Όποιος θέλει να επικρατήσει στην κοινή γνώμη θα πρέπει να κατανοήσει τη λογική του μέσου ανθρώπου και να κερδίσει την εύνοιά του. Του εργάτη, του μικροεπιχειρηματία, του απλού γείτονα, του απολιτίκ νοικοκυραίου, του πιτσιρικά που δεν ασχολείται και πολύ με την πολιτική, που βρίσκονται μακριά από ακαδημαϊκές φούσκες και κέντρα αποφάσεων της ελίτ.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συνειδητοποιήσει αυτές τις φωνές προ εκλογών, θα καταλάβαινε πως το αντι “Τσιπραϊκό” αφήγημα ήταν εξαιρετικά ισχυρό. Ακόμα και άνθρωποι του κέντρου, που δεν έχουν ψηφίσει δεξιά, επέλεξαν να ψηφίσουν Μητσοτάκη για να μη βγει ξανά ο Τσίπρας. Και αυτό δηλώνει πολλά.
Το φαινόμενο Κασσελάκη ήρθε ως αντίβαρο σε ένα κουρασμένο κέντρο και μία απολιθωμένη Αριστερά. Στην εποχή της εικόνας, ρητορείες, τσιτάτα και βαρύγδουπες ομιλίες ακαδημαϊκού περιεχομένου δεν μπορούν να κερδίσουν “views”.
Ο μέσος ακροατής δεν μπορεί να ακολουθήσει την ξύλινη γλώσσα του ακαδημαϊκού Βαρουφάκη, ούτε να ελπίζει με την τεχνοκρατική ρητορική του Τσακαλώτου. Δεν θέλει μίζερους λόγους που απαριθμούν μόνο προβλήματα. Ακόμα και η Ντόρα Μπακογιάννη έσπασε το προφίλ της αυστηρής και εξαιρετικά σοβαρής πολιτικού, δημιουργώντας βίντεο στο Tik Tok υποστηρίζοντας ότι είναι “η πιο trendy γιαγιά της πλατφόρμας”, παρουσιάζοντας ένα πιο χαρούμενο και χαλαρό προσωπείο.
Είναι πλέον φανερό ότι η πολιτική και οι πολιτικοί του Instagram κυριαρχούν.
Οι εποχές αλλάζουν, εξελίσσονται, και η Αριστερά μοιάζει να έχει ξεμείνει σε μία άλλη εποχή. Οι εσωτερικές της διαμάχες, τα βαρίδια του παρελθόντος και οι εσωκομματικές διαφορές έχουν φανεί εμπόδιο στην εξέλιξη της που κόλλησε σε ένα βάλτο γκρίνιας και μίζερης απαρίθμησης προβλημάτων χωρίς ουσιαστικά να παρουσιάζει λύση.
Αυτό εκμεταλλεύτηκε και η επικοινωνιακή ομάδα του Στέφανου, όπως αρέσκεται να τον φωνάζουν, με το μικρό του. Αμεσότητα, ανθρώπινος λόγος, μακριά από γκρίνια και μιζέρια. Με στόχο και συγκεκριμένους σκοπούς.
Κενός; Μπορεί. Χωρίς ουσία και ιδεολογική βάση; Μπορεί. Δεν κρίνω τις ικανότητές του αυτή τη στιγμή. Προσπαθώ να σκιαγραφήσω την επιτυχία του.
Ο χρόνος και οι πράξεις του θα δείξουν στην πραγματικότητα ποιος είναι και η προσγείωση μπορεί να είναι πολύ πιο σκληρή από οποιαδήποτε κριτική και εικασία.
Ο Κασσελάκης δεν ξέρω αν ήρθε για να μείνει. Σίγουρα ήρθε για να υπενθυμίσει πόσο πολύ έχει κουράσει το πολιτικό σύστημα αλλά και πόσο ισχυρή είναι η δύναμη της εικόνας σε μία εποχή ταχύτητας και σκρολαρίσματος.
Μία δύναμη που χειραγωγεί, καθορίζει τάσεις, πρότυπα καθώς προωθεί μια επίπλαστη πραγματικότητα στην οποία τα υλικά αγαθά ή μία τάση είναι ικανά να φέρουν την ευτυχία.
Συνομιλώντας με ανθρώπους της διπλανής πόρτας, μακριά από κέντρα εξουσίας, πανεπιστημιακά ιδρύματα και πολυεθνικές, ο Κασσελάκης τους είχε κερδίσει. Ακόμα και άνθρωποι που με το θέμα της ομοφυλοφιλίας δεν είχαν “εξοικειωθεί” δεν θα ήθελαν ας πούμε τα εγγόνια τους να προτιμούν ανθρώπους του ίδιου φύλου (γιατί μέχρι εκεί τους επέτρεπαν η παιδεία και το μυαλό τους να σκεφτούν, δεν κρίνουμε αυτό τώρα) έλεγαν «θα τον ψήφιζα!» Γιατί έβλεπαν πέρα από αυτό.
Έβλεπαν μία εικόνα που ιδανικά θα ήθελαν να μοιάσουν και θα μπορούσαν να ταυτιστούν. Δεν ανήκει σε οικογένεια πολιτικών, άρα μπορεί να υπάρξει ταύτιση. Καταστράφηκε οικονομικά η οικογένειά του και έφυγε στο εξωτερικό από ανάγκη, όπως παρουσιάζει. “Θα μπορούσε να είναι ένας από εμάς”, σκέφτεται ο μέσος Έλληνας, που σίγουρα έχει κάποιον από την οικογένειά του στην Αμερική που έφυγε με τα βαπόρια, τη δεκαετία του ‘50 και του ‘60 για μια καλύτερη τύχη.
Βλέπει έναν άνθρωπο, ευτυχισμένο, χαρούμενο, με ηρεμία, και ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Έσπασε την εικόνα του απρόσιτου πολιτικού και της οικογενειοκρατίας. Ζήτησε συγγνώμη, παραδέχτηκε λάθη. «Δεν είμαι τέλειος» υπογραμμίζει. Δεν είμαστε στην εποχή της Θάτσερ. Δεν αγγίζει τον κόσμο μία εικόνα ξύλινη και στριφνή. Ούτε η μιζέρια.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Έχουμε περάσει από μία δεκαετία (και) οικονομικής κρίσης, ανεργίας, μνημονίων, πανδημίας, ακρίβειας και ιδεολογικής απογοήτευσης. Η εικόνα μιας Αριστεράς που απλά μεμψιμοιρεί δεν δημιουργεί ελπίδα. Δεν κινητοποιεί.
Και αν συνυπολογίσεις την επίπλαστη ευτυχία που πουλάνε τα social media, ο συνδυασμός αυτός άφησε πολλά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ “πίσω”.
Η “ελπίδα” του ΣΥΡΙΖΑ εξανεμίστηκε μέσα στα capital controls, το όχι που έγινε ναι και τις εσωκομματικές τους διενέξεις, και οι τελευταίες εκλογές είχαν το πρόσημο του φόβου και της ψευδαίσθησης ασφάλειας . “Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνην” άλλωστε.
Οι αντιδράσεις πλέον της κοινωνίας δυστυχώς έχουν μειωθεί. Τα αντανακλαστικά τα έχει σκουριάσει η ματαιότητα που κυριαρχεί στην καθημερινότητά τους. Τιμές στα ύψη, μισθοί περικόπτονται, ενοίκια απλησίαστα, ενώ η ποιότητα ζωής και οι παροχές του κράτους ολοένα και μειώνονται.
Όλα φαίνονται μάταια μιας και το σύστημα θα απομυζεί και το μεδούλι τους, ανεξάρτητα από το πόσο αγωνίζονται και αντιδρούν.
Ο Κασσελάκης ήρθε σαν πυροτέχνημα μέσα στο σκοτάδι της απογοήτευσης. Φωτεινός, ελπιδοφόρος. Σαν ένα χαρούμενο βιντεάκι στα social media που σου φτιάχνει τη διάθεση. Αυτό ήταν και το κλειδί της επιτυχίας του. Το πότε θα σβήσει θα φανεί στην πράξη.
Σίγουρα η έξοδος από μία μίζερη Αριστερά δεν πρέπει να έρχεται θυσιάζοντας ιδεολογία και αξίες. Το ιδεολογικό δίπολο όμως “Αριστερά” και “Δεξιά” με την παραδοσιακή έννοια των όρων έχει πεθάνει εδώ και χρόνια, ειδικά για τον μέσο πολίτη. Το έχουμε κηδεύσει και έχουμε κάνει και μνημόσυνο από τη στιγμή που το σύστημα βασίζεται στο κεφάλαιο και σε lobby που κάνουν κουμάντο εδώ και χρόνια.
Το θέμα είναι κατά πόσο αυτή η ρητορική των αλλαγών, του κοινωνικού κράτους θα μπορέσει να ξεπεράσει το σύστημα της διαφθοράς και των πελατειακών σχέσεων για να γίνουν πραγματικότητα.
Γιατί για κάθε λογικό νου, ο Κασσελάκης δεν εφηύρε την πυρίτιδα. Μιλάει για τα αυτονόητα. Για ένα κράτος πρόνοιας, ίσα δικαιώματα, περισσότερο πράσινο, πράγματα δεδομένα για πολλές χώρες της βόρειας Ευρώπης. Και το γεγονός ότι μας κάνει εντύπωση και φαίνεται σαν φωτεινό αστέρι σε μία μαύρη καθημερινότητα είναι αυτό που πρέπει να μας ανησυχεί περισσότερο και μαρτυρά την παθογένεια μιας κοινωνίας που νοσεί.
Ασχολούμαστε με την κάθε του κίνηση και την κάθε του λέξη, τα συστημικά μίντια τον εργαλειοποιούν για να στρέψουν την προσοχή από την τραγωδία των πλημμυρών και των πυρκαγιών αλλού.
Και τελικά δε συνειδητοποιούμε ότι, για να μας κάνει εντύπωση, ζούμε σε μία κοινωνία βαθιά συντηρητική που δυσκολεύεται να διεκδικήσει τα αυτονόητα και χειραγωγείται από την επίπλαστη ευτυχία που πωλείται σωρηδόν, χωρίς δικαίωμα επιστροφής, σε Instagram και Tik Tok.