Η βία έχει πολλά πρόσωπα. Άλλα πιο ξεκάθαρα άγρια κι άλλα πιο συγκεχυμένα. Ένα από αυτά τα τελευταία, τα ύπουλα, που τρυπώνουν στη ζωή σου από το παραθυράκι του φωταγωγού χωρίς να το πάρεις χαμπάρι και σου μπαστακώνονται για καιρό, ενίοτε και για μια ζωή, είναι η φτώχεια. Ειδικά στην Ελλάδα, αυτή η καταραμένη η φτώχεια είναι λες και ελλοχεύει πάντα και παντού. Η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα μοιάζει να εγκυμονεί την μία οικονομική κρίση μετά την άλλη. Εν ολίγοις, δεν προλαβαίνουμε να πάρουμε μια οικονομική ανάσα.
Πρώτη του μήνα. Τσεκάρεις τον λογαριασμό σου. Έχει μπει ο μισθός. Τι όμορφα που μοιάζουν αυτά τα νούμερα που αντιπροσωπεύουν την αγοραστική σου δύναμη στην οθόνη του κινητού σου. Τα χαζεύεις λίγη ώρα. Δεν είναι πολλά. Είναι όμως τα περισσότερα που θα δεις και αυτό το μήνα. Κι ύστερα, αναστενάζοντας, το παίρνεις απόφαση – γιατί και τι άλλο να κάνεις; – και ξεκινάς. Πληρωμή ενοικίου. Τσεκ. Πάνε τα μισά. Χωρίς καμιά υπερβολή. Τα μισά ακριβώς. Πάνε. Πληρωμή λογαριασμών – νερού, ρεύματος, τηλεφώνου, ό,τι έχει κανείς. Τσεκ.
Βγάζεις κομπιουτεράκι, μετράς κι αυτά τα άλλα έξοδα που δεν μπορείς να πληρώσεις ηλεκτρονικά, βλέπε κοινόχρηστα. Τα αφαιρείς νοητά κι αυτά από το μισθό σου. Υπολογίζεις και κάποια πάγια έξοδα κίνησης, τα αφαιρείς κι αυτά. Και ξαφνικά, μέσα σε λίγα λεπτά, μένεις να κοιτάς στη ψηφιακή οθόνη της αριθμομηχανής τις πενταροδεκάρες που έμειναν για να φας εσύ, το σκυλί σου και να περάσεις το μήνα σου. Και είναι ακόμα μόνο η πρώτη μέρα του μήνα. Καλό μήνα είπαμε; Δεν είπαμε.
Συζητώντας με φίλους, συναδέλφους, συγγενείς, συνειδητοποιείς πως δεν είσαι μόνη βέβαια. Η ίδια ή καμιά φορά και μεγαλύτερη οικονομική επισφάλεια πλήττει μεγάλη μερίδα του πληθυσμού σήμερα. Ξέρω πολύ καλά πως δεν λέω τίποτα καινούριο, πως δεν ανακάλυψα και κανέναν τροχό. Οι περισσότεροι το ζούμε στο πετσί μας κάθε μέρα, άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο. Αλλά δεν βλέπω και γιατί αυτό θα έπρεπε να μας παρηγορεί. Γιατί θα έπρεπε να νιώθουμε καλύτερα επειδή δεν είμαστε μόνοι στη φτώχεια; Γιατί δεν μπορούμε να είμαστε μαζί στην ευημερία; Πού βρίσκεται χαμένο το κέρας της Αμάλθειας τέλος πάντων;
Πρώτη του μήνα λοιπόν. Τα πληρώνεις όλα να ξεμπερδεύεις. Τουλάχιστον να μην χρωστάς και σου φορέσουν και κανένα επιπλέον φέσι. Τουλάχιστον, εγώ έτσι κάνω. Η γιαγιά μου πάντα έλεγε «Να μη χρωστάς παιδί μου». Κι έτσι τα πληρώνω όλα∙ ξεπαραδιάζομαι και ξεμπερδεύω. Κι ύστερα προσεύχομαι στη θεά Lakshmi να μην μου τύχει κανένα έκτακτο έξοδο μέσα στο μήνα και χρειαστεί να πάρω δανεικά. Και όταν λέω έκτακτο έξοδο, δυστυχώς εννοώ πολύ βασικά πράγματα που γενικά είναι γνωστό ότι μπορεί και να συμβούν, καθότι θνητοί άνθρωποι. Παραδείγματος χάρη, τρέμω στην ιδέα μήπως μου φύγει κάνα σφράγισμα και χρειαστεί να πάω στον οδοντίατρο. Γι’ αυτό και αποφεύγω τα παστέλια, που ακρίβυναν κι αυτά πολύ τελευταία.
Η μαμά μου κι ο συνάδελφος μου ο Νίκος ζουν με το φόβο που συντροφεύει πάντα τους κατόχους μεταχειρισμένου αυτοκινήτου. Αυτός κι αν είναι φόβος! Γιατί στον οδοντίατρο πόσα να δώσεις; Πενήντα, μάξιμουμ εκατό ευρώ. Σε συνεργείο, φήμες λένε, τα κουστουμάκια τα πιο φθηνά κυμαίνονται στα 150 ευρώ κι από εκεί και πέρα μόνο ανεβαίνει το κασέ. Αν, λοιπόν, το να ζεις κάθε μέρα, όλη μέρα με το φόβο του απρόβλεπτου έξοδου δεν είναι βία, τότε τι είναι; Αν το να πηγαίνεις για ψώνια στο σούπερ μάρκετ με την εφαρμογή της αριθμομηχανής ανοιχτή και ανά χείρας – ενώ έχεις φάει τη ζωή σου να διαβάζεις, να μορφώνεσαι, να μαθαίνεις ξένες γλώσσες, να αποκτάς επαγγελματικές δεξιότητες και να δουλεύεις παραπάνω από αυτό που θεωρητικά σου αναλογεί – δεν είναι γλαφυρό παράδειγμα φτώχειας και επισφάλειας, τότε τι είναι;
Ας υποθέσουμε τώρα πως, παρόλο που οι προσευχές στη θεά της αφθονίας δεν έπιασαν, με κάποιο τρόπο τα κατάφερες και έφτασες αισίως στην τελευταία βδομάδα του μήνα χωρίς απρόοπτα. Νιώθεις μια κάποια ευγνωμοσύνη προς το σύμπαν που ήταν καλό μαζί σου αυτό το μήνα και μια κάποια ανακούφιση, η οποία όμως δεν διαρκεί. Γιατί πολύ απλά το μήνα αυτό θα διαδεχθεί ο επόμενος. Κι έχουν ήδη αρχίσει να έρχονται στο email σου οι πρώτοι λογαριασμοί. Κάθε φορά που έχω mail από τον πάροχο ενέργειας έχω την ανάγκη να καθίσω. Επ’ ουδενί δεν διανοούμαι να ανοίξω το email από το κινητό μου εν κινήσει. Τρέμω κάθε φορά. Παίρνω βαθιά ανάσα προτού προβώ στο απονενοημένο. Τρέμω μην τυχόν και αντικρίσω κανένα από εκείνα τα υπέρογκα ποσά kinder έκπληξη που μας επιφυλάσσουν πια οι εταιρίες παροχής ηλεκτρικού ρεύματος. Αν δεν είναι αυτό βία, τότε τι είναι;
Τα παραπάνω είναι λίγα μόνο παραδείγματα φόβων με τους οποίους ζει πολύς κόσμος αυτή τη δεδομένη οικονομική στιγμή. Φαντάζομαι υπάρχουν αμέτρητοι άλλοι. Αυτή η φτώχεια στην οποία έχουμε περιέλθει πολλοί είναι μια πολύ μουλωχτή μορφή βίας. Ξέρω υπάρχουν και χειρότερα. Το ξέρω, δεν είμαι αγνώμων. Όμως, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η ζωή έχει γίνει φρικτά επισφαλής. Και οικονομικά τρομακτική.