Ανήκω «στο μέλλον της χώρας μας», όπως κάποιοι ισχυρίζονται. Βαριά η λέξη “μέλλον”, όπως είναι βαριά και η ευθύνη που αποδίδεται σ΄ αυτή. Είναι δύσκολο για έναν νέο άνθρωπο που τώρα κάνει τα πρώτα του βήματα στην ενήλικη ζωή και την αγορά εργασίας, να μεταφέρει όλες τις μπερδεμένες σκέψεις και τα συναισθήματα για τον κόσμο στον οποίο ζει. Είναι άλλωστε η εικόνα της σημερινής κοινωνίας που προβληματίζει και γεννά ερωτήματα.

Αν ρωτήσεις έναν νέο να πει τα συναισθήματα του για τις επιλογές ή τις αποφάσεις που πρέπει να πάρει, βλέποντας τον κόσμο γύρω του, θα μιλήσει για την ανασφάλεια που νιώθει επειδή τώρα αρχίζουν να τον απασχολούν και να τον επηρεάζουν θέματα που παλιά δεν αντιλαμβανόταν πλήρως την σημασία τους. Τώρα συνειδητοποιεί ή προσπαθεί να συνειδητοποιήσει πώς σκέφτονται οι γύρω του , να βρει απαντήσεις για ότι γίνεται στον κόσμο. Στο μυαλό του υπάρχει ένα χάος σκέψεων «Είμαι τόσο νέος αλλά τόσο μεγάλος που πρέπει να αναλαμβάνω ευθύνες και υποχρεώσεις, θέλω να κάνω τόσα πολλά αλλά πρέπει να είμαι προσεκτικός, είμαι ενήλικας αλλά χρειάζομαι βοήθεια από έναν ενήλικα, θέλω να ξαναγίνω παιδί αλλά δεν περιμένω την ώρα να μεγαλώσω, γιατί έγινε αυτό το συμβάν στον τόπο που ζω, ποιον επηρέασε- ποιος θα το θυμάται- ποιος θα το ξεχάσει, πόσο μπαίνει ο ένας στη θέση του άλλου, τι είναι αυτό που λένε έτσι δουλεύει το σύστημα εδώ, νιώθεις μόνος αλλά όλοι σου λένε εδώ είμαστε για σένα, γιατί πρέπει να ανήκω κάπου- γιατί έχει την ανάγκη ο άνθρωπος να ανήκει κάπου; Τι συμβαίνει;»

Ας τα πάρουμε τα πράγματα, λοιπόν από την αρχή! Μεγαλώνω σε μία χώρα με ένα εκπαιδευτικό σύστημα αμφιβόλου αποδοτικότητας, διότι δεν δημιουργεί σκεπτόμενους ανθρώπους αλλά παράγει καταναλωτές απόψεων. Παραθέτει μια πληθώρα πληροφοριών αλλά όχι τα μέσα αξιοποίησης και κριτικής της, ώστε η πληροφορία αυτή να μετατραπεί σε γνώση. Μην ξεχνάμε πώς ο βασικός στόχος είναι οι πανελλήνιες εξετάσεις. Η πληροφορία βαπτίζεται γνώση αλλά στη πραγματικότητα πρόκειται για μια κονσερβοποιημένη γνώση. Τι εννοώ μ αυτό; Μια μέθοδος αποθήκευσης πληροφοριών χωρίς καμία προσπάθεια κριτικής της. Έχεις μάθει άκριτα να υιοθετείς ως γνώση και κατ’ επέκταση ως άποψη την οποιαδήποτε πληροφορία λαμβάνεις. Έχουν γίνει όλοι παντογνώστες… γιατροί, πολιτικοί, νομικοί, οικονομολόγοι. Όλοι μιλούν μια “ξύλινη γλώσσα” για όσα συμβαίνουν γύρω μας… χρησιμοποιώντας όμως όρους και φράσεις που δηλώνουν μια κοινωνική απάθεια. Μήπως έχει ξεχάσει ο άνθρωπος να σκέφτεται ανθρώπινα; Ακούγεται λίγο αντιφατικό θα λέγαμε. Το να μιλάς ανθρώπινα προϋποθέτει ενσυναίσθηση. Πώς όμως καλλιεργείται η ενσυναίσθηση όταν δεν καλλιεργείται κριτική σκέψη;

Ανήκουμε σε μια νέα γενιά ανθρώπων που ζει σε μια χώρα που βιώνει πολλές περιόδους κρίσης, οικονομική, υγειονομική κ.ά. Αυτό έχει ως αντίκτυπο πλέον η εύρεση εργασίας να δυσκολεύει. Όσο μεγαλώνεις, μεγαλώνει και η πίεση για το μέλλον. Μ’ έμαθαν να αγαπάω τον τόπο που μεγάλωσα και όντως το κατάφεραν. Αυτό που λέμε «Ζωή σαν την Ελλάδα δεν υπάρχει», όντως, είναι αλήθεια, αλλά πόσο το υποστηρίζουμε; Η ίδια η χώρα δεν επενδύει σ αυτό το μέλλον. Θα ήθελα μια χώρα να μου δίνει την ελπίδα πραγματοποίησης των ονείρων μου, και όχι να την γυρεύω σ΄ άλλο κόσμο.

Ζούμε στην εποχή του σκληρού ανταγωνισμού. Γεγονός που τώρα γίνεται αισθητό, διότι κανένας δεν σε προετοιμάζει πώς να επιβιώσεις υπό τέτοιες συνθήκες απαιτήσεων. Όσο περνάνε τα χρόνια, σκεφτόμαστε πολύ εγωκεντρικά. Ξεχνάμε πολύ εύκολα και συγχωρούμε ακόμα πιο δύσκολα, ζητάμε όλο και περισσότερα κάνοντας τα κατά δύναμη λιγότερα, είμαστε έτοιμοι να κρίνουμε αλλά όχι να κριθούμε. Μήπως πρέπει να αρχίσουμε να προβληματιζόμαστε;

Ας μιλήσουμε με γεγονότα… Τον τελευταίο καιρό αλλά και πιο παλιά στη χώρα μας έχουν γίνει πολλά δυσάρεστα. Κανένας ποτέ δεν αναλαμβάνει την ευθύνη. Για όλα υπάρχουν πολύ καλά διατυπωμένες δικαιολογίες. Βλέπετε μεγαλώνουμε με την νοοτροπία “του τέλειου” και ως γνωστόν ο τέλειος άνθρωπος τα κάνει όλα τέλεια ή αν το μεταφράσουμε αλλιώς, βρίσκει πάντα τέλειες δικαιολογίες. Είδα ένα απόσπασμα από τη συναυλία του τραγουδοποιού και συνθέτη, Θανάση Παπακωνσταντίνου. Ο Θανάσης είπε χαρακτηριστικά «ότι ο άνθρωπος έχει φτάσει σε τόσο μεγάλη έπαρση που νομίζει ότι μπορεί να καταβάλει την φύση συνέχεια. Αλλά η φύση αντιδρά». Στέκομαι στα λόγια του, γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει. Μήπως ο άνθρωπος έχει ξεχάσει τις πραγματικές ανάγκες επιβίωσης και τελικά, το μόνο που έχει καταφέρει είναι η φύση να γίνει εχθρός του.

Πιστεύω στους ανθρώπους που ονειρεύονται έναν καλύτερο κόσμο και δεν συμβιβάζονται με τον κόσμο που τους έχει δοθεί έτοιμος. Πιστεύω στους ανθρώπους που σε τέτοιες καταστάσεις, γεννούν ότι υπάρχει ακόμα μια ελπίδα και υπενθυμίζουν την αληθινή σημασία της λέξης αλληλεγγύη. Όπως σ’ αυτούς που στις φωτιές και στις πλημμύρες έσωσαν ανθρώπους και ας μην τους είχαν συγγενείς, που έστειλαν τρόφιμα και πράγματα σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη και δεν το ανέβασαν σ’ ένα απλό post στα social media εκφράζοντας την συμπαράσταση τους μόνο μέσα από την οθόνη του κινητού τους. Πιστεύω στους νέους ανθρώπους που το τραγικό συμβάν στα Τέμπη, δεν θα το ξεχάσουν όσος καιρός κι αν περάσει. Εγώ όπως και πολλά άλλα νέα παιδιά, σπουδάζω πολύ μακριά από το πατρικό μου σπίτι. Είναι τραγικό να νιώθω πώς σώθηκα από τύχη, αμφισβητώντας για ακόμα μια φορά την ασφάλεια του κράτους. Εγώ θα αφήσω την μπερδεμένη σκέψη μου σ’ αυτούς τους ανθρώπους, που ελπίζουν σ έναν καλύτερο κόσμο, που δεν ξεχνάνε να παραμείνουν ανθρώπινοι. Ανήκω σε αυτούς τους ανθρώπους, ανήκω στο μέλλον.

Γι’ αυτό και θα κλείσω με μια φράση του Νικηφόρου Βρεττάκου από το ποίημα “Γράμμα στον άνθρωπο της πατρίδας μου”,

«Πες τους από μένα, πες τους απ’ τα δάκρυά μου ότι επιμένω ακόμα πως ο κόσμος είναι όμορφος!»