Ωραία είναι τα μετάλλια, δεν λέω. Κι εντελώς νορμάλ να χαίρεσαι όταν η ομάδα που υποστηρίζεις κερδίζει κι όχι όταν χάνει. Η έννοια, άλλωστε, του πρωταθλητισμού εμπεριέχει τη λογική της κατάταξης και της επιβράβευσης της διάκρισης. Βέβαια το σύστημα που στηρίζεται στον πρωταθλητισμό έχει ξεφύγει. Και στον στίβο ο χορός των εκατομμυρίων καλά κρατά, αλλά ευτυχώς μέσα σε αυτό το πλαίσιο που έχει κατακερματίσει όλες τις αξίες του αθλητισμού, υπάρχουν εκείνοι οι αθλητές και πρωταθλητές που νιώθεις ότι βρίσκονται εκεί γιατί πραγματικά το χαίρονται και σέβονται τον εαυτό τους, τους συναθλητές τους και τους θεατές.

Έτσι από τις πομπώδεις δηλώσεις και τις (σχεδόν) εθνικιστικές κορώνες του παρελθόντος περάσαμε επιτέλους σε απλές κουβέντες, ειλικρινείς εξομολογήσεις και χιούμορ. Ίσως αυτός που έκανε την αρχή ήταν ο Μιλτιάδης Τεντόγλου, ή τέλος πάντων αυτόν πήραμε είδηση πρώτον, όταν πέρσι και αφού μόλις είχε κατακτήσει την πρώτη θέση στο μήκος στους Ολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο δήλωνε «Δεν πίστευα πως θα πάρω το χρυσό, ακόμη και τώρα… Λέω ότι δεν το αξίζω. Ο Ετσεβαρία είναι πολύ καλός αθλητής, τον ξέρω χρόνια, έχω χάσει τόσες φορές από αυτόν. Συνήθως, πάντα, με κερδίζει. Του βγαίνει χαλαρά να κάνει μεγάλα άλματα. Σήμερα μάλλον κάτι είχε, γι’ αυτό δεν έκανε άλλο άλμα».

Αυτό ήταν το πρώτο ευχάριστο σοκ για όλους εμάς που νιώθαμε ότι καθόλου δεν μας εκπροσωπούσαν δηλώσεις άλλων Ελλήνων ολυμπιονικών όπως αυτή που μας υπενθύμισε ο δημοσιογράφος Χρήστος Ξανθάκης προ ημερών στα social media του και πιο συγκεκριμένα εκείνη της Φανής Χαλκιά που έλεγε την εποχή των θριάμβων της ότι «Οι Έλληνες είμαστε γεννημένοι πρώτοι. Τα υπόλοιπα είναι για τους δεύτερους. Εμείς είμαστε για την κορυφή. Το έχουμε στα κύτταρά μας και είναι το μεγαλύτερο δώρο». Τα ίδια κύτταρα βέβαια δεν τη γλύτωσαν από το να βρεθεί ντοπαρισμένη.

Την αρχική έκπληξη για την περίπτωση του Τεντόγλου τη διαδέχτηκε η παραδοχή ότι είναι ένας σπουδαίος και σταθερός αθλητής, τόσο για τις επιδόσεις του όσο και για τον χαρακτήρα του αφού σε κάθε αγώνα επιβεβαιώνει το ποιος είναι. Παρακολουθώντας τις φετινές του δηλώσεις ύστερα από την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου συνειδητοποίησα ότι ο περισσότερο από ταπεινός ο Τεντόγλου είναι δίκαιος. Δεν υποτιμά την αδιαμφισβήτητη αξία του αλλά ξέρει να βάζει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, χαίρεται για την μεγάλη επίδοση του, την αφιερώνει στον εαυτό του (και όχι στο ελληνικό dna) και παραδέχεται ότι η φιέστα της απονομής του μεταλλίου στο Μόναχο ήταν κάπως «έξτρα» για τα γούστα του. Όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε στο facebook ο συγγραφέας Αχιλλέας Ιλλ «Πώς διάολο είναι τόσο προσγειωμένος ένας άνθρωπος που πετάει 8μιση μέτρα μακριά…».

Όμως ο Τεντόγλου δεν είναι ο μόνος που μας θύμισε ότι οι πρωταθλητές μπορούν να είναι και είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που συνεχίζουν να αγωνίζονται παρά τις τεράστιες αντιξοότητες της ελληνικής πραγματικότητας και να κρατούν ταυτόχρονα την αυθεντικότητα του χαρακτήρα τους μιλώντας με ειλικρίνεια, απλότητα και χωρίς ίχνος ναρκισσισμού. Η παγκοσμίως καταξιωμένη αθλήτρια του επί κοντώ Κατερίνα Στεφανίδη έκανε μια ανάρτηση για να συγχαρεί την Αντιγόνη Ντρισμπιώτη και έγραψε «Έχω πάρει 4 μετάλλια σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα από το 2014 και η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη πήρε δύο σε μια εβδομάδα» κι κάπου εκεί σηκώθηκα όρθια και χειροκρότησα.

Όσο για τη βαδίστρια που κατόρθωσε να πάρει δύο χρυσά στην ίδια οργάνωση και μάλιστα σε τόσο επίπονα αγωνίσματα και όλο αυτό το διάστημα της προετοιμασίας συνέχιζε να εργάζεται κανονικά στην ταβέρνα της οικογένειας της τι να σχολιάσω; «Δεν κουράζομαι εύκολα εγώ» είπε και απόλαυσε μια μπίρα μετά τον διπλό θρίαμβο της. Τόση ηρεμία και απόλυτη απουσία έπαρσης είναι ισοπεδωτικά συγκινητική σε μια εποχή που μέχρι και πλαστά βιογραφικά πολιτικών και πολιτευόμενων έχει να επιδείξει.

Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου έκλεισε ιδανικά με την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου απ’ την Ελίνα Τζένγκο που σε ένα μήνα κλείνει τα 20 της χρόνια. Η Τζένγκο, που έγινε η νεαρότερη ακοντρίστρια που κατακτά την πρωτιά στη συγκεκριμένη διοργάνωση, έχει μιλήσει με θάρρος για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει. Γεννημένη στην Ελλάδα με γονείς μετανάστες απ’ την Αλβανία έπρεπε να επιστρατεύσει όλη της τη θέληση για να διεκδικήσει ισότιμα αυτό που της άξιζε. Μόλις πριν δύο χρόνια πήρε την ελληνική υπηκοότητα, μέχρι τότε παρότι «έπιανε» τα όρια των επιδόσεων δεν είχε το δικαίωμα να συμμετάσχει σε διεθνείς αγώνες. Όμως η Τζένγκο είναι ακριβώς αυτό που δεν αντέχουν οι εθνικιστές. Μιλά με τιμιότητα για αυτό που αισθάνεται: «Είναι πολύ κακό να γνωρίζεις ότι έχεις γεννηθεί σε μία χώρα, έχεις παλέψει και δεν μπορείς να αγωνιστείς σε αυτή τη χώρα. Έπιανα τα όρια και τελευταία στιγμή δεν πήγαινα γιατί δεν είχα την υπηκοότητα. Ψυχολογικά αυτό με κατέστρεφε….Είμαι από την Αλβανία, αλλά είμαι και Ελληνίδα.. στο χωριό που μένουμε με αγαπούν πολύ από παιδί, δεν είχα πρόβλημα». Ξέρει ότι τα πράγματα πρέπει να ειπωθούν με το όνομά τους και ταυτοχρόνως γνωρίζει ότι για αυτή τη χώρα, στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε, θέλει να αγωνιστεί.

Μια τελευταία αναφορά που νομίζω ότι συμπληρώνει το παζλ. Ο επικοντιστής Εμμανουήλ Καραλής συμμετείχε την Πέμπτη στον προκριματικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στο Μόναχο μένοντας εκτός τελικού. Και μετά έκανε κάτι σπουδαίο αναρτώντας το παρακάτω κείμενο στο twitter «Μετά από έναν τραυματισμό που είχα κατά τη διάρκεια της σεζόν στον κλειστό στίβο, μία σειρά από γεγονότα κατάφεραν να μειώσουν εντελώς το ηθικό μου. Για πρώτη φορά φέτος έπαθα μια πλήρη κρίση πανικού που κατά συνέπεια με έκανε να βυθιστώ στο άγχος και την κατάθλιψη για αρκετό καιρό. Πίεσα πολύ τον εαυτό μου για να ανατρέψω αυτή την κατάσταση, αλλά αυτό έκανε τα πράγματα χειρότερα και δυστυχώς ο “κακός” Μανόλο κυριάρχησε. Ανάγκασα τον εαυτό μου να συνεχίσει τη σεζόν και να προσπαθήσω να είμαι θετικός και να απολαμβάνω κάθε αγώνα όπως κάνω, αλλά πάντα ένιωθα χαμένος και χωρίς κίνητρο. Είμαι κουρασμένος και νιώθω εντελώς εξαντλημένος. Τελειώνω τη σεζόν μου εδώ. Χρειάζομαι λίγη ξεκούραση και πρέπει να επικεντρωθώ στην ψυχική μου υγεία για λίγο. Πρέπει να κάνω ένα διάλειμμα για να ανακτήσω το χαμόγελό μου».

Δεν χρειαζόμαστε μετάλλια από ανθρώπους εξουθενωμένους στην προσπάθεια τους να γίνουν υπεράνθρωποι. Δεν έχουμε ανάγκη από υπερφυσικά πλάσματα αλλά από εκείνους που νιώθουμε ότι θα βάλουν τα δυνατά τους για μια μικρή ή μεγάλη νίκη. Κι αν δεν έρθει, πραγματικά δεν πειράζει. Τα προηγούμενα χρόνια λανθασμένα χειροκροτήσαμε είδωλα, τώρα το μόνο που θέλουμε είναι να αγκαλιάσουμε αυτά τα παιδιά που ζουν ανάμεσά μας και να πιούμε μια μπίρα μαζί τους σαν αυτή που απόλαυσε η Ντρισμπιώτη για «την αποκατάσταση» όπως είπε.

Αντιγόνη να είσαι πάντα καλά, πραγματικά δεν μπορούσες να βρεις πιο σωστή λέξη.