Ο συνάδελφος Νίκος Παγουλάτος γράφει, προ καιρού, στο Olafaq όχι-ακριβώς-για-τα-ξενύχτια, αλλά για τους ξενύχτηδες, τους μη πρωινούς τύπους. Και ταυτίζομαι με την επιθυμία κάθε βραδινού τύπου να είναι πρωινός, όπως γλαφυρά και ρεαλιστικότατα την περιγράφει:
«Με φαντάζομαι να ξυπνάω νωρίς, όπως διάφοροι πετυχημένοι influencers και CEOs, τύπου 6:30 με 7 παρά το αργότερο. Να ανοίγω τα παράθυρα να τρυπώσουν οι πρώτες ταπεινές ηλιαχτίδες στον χώρο και να δημιουργήσουν όμορφες σκιές στα έπιπλα, στους τοίχους. Στα αυτιά μου ηχεί το νερό που τρέχει επάνω μου όσο κάνω ντουζ. Παράλληλα, παίζει η λίστα μου “Lazy Sunday mornings” στο Spotify κι ας μην είναι Κυριακή -σιγοτραγουδάω το “Tupelo Honey” του Van Morrison. Κάπου στο ενδιάμεσο ίσως χωράει και ένα χαλαρό τρέξιμο έξω, αλλά είναι θολό ως σκέψη. Φτιάχνω έναν διπλό espresso με «λίγη μαύρη» και κάποιο δυναμωτικό πρωινό για να ενεργοποιηθούν τα «φαιά κύτταρα» -αυτά που χρειαζόταν τόσο πολύ ο Ηρακλής Πουαρό για να διαλευκάνει τα μυστήρια των μυθιστορημάτων της Αγκάθα Κρίστι. Λίγες μπουκιές, τζούρες ηλεκτρονικού τσιγάρου, γουλιές καφέ, ανοίγω laptop, παίρνω σημειωματάριο, σκρολάρω κινητό. Τι συμβαίνει στον κόσμο; »
Αχ, πόσες φορές δεν ονειρεύτηκα τα γαλήνια πρωινά ξυπνήματα στις 6 και στις 7 το πρωί με όλη τη μέρα ν’ απλώνεται λευκό σεντόνι γεμάτο δυνατότητες; Και πόσες φορές δεν το έχω προσπαθήσει με άκρως ευεργετικά αποτελέσματα βέβαια; Γενικώς, τηρώ το μοντέλο 50/50. Ύπνος γύρω στις 2, ξύπνημα γύρω στις 9. Όμως, δεν είναι το καλύτερό μου. Το καλύτερό μου είναι ύπνος στις 6 το χάραμα, ξύπνημα 12 το μεσημέρι, μετά σιέστα μίας ώρας τις 17:00. Δεν μπορούν εύκολα να συμβούν αυτά στον ρου της κανονικότητας, της επαγγελματικής ρουτίνας κι άμα συμβαίνουν σπασμωδικά τις Παρασκευές ή τα Σάββατα, τότε το χάος που επικρατεί είναι απόλυτο. Νιώθεις ότι νυστάζεις όλη την εβδομάδα.
Από τα 19 μέχρι τα 26 μου, κοιμόμουν κατά μέσο όρο 5 φορές την εβδομάδα-πολλές νύχτες έφευγαν στο σερί με τα επερχόμενα πρωινά. Και άντεχα. Έβρισκα το φως μες στα βαριά, βαριά μεσάνυχτα που λέει και η Μπέλλου, έβισκα έμπνευση, ιδέες, άκουγα μουσικές, ξέσπαγα σε κλάματα και αυτόματες γραφές, το πρωί συνέχιζα την ζωή μου κανονικά, σαν νορμάλ άνθρωπος με γυαλί ηλίου και σακίδιο, μες στα μετρό, τα αμφιέατρα, τις επαγγελματικές υποχρεώσεις.
Το πράγμα άρχιζε να ζορίζει και, εκεί στα 29-30, να χλωμαίνει ως δυνατότητα. Το σερί εννοώ. Όλη την επόμενη μέρα άρρωστη, αδύναμη, χλωμή. Όχι, όχι. Ο ύπνος είναι δώρο σπουδαίο, καταπλητικό. Και ο σωστός ωραίος ύπνος, ιδίως πλάι σε έναν αγαπημένο άνθρωπο με τον οποίο ξυπνάτε μαζί, αγκαλιά, κοιτώντας στα μάτια ο ένας τον άλλον. Αν κοιμάμαι 12μιση ή 1, το ξύπνημα στις 08:30 με καλύτερη διάθεση και περισσότερη φρεσκαδούρα είναι εφικτό και ρεαλιστικό και χρήσιμο. Άλλωστε, όπου σταθείς κι όπου βρεθείς στο Internet ή στα περιοδικά, διαβάζεις για το πόσο κακό κάνουν τα ξενύχτια στον οργανισμό μας. Ότι αρρωσταίνουμε, λέει εύκολα, γιατί πέφτει η αποτελεσματικότητα του ανοσοποιητικού, παίρνουμε λέει περισσότερα κιλά, μιας που τα ξενύχτια ανοίγουν την όρεξη, άσε που θέτουμε σε κίνδυνο την διάρκεια της ζωής μας! Σύμφωνα με 40ετή έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, όσοι στερούνται τον βραδινό ύπνο συστηματικά, για τουλάχιστον 6 χρόνια, διατρέχουν 58% μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν πρόωρα τη ζωή τους. Οι επιστήμονες εξηγούν ότι η χρόνια έλλειψη ύπνου αυξάνει τα επίπεδα της C-αντιδρώ-σης πρωτεΐνης (CRP) στο αίμα. Η CRP αποτελεί δείκτη φλεγμονής στο σώμα και συνδέεται με την εκδήλωση σοβαρών προβλημάτων υγείας, όπως είναι οι καρδιαγγειακές και πνευμονικές παθήσεις, οι αυτοάνοσες ασθένειες, ο σακχαρώδης διαβήτης, ο καρκίνος, η άνοια και η κατάθλιψη. (Θαύμα που ζω και είμαι υγιής ακόμη με μια δεκαετία ξενύχτια στην πλάτη μου!)
Συν ότι γινόμαστε πιο ευέξαπτοι, ρέπουμε ευκολότερα στη μελαγχολία, δεν συγκεντρωνόμαστε εύκολα, δεν απομνημονεύουμε εύκολα. Αρκετές έρευνες έχουν συσχετίσει τη στέρηση ύπνου με ευερεθιστότητα, θυμό και άγχος. Σύμφωνα με μελέτη της οργάνωσης Netmums and The Children’s Sleep Charity, το 22% των παντρεμένων ζευγαριών με παιδιά παραδέχονται ότι όταν είναι κουρασμένοι και ξενυχτισμένοι τσακώνονται με τον σύντροφό τους με την παραμικρή αφορμή. Άλλη έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Μπιγκχάμπτον έδειξε ότι όσοι στερούνται τον ύπνο για μεγάλα διαστήματα ή πέφτουν στο κρεβάτι πολύ αργά το βράδυ βιώνουν έντονα το αίσθημα της απογοήτευσης και του φόβου, ενώ έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση συγκριτικά με εκείνους που κοιμούνται τακτικές ώρες.
Μόνο η τέχνη έχει επιφυλάξει στα ξενύχτια την ειδική θέση που τους αξίζουν στις ζωές μας. Γιατί δεν μπορεί: με τόσες παρενέργειες, το γιατρικό αυτό πρέπει να θεραπεύει πολλές πληγές.
Στα ξενύχτια, επικοινωνούμε βαθιά με το μέσα μας, με τους ανθρώπους μας, κάνουμε εξομολογήσεις, κατανοούμε καλύτερα πράγματα, σκέψεις και αντιδράσεις, καταστρώνουμε σχέδια, βλέπουμε την ζωή μας από άλλες θέσεις και άλλα πρίσματα. Ξενύχτια καλά δεν γίνονται μόνο με αλκοόλ και ναρκωτικά-αν και όποιοι έχουν επικές νύχτες με έλλογη χρήση, ξέρουν και χαμογελούν. Ό, τι γίνεται ρουτίνα, απισχνώνεεται. Αν το ξενύχτι με μπίρες και μπάφους είναι αυτό που σε περιμένει κάθε βράδυ στις 23:00 στον καναπέ σου με τα ίδια και τα ίδια άτομα, τότε το ξενύχτι είναι άγονο, σκέτη φυλακή. Αν το ξενύχτι έρχεται ως ενσυνείδητη επιλογή (ότι χάνω τον ύπνο μου, ότι χαλάω την υγεία μου, ότι κουράζομαι, αλλά ξέρω το γιατί), τότε λειτουργεί θρεπτικά ως προς την φαντασία και τον Έσω Απότιστο κόσμο μας και ιαματικά ως προς τις πληγίτσες που μας αφήνουν οι ζόρικες μέρες της ζωής μας, με την δουλειά, το κυνήγι της επιβίωσης, τις καθημερινές προστριβές και παρεξηγήσεις.
Τη νύχτα, γινόμαστε ένα με τα σκοτάδια μας. Και τα ωραιότερα πράγματα της ζωής μας-σκεφτείτε το-συνέβησαν ένα βράδυ που ξημέρωσε μπροστά στα έκπληκτά μας μάτια. Ξενύχτι δεν σημαίνει ξόδεμα. Μπορεί να σημαίνει ένας μαραθώνιος ταινιών και σεξ για δύο, μπορεί ολονύχτιο γράψιμο και μελέτη, μπορεί χορός μέχρι πρωίας σε μια παραλία, ένα καλοκαίρι. Τα ξενύχτια μπορούν να είναι συναρπαστικά κατά μόνας, κατά ζεύγη ή κατά πλήθη. Τα ξενύχτια τα ωραία δεν προγραμματίζονται ποτέ. Συμβαίνουν συνήθως τα βρ’αδια εκείνα που έχουμε αποφασίσει να κοιμηθούμε από νωρίς. Τι λέτε; Να αφεθούμε λίγο;
Δείτε επίσης: Πέντε τύποι ξενύχτηδων στην Αθήνα (και παντού)