Σε μια εποχή όπου η πληροφορία τρέχει πιο γρήγορα από την ανθρώπινη σκέψη και η σταθερότητα μοιάζει με είδος προς εξαφάνιση, η Generation Z έχει βρει το δικό της μότο: Lock in. Μια φράση που γεννήθηκε στις οθόνες των gamers, αλλά σήμερα εκφράζει κάτι βαθύτερο μια στάση ζωής απέναντι στην αβεβαιότητα. 

Το locking in ξεκίνησε σαν πρόκληση στα κοινωνικά δίκτυα και εξελίχθηκε σε φιλοσοφία. Στο TikTok όπου κάθε τάση γεννιέται και πεθαίνει με την ταχύτητα του αλγορίθμου, οι νέοι επιδίδονται στο “The Great Lock-In”: ένα τρίμηνο αυτο-επιβεβλημένο “σπαρτιατικό” πρόγραμμα αυτοβελτίωσης που ξεκινά τον Σεπτέμβριο και τελειώνει στο τέλος του χρόνου. Ο στόχος; Να μπουν στον νέο χρόνο ήδη μεταμορφωμένοι σωματικά, πνευματικά, ψυχικά. 

Τα βίντεο είναι παρόμοια: νεαροί και νεαρές σε αποστειρωμένα διαμερίσματα με γκρι φόρμες γυμναστικής, μαγειρεύουν υγιεινά γεύματα, περπατούν σε διαδρόμους, οργανώνουν τη μέρα τους με χρονομετρημένες λίστες. Στον αέρα η φωνή του Kobe Bryant ή του Michael Jordan δίνει το απαραίτητο ψυχολογικό boost. «Προγραμμάτισε το μυαλό σου να δώσει τα πάντα για ένα σύντομο διάστημα» σαν να δανείζεται κάτι από τη γλώσσα του προπονητή και κάτι από τη ρητορική του life coach. 

Πίσω όμως από το αισθητικό περιτύλιγμα του locking in, υπάρχει μια πιο σκοτεινή αλήθεια: μια γενιά που νιώθει ότι ο κόσμος γύρω της δεν της ανήκει. Μια γενιά που έχοντας ενηλικιωθεί μέσα σε πανδημία, ψηφιακό κορεσμό και οικονομική ανασφάλεια, προσπαθεί να ξαναβρεί νόημα μέσα από τη δομή, τη συνέπεια, τον αυτοέλεγχο. 

Η Generation Z δεν “κλειδώνεται” από την πολυτέλεια, αλλά από φόβο. Έχει μάθει ότι η σταθερότητα δεν είναι δεδομένη. Οι millennials πάλεψαν με τις συνέπειες της Μεγάλης Ύφεσης. Οι Gen Zers μεγαλώνουν μέσα στην ύφεση του ίδιου του μέλλοντος, εκεί όπου η τεχνητή νοημοσύνη απειλεί τις δουλειές, η στέγη είναι άπιαστο όνειρο και το εισόδημα ποτέ αρκετό. 

Σύμφωνα με το Bank of America Institute, πάνω από 13% των ανέργων Αμερικανών είναι “νέοι εισερχόμενοι” στην αγορά εργασίας. Το μεγαλύτερο ποσοστό προέρχεται από τη Generation Z. Πρόκειται για νέους που δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να αποκτήσουν εμπειρία, να χτίσουν βιογραφικό, να πιστέψουν ότι η εργασία μπορεί να είναι κάτι παραπάνω από επιβίωση. 

Απέναντι σε αυτό το τοπίο, το locking in μοιάζει με πράξη ελέγχου μέσα στο χάος. Η δημοσιογράφος Chiara Wilkinson που ανέλυσε το φαινόμενο στη British Vogue, γράφει ότι το “κλείδωμα” λειτουργεί σαν ψευδαίσθηση σταθερότητας σε μια κοινωνία που προσφέρει ελάχιστα. «Οι υποσχέσεις που μας δόθηκαν, ότι θα δουλέψουμε, θα προοδεύσουμε, θα ζήσουμε καλύτεραμοιάζουν πια ανέφικτες. Το βάρος των φοιτητικών δανείων, ο πληθωρισμός, οι τιμές των σπιτιών, όλα αυτά συνθέτουν ένα σκηνικό όπου η πρόοδος μοιάζει με ανέκδοτο». 

Αυτή η τάση δεν είναι απλώς μανία αυτοβελτίωσης. Είναι με έναν τρόπο μια σιωπηλή εξέγερση. Το locking in προσπαθεί να επαναφέρει την προσοχή σε έναν κόσμο που την κατακερματίζει. Θυμίζει το “deep work” του Cal Newport τη βαθιά, αδιατάρακτη συγκέντρωση πάνω σε μια απαιτητική δραστηριότητα. Αλλά εκεί όπου ο Newport πρότεινε μια φιλοσοφία εργασίας, η Generation Z κάνει κάτι πιο υπαρξιακό: προσπαθεί να ξανακερδίσει τον έλεγχο του εαυτού της από τον ίδιο της τον εγκέφαλο που έχει πια προγραμματιστεί να σκρολάρει ασταμάτητα. 

Το παράδοξο είναι ότι η “αποσύνδεση” συμβαίνει μέσα από τα ίδια μέσα που προκαλούν την αποσύνδεση. Πώς μπορείς να “ξεφύγεις” από το τηλέφωνό σου, όταν χρειάζεσαι το TikTok για να δείξεις ότι… ξεφεύγεις; Έτσι, η αισθητική του locking in οι λίστες, τα πλάνα, τα clean desktops γίνεται τελικά ένα αισθητικό lifestyle, μια δημόσια απόδειξη πειθαρχίας. Σαν να προσπαθεί η γενιά του άγχους να πείσει τον εαυτό της (και τους followers της) ότι έχει τον έλεγχο. 

Η Kate Lindsay, συνιδρύτρια του newsletter Embedded το περιγράφει εύστοχα: «Οι millennials συνδέουν την παραγωγικότητα με την καριέρα. Η Generation Z τη συνδέει με τη βελτίωση του εαυτού. Δεν θέλουν να ανέβουν στην ιεραρχία, θέλουν να “αναβαθμίσουν” τον εαυτό τους». Το locking in λοιπόν δεν είναι δουλειά είναι ψυχολογική άσκηση. Μια προσπάθεια να νιώσεις επαρκής σε έναν κόσμο που σε μαθαίνει να νιώθεις ανεπαρκής. 

Μέσα σε αυτό το καλοκουρδισμένο πρόγραμμα αυτοβελτίωσης, λείπει κάτι: η χαρά. Η Wilkinson το επισημαίνει με μια απλή φράση: «Αναρωτιέμαι αν η Generation Z έχει αφήσει χώρο για διασκέδαση». Γιατί όταν κάθε λεπτό πρέπει να αποδίδει, ακόμη και η ξεκούραση γίνεται δραστηριότητα. Όταν κάθε συνάντηση με φίλους μετριέται σε “παραγωγικές ώρες”, τότε η ανεμελιά μετατρέπεται σε ενοχή. 

Η Generation Z είναι εξαντλημένη. Δεν είναι αδιάφορη. Είναι ενεργή μέσα σε έναν κόσμο που δεν της αφήνει χρόνο να σταθεί. Το locking in είναι ίσως η τελευταία της άμυνα απέναντι στην αποδιοργάνωση μια προσπάθεια να πει: “Αν δεν μπορώ να ελέγξω τον κόσμο, θα ελέγξω τουλάχιστον εμένα”. 

Μόνο που η αυτοκυριαρχία δεν ισοδυναμεί με ελευθερία. Κάποτε η χειραφέτηση σήμαινε να μπορείς να ονειρεύεσαι. Τώρα σημαίνει να μπορείς να τηρείς το πρόγραμμα. Ίσως το αληθινό lock in της Generation Z να μην είναι στα πλάνα και στα journals, αλλά μέσα σε μια κοινωνία που της ζητά να “βελτιώνεται” διαρκώς χωρίς ποτέ να της επιτρέπει να ζει. Ίσως η στιγμή που θα καταλάβουμε ότι τα πράγματα αλλάζουν, να είναι όταν αυτή η γενιά πάψει να προσπαθεί τόσο σκληρά. Όταν θα μπορέσει απλώς να χαλαρώσει χωρίς τύψεις. Να αποτύχει χωρίς ντροπή. Να αποσυνδεθεί χωρίς να χρειάζεται να το ανακοινώσει. 

Μέχρι τότε το locking in θα παραμένει το σύγχρονο ξόρκι μιας εποχής αβεβαιότητας. Η πιο πειθαρχημένη μορφή απελπισίας. Μια γενιά “κλειδωμένη” όχι απλώς στα σπίτια της, αλλά στο ίδιο της το μυαλό, αναζητώντας, μέσα από την πειθαρχία, εκείνο που πάντα έλειπε: μια αίσθηση ασφάλειας σε έναν κόσμο που δεν σταματά να αλλάζει. 

 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.