Η εξάρτηση από το αλκοόλ αποτελεί μία από τις πιο ύπουλες και αθόρυβες μάστιγες της εποχής μας. Δεν διαλέγει κοινωνικό στρώμα, μορφωτικό επίπεδο ή ηλικία. Διεισδύει αργά, εγκαθίσταται σταδιακά και αφήνει πίσω της ίχνη που δύσκολα σβήνουν. Η κοινωνία συχνά στέκεται απέναντι σε αυτή την κατάσταση με αμηχανία, άλλοτε με στίγμα κι άλλοτε με σιωπή κι όμως σήμερα η επιστήμη έχει στη διάθεσή της εργαλεία που μπορούν να σώσουν ζωές, να ξαναδώσουν προοπτική και να αποκαταστήσουν την αξιοπρέπεια όσων παλεύουν με αυτή τη διαταραχή. 

Η πραγματικότητα είναι σκληρή. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, λιγότερο από το 2% των ανθρώπων που ζουν με διαταραχή χρήσης αλκοόλ λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή εγκεκριμένη από τις αρμόδιες υγειονομικές αρχές. Φάρμακα όπως η ναλτρεξόνη, η ακαπροστάτη ή η δισουλφιράμη έχουν αποδειχθεί ασφαλή και αποτελεσματικά. Μπορούν να μειώσουν την επιθυμία, να περιορίσουν την υποτροπή, να προσφέρουν μία δεύτερη ευκαιρία. Παρά ταύτα η αξιοποίησή τους παραμένει ελάχιστη. 

Τα εμπόδια είναι πολλά και πολυεπίπεδα. Από τη μία πλευρά οι ίδιοι οι ασθενείς συχνά κουβαλούν μέσα τους τη βαριά κληρονομιά της αντίληψης ότι η μόνη θεραπεία είναι η απόλυτη αποχή χωρίς καμία βοήθεια. Πιστεύουν ότι το να χρησιμοποιήσει κανείς φάρμακα σημαίνει να αντικαταστήσει μία ουσία με μια άλλη. Στο πλευρό τους οι οικογένειες και οι συνομήλικοι που με καλές προθέσεις, αλλά περιορισμένη γνώση ενισχύουν αυτή την πεποίθηση.  

Από την άλλη οι επιστήμονες υγείας δεν είναι πάντα πρόθυμοι ή προετοιμασμένοι. Ιατροί πρωτοβάθμιας φροντίδας με ελάχιστη εκπαίδευση σε ζητήματα ψυχικής υγείας και εθισμών συχνά αισθάνονται ανεπαρκείς να αναλάβουν τέτοιες περιπτώσεις. Μένουν αγκυλωμένοι σε παλαιές αντιλήψεις αντιμετωπίζοντας την απόλυτη αποχή ως το μοναδικό χρυσό πρότυπο θεραπείας. Όμως η εποχή των μονοδιάστατων λύσεων έχει παρέλθει. Η επιστήμη ζητά να ανοίξουμε το φάσμα των επιλογών, να δούμε τον εθισμό ως αυτό που είναι: μία σύνθετη, πολυπαραγοντική ασθένεια που απαιτεί ολοκληρωμένη φροντίδα. 

Το στίγμα όμως δεν είναι το μοναδικό εμπόδιο. Δομικά κενά, γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και ελλιπής χρηματοδότηση δημιουργούν ένα περιβάλλον δύσβατο. Η έρευνα δείχνει ότι σε όσες δομές ψυχικής υγείας γίνονται δεκτές οι ασφαλιστικές καλύψεις, η χρήση φαρμάκων για την AUD είναι αισθητά υψηλότερη. Το μήνυμα είναι σαφές: όπου υπάρχει πρόσβαση και οικονομική διέξοδος, οι ασθενείς επωφελούνται. Άρα η λύση δεν είναι μόνο επιστημονική. Είναι και πολιτική, κοινωνική, θεσμική. 

Μην απελπίζεστε, υπάρχει φως. Η εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας σε θέματα εθισμού βελτιώνεται συνεχώς. Τα νεότερα προγράμματα σπουδών εντάσσουν την ψυχική υγεία και την εξάρτηση στο κέντρο της εκπαίδευσης. Το στίγμα, έστω και αργά υποχωρεί. Οι νέες γενιές γιατρών και ψυχολόγων αντιμετωπίζουν την εξάρτηση όχι ως ηθική αποτυχία, αλλά ως ιατρική και κοινωνική πρόκληση. 

Η ουσία παραμένει: η μάχη με το αλκοόλ δεν είναι ένας μοναχικός αγώνας, ούτε μία υπόθεση χαρακτήρα. Είναι μια συλλογική ευθύνη. Ο άνθρωπος που ζητά βοήθεια χρειάζεται να συναντήσει ένα σύστημα πρόθυμο να σταθεί δίπλα του, με φάρμακα, με ψυχοθεραπεία, με δομές στήριξης. Να νιώσει ότι δεν είναι ένας αδύναμος κρίκος, αλλά ένας πολίτης που δικαιούται μια δεύτερη ευκαιρία. 

Πώς μπορεί λοιπόν να νικηθεί η εξάρτηση; Με τρεις άξονες: εκπαίδευση, πρόσβαση, “αποστιγματοποίηση”. Εκπαίδευση των γιατρών, ώστε να αποκτήσουν σιγουριά και αυτοπεποίθηση στη χρήση των διαθέσιμων θεραπειών. Πρόσβαση των ασθενών σε φάρμακα και υπηρεσίες, με πολιτικές που μειώνουν το οικονομικό βάρος και πάνω απ’ όλα ανοχή και κατανόηση: να μιλήσουμε ανοιχτά, να αποδεχτούμε ότι ο εθισμός είναι ασθένεια και όχι προσωπική αποτυχία. 

Η ώρα των υπεκφυγών έχει περάσει. Το 2025 δεν επιτρέπεται να ζούμε με δεδομένα προηγούμενων δεκαετιών. Η επιστήμη έχει λύσεις και αυτές πρέπει να αξιοποιηθούν. Δεν πρόκειται για “μαγική σκόνη”, όπως εύστοχα λέγεται. Πρόκειται για εργαλεία που σώζουν ζωές, μειώνουν υποτροπές, ξαναδίνουν μέλλον. 

Η νίκη απέναντι στην εξάρτηση από το αλκοόλ δεν είναι θεωρητική υπόθεση. Είναι μία μάχη που δίνεται καθημερινά, με επιτυχίες και αποτυχίες, με πτώσεις και ανατάσεις κυριολεκτικές και μεταφορικές. Όπως σε κάθε αγώνα που αξίζει το ζητούμενο δεν είναι η αψεγάδιαστη διαδρομή, αλλά η επιμονή, η συνέπεια και η πίστη ότι ο δρόμος οδηγεί κάπου καλύτερα. Η επιστήμη δείχνει τον δρόμο. Μένει σε εμάς να τον ακολουθήσουμε. 

*Με στοιχεία από το Psychology Today. 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.