Υπάρχουν ερωτήσεις που μοιάζουν με παιχνίδι του μυαλού σα να ξεπήδησαν από μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας κι όμως αυτές οι ερωτήσεις μας εκθέτουν περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε. Μία από αυτές είναι η εξής: Αν κάποιος μάγος, μια υπερφυσική οντότητα σου πρόσφερε ένα χάπι που θα σε έκανε αθάνατο, το “χάπι της αθανασίας” θα το έπαιρνες;
Ας μην απαντήσουμε βιαστικά. Γιατί το πείραμα του μυαλού συνοδεύεται από προϋποθέσεις. Δε μιλάμε για μια ζωή ατελείωτης γεροντικής αδυναμίας, πόνων και άνοιας. Αν πάρεις το χάπι σταματάς να γερνάς. Μένεις τουλάχιστον τόσο εύκαμπτος, δυνατός, διαυγής όσο τώρα. Αν κάνεις γιόγκα θα γίνεις ακόμη πιο ευλύγιστος. Αν μάθεις μια γλώσσα θα ξέρεις περισσότερα. Ακόμη κι αν δεν κάνεις τίποτα, η φθορά σταματά και το περιβάλλον σου, φυσικό και πολιτικό δε θα καταρρεύσει. Δεν θα ζεις σε μια πυρηνική έρημο, ούτε κάτω από καθεστώτα τρόμου. Η οντότητα που σου δίνει το χάπι στο εγγυάται.
Μοιάζει τέλειο, έτσι; ‘Οταν όμως το ερώτημα τέθηκε σε εκατοντάδες ανθρώπους σε ιδιωτικές συζητήσεις, σε πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, περίπου το 70% απάντησε “όχι”. Οι περισσότεροι δεν μπορούσαν καν να εξηγήσουν γιατί. Γιατί λοιπόν η αθανασία, έτσι “καθαρή” όπως τη φαντάζεται το πείραμα, δεν μας δελεάζει;
Μία από τις απαντήσεις είναι το αμετάκλητο του χαρακτήρα. Αν πάρεις το χάπι δεν μπορείς να αλλάξεις γνώμη, δεν μπορείς να πεθάνεις. Όπως στην ταινία Groundhog Day, ό,τι κι αν κάνεις ακόμη και αν σταθείς μπροστά σε τρένο θα ζεις για πάντα και αυτό, για πολλούς μοιάζει ασφυκτικό. Εδώ υπάρχει ένα παράδοξο: και ο θάνατος είναι αμετάκλητος. Δεν μπορείς να αλλάξεις γνώμη και να επιστρέψεις, γιατί μας φοβίζει τόσο η “αμετακλητότητα” της αθανασίας και όχι του θανάτου;
Άλλοι προβάλλουν τον φόβο της πλήξης. Ο φιλόσοφος Bernard Williams στο διάσημο κείμενό του The Makropulos Case γράφει ότι η αθανασία θα γίνει ανυπόφορα βαρετή. Αν δεν αλλάζουμε ριζικά με τα χρόνια θα κουραστούμε. Όμως ο John Martin Fischer απαντά: δεν είναι αναγκαστικό. Όπως δεν βαριέσαι να τρως το ίδιο φαγητό αν το δοκιμάζεις κάθε δύο εβδομάδες, έτσι και με τις εμπειρίες με αρκετά διαλείμματα και αλλαγές μπορείς να απολαμβάνεις ξανά και ξανά. Ο κόσμος αλλάζει, νέοι άνθρωποι έρχονται και ακόμη και οι παλιές εμπειρίες ξεχνιούνται και ξαναβιώνονται σαν καινούριες.
Ένας άλλος φόβος είναι ο θάνατος των αγαπημένων. «Δεν θέλω να δω τους φίλους και την οικογένειά μου να πεθαίνουν», λένε πολλοί. Όμως όταν τους προτείνεις να πάρουν εκατό χάπια για να τα μοιράσουν στους δικούς τους πάλι αρνούνται. Αν ρωτήσεις: «Αν χάσεις όλους τους αγαπημένους σου σε ένα ατύχημα, θα αυτοκτονήσεις;» απαντούν «όχι, θα συνέχιζα τη ζωή». Άρα μήπως αυτό που τους φοβίζει δεν είναι ακριβώς η απώλεια των άλλων;
Υπάρχει και το επιχείρημα της μη παρέμβασης: «Δεν θέλω να πειράξω τη ροή της ζωής». Όμως στην πραγματικότητα την “πειράζουμε” συνεχώς. Παίρνουμε φάρμακα για πίεση, εμβόλια, προληπτικές εξετάσεις. Στην ουσία επεμβαίνουμε για να παρατείνουμε τη ζωή μας, γιατί το χάπι της αθανασίας μάς φαίνεται τόσο διαφορετικό;
Το αγαπημένο επιχείρημα: ο υπερπληθυσμός. «Αν όλοι ζούσαν για πάντα, η Γη θα γέμιζε». Μόνο που το πείραμα δεν μιλά για όλους, μιλά για εσένα, ίσως και για τους δικούς σου. Άρα αυτό δεν είναι εμπόδιο εδώ.
Το πιο ενδιαφέρον σημείο του πειράματος είναι το “σκαλοπάτι”. Αν δεν θα έπαιρνες το χάπι για αιωνιότητα, θα έπαιρνες ένα χάπι για δύο δισεκατομμύρια χρόνια; Όχι; Για διακόσιες χιλιάδες; Για είκοσι χιλιάδες; Για διακόσια χρόνια; Πού ακριβώς τραβάς τη γραμμή; Γιατί μια παράταση ζωής εκατό ή διακοσίων ετών μάς φαίνεται “λογική” αλλά η αθανασία “παράλογη”;
Εδώ αγγίζουμε κάτι πιο υπαρξιακό. Δεν είναι μόνο ο φόβος της βαρεμάρας ή της απώλειας. Είναι ο φόβος του χρόνου χωρίς νόημα. Ο φόβος ότι αν ο ορίζοντας εξαφανιστεί χάνεται και το βάθος. Το τέλος είναι που δίνει ένταση και γεύση στη ζωή μας. Αν δεν υπάρχει τέλος, φοβόμαστε μήπως όλα μοιάσουν ισοπεδωμένα.
Την ίδια στιγμή οι περισσότεροι κάνουν ό,τι μπορούν για να καθυστερήσουν τον θάνατο. Παρεμβαίνουν, φροντίζουν, σώζουν, προλαβαίνουν. Η στάση μας απέναντι στην αθανασία είναι γεμάτη αντιφάσεις. Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι απλώς αν θα έπαιρνες το “χάπι της αθανασίας”. Είναι γιατί θα το έπαιρνες ή γιατί όχι. Είναι ενδεικτικό για το πως αντιλαμβανόμαστε τη ζωή, το τέλος, το νόημα, την παρέμβαση, τον φόβο, την ελπίδα.
Ίσως η πιο ειλικρινής απάντηση είναι αυτή: Θέλουμε να ζούμε όσο η ζωή μας έχει νόημα. Όσο αγαπάμε, δημιουργούμε, μαθαίνουμε, δοκιμάζουμε και δεν θέλουμε να σκεφτούμε πότε ή αν αυτό θα τελειώσει. Το Χάπι της Αθανασίας μας αναγκάζει να σκεφτούμε ακριβώς αυτό: αν το νόημα έρχεται από το τέλος ή από εμάς.
Στην Ελλάδα, μια χώρα με γηρασμένο πληθυσμό, φαρμακευτικές ελλείψεις και ατέλειωτες συζητήσεις για το προσδόκιμο ζωής, το ερώτημα αυτό μοιάζει μακρινό κι όμως δεν είναι. Κάθε φορά που εγκρίνουμε μια νέα θεραπεία, κάθε φορά που συζητάμε για μεταμοσχεύσεις, για τεχνητά όργανα, για γενετική μηχανική παίζουμε με το ίδιο ερώτημα σε μικρή κλίμακα: θέλουμε σταδιακά να ζούμε περισσότερο και καλύτερα. Πού σταματά η παράταση και πού αρχίζει η αθανασία;
Η απάντηση δεν είναι ένα «ναι» ή «όχι» στο χάπι. Ίσως είναι η επίγνωση ότι η ζωή μας είτε διαρκεί 80 χρόνια είτε 8.000 θα έχει πάντα αξία όσο της δίνουμε εμείς αξία. Η αθανασία δεν είναι πανάκεια ούτε κατάρα. Είναι καθρέφτης του τι φοβόμαστε και του τι ελπίζουμε.
Θέλεις λοιπόν πραγματικά να ζήσεις για πάντα; Ή μήπως θέλεις απλώς να ζήσεις όσο το “για πάντα” συνεχίζει να έχει νόημα;
*Mε στοιχεία από το Psychology Today
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.