Κάποιες στιγμές στην ιστορία η οικονομία μοιάζει με βραστήρα: σφυρίζει, ξεχειλίζει, εκτονώνεται και υπάρχουν εποχές όπως η σημερινή, όπου δεν ακούγεται τίποτα. Όχι γιατί όλα πάνε καλά, αλλά γιατί όλα έχουν παγώσει. Η “Ύφεση των Πάντων”, όπως τη βάφτισαν κάποιοι αναλυτές στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι απλώς μια νέα φάση του οικονομικού κύκλου. Είναι το αίσθημα μιας κοινωνίας που έχει κουραστεί να περιμένει ανάπτυξη που δεν έρχεται, μεταρρυθμίσεις που δεν φτάνουν και μέλλον που δε φαίνεται.
Στην Ελλάδα και στην Ευρώπη αυτό το αίσθημα είναι πιο οικείο απ’ όσο θέλουμε να παραδεχτούμε, γιατί η ύφεση που ζούμε δεν είναι μόνο οικονομική, είναι κυρίως ψυχολογική, κοινωνική, πολιτική. Δεν αφορά μόνο τους δείκτες, αλλά την ίδια τη βεβαιότητα ότι το αύριο θα είναι κάπως καλύτερο από το χθες.
Μετά από δεκαπέντε χρόνια κρίσεων χρηματοπιστωτικής, υγειονομικής, ενεργειακής η Ευρώπη μοιάζει να έχει εισέλθει σε μια κατάσταση μόνιμης επιφυλακής. Οι κυβερνήσεις διαχειρίζονται κρίσεις όπως οι γιατροί που κρατούν στη ζωή έναν ασθενή χωρίς να μπορούν να τον θεραπεύσουν. Ο πληθωρισμός μπορεί να υποχωρεί, οι τιμές όμως δεν πέφτουν. Οι επενδύσεις προχωρούν, αλλά δεν παράγουν την αίσθηση ευημερίας. Η ανάπτυξη είναι τεχνικά θετική, αλλά κοινωνικά ανύπαρκτη.
Στην Ελλάδα αυτή η κόπωση είναι ακόμη πιο βαθιά. Οι πολίτες βλέπουν το ΑΕΠ να ανεβαίνει, αλλά το καλάθι να αδειάζει. Βλέπουν τουριστικά ρεκόρ, αλλά και ενοίκια που θυμίζουν Μόναχο. Βλέπουν “success stories”, αλλά νιώθουν πως τα επιδόματα έχουν αντικαταστήσει το όραμα. Η “Ύφεση των Πάντων” εδώ έχει ένα όνομα πιο καθημερινό: στασιμότητα. Μια αόρατη δύναμη που κρατά τη χώρα όρθια, αλλά ακίνητη.
Η ίδια εικόνα απλώνεται σε όλη την ήπειρο. Η Γερμανία βιώνει το πιο αδύναμο αναπτυξιακό κύμα των τελευταίων δεκαετιών, η Ιταλία επιβιώνει από κρίση σε κρίση, η Γαλλία αναζητά διέξοδο ανάμεσα σε κοινωνικές εκρήξεις και δημοσιονομική στενότητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μοιάζει να έχει χάσει την αίσθηση κατεύθυνσης. Δεν υπάρχει πια “ευρωπαϊκό όνειρο”, μόνο μια αργή διαχείριση της παρακμής.
Κάποτε η ήπειρος αυτή έδινε ιδέες στον κόσμο: κοινωνικό κράτος, ανθρώπινα δικαιώματα, παιδεία για όλους. Σήμερα δίνει κανονισμούς, όχι οράματα. Η οικονομία της Ευρώπης όπως παραδέχονται πλέον και οι Βρυξέλλες δεν είναι ανταγωνιστική. Η καινοτομία της υστερεί, οι δημόσιες επενδύσεις καθυστερούν, η γραφειοκρατία στραγγαλίζει κι όμως το πρόβλημα δεν είναι μόνο τεχνικό, είναι βαθιά υπαρξιακό.
Για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ευρώπη δεν ξέρει τι θέλει να γίνει. Να προστατεύσει ή να αναπτυχθεί; Να αυστηροποιήσει ή να εμπνεύσει; Να μείνει παρατηρητής ή να ξαναγίνει πρωταγωνιστής;
Μέσα σε αυτό το τοπίο, η Ελλάδα βρίσκεται σε μια παράδοξη θέση: πιο σταθερή από πριν, αλλά και πιο εκτεθειμένη από ποτέ. Οι διεθνείς οίκοι την αναβαθμίζουν, οι τουρίστες την πλημμυρίζουν, τα νησιά λάμπουν. Όμως κάτω από αυτή τη βιτρίνα, η κοινωνία δείχνει να χάνει τον προσανατολισμό της. Οι νέοι φεύγουν, οι μισθοί δεν επαρκούν, η παραγωγική βάση παραμένει ισχνή.
Η ελληνική οικονομία δεν βρίσκεται σε ύφεση, αλλά σε μια περίεργη “ύφεση δυνατοτήτων”: έχει όλα τα εφόδια να απογειωθεί, αλλά της λείπει το καύσιμο, δηλαδή η εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη ότι οι κόποι πιάνουν τόπο, ότι το κράτος λειτουργεί, ότι το μέλλον δεν είναι μονίμως αναβολή κι εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγάλη απειλή: η ύφεση της εμπιστοσύνης είναι η πιο ύπουλη μορφή ύφεσης. Δεν τη βλέπεις στους δείκτες, αλλά στα βλέμματα. Στους νέους που σπουδάζουν για να φύγουν. Στους επαγγελματίες που δουλεύουν περισσότερο για να ζήσουν λιγότερο. Στους πολίτες που δεν πιστεύουν πια ότι η ψήφος τους μπορεί να αλλάξει κάτι.
Η “Ύφεση των Πάντων” δεν είναι το τέλος του κόσμου, είναι όμως το τέλος της ψευδαίσθησης ότι τα πράγματα κινούνται από μόνα τους. Οι άνθρωποι έχουν κουραστεί να ελπίζουν σε “επανακινήσεις” και “επανεκκινήσεις” που δεν έρχονται ποτέ. Ζουν μέσα σε μια ήρεμη παραίτηση, ένα είδος συλλογικής αναπνοής χωρίς αέρα.
Αυτό φαίνεται και στην πολιτική. Οι κοινωνίες γίνονται πιο συντηρητικές, όχι γιατί πιστεύουν στο παλιό, αλλά γιατί φοβούνται το καινούργιο. Η οικονομία γίνεται αμυντική: οι επιχειρήσεις δεν ρισκάρουν, οι εργαζόμενοι δεν ζητούν, οι κυβερνήσεις δεν σχεδιάζουν. Όλα λειτουργούν, αλλά τίποτα δεν προχωρά.
Το ερώτημα δεν είναι πώς θα αποφύγουμε μια νέα κρίση, αλλά πως θα ξαναβρούμε την έννοια της προόδου. Η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως ένα νέο αφήγημα, όχι άλλο πρόγραμμα και η Ελλάδα χρειάζεται να θυμηθεί ότι η ανάπτυξη δεν είναι αριθμός, αλλά σχέδιο ζωής.
Ίσως η απάντηση να βρίσκεται σε κάτι απλό: στη δημιουργία. Στην ικανότητα μιας κοινωνίας να φαντάζεται ξανά. Να χτίζει βιομηχανίες που δεν είναι μόνο τουριστικές, να παράγει πολιτισμό που δεν είναι μόνο φολκλόρ, να εκπαιδεύει πολίτες που δεν ψάχνουν απλώς δουλειά, αλλά αποστολή.
Η “Ύφεση των Πάντων” δεν είναι απόλυτη καταδίκη. Μας δείχνει πόσο εξαρτημένοι γίναμε από τα συστήματα που φτιάξαμε και πόσο λίγο πιστεύουμε πια στη δική μας ικανότητα να αλλάξουμε. Αν υπάρχει ελπίδα, είναι στην ανατροπή αυτής της νοοτροπίας: να ξαναγίνουμε κοινωνίες που θέλουν να πάνε κάπου, όχι απλώς να μην χαθούν.
Στο τέλος κάθε ύφεση (οικονομική, πολιτική, ψυχική) δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια στιγμή σιωπής πριν από μια νέα μελωδία. Το ερώτημα είναι αν θα την ακούσουμε ή αν θα συνηθίσουμε τη σιωπή.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.