Εάν η εποχή μας γύρευε λεζάντα, προσωπικά, με δύο χέρια θα έγραφα: «δυσπιστία».  Μη με ρωτάτε πώς θα απεικονιζόταν η εποχή. Ίσως κάπως έτσι! Κανείς δεν πιστεύει κανέναν, αυτή την αίσθηση έχω. Και κάνουμε όλοι ότι πιστεύουμε όλους-τους δικούς μας όλους. Παίρνω παράδειγμα από μένα. Πολύ αγαπητός μου γνωστός,  επιστήμονας και δραστήριος επιχειρηματίας, αυτοδημιούργητος, τριανταπεντάρης, κατεβαίνει υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΠΑΣΟΚ. Βλέπω τα πρόμο βιντεάκια του, χαμογελώ, χαίρομαι γι’ αυτόν, γιατί τα τελευταία χρόνια έχει ανακατευτεί με την πολιτική και ανήκει στους εναπομείναντες εκείνους νέους που πιστεύουν (και καλά κάνουν) ότι η πολιτική μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Τον έχω ακούσει να μιλά, τον έχω πετύχει σε πορείες, έχουμε ανταλλάξει απόψεις και ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι κοροϊδεύει εμένα, τον εαυτό του ή κάποιον άλλον. Κι όμως, βλέποντας τα βίντεό του τώρα, η ματιά μου αλλοιώνεται. Σκέφτομαι «ποιος θα τον πιστέψει, ποιος θα τον εμπιστευθεί αυτόν;». Ίσως επειδή αρχίζω να είμαι δύσπιστη κι εγώ. Κύριος οίδε για ποιους λόγους.

Παράλληλα, παρακολουθώ την κάθοδο της Ελεωνόρας Μελέτη στην πολιτική. Τις πύρινες αναρτήσεις της για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών και όλα αυτά τα ωραία, τα χρήσιμα, τα αναγκαία. Έπειτα, παρακολουθώ σχόλια εναντίον της: αυτή, που έκραζε τις γυναίκες που την έπεφταν στον άντρα της; Αυτή, το σούργελο; Από ανθρώπους και άτομα που δεν τολμούν να ζητήσουν τα δεδουλευμένα τους, τώρα, όχι να κατέβουν στην πολιτική και να εκτεθούν. Όχι ότι είμαι καμία φαν της Μελέτη. Απλώς, η γυναίκα έχει πετύχει. Είναι μορφωμένη, μιλά γλώσσες, γράφει, διακρίνεται στα media με εκπομπές και λόγο που ούτε κίτρινος είναι (τα τελευταία πολλά χρόνια), ούτε αποκαλύπτει άνθρωπο κενό περιεχομένου και ψυχής. Επικρατεί μια ηλίθια άποψη, παντελώς αδούλευτη και ανυποστήρικτη, ότι οι άνθρωποι της τηλεόρασης είναι σκουπίδια. Όσοι το λένε αυτό και το πιστεύουν, εύχομαι, παρεμπιπτόντως, να μη γνωρίσουν ποτέ βοθρανθρώπους από τον χώρο της υψηλής διανόησης, της ποίησης και των τεχνών-θα απογοητευτούν πολύ περισσότερο.

Τελικά, ποιο θα μπορούσε να είναι ένα εχέγγυο για να γινόμαστε πιστευτοί; Πάντοτε, σε κάποιους δεν θα αρέσουμε. Πάντοτε, κάποιοι θα μας αμφισβητούν. Η αποκαθήλωση των ειδώλων, λόγω της οικονομικής και κοινωνικής σαπίλας και φθοράς, είναι γεγονός αναντίρρητο. Παλιά, παρηγορούνταν οι νοικοκυρές με την λαμπερή Αλίκη που τους ευχόταν κάνοντας ματάκια, Καλά Χριστούγεννα, τώρα κάτι τέτοιο θα τις έκανε έξαλλες. Τώρρα, γουστάρουν να ακολουθούν τις σελέμπριτι στα social για να δουν πώς είναι άβαφες και χωρίς κορσέ, ώστε να ανακουφιστούν και να πουν ότι είναι το ίδιο με εκείνες και, μάλιστα, ότι κι αυτές αν ήθελαν θα μπορούσαν κάλλιστα να γίνουν σελέμπριτις. Ακολουθούμε και ”αγαπάμε” πράγματα, καταστάσεις και ανθρώπους με μια ελαφριά ειρωνεία και μια μόνιμη επαγρύπνηση ότι «θα μας την φέρουν», ότι «κάτι άλλο κρύβεται πίσω από τα λεγόμενά τους», ότι «σιγά, μιλάει τώρα κι αυτός/ή». Τι πράγμα είναι αυτό, μπορείτε να μου πείτε; Ήταν πάντα έτσι ή γίναμε πιο καχύποπτοι με τα χρόνια, μιας που πήραμε διδακτορικό στην εξαπάτηση και προδοθήκαμε;

Κάπου μέσα στο ”Βιβλίο της Χαράς”, ο Δαλάι Λάμα αναφέρει ότι ο άνθρωπος διαθέτει τη γενετική προδιάθεση της καλοσύνης. Λειτουργεί δηλαδή με καλή πρόθεση.  Ο Δάντης πάλι λέει το υπέρτατο: «Ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις». Όμως, αν αντί για το λάβαρο της μόνιμης άρνησης και καχυποψίας, επιτρέπαμε και στην εμπιστοσύνη να βρει λίγο χώρο μέσα μας;  Αν είμαστε εντάξει και καθαροί με τον εαυτό και τα θέλω μας, αν λειτουργούμε με βάση την λογική μας, αν κατανοούμε τι διαβάζουμε και τι ακούμε, αν γνωρίζουμε να διασταυρώνουμε και να συνδυάζουμε ειδήσεις και γεγονότα, τότε μπορούμε κάλλιστα να μας επιτρέψουμε και την άφεση, την εμπιστοσύνη, το άνοιγμα.

Εάν η φίλη μας μας λέει ότι ο νέος μας σύντροφος «δεν κάνει για εμάς», είναι σωστό να δούμε γιατί το λέει και τι εννοεί. Ποιος ξέρει, αλήθεια, τι κάνει για εμάς; Αυτή η φίλη μας πόσον καιρό (και γιατί;) έχει να μπει σε σχέση; Εμείς πώς νιώθουμε με τον σύντροφό μας; Και αυτό είναι ένα απλό παράδειγμα. Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία και, φυσικά, η ευτυχία. Θέλει δουλειά. Χρειάζεται να είμαστε πρόθυμοι να την κάνουμε, όχι να οχυρωνόμαστε απλώς πίσω από «μου κάνει» και «δεν μου κάνει» -αβασάνιστα, πρόχειρα, γρήγορα, τεμπέλικα.

Στο τέλος της ημέρας, αξίζει να αναρωτιόμαστε και για τις δικές μας προθέσεις απέναντι στους άλλους. Άνθρωποι που έχουν δεύτερη φύση τους την εξαπάτηση, αισθάνονται συχνά εξαπατημένοι και ότι τους κοροϊδεύουν οι άλλοι. Καμιά φορά, τα red flags είμαστε εμείς.

ΥΓ1: Γράφει ο Νίκος Τσιφόρος στο θεατρικό του έργο «Η ροζ αμαρτία» που μεταφέρθηκε στο σινεμά με τίτλο «Η γυναίκα μου τρελάθηκε». Σε μια σκηνή, ο Γιάννης Βογιατζής λέει στον Λάμπρο Κωνσταντάρα:
-Πρέπει να ξέρεις ότι υπάρχουν όλες οι καλές προθέσεις…
Και απαντά ο Κωνσταντάρας:
-Ναι, αλλά δεν φτάνουν μόνο οι προθέσεις. Εγώ μπορεί να έχω όλη την καλή πρόθεση να σού κάνω μια εγχείριση σκωληκοειδίτιδος. Εσύ θα κάτσεις;
Ο διάλογος συνεχίζει:
-Μα τι λες τώρα; Όχι βέβαια.
-Εμ, δεν θα κάτσεις. Τρελός είσαι να κάτσεις;

ΥΓ2: Παραθέτω στίχους/σκέψη του Ζοέτικ Ίνστινκτ. Κρατήστε το ή πετάξτε το: «Ο κόσμος είναι μαγικός και μυστήριος/αν δεν μιζεροποιείς τα πάντα/σαν υπαλληλάκος που/πολύ παλιά άκουγε/Stereo Nova».