Πάντα θυμάμαι τον εαυτό μου να αργεί σε κάποιο ραντεβού/ συνάντηση/ έξοδο τουλάχιστον 10 λεπτά. Όπως είναι το ακαδημαϊκό τέταρτο στο πανεπιστήμιο, έτσι είναι και το 10λεπτο σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη, στο δικό μου μυαλό τουλάχιστον. Η συγκεκριμένη χρονική καθυστέρηση μπορεί να προκύψει από κάποιο μεταφορικό μέσο που δεν ήρθε στην ώρα του ή από την αφόρητη κίνηση στους δρόμους και την αδυναμία εύρεσης χώρου στάθμευσης, αυτά όμως δεν ισχύουν στη δική μου περίπτωση που κινούμαι με μηχανάκι.
Ναι, δεν έχω δικαιολογία, έχω όμως ντροπή. Συνεχώς προσπαθώ να βελτιώσω τους χρόνους μου, ωστόσο τις περισσότερες φορές καφέρνω να φτάνω και 10 ή παρά 20, σε περίπτωση που το ραντεβού είναι κλεισμένο στις ακριβώς ή στις και μισή. Το ξέρω ότι δεν φέρω μόνο εγώ αυτή τη μάστιγα, υπάρχουν κι άλλοι χρονοκαθυστερημένοι στον κόσμο αυτό, γεγονός που σίγουρα με κάνει να νιώθω καλύτερα.
Όλοι ξέρουμε αυτό το άτομο: υπάρχει ο συνάδελφος που πάντα καθυστερεί στη δουλειά, η φίλη που πρέπει να της πείτε ψευδώς ότι η κράτησή σας είναι μισή ώρα νωρίτερα, ώστε να κατεφέρετε να μην σας διώξουν και φυσικά ο φοιτητής που ξεκινάει την εργασία του μία μέρα πριν την καταληκτική προθεσμία. Ως φοιτήτρια, έπεφτα συνεχώς σε αυτή την παγίδα και εννοείται ότι έκανα το ίδιο με την πτυχιακή μου.Σαφώς και δεν την ξεκίνησα το προηγούμενο βράδυ, ωστόσο με κάποιο μαγικό τρόπο κατάφερα να την παραδώσω οριακά.
Κάθε φορά πιστεύω στον εαυτό μου κι έχω την αυτοπεποίθηση ότι δεν θα αργήσω κι αυτή τη φορά. Όμως πώς καταφέρνω πάντα να αργοπορώ;
Η αμνησία, η αποδιοργάνωση κι ο πανικός μου χτυπάνε πάντα την πόρτα καθώς ετοιμάζομαι, καθυστερώντας με από το να ανοίξω τη δική μου πόρτα που θα μου επιτρέψει την έγκαιρη αναχώρησή μου. Τα κιλά που έχω πάρει τους τελευταίους μήνες είναι επίσης ένας παράγοντας χρονοκαθυστέρησης, αφού τα ρούχα που μου κάνουν και μπορώ να αναπνεύσω μ’εσα σε αυτά όλο και λιγοστεύουν.
Ανοίγοντας την ντουλάπα τα τζιν απορρίπτονται κατευθείαν, τα φορέματα θα κάνουν την οδήγηση επικίνδυνη όπως και οι φούστες, ενώ οι φόρμες δεν είναι και η καλύτερη επιλογή για βραδινή έξοδο. Όπως καταλαβαίνετε η υπερνάλυση για την επιλογή ρούχου διαρκεί τουλάχιστον ένα τέταρτο. Άλλα είναι άπλυτα, άλλα δεν τα βρίσκω, άλλα είναι ασιδέρωτα κι εγώ πολύ σύντομα αρχίζω να εκενυρίζομαι. Στο τέλος διαλέγω ό,τι βρω μπροστά μου και κοιτάζοντας το ρολόι, αντιλαμβάνομαι ότι σε 10 λεπτά πρέπει να έχω φύγει. Αυτή είναι και η χρονική στιγμή που αρχίζει ο πανικός.
Αρχίζω να τρέχω πέρα δώθε με το ξύλινο δάπεδο να τρίζει ανά τακτά χρονικά διαστήματα λόγω παλαιότητας και να κάνει πιο δραματική την κατάσταση. Κάθε τρίξιμο είναι μία φωνή που μου ψιθυρίζει ότι πάλι θα καθυστερήσω. Ξέρει πολύ καλά τι λέει, γιατί έχει δει το έργο να επαναλαμβάνεται αρκετές φορές.
Σε πέντα λεπτά επιτυγχάνω ένα επιμελώς ατημέλητο στιλ, το οποίο δεν προλαβαίνει να βελτιωθεί σε καμία περίπτωση. Αν επιλέξω το κατάλληλω ύφος, ίσως θα σωθεί λίγο η κατάσταση. Το “κλειδί” είναι το πλασάρισμα, όχι το ίδιο το προϊόν. Ε αυτό ισχύει και σε αυτή την περίπτωση.
Αρπάζω το πορτοφόλι και τον καπνό, παίρνω τα σκουπίδια και κατευθύνομαι προς την εξώπορτα για να πάρω το κράνος και να φύγω. Τα κλειδιά του σπιτιού είναι στο ράφι, τα κλειδιά της μηχανής όμως όχι. Έπρεπε ήδη να είμαι στο δρόμο, αλλά τα κλειδιά δεν μου έκαναν τη χάρη (γιατί ως γνωστόν τα κλειδιά φταίνε που δεν είναι στο συνηθισμένο σημείο).
Ανοίγω την πόρτα και αφήνω τα σκουπίδια απ’ έξω, αφήνω το κράνος και τα υπόλοιπα πράγματα και αρχίζω να ξανατρέχω πιστεύοντας ότι τα κλειδιά θα μου φωνάξουν «εδώ μας άφησες», ναι αυτό δεν συνέβη ποτέ. Κοιτάω γύρω γύρω στο χολ, πουθενά. Το ίδιο και στο σαλόνι. Ψάχνω μάταια στις τσέπες του μπουφάν, το οποίο βγάζω και αφήνω στον καλόγερο, γιατί οι πρώτες σταγόνες ιδρώτα ένιωσα ότι έκαναν την εμφάνισή τους. Συνεχίζω στο υπνοδωμάτιο. Ακόμα κι αν είναι σχετικά τακτοποιημένο, ο εγκέφαλός μου το βλέπει ως το απόλυτο χάος, εξαιτίας του άγχους που με έχει κυριεύσει.
Με σπασμωδικές κινήσεις σηκώνω ένα ένα ταχύτατα τα πράγματα στο γραφείο χωρίς κάποιο αποτέλεσμα ως προς την εύρεσή τους. Όλα τα πιθανά σημεία έχουν ψαχτεί, οπότε αρχίζω να σκύβω και να κοιτάω στο πάτωμα σε περίπτωση που αποφάσισαν ότι θα θέλουν να έρθουν κοντά με τη θορυβώδη ξύλινη επιφάνεια και έχουν κάποια επικοινωνία. Μετά από πέντε λεπτά αναζήτησης, δεν εθεάθησαν πουθενά.
Αν καταφέρω να τα βρω και τα φανάρια είναι με το μέρος μου, θα καθυστερήσω 5-7 λεπτά. Μερικές φορές τα πράγματα που αναζητάμε είναι μπροστά μας και δεν τα βλέπουμε. Με αυτή τη σκέψη και γνωρίζοντας τις κινήσεις που κάνω καθημερινά, ξαναπήγα στο μπουφάν της μηχανής και τα εντόπισα τελικά σε διαφορετική τσέπη, που δεν τα βάζω συνήθως.
Κατά τη διάρκεια της οδήγησης, εννοείται ότι τα περισσότερα φανάρια αποφάσιζαν να με σταματάνε για ένα με δύο λεπτά το καθένα, με αποτέλεσμα τελικά το σύνηθες 10λεπτο αργοπορίας να μετατραπεί σε 15λεπτο. Θα μπορούσε να είναι και παραπάνω, αλλά κατάφερα να παρκάρω σχεδόν απ’ έξω από το σημείο συνάντησης.
Αυτό το περιστατικό δεν είναι ένα σπάνιο φαινόμενο και σε καμία περίπτωση δεν είναι κάποιο καψόνι προς αυτόν που περιμένει αμήχανα όρθιος, ενώ παράλληλα κοιτάει την ώρα ανά 20 δευτερόλεπτα. Ο εγκέφαλός μου παθαίνει απανωτά “σφάλματα” κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας τα οποία φέρνουν άγχος και βια-στικές κινήσεις που συμβάλλουν στην επίτευξη της 10λεπτης καθυστέρησης.
Όσο άσχημα κι αν αισθάνομαι δεν μπορώ να σταματήσω τις χαοτικές σκέψεις που συντελλούνται εκείνη τη στιγμή. «Συγγνώμη που άργησα, είχε πολλή κίνηση» είναι η πιο συνήθης δικαιολογία που αναγκάζομαι να πω έχοντας αρκετές τύψεις.Το «συγγνώμη» είναι πάντα το ίδιο αβίαστο και ειλικρινές και θα επιβραβεύσω τον εαυτό μου που συνεχίζω να αισθάνομαι άσχημα κάθε φορά. Το ίδιο πιστεύω ότι νιώθουν οι περισσότεροι αργοπορημενοι των 10 λεπτών.
Σαφώς υπάρχουν κι αυτοί που το κάνουν επίτηδες, αλλά δεν μιλάμε για αυτή την κατηγορία στη συγκεκριμένη περίπτωση. Καλό θα ήταν και για εσάς να αγκαλιάσετε την ιδιαιτερότητά μας και θα σας συμβούλευα να αργείτε κι εσείς 10 λεπτά όταν πρόκειται να βγείτε μαζί μας. Πριν πείτε με ευκολία «σταμάτα να καθυστερείς» ή «ξεκίνα να ετοιμάζεσαι νωρίτερα», το έχω ήδη προσπαθήσει με την καθυστέρηση να συνεχίζει να εμφανίζεται τις περισσότερες φορές.
Ο χρόνος με κυνηγάει συνεχώς, με εμένα να παθαίνω κράμπα καθώς προσπαθώ να ξεφύγω. Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που δεν θα μπορούσα να κυκλοφορήσω ποτέ με αυτοκίνητο. Αν το 10λεπτο σας φαίνεται πολύ, το μισάωρο τι θα ήταν;