Είσαι ήρωας σε έναν κόσμο που μοιάζει ολοένα και περισσότερο με κακογραμμένο σενάριο του Black Mirror, κι εσύ επιμένεις να ζεις στο ίδιο loop. Με έναν σύντροφο που λειτουργεί σαν αλγόριθμος αρνητικότητας, προγραμματισμένος να σου υπενθυμίζει τα χειρότερα. Με μια φίλη-παγίδα, με update στη χειραγώγηση και το ghosting. Mε έναν συνάδελφο με toxic firmware και mission statement να σε διαλύσει. Και σαν να μην έφταναν αυτά, έχεις και τον άχρηστο διευθυντή. Εκείνον τον copy-paste general manager που πήρε τη θέση επειδή ήξερε να κάνει forward τα σωστά emails. Που μιλάει για “ομαδικότητα” ενώ σε στήνει σαν ανθρωποθυσία στην πρώτη σύσκεψη. Που σου λέει «να πάρεις πρωτοβουλίες» και μετά σε κρεμάει όταν τις παίρνεις. Ένα παλιακό PowerPoint με πόδια και μηδέν ουσία. Κι εσύ; Εσύ λειτουργείς σαν χαλασμένο chatbot. Που απλώς απαντάς «ok». Που απορροφάς το error και περιμένεις από τον κυβερνοχώρο να κάνει reboot.

Spoiler: Δεν θα το κάνει.

Αρνείσαι να πατήσεις ESC. Δεν κάνεις ούτε log out από τις συνήθειες που σε διαλύουν, από τις επιλογές που σε κάνουν να μοιάζεις με φάντασμα στον ίδιο σου τον εαυτό. Περιμένεις μια θετική μέρα όπως περιμένεις το νέο iOS, να σου λύσει όλα τα bugs μαγικά. Μόνο που αυτή η αναβάθμιση δεν θα κατεβεί ποτέ. Γιατί δεν είναι app. Είναι μια απόφαση.

Η ευτυχία (αν επιμένεις να τη λες έτσι) δεν είναι ένα γ#μημένο feature που σου ξεκλειδώνει η ζωή όταν είσαι «καλό παιδί» ή «ήρεμη δύναμη». Είναι ένα hacked σύστημα που χτίζεται με manual coding: κάθε μέρα, κάθε «όχι», κάθε «αρκετά». Δεν σου τη στέλνει κανείς. Την κατεβάζεις μόνος σου. Με ιδρώτα. Και με μπόλικα reset.

Κι αν δεν αντέχεις το βάρος της αλήθειας, απλώς κάνε uninstall την όποια αυταπάτη σου.

Είσαι άνθρωπος, όχι το update των άλλων

Όταν λοιπόν η ζωή σου έχει γίνει μια συνεχής αναβάθμιση του λειτουργικού των άλλων (ο σύντροφος, η φίλη, η μάνα, ο συνάδελφος) μην περιμένεις την ευτυχία να σκάσει σαν ειδοποίηση με emoji καρδούλας και subject «Για σένα, honey». Δεν θα έρθει. Δεν τη ζήτησες ποτέ. Δεν την εγκατέστησες καν στο σύστημά σου.

Εσύ, αντιθέτως, τρέχεις τον εαυτό σου στο παρασκήνιο, για να τρέχουν απρόσκοπτα οι εφαρμογές των άλλων. Κρατάς ενεργή μια τοξική σχέση γιατί… «έτσι κάνουν όσοι φοβούνται να μείνουν μόνοι». Διατηρείς τη φίλη που σε ρίχνει στο emotional spam επειδή «είναι μια παλιά ιστορία». Δίνεις πρόσβαση στα πάντα στη μάνα σου γιατί σε μεγάλωσε, ναι, αλλά πόσες ενοχές σου μεγάλωσαν μαζί της;

Και στη δουλειά; Έχεις γίνει το poster child του «ναι, φυσικά», επειδή δεν θες να σε πουν δύσκολο ή περίεργο. Να κρατήσεις το προφίλ σου καθαρό και επαγγελματικό. Να μην ταράξεις τα νερά. Ακόμα κι αν τα νερά στη δουλειά έχουν γίνει λάσπες.

Να σου πω κάτι. Ακέραιος δεν είναι αυτός που δεν δυσαρεστεί κανέναν. Είναι αυτός που δεν προδίδει τον εαυτό του για να μην χαλάσει το καρτελάκι «συμπαθής» που του κόλλησαν. Συνεπής δεν είναι αυτός που παραμένει σε κάθε τι που ξεχείλωσε, αλλά αυτός που μένει συνεπής στις αρχές του, ακόμα κι αν χρειαστεί να αποχωρήσει από το πάρτι.

«Θέλω να βλέπω τη μάνα μου χαρούμενη». Ναι, μαζί σου. Όχι όμως να κουμπώνεις τη ζωή σου πάνω στις προσδοκίες της.
«Θέλω να είμαι καλά με τον σύντροφό μου». Φυσικά, ποιος δεν το θέλει; Όχι όμως να σέρνεσαι σε συνεδρίες συγκατάβασης και συναισθηματικής λοβοτομής για να μη χαλάσει η ψευδαίσθηση της σχέσης.
«Έτσι είναι η Γιώτα μωρέ». Όχι. Η Γιώτα, και η κάθε Γιώτα, να πάνε για επανεκπαίδευση. Δεν είσαι customer support σε ελαττωματικά λειτουργικά.

Αν όλοι οι άλλοι είναι η προτεραιότητά σου, τότε κάπου έχεις κάνει uninstall τον εαυτό σου. Και δυστυχώς, σ’ αυτή τη φάση δεν πιάνει το Ctrl+Z. Υπάρχει όμως το Ctrl+Alt+Del.

Ώρα να κάνεις log in στον εαυτό σου

Πόσο θετικά μπορούμε να ζήσουμε, όταν λειτουργούμε μονίμως σε background mode; Όταν αφήνουμε τους εαυτούς μας να τρέχουν στο παρασκήνιο, σαν ξεχασμένη εφαρμογή που αδειάζει την μπαταρία, χωρίς ποτέ κανείς να την ανοίγει και λίγο πριν σβήσει τρέχουμε λαχανιασμένοι να μπούμε στο ρεύμα; Όταν δεν ζούμε, αλλά υποστηρίζουμε τη λειτουργία άλλων ζωών, άλλων επιθυμιών, άλλων αποφάσεων, κι εμείς απλώς «τρέχουμε στο βάθος»;

Η τοξικότητα δεν έρχεται πάντα με φωνές και καβγάδες. Μπορεί να φοράει χαμόγελο, να σε λέει «ψυχούλα», και να σε παγιδεύει με ένα «σε χρειάζομαι» που γίνεται μπάλα με αλυσίδα. Η εξάρτηση είναι καμουφλαρισμένη ως φροντίδα. Η παθητικότητα είναι ντυμένη υπευθυνότητα. Η παραίτηση είναι μεταμφιεσμένη σε “κατανόηση”. Και ξέρεις τελικά πώς καταλαβαίνεις ότι έχεις χαθεί; Όταν αρχίζεις να λες «δεν πειράζει» για πράγματα που σε πειράζουν κάθε μέρα.

Ναι, το ξέρω, ο δρόμος προς την ευτυχία δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Αλλά είναι στρωμένος με «όχι», με «αρκετά», με «δεν θα το ανεχτώ άλλο». Και κυρίως, με το «θα πάψω να λειτουργώ για όλους, εκτός από εμένα».

Γιατί αν δεν βάλεις εσένα πρώτα σε λειτουργία πλήρους οθόνης, θα μείνεις για πάντα στο background. Και, πίστεψέ με, κανένα update δεν σε σώζει μετά από αυτό.

Εντάξει, ΟΚ, τα ξέρουμε όλα. Τα νιώθουμε. Μας καίνε, άλλωστε, όταν πέφτουμε για ύπνο και μας τρυπάνε το στήθος στον πρωινό καφέ. Ξέρουμε πότε κάτι δεν πάει καλά. Και ξέρουμε πότε ήρθε η ώρα να τραβήξουμε το βύσμα από τον ενισχυτή.

Αλλά η στροφή δεν γίνεται με τα φώτα της ράμπας, ούτε με ντραμ ρολ στα story του Instagram. Γίνεται ήσυχα, βαθιά μέσα μας. Γίνεται όταν σταματάμε να «πρέπει» και ξεκινάμε να «είμαι». Όταν η αποδοχή αντικαθιστά τη μάχη. Όταν λέμε «όχι» χωρίς εξήγηση και «ναι» χωρίς ενοχή. Ή το αντίθετο, όπου ταιριάζει. Όταν καθαρίζουμε το feed της ζωής μας από ό,τι δεν μάς χωράει.

Κι εκεί, ανάμεσα στην παύση και στο επόμενο βήμα, υπάρχει ένα φως. Όχι δεν είναι spotlight δημοσιότητας, είναι μια μικρή πυγολαμπίδα που αν είσαι τυχερός θα πετάξει πάνω σου και θα σου ψιθυρίζει: «Εδώ είσαι. Και τώρα ξεκινάς». Και δεν πρόκειται για κάποιο παραμυθένιο «έζησαν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα». Είναι η αρχή ενός πιο έντιμου, πιο ζωντανού, πιο δικού σου κόσμου.

Και κάπου εκεί, στο τέλος της μέρας, θα μπορείς να πεις με ειλικρίνεια στον καθρέφτη σου: Δεν έγινε ξαφνικά ο κόσμος καλύτερος. Αλλά εγώ, ναι… Εγώ έγινα ελεύθερος.

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.