος ή αξύριστος, αν φοράει τζιν στο θέατρο ή καλό πουκάμισο στο κυριακάτικο μπραντς, τι, πώς, πού. Απελευθερωνόμαστε. Απλοποιούμε και απλοποιούμαστε.
Σε εμένα, προσωπικά, και σίγουρα και σε άλλα άτομα λείπουν κάποιοι ενδυματολογικοί κώδικες. Καλά ρούχα στις επισκέψεις σε σπίτια. Ένα καθαρό, λευκό πουκάμισο στο τραπέζι της Κυριακής. Μεταξένιες ρόμπες για το σπίτι. Ψηλοτάκουνα στιλέτα το Σαββατόβραδο. Φίνα μανικετόκουμπα σε βελούδινα σακάκια κυρίων. Από την άλλη, αν το καλοσκεφτώ (και το καλοσκεφτούμε) κανείς δεν μας εμποδίζει να τα φοράμε. Κανείς δεν μας εμποδίζει να μοιάζουμε περισσότερο με τους εαυτούς μας, όπως θέλουμε και αντέχουμε αυτοί να εμφανίζονται ανά περιόδους.
Το “ντύνομαι με βάση την διάθεσή μου” μπορεί να μας σταθεί ένας χρήσιμος οδηγός. Ή καλύτερα: ένας συναρπαστικός οδηγός. Τόσοις κανόνες έχουμε να ακολουθήσουμε. Ε, όχι και στο τι θα φοράμε, εν έτει 2023!