Γεννάται εντός μας η γλώσσα, αφού πρώτα έχουν γεννηθεί συγκεκριμένες σκέψεις, οι οποίες συνδιαμορφώθηκαν από οικογένεια, σχολείο, ευρύτερη κοινωνία. Έχετε παρατηρήσει ότι, μες στον διάβα των χρόνων και καθώς μεγαλώνουμε, δεν έχουμε απόλυτη συνείδηση κάποιων φράσεων που εκστομίζουμε; Εννοώ, μας έχουν γίνει ακουσίως κτήμα μας, μερικές από αυτές αποτελούν θεσπέσια κλισέ, από αυτά που ακούμε σε τηλεοπτικές εκπομπές, από αυτά που έλεγαν στα τραπέζια οι μεγάλοι κι εμείς απορροφούσαμε χωρίς να το γνωρίζουμε, από αυτά που κάποιος κάποτε μας είπε και μας άρεσε.

Ξέρετε, τώρα, φράσεις όπως «καλή δύναμη», «καλή απόλαυση», «η ζωή είναι στιγμές», «μην αγχώνεσαι, ρε!», «κοίτα να είσαι εσύ καλά, άσε τους άλλους», «υγεία πάνω απ’ όλα», «να περνάμε καλά, μόνο αυτό μετράει» και πόσες άλλες, πόσες άλλες, πόσες άλλες! Δεν λέγονται κακόβουλα, συνήθως δεν σημαίνουν τίποτα, έχουν ειπωθεί, γραφτεί και ακουστεί τόσες πολλές φορές που, πια, δεν φέρουν κανέναν βαρύνον νόημα -κάπως σαν τα τραγούδια “σούπες”, τύπου Πυξ Λαξ, “Πριγκιπέσα” Μάλαμα και το ζεϊμπέκικο “Ρόζα” (μεταξύ άλλων), που δεν δημιουργούν καμία πραγματική δόνηση.

Την τιμητική της σε αυτό το κείμενο έχει μια φράση πάνω στην οποία πρέπει επιτέλους να σταθούμε. Μια φράση που, εκ πρώτης, ακούγεται πολύ τιμητική, ενθαρρυντική, ενδυναμωτική και γενικώς γαμάτη. Μόνο που δεν είναι. Ας φανταστούμε ένα αληθοφανές σεναριάκι: Είστε ένας άνθρωπος που έχει σπίτι, δουλειά, προσωπική ζωή, φίλους και ίσως μερικά λεφτάκια στην άκρη και κάποια στιγμή κάτι σας συμβαίνει (αρρωσταίνει η μάνα σας, ψυχραίνεστε με τον άνθρωπό σας, χάνετε την έμπνευσή σας), οπότε το μοιράζεστε με κάποια/ον. Σας ακούει προσεκτικά μέχρι που πετάει την βόμβα: «Δεν σε φοβάμαι εσένα, δεν έχεις ανάγκη εσύ». Κάτι μέσα σας στιγμιαία φωτίζει.

Λέτε, ναι, πράγματι, έτσι είναι, γιατί γκρινιάζω, άλλοι πεινάνε, άλλοι σκοτώνονται σε πεδία μάχης, άλλοι έχουν βαριά ψυχολογικά προβλήματα, εγώ είμαι power, ρε, έχω περάσει και χειρότερα, θα αντεπεξέλθω, θα τα βγάλω πέρα. Και ίσως, αργήσετε να ξαναμοιραστείτε μια σας δυσκολία με κάποιον φίλο. Γιατί είναι πιθανό και λογικό να σκεφτείτε ότι θα ακούσετε κάτι αντίστοιχο, άρα επιλέγετε να κερδίσετε χρόνο. Καιρό αργότερα, εβδομάδες, μήνες, ίσως χρόνια, κάποιος άνθρωπός σας θα επιχειρήσει να σας κάνει από μόνος του να ανοιχτείτε ή θα σας προσφέρει ανοιχτή αγκαλιά και βοήθεια χωρίς καν να το έχετε ζητήσει. Τότε, είναι πιθανό να θιχτείτε. Να πιστέψετε ότι ο άνθρωπος αυτός δεν σας θεωρεί δυνατούς, φοβερούς τύπους, αλλά αδύναμους και σε ανάγκη. Οπότε, διώχνετε από κοντά σας αυτόν τον άνθρωπο.

Been there, done that. Κι είναι μεγάλη παγίδα. Κάθε άνθρωπος, δυνατός ή μη, προικισμένος με ταλέντα και με χάρες ή μη, έχει τις αδύναμες στιγμές του. Μάλιστα, οι φερόμενοι ως δυνατοί τύποι και τύπισσες, που έχουν καλλιεργήσει αυτή τη δύναμη ΚΑΙ από φόβο μην φανούν αδύναμοι ή τρωτοί, μπορεί και να έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για μια αγκαλιά. Μια ερωτική απογοήτευση που θα τους ρίξει στα πατώματα χρειάζεται pampering, καλούς ακροατές, συμμάχους και όχι ατάκες του τιλ «τι ανάγκη έχεις εσύ;». Όταν πέφτουμε στα πατώματα, δεν έχει σημασία αν είμαστε αδύνατες, ωραίοι γκόμενοι, κορμάρες, νέοι ή πανέμορφες. Έχει σημασία ότι βρισκόμαστε στα πατώματα!

Το ίδιο ισχύει και για εμάς όταν τα φέρει η ζωή και βρεθούμε στην θέση του ακροατή-υποστηρικτή-συμβουλάτορα. Γενικώς, είναι καλό να μάθουμε να αφουγκραζόμαστε, να ακούμε τι μας λέει εκείνο το πρόσωπο που μας ανοίγεται. Μπορούμε να έχουμε πράγματι την άποψη πως η Μαρία που κλαίγεται επειδή ο γκόμενος ακύρωσε το τριήμερο στην Ρώμη απροειδοποίητα δεν δικαιούται να το κάνει επειδή πριν ένα μήνα ήταν Νέα Υόρκη με τον γκόμενο, μένει σε μεζονέτα και δεν χρειάζεται να δουλεύει, αλλά μπορούμε να κρατήσουμε την άποψη αυτή για τον εαυτό μας. Μπορούμε να δοκιμάσουμε, αν την αγαπάμε την Μαρία, να μπούμε στην θέση της. Όλα εκείνα που νομίζουμε ότι έχει ως προνόμια, μπορεί για εκείνη να μην εγγράφονται ακριβώς ως τέτοια. Μπορεί να άφησε την δουλειά της επειδή της το είπε ο γκόμενος, για τον οποίο πλένει και καθαρίζει όλη μέρα, καθώς εμείς τρέχουμε στις δουλειές μας και πετυχαίνουμε και είμαστε παραγωγικοί. Μπορεί η Μαρία να μην έχει ταξιδέψει ποτέ στην ζωή της και τώρα να περιμένει αυτά τα ταξίδια πώς και πώς.

Η φράση «έλα μωρέ, δεν το περίμενα από σένα τώρα αυτό, εσύ είσαι δύναμη, ρε!», πειρλαμβάνει μια κρίση την ώρα που ο συνομιλητής μας ανοίγει την ψυχή του. Πρώτα θα ακούσουμε, θα αφήσουμε τον άνθρωπο να μιλήσει, θα προσπαθήσουμε να μπούμε (όσο γίνεται) στα παπούτσια του και, όταν έρθει η ώρα, θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια συμβουλή που είναι σε θέση να ακούσει και που δείχνει πρωτίστως το ενδιαφέρον μας για εκείνον. Αν θέλουμε να του επισημάνουμε την δύναμή του, την προνομιούχα θέση του στην ζωή, την τέλεια μούρη του ή τα φράγκα που έχει, μπορούμε να το κάνουμε πιο ουσιαστικά. Αντί για το ξερό και πικραμένο «δεν έχεις ανάγκη εσύ», μπορούμε να πούμε ένα «σκέψου τι μπορείς να κάνεις με όσα έχεις ήδη, με όσα έχεις πετύχει». Ή «σε ακούω, σε νιώθω, αλλά δεν θέλω να ξεχνάς ποια είσαι, είσαι ένας πολύ σπουδαίος άνθρωπος, έχεις καταφέρει τόσα, αυτό είναι άλλη μια δυσκολία και θέλω να σε βοηθήσω όπως και αν μπορώ να την ξεπεράσεις».

Την επόμενη φορά που θα ακούσετε ότι δεν έχετε ανάγκη κι ότι δεν σας φοβούνται εσάς, πείτε: «Εγώ με φοβάμαι όμως. Και, ναι, έχω ανάγκη. Μπορώ να σου μιλήσω λίγο ακόμα για το πρόβλημά μου; Αυτό χρειάζομαι τώρα.»