Πολλά πράγματα μπορούν να πάνε λάθος όταν επιλέγεις να κάτσεις σε ένα μαγαζί με την παρέα σου, τ@ σύντροφό σου ή και μόνος σου. Είτε πρόκειται για ένα café με διακόσμηση που επιτάσσει ο αλγόριθμός του Instagram είτε μιλάμε για κάποιο beach bar ή αλλιώς «μπιτσόμπαρο», οι παράγοντες που θα επηρεάσουν το πώς θα περάσεις είναι αρκετοί και δεν εξαρτόνται -δυστυχώς ή ευτυχώς- όλα από εσένα. Ένας απ’ αυτούς είναι, φυσικά, και οι μουσικές επιλογές του μαγαζιού.
Αν και θα λέγαμε πως ίσως είναι κάπως στερεοτυπικό το είδος και η αισθητική του μαγαζιού να συνδυάζεται με τη μουσική που επιλέγει ο ιδιοκτήτης ή ο DJ, ωστόσο είναι πέρα έως πέρα λογικό, για παράδειγμα, μια ταβέρνα να παίζει ρεμπέτικα, έντεχνα, λαϊκά και γενικότερα ελληνόφωνη μουσική όπως και ένα μπαρ του κέντρου γεμάτιο ταγκιές και αυτοκόλλητα να έχει μια ευρύτητα στις μουσικές του, ξεκινώντας από hip-hop και punk μέχρι post-rock και ηλεκτρονική. Η μουσική ενός μαγαζιού είναι μέρος της ταυτότητάς του, ενίοτε και το σήμα κατατεθέν του, και βάσει αυτής κατηγοριοποιείται και αναλόγως. Πού μπορούμε να εντάξουμε λοιπόν εκείνα τα μαγαζιά, τα μπιτσόμπαρα και τα cafe, που έχουν επιλέξει ως μουσική υπόκρουση των στιγμών μας αυτό που λέμε «μπιτάκια»; Και γιατί μας υποβάλλουν σε τέτοια βασανιστήρια;
Σύμφωνα με το slang.gr, που είναι κάτι αντίστοιχο του άκρως επιτυχημένου Urban Dictionary, «μπιτάκια» είναι: τα beats (χτύποι), που ακούγονται σε τραγούδια. «Οι κοινοί άσχετοι με την μουσική χρησιμοποιούν αυτή τη λέξη για τα τραγούδια ηλεκτρονικής μουσικής. Οι “έμπειροι” στην ηλεκτρονική μουσική σιχαίνονται αυτόν τον όρο και προτιμούν να χρησιμοποιούν το ακριβές όνομα του είδους της ηλεκτρονικής μουσικής που ακούν», συνεχίζει στην επεξήγησή του το Slang. Και αν αυτό δε σας βοήθησε ιδιαίτερα για να κατανοήσετε πλήρως τι εννοώ με τον όρο «μπιτάκια», σκεφτείτε πόσες φορές βρεθήκατε σε κάποιο μαγαζί και από τα ηχεία του έβγαινε μια ηχητική παραφωνία η οποία όχι μόνο δεν συγχρονιζόταν στο πνεύμα της τοποθεσίας, των υπηρεσιών και της διακόσμησης του μαγαζιού αλλά σας ήταν και ιδιαιτέρως ενοχλητική. Μπιτάκι, λοιπόν, για μένα, είναι οποιοδήποτε αδιάφορο τραγούδι ηλεκτρονικής μουσικής που δεν προκαλεί συναίσθημα και δεν παίζει με τις αισθήσεις. Από ένα τυχαίο remix σε ένα τραγούδι της Katy Perry μέχρι κάποιο dance κομμάτι που βυθίζεται στη μονοτονία, τα μπιτάκια της περισσότερες φορές είναι περισσότερο ανέμπνευστα και από κάποιο τραγούδι που βραβεύτηκε στα MAD VMA.
Αρκετά μαγαζιά εστιάσης που προσφέρουν καφέ, brunch, ναπολιτάνικη πίτσα και κοκτέιλς, δηλαδή εκείνα με κόνσεπτ λίγο απ’ όλα και τίποτα ταυτόχρονα, επιλέγουν τα μπιτάκια για τους εξής λόγους: α) δίνουν μια -υποτιθέμενη- ατμόσφαιρα ζωντάνιας και ενέργειας, β) ο ρυθμός του μπιτ σε δυνατή ένταση προσελκύει κόσμο, γ) ο κόσμος υποθέτει ότι παίζει «φασούλα» στο μαγαζί και, δ) οι νεαρές ηλικίες -για έναν αδιευκρίνηστο λόγο- αισθάνονται οικεία με αυτά. Παρ’ όλα αυτά, τα μπιτάκια είναι ένας από τους βασικότερους λόγους απόρριψης ενός μαγαζιού για αρκετούς από εμάς, που δεν είμαστε ελιτιστές, και απλώς όταν όταν ακούμε τον ήχο της θάλασσας θέλουμε η μουσική που φτάνει ταυτόχρονα στα αυτιά μας να μην παραμορφώνει τις εικόνες που καταγράφονται στο μυαλό μας εκείνη τη στιγμή.
Ένα beach bar με ωραία θέα, σε μια όμορφη παραλία με ξύλινες εξέδρες και boho διακόσμηση, τι σχέση μπορεί να έχει με το “Kisses” των BL3SS, CarminWatsin και bbyclose; Ναι μεν το συγκεκριμένο κομμάτι μετράει 8,5 εκατ. streams στο Spotify, ωστόσο οι δημιουργοί του δε νομίζω να είχαν στο μυαλό τους την παραλία Μαλτέζι της Αμοργού όταν το ηχογραφούσαν.
Ούτε φυσικά ο Bob Marley όταν σκάρωνε με τους Wailers το “Three Little Birds” το 1977 ονειρευόταν τον Ρούκωνα στην Ανάφη, παρ’ όλα αυτά κάτω από τον καυτό ήλιο, στο σημείο που η χρυσαφένια άμμος συναντά τα τη θάλασσα, το πνεύμα κάποιων τραγουδιών και ειδών μουσικής, όπως η reggae, έρχονται σε πλήρη αρμονία με τον ήχο των κυμάτων. Ο ρυθμός και τα χαλαρά κρουστά ταξιδεύουν στον αέρα δίνοντας μια αίσθηση ελευθερίας και ευτυχίας. Μελωδίες που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα μας αγκαλιάζουν γλυκά, κάνοντας την καρδιά μας να πάλλεται στο ουσιώδη ρυθμό της ζωής. Αυτές τις μουσικές επιλογές έχουμε ανάγκη, όχι τα μπιτάκια που υπάρχουν σε αφθονία και ταράζουν -ακόμα περισσότερο- την ψυχική μας υγεία.