Πριν λίγες μέρες ήρθε μία φίλη μου στο σπίτι, ωστόσο δεν είχα τον χρόνο να το “συμμαζέψω”. Αν δεν είχα την οικειότητα, θα προφασιζόμουν ότι μου έτυχε κάτι έκτακτο και θα της έλεγα να σχεδιάσουμε την επίσκεψή της για κάποια άλλη μέρα. Ωστόσο, θεωρώ ότι τα ρούχα πάνω στην καρέκλα ή τα διάσπαρτα χαρτιά στο γραφείο δεν αρκούν για να νομίζει ότι το σπίτι είναι βρώμικο. Ένας ακατάστατος χώρος δε σημαίνει ότι έχει να καθαριστεί δύο μήνες. Παρόλα αυτά εννοείται ότι με το που πέρασε το κατώφλι, έσπευσα να απολογηθώ για την άστατη επικρατούσα κατάσταση «ρε συ συγγνώμη, αλλά πριν λίγο μπήκα σπίτι και δεν πρόλαβα να συμμαζέψω». Μία κλισέ πρόταση που έχει ειπωθεί πολλάκις, ακόμα κι όταν όλα είναι τακτοποιημένα, αλλά στη προκειμένη περίπτωση αντικειμενικά δεν υπήρχε τάξη.
Εκτός αυτού, υποσυνείδητα είχα τον φόβο της κριτικής, γιατί στο δικό της σπίτι δεν έχω δει ούτε μία φορά να μην είναι όλα επιμελώς τοποθετημένα στη θέση τους. Παρόλο που έχει και έναν γάτο, μακρύτριχο μάλιστα, σπάνια θα εντοπίσει κάποιος τρίχα στο πάτωμα (να ‘ναι καλά ο εφευρέτης της σκούπας ρομπότ). Σύμφωνα με την ίδια, πάντως, η κατάσταση του σπιτιού μου ήταν πράγματι «μία χαρά» -και όχι δεν το είπε από ευγένεια, ούτε για να με καθησυχάσει. Αν ίσχυε, θα ήταν πρώτη που θα έσπευδε να μου κάνει κάποιο χιουμοριστικό σχόλιο με το οποίο θα εννοούσε ότι η ακαταστασία έχει ξεφύγει.
Όταν έχεις πολύ τρέξιμο και λιγοστό χρόνο, το κουράγιο για συμμάζεμα είναι (σχεδόν) μηδενικό. Υπάρχουν και αυτές οι μέρες, για εμένα τουλάχιστον. Σε τέτοιες μέρες, δεν θα πλύνω τα πιάτα αμέσως, αλλά μετά από μερικές ώρες. Δεν θα τακτοποιήσω αμέσως τα ρούχα μου, ούτε θα βάλω τη τσάντα μου στη θέση της. Κάποιους ακόμα και τέτοια μικροπράγματα, τους ενοχλούν. Εμένα όμως όχι. Υπάρχουν επίπεδα ακαταστασίας, όπως υπάρχουν και επίπεδα βρωμιάς και, φυσικά, ο καθένας έχει διαφορετικές ανοχές σε αυτά.
Προσωπικά, έχω υπάρξει σε χώρο που όχι μόνο ήταν ακατάστατος, αλλά και βρώμικος. Γιατί δυστυχώς πολλές φορές τα πλαστικά μπουκάλια στο τραπέζι, συνοδεύονται και από μπόλικη σκόνη, τα -επί μέρες- άπλυτα πιάτα βρίσκονται σε ένα βρώμικο νεροχύτη και η ηλεκτρική κουζίνα με εμφανή υπολείμματα λαδιού. Ο άνθρωπος που κατοικούσε έσπευσε να δικαιολογηθεί χρησιμοποιώντας παρόμοια πρόταση με τη δική μου, στην οποία συμπλήρωσε με έλα χαλαρό στιλ «σόρρυ, είμαι λίγο ακατάστατος».
Η -μερική- ακαταστασία δεν με κάνει να νιώθω άβολα, όμως, δεν ισχύει το ίδιο και για τη βρωμιά. Τα συγκεκριμένα άπλυτα πιάτα, φαίνονταν ότι πλέον κατοικούσαν στο νεροχύτη και αυτό το μαρτυρούσε η ποσότητά τους. Όταν φτάνεις στο σημείο να νιώθεις αμήχανα, τότε αντιλαμβάνεσαι ότι όχι έχουν ξεπεραστεί κατά πολύ τα όρια της ακαταστασίας αλλά και της βρωμιάς. Προφανώς, η χρήση του επιθέτου «ακατάστατος» έγινε για να ωραιοποιηθεί η κατάσταση ή ως μία δικαιολογία του εαυτού. Όπως και να ‘χει σίγουρα ήταν άστοχη και δυστυχώς δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγα να γίνεται η χρήση του προαναφερθέντος επιθέτου υπό αυτή την έννοια.
Όλοι έχουμε δικαίωμα στην αταξία, το έχει και ο Tim Harford, συγγραφέας του βιβλίου “Messy: The Power of Disorder to Transform Our Lives” (Ακατάστατα: Η δύναμη της αταξίας που μπορεί να μεταμορφώσει τις ζωές μας). Ο ίδιος πιστεύει ότι η τάξη είναι απαραίτητη στα μέρη του σπιτιού που είναι κοινόχρηστα, όπως η κουζίνα, αλλά υπερασπίζεται το δικαίωμα στην αταξία στους προσωπικούς μας χώρους. Με αυτόν τον τρόπο οι ακατάστατοι αναπτύσσουν την ικανότητά τους να προσαρμόζονται συνεχώς σε νέα πλαίσια και, όπως καταλαβαίνετε δεν συμβαίνει το ίδιο και με τη βρωμιά.
Η βρωμιά βλάπτει την υγεία, δείχνει παραμέληση του εαυτού και κακά τα ψέματα προκαλεί σιχαμερό συναίσθημα. Και αυτή είναι η βασική διαφορά τους. Όταν μπείτε σε ένα σπίτι και δεν δείτε καλά φτιαγμένο τον καναπέ, διάσπαρτα χαρτιά ή ακόμα και ένα-δύο πιάτα στο νεροχύτη, δεν θα νιώσετε ότι πρέπει να φύγετε από το σπίτι. Αν όμως νιώσετε ότι πρέπει επειγόντως να καλέσετε τη βρετανική εκπομπή με τις δύο κυρίες που καθαρίζουν εις βάθος την αφημένη βρωμιά, τότε ίσως πρέπει να τρέξετε μακριά ή να γίνετε σαν τη Monica από τα “Φιλαράκια” και να αναλάβετε εσείς δράση. Ό,τι κι αν κάνετε, να θυμάστε ότι είναι εμφανές πότε τελειώνει η ακαταστασία και αρχίζει η βρωμιά και, σίγουρα κανείς μας δεν είναι υποχρεωμένος να την ανεχτεί.