Στις 12 Μαΐου του 1996 η Μαντλίν Ολμπράιτ, τότε πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ (και μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών της χώρας της) έδωσε μια θρυλικά αξιομνημόνευτη συνέντευξη στην διάσημη τηλεοπτική εκπομπή «60 Minutes» του καναλιού CBS.

Η δημοσιογράφος Lesley Stahl την ρώτησε: «Λόγω των οικονομικών κυρώσεων των ΗΠΑ στο Ιράκ, έχουμε αναφορές ότι έχουν πεθάνει [από την πείνα] 500.000 ιρακινά παιδιά. Θέλω να πω, κυρία Ολμπράιτ, αυτά είναι περισσότερα παιδιά νεκρά απ’ ότι εξαιτίας της ατομικής βόμβας σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι. Είναι αυτό ένα σωστό τίμημα των κυρώσεων αυτών;».

Η Ολμπράιτ, λίγο σαν να σοκαρίστηκε από την ερώτηση, αλλά κρατώντας ένα βλοσυρό και αυστηρό straight face (που λένε και στην πατρίδα της), απάντησε κοφτά: «ναι, πιστεύουμε ότι αυτό είναι ένα σωστό τίμημα που πρέπει να πληρωθεί».

Γι’ αυτόν τον άνθρωπο βγάζει συλλυπητήριες ανακοινώσεις από χθες όλη η επίσημη υφήλιος, όλοι οι αρχηγοί κρατών και οι κατά τόπους πρεσβείες.

Για την «μεγάλη διπλωμάτισσα Ολμπράιτ».

Τρίχες κατσαρές. Η Ολμπράιτ είχε απολέσει προ πολλού το δικαίωμά της να θεωρείται μέλος του ανθρώπινου είδους. Οι χειρισμοί της σε διάφορες κομβικές στιγμής της αμερικανικής αλλά και ευρωπαϊκής ιστορίας στάθηκαν εδώ και πολλά χρόνια η ταφόπλακα της όποιας διπλωματικής και πολιτικής υστεροφημίας της.

Και αν δεν κριντζάρει κανείς (πώς είναι δυνατόν να μην το κάνει, βέβαια) με αυτή την δήλωση της, ότι δηλαδή άξιζε τον κόπο να πεθάνουν μισό εκατομμύριο παιδιά για να το παίξει η ίδια και η χώρα της σερίφης της Μέσης Ανατολής, σίγουρα ένιωσε μια κάπως καρμική ικανοποίηση για αυτό που της επεφύλαξαν οι τελευταίες της ώρες εν ζωή.

Γιατί αποτελεί μια σχεδόν τιμωρητική ειρωνεία της τύχης το γεγονός ότι η Ολμπράιτ πέθανε μερικές ώρες πριν την σημερινή, 23η επέτειο της έναρξης των αμερικανικών και νατοϊκών βομβαρδισμών στη Σερβία, στις 24 Μαρτίου του 1999 –βομβαρδισμούς που αιτήθηκε η ίδια και στους οποίους προχώρησε πιέζοντας τότε η ίδια, ως αμερικανίδα ΥΠΕΞ, τους πάντες προς αυτή την κατεύθυνση, από τον Μπιλ Κλίντον μέχρι τον τότε γ.γ. του ΝΑΤΟ, Ισπανό Javier Solana.

Ας εξιστορήσουμε λοιπόν τι οδήγησε την Ολμπράιτ προσωπικά και το ΝΑΤΟ στους βομβαρδισμούς: δέκα περίπου ημέρες πριν την έναρξη των βομβαρδισμών, στις 18 Μαρτίου, στο Ραμπουγέ, η Σερβία αρνήθηκε να υπογράψει την οριστική και αμετάκλητη κατοχή της από το ΝΑΤΟ. Η συμφωνία που ζητούσε η Ολμπράιτ από τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, προέβλεπε ότι:

«Το προσωπικό του ΝΑΤΟ θα απολαμβάνει, μαζί με τα οχήματα, σκάφη, αεροσκάφη και υλικά του, ελεύθερη και απεριόριστη διάβαση και ανεμπόδιστη πρόσβαση σε όλη την ομοσπονδιακή δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, περιλαμβανομένου του εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων. Αυτό θα περιλαμβάνει (αλλά δεν περιορίζεται σε αυτά) τα δικαιώματα σε στρατοπέδευση, γυμνάσια, καταυλισμούς και χρήση οποιασδήποτε περιοχής ή διευκολύνσεων, όπως απαιτείται, για υποστήριξη, εκπαίδευση και επιχειρήσεις».

Οι Σέρβοι είπαν όχι στην ΝΑΤΟϊκοποίηση της χώρας τους και τιμωρήθηκαν γι’ αυτό με μια στρατιωτική επέμβαση άνευ προηγουμένου που διήρκεσε 78 ημέρες. Μέσα σε αυτούς στους δυόμιση μήνες το ΝΑΤΟ πραγματοποίησε σχεδόν 36.000 αεροπορικές επιδρομές στο έδαφος της πρώην Γιουγκοσλαβίας, σχεδόν ισοπεδώνοντας 200 μεγαλουπόλεις, μικρές πόλεις και κωμοπόλεις. Μόνο η Πρίστινα βομβαρδίστηκε 374 φορές, ενώ το ίδιο το Βελιγράδι βομβαρδίστηκε 212 φορές. Από τις 2.500.000 βόμβες που έπεσαν στη Γιουγκοσλαβία, οι 500.000 περιείχαν εξασθενημένο ουράνιο που προκαλεί καρκίνο –μέχρι σήμερα, πάνω από 10.000 Σέρβοι κάθε ηλικίας έχουν πεθάνει από καρκίνο ως αποτέλεσμα της έκθεσής τους στους βομβαρδισμούς αυτούς.

Οι βομβαρδισμοί ισοπέδωσαν επίσης σχεδόν 500 σχολεία και πανεπιστήμια, 350 μονές και μοναστήρια, 33 νοσοκομεία, 14 αεροδρόμια, 121 εργοστάσια και βιομηχανικές εγκαταστάσεις και 29 εγκαταστάσεις παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και ύδρευσης.

Ήταν τέτοιο το μένος των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων, ώστε η εφημερίδα «Washington Post», στο κεντρικό editorial της, χαρακτήρισε τους βομβαρδισμούς ως «Τον προσωπικό πόλεμο της κυρίας Ολμπράιτ».

Περίπου 13 χρόνια μετά, το 2012, αποκαλύφθηκε το εύρος της κοροϊδίας, αλλά και της ύβρεως στην οποία υπέπεσε η τότε αμερικανίδα ΥΠΕΞ: το Bloomberg Businessweek αποκάλυψε με έγγραφά του ότι την ανοικοδόμηση της Σερβίας και του Κοσόβου, των υποδομών τους και του κρατικού τηλεπικοινωνιακού τους δικτύου, είχε κάνει προσφορά για να αναλάβει η κατασκευαστική εταιρεία Albright Capital Management, που ανήκε στον γιό της Ολμπράιτ.

Η, ύψους 600 εκατ. δολ., συμφωνία τελικά δεν προχώρησε ποτέ, αλλά μόνο επειδή οι ίδιες οι σερβικές Αρχές κινήθηκαν νομικά και εμπόδισαν την προσφορά να προχωρήσει στο τελικό στάδιο.

Την ίδια χρονιά, η Ολμπράιτ, προφανώς εκνευρισμένη από αυτόν τον κυκεώνα αποκαλύψεων εναντίον της, εμφάνισε ξανά το άσχημο, ρατσιστικό πρόσωπό της: όταν τον Οκτώβριο του 2012 βρέθηκε στην γενέτειρά της, την Πράγα [ήταν μετανάστρια που έφυγε κακήν κακώς για τις ΗΠΑ λόγω της εισβολής των Ναζί στη χώρα της, την Τσεχοσλοβακία], για να υπογράψει αντίτυπα ενός βιβλίου της που εξέδωσε τότε, έπεσε πάνω σε μια διαμαρτυρία κάποιων Σέρβων εναντίον της.

Καμιά εκατοστή άτομα από την ακτιβιστική οργάνωση Přátelé Srbů na Kosovu έλεγαν συνθήματα εναντίον της με την ίδια την Αμερικανίδα να «πιάνεται» οn camera και να ψελλίζει εκνευρισμένη «απομακρύνετε επιτέλους αυτούς τους σιχαμένους Σέρβους από εδώ πέρα!».

Η Ολμπράιτ συνέχισε να προσβάλλει όποιον έβρισκε στον δρόμο της και τέσσερα χρόνια μετά, το 2016, όταν βοηθούσε την Χίλαρι Κλίντον, αντίπαλο του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, υπέπεσε σε ένα ακόμη μεγάλο ατόπημα.

Στο πανεπιστήμιο του Χιού Χάμσιρ που θα γινόταν η ομιλία της Κλίντον, κάποιοι καθηγητές αλλά και φοιτητές αρνήθηκαν να χειροκροτήσουν την Χίλαρι, με την Ολμπράιτ να επεμβαίνει, να ανεβαίνει στο βήμα και να λέει στους παρευρισκόμενους, τραμπουκίζοντάς τους: «υπάρχει μια ειδική θέση στην Κόλαση για όποιον δεν χειροκροτεί την Χίλαρι».

Αν φτάσατε μέχρι αυτό το σημείο του κειμένου και ακόμη αμφιβάλλετε για το κατά πόσο «επιτρέπεται» ηθικά όχι να χαιρόμαστε για τον θάνατο ενός ανθρώπου, αλλά έστω να μην στεναχωρηθούμε ούτε ένα δέκατο του δευτερολέπτου για τον χαμό ενός, τόσο ξένου και βαθύτατα προσβλητικού απέναντι στην ίδια την ανθρώπινη υπόσταση, ατόμου σαν την Ολμπράιτ, καλό είναι να έχουμε υπόψη μας την παρακάτω φωτογραφία από μια προ ετών στιχομυθία του σπουδαίου κωμικού Bill Burr με μια δημοσιογράφο αναφορικά με τους βιασμούς μικρών παιδιών από την Καθολική Εκκλησία.