Ο τίτλος του πρόσφατου άρθρου του Politico είναι σαφής και δεν χωράει αμφισβήτησης: «Greece is worst EU country for press freedom (again)».

«Η Ελλάδα είναι η χειρότερη χώρα σε όλη την Ευρώπη όσον αφορά στην ελευθερία του Τύπου».

Η ελευθερία του Τύπου βρίσκεται σε δεινή κατάσταση σε μεγάλο αριθμό χωρών, σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, η οποία υπογραμμίζει ότι η παραπληροφόρηση και η προπαγάνδα αποτελούν αυξανόμενες απειλές για τη δημοσιογραφία.

Ο Παγκόσμιος Δείκτης Ελευθερίας του Τύπου αποκάλυψε μια σοκαριστική πτώση, με έναν πρωτοφανή αριθμό 31 χωρών να βρίσκονται σε «πολύ σοβαρή κατάσταση», δηλαδή τη χαμηλότερη κατάταξη στην έκθεση, από μόλις 21 που ήταν πριν δύο χρόνια. Η αυξημένη επιθετικότητα των αυταρχικών κυβερνήσεων -και ορισμένων που θεωρούνται δημοκρατικές- σε συνδυασμό με «μαζικές εκστρατείες παραπληροφόρησης ή προπαγάνδας» οδήγησαν την κατάσταση από το κακό στο χειρότερο, σύμφωνα με τον κατάλογο, που δημοσιεύθηκε από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα (RSF).

Η έρευνα αξιολογεί την κατάσταση των μέσων ενημέρωσης σε 180 χώρες και εδάφη, λαμβάνοντας υπόψη την ικανότητα των δημοσιογράφων να δημοσιεύουν ειδήσεις για το δημόσιο συμφέρον χωρίς παρεμβάσεις και χωρίς απειλές για την ασφάλειά τους.

Η Ελλάδα φέτος έπεσε στην 107η θέση, ενώ πέρσι ήταν στην 108, μια θέση που αποδεικνύει περίτρανα και πέραν πάσης αμφιβολίας ότι και στη χώρα μας οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί παράγοντες διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα σύμφωνα με το συμφέρον τους και ότι το ψευδές περιεχόμενο είναι πιο εύκολο να δημοσιευθεί από ποτέ.

«Η διαφορά μεταξύ αληθινού και ψεύτικου, πραγματικού και τεχνητού, γεγονότων και τεχνασμάτων θολώνει, θέτοντας σε κίνδυνο το δικαίωμα στην πληροφόρηση», αναφέρει η έκθεση. «Η άνευ προηγουμένου δυνατότητα αλλοίωσης του περιεχομένου χρησιμοποιείται για να υπονομεύσει όσους ενσαρκώνουν την ποιοτική δημοσιογραφία και να αποδυναμώσει την ίδια τη δημοσιογραφία».

Και εμείς όχι απλά συμφωνούμε, αλλά προσυπογράφουμε με χέρια, πόδια και άπλετα παραδείγματα.

Για ποιούς λόγους ντρέπομαι που εργάζομαι ως δημοσιογράφος στην Ελλάδα σήμερα

Από όπου και αν το πιάσω, από όποια πλευρά και αν το δω, σε σχεδόν όποιο ΜΜΕ και αν ρίξω, εκουσίως ή ακουσίως, το βλέμμα μου, το συμπέρασμα παραμένει το ίδιο: κάθε ημέρα, κάθε μήνας, κάθε χρόνος που βάζω στην πλάτη μου, νιώθω όλο και περισσότερη ντροπή ως άτομο που εδώ και 21 χρόνια βιοπορίζεται στον χώρο της ελληνικής δημοσιογραφίας.

Στις 8 Φεβρουαρίου του 2021 διέρρευσε στη δημοσιότητα ένα σημείωμα της διοίκησης της ΕΡΤ, με το οποίο ζητούνταν από τους παραγωγούς και τους δημοσιογράφους της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης «να μην μεταδίδουν φωτογραφίες και βίντεο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη» κατά την επίσκεψή του στο σπίτι του βουλευτή Σάμου της ΝΔ, Χριστόδουλου Στεφανάδη.

Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Ικαρία το διήμερο 6-7 Φεβρουαρίου 2021, ο κ. Μητσοτάκης φωτογραφήθηκε να παρίσταται στο σπίτι του εν λόγω βουλευτή συνοδεία άλλων 40 ατόμων κατά παράβαση υπουργικών αποφάσεων για μέτρα αντιμετώπισης της εξάπλωσης της πανδημίας.

Συγκεκριμένα, το σημείωμα ανέφερε (διατηρείται η στίξη και η ορθογραφία του πρωτότυπου):

«ΠΡΟΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ Δ.ΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ

ΔΕΝ ΠΑΙΖΟΥΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ Κ.ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΑΔΗ (ΤΡΑΠΕΖΙ), ΙΚΑΡΙΑ»

ΕΠΙΣΗΣ ΠΑΙΖΟΥΜΕ ΜΟΝΟ ΠΛΑΝΑ ΤΟΥ Δ. ΛΙΓΝΑΔΗ ΟΧΙ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ».

Μετά τη διαρροή του σημειώματος, οι εκπρόσωποι των δημοσιογράφων της ΕΡΤ έβγαλαν ανακοίνωση, όπου επιβεβαίωσαν τη λογοκρισία. Συγκεκριμένα, υποστήριξαν: «Δεν είναι η πρώτη φορά που οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ δεχόμαστε αφόρητες πιέσεις για το πώς πρέπει να παιχτεί, υποβαθμιστεί ή και να αποσιωπηθεί μια είδηση. Συνήθως οι εντολές είναι προφορικές, το γραπτό σημείωμα του Σαββατοκύριακου όμως είναι πραγματικό γεγονός. Έμεινε για πάρα πολλές ώρες στο γραφείο των παραγωγών και είχαν τη δυνατότητα να το δουν πάρα πολλοί συνάδελφοι».

Οι εκπρόσωποι των δημοσιογράφων σημείωσαν σχετικά με το αποτέλεσμα που είχε η λογοκρισία στον τρόπο με τον οποίο καλύφθηκε από την ΕΡΤ η συγκεκριμένη είδηση: «Η ίδια η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι υπήρξε παρέμβαση. Στο κεντρικό δελτίο των 9 τα πλάνα από το σπίτι του κ. Στεφανάδη (που είχαν προβληθεί για 3-4’’ στο δελτίο των 15.00) αντικαταστάθηκαν από μία φωτογραφία. Το προηγούμενο βράδυ δεν υπήρχε ούτε φωτογραφία. Πράγματι η είδηση υποβαθμίστηκε και από το σύνολο σχεδόν των ιδιωτικών καναλιών. Όμως η ΕΡΤ δεν ανήκει σε εφοπλιστές και εργολάβους για να συγκρίνεται με τα ιδιωτικά κανάλια αλλά στον ελληνικό λαό. Το αίτημα για θεσμική και λειτουργική ανεξαρτησία της δεν είναι μόνο των εργαζομένων της, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας».

Να ενημερώσω εδώ τους ανθρώπους που δεν είναι μέσα στο «εργοστάσιο» της Δημοσιογραφίας και δεν βλέπουν πώς… φτιάχνονται τα λουκάνικα, ότι το «προπατορικό αμάρτημα» του χώρου, δηλαδή τα ενημερωτικά σημειώματα σαν αυτά της ΕΡΤ, τύπου «αυτό το παίζουμε, αυτό όχι γιατί μας εκθέτει» ή «γι’ αυτόν γράφουμε, αλλά γι’ αυτόν όχι» υπάρχουν σε ΚΑΘΕ δημοσιογραφικό μαγαζί, ανεξαρτήτως πολιτικής ή κομματικής κατεύθυνσης -εγώ το έχω συναντήσει παντού, σε όλα τα ΜΜΕ που έχω εργαστεί επί 21 χρόνια οπότε φυσικά και δεν εξεπλάγην.

Απλώς η διαφορά είναι ότι σε όλες τις περιπτώσεις που ξέρω και έχω δει με τα μάτια μου, αυτό γίνεται συνήθως με εσωτερικό memo στα e-mail των δημοσιογράφων ή στο «μιλητό» με το που πιάνεις δουλειά και σίγουρα όχι τόσο αγάρμπως απροκάλυπτα και ανερυθρίαστα όπως συνέβη στην ανωτέρω περίπτωση με την ΕΡΤ, με δημόσιες ανακοινώσεις σε κοινή θέα.

Στις 10 Φεβρουαρίου 2021, η Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) εξέδωσε μια ανακοίνωση σχετικά με το περιστατικό, καταγγέλλοντας «κάθε απόπειρα χειραγώγησης της ενημέρωσης».

Δεν «κουνήθηκε φύλλο» ασφαλώς. Ούτε άλλαξε τίποτα. Προς το καλύτερο, πάντα.

Γιατί προς το χειρότερο, πολλά άλλαξαν.

Ερχόμαστε στο σήμερα και συγκεκριμένα στα προ εβδομάδων ρεπορτάζ σχετικά με τις φωτιές στον Εβρο.

Το (σχετικά αξιοπρεπές) τηλεοπτικό κανάλι ΟΡΕΝ ανακάλεσε και ζήτησε συγγνώμη για το fake news του ρεπόρτερ Αντώνη Τσολναρά για τους «εμπρηστές-μετανάστες» που μετέδωσε στα τέλη του περασμένου Αυγούστου.

Όσοι έχουν περάσει έστω και λίγο από τον χώρο της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας, ξέρουν καλά και γνωρίζουν ακόμη καλύτερα ότι ο αρμόδιος ρεπόρτερ Αντώνης Τσολναράς και ο κάθε Τσολναράς εκεί έξω δεν υπάρχει περίπτωση να βγάλει μια τόσο καίρια είδηση-ρεπορτάζ, αν πρώτα αυτή δεν διασταυρωθεί από 10 διαφορετικές πλευρές από α. τον αρχισυντάκτη του δελτίου και β. τον ή την παρουσιαστή/στρια του δελτίου.

Οπότε (κάνω εγώ μια εικασία) ενδεχομένως και ο συνάδελφος να λειτουργούσε υπό καθεστώς αφόρητης πίεσης για να «βγάλει λαβράκι» προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση από πλευράς των προϊσταμένων του, οι οποίοι εδώ και χρόνια μάς έχουν δώσει τα διαπιστευτήρια της εγκυρότητας και της «ψύχραιμης» δημοσιογραφίας τους (ο Νίκος Στραβελάκης ήταν αυτός που στην «βάρδια» του, στο δελτίο ειδήσεών του στο Mega, είχε παραποιηθεί το βίντεο για την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου τον Δεκέμβριο του 2008).

Μυστικά και ψέματα της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα

Θέλετε να το «χοντρύνουμε» και άλλο λίγο και να πούμε μερικά «κρυφά μυστικά και ντοκουμέντα»;

Ας πούμε λοιπόν μερικές ειλικρινείς κουβέντες για το πώς λειτουργεί η ελληνική δημοσιογραφία.

Κάτι βασικό για αρχή: δεν υπάρχει ελληνική δημοσιογραφία. Η ΕΣΗΕΑ λέει ότι υπάρχει δημοσιογραφία, τα sites λένε ότι υπάρχει δημοσιογραφία, οι διευθυντές λένε ότι υπάρχει δημοσιογραφία, αλλά δημοσιογραφία πραγματική, πρωτογενής, όπως αυτή του εξωτερικού (οπουδήποτε στο εξωτερικό, από ΗΠΑ μέχρι Νέα Ζηλανδία και από Ιταλία μέχρι Ρωσία) δεν υπάρχει, εκτός φυσικά απειροελάχιστων εγχώριων εξαιρέσεων, όχι μόνο sites, αλλά και κάποιων, δυστυχώς λίγων, ατόμων που δουλεύουν εξαιρετικά το ερευνητικό ή το (γεω)πολιτικό ρεπορτάζ (you know who you are and kudos for the good work).

Οι οποίοι απορώ πώς υπάρχουν, πώς βιοπορίζονται και, κυρίως, πού θα βρίσκονται σε 4-5 χρόνια από τώρα. Τα καλύτερα τους εύχομαι πάντως. Αυτοί οι λίγοι βγάζουν ασπροπρόσωπο έναν ολόκληρο κλάδο. Πάντως εμείς οι υπόλοιποι βαυκαλιζόμαστε μέσα στην επαγγελματική ματαιότητά μας και ξιπαζόμαστε μέσα στις δημοσιογραφικές μας ψευδαισθήσεις.

Δεν υπάρχει ελληνική δημοσιογραφία γιατί περίπου το 70% των κειμένων των ειδησεογραφικών sites είναι απλά στεγνές αντιγραφές από το ΑΠΕ, το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, τον κύριο και επίσημο φορέα ειδήσεων στην χώρα μας.

Ο,τι γράφει το ΑΠΕ, μετά από μερικά δευτερόλεπτα, ανεβαίνει, σχεδόν αυτούσιο σε κοντά 2.000 ελληνικά ενημερωτικά sites, αθηναϊκά, σαλονικιώτικα και επαρχιακά. Αν τύχει και βρεθείτε σε ειδησεογραφικό site σε ημέρα που έχει απεργία το ΑΠΕ, θα ακούσετε άπειρα καντήλια του στυλ «δεν έχει ΑΠΕ σήμερα, τι σκατά θα γράψουμε;» ή «ω ρε γμτ, δηλαδή τώρα πρέπει να γράψω ΕΓΩ ολόκληρο κείμενο; Δεν θα το πάρω έτοιμο από το ΑΠΕ να το ανεβάσω στο site;». Ναι, αλλά αυτό δεν είναι τρόπος να προσεγγίσεις την δημοσιογραφία, όπως και αν την εννοούμε.

Το υπόλοιπο 20% των ημερήσιων κειμένων που βλέπετε στα sites και δεν ανήκει στο ΑΠΕ είναι συνήθως τηλεοπτικά νέα, φάση Λιάγκες και Τατιάνες και πρωινάδικα, τι έγινε στα reality την προηγούμενη βραδιά και clickbaits της πλάκας, ένας δημοσιογραφικός «θεσμός» που θα έπρεπε να είναι ήδη ξεπερασμένος, αλλά, θαυμαστώ τω τρόπω, παραμένει alive and kicking. Γι’ αυτό και παραμένουν δημοφιλή κάτι sites τύπου zappit, με επίκεντρο την ανύπαρκτη ελληνική τηλεοπτική κουλτούρα και τηλεόραση εν γένει.

Υπάρχει και ένα 10% που είναι ειδήσεις από το εξωτερικό, ενδιαφέρουσες αναλύσεις, άρθρα γνώμης όπως π.χ. (τυχαίο όνομα) του πάντοτε καίριου και έγκριτου Παντελή Μπουκάλα στην «Καθημερινή» κτλ κτλ, πράγματα που χρήζουν προσοχής, αλλά που χάνονται μέσα στην τεράστια χαβούζα του ελληνικού Διαδικτύου.

[Και, για να ευλογήσουμε και τα γένια μας, υπάρχει και το Olafaq.gr, με σχεδόν 90% πρωτογενές περιεχόμενο].

Εννοείται πως τα περισσότερα από αυτά τα sites παραμένουν στον «αφρό» με ποικίλους τρόπους και όχι φυσικά επειδή τα διαβάζει ο κόσμος -μην πιστεύετε ούτε μια λέξη από τα νούμερα θεάσεων και χτυπημάτων που λέει ότι κάνει το κάθε site. Είναι όλα μαγειρεμένα προς τα πάνω με ξεκάθαρη αριθμητική υπερβολή και βασικά δεν υπάρχει και κανένας τρόπος να αποδειχθεί δια του λόγου το αναληθές. Γιατί και στην ελληνική δημοσιογραφία είσαι ό,τι δηλώσεις. Δηλώνεις «το πιο δημοφιλές ειδησεογραφικό site στην Ελλάδα», που το λένε 5 ή 6 διαφορετικά ΜΜΕ, αν το έχει πάρει καλά το μάτι μου; Ε, για να το λες, μάλλον είσαι κιόλας, σε εμπιστευόμαστε, δεν έχεις δώσει δικαιώματα τόσον καιρό.

Ούτε αυτά τα sites παραμένουν στον «αφρό» επειδή από πίσω τους βρίσκεται ένας 100% καθαρόαιμος δημοσιογράφος με ευδιάκριτο όραμα, δημοσιογραφική ηθική και ξεκάθαρο πλάνο. Πάνε αυτοί. Τους πάτησε το τρένο. Δυο-τρεις είναι οι πραγματικά αξιόλογοι και το παλεύουν μόνοι τους ενάντια στους ανεμόμυλους της ρεμούλας και της διαπλοκής.

Όχι. Παραμένουν στον αφρό επειδή κατά βάση ανήκουν σε σκιώδεις ανθρώπους της νύχτας ή σε ημιφωτισμένους (και καθόλου πεφωτισμένους) ανθρώπους της ημέρας: οι μεν πρώτοι εκβιάζουν πραγματικά τις διαφημιστικές εταιρείες για να παίρνουν διαφήμιση και να συντηρείται το site. Σηκώνουν το τηλέφωνο και ρίχνουν καντήλια. Κανονικά. Με απειλές κατά της ζωής κτλ.

Οι μεν δεύτεροι με πλαγιόθεν εκβιασμούς και με υπογειακούς και χειριστικούς τρόπους, όπως π.χ. λέγοντας «αν δεν μου δώσεις ετήσια διαφημιστική καμπάνια 100.000 ευρώ, θα πάρω τηλέφωνο έναν φίλο μου στην κυβέρνηση να στείλει σήμα να κάνουν έρευνα στα φορολογικά σου». Που είναι σαν να σε σταματάει μπάτσος για έλεγχο, να είναι όλα νομότυπα και να σου σπάει μόνος του το φανάρι σου με το γκλομπ του προκειμένου να βρει κάτι να σε γράψει.

Ρωτήστε απλά οποιοδήποτε υψηλόβαθμο στέλεχος διαφημιστικής εταιρείας στην Ελλάδα να σας πει τι έχει ακούσει στο τηλέφωνο από διευθυντές ιστοσελίδων. Θα θελήσετε να μεταναστεύσετε χθες κιόλας. Οι μηχανορραφίες της τηλεοπτικής σειράς Succession ωχριούν μπροστά σε αυτά που συντελούνται στην Ελλάδα.

Οκ, αυτά είναι τόσο παλιά κόλπα, όσο η ίδια η Γη, αλλά απλώς στην Ελλάδα του 2023, φαντάζουν ακόμη επικινδύνως γραφικά ή γραφικώς επικίνδυνα.

Φυσικά, πολλά από αυτά τα sites, όλως τυχαίως, έχουν στο διοικητικό τους συμβούλιο επιχειρηματίες που προωθούν την δική τους επιχειρηματική ατζέντα: αν π.χ. δείτε σε ένα site υπερβολικά πολλά άρθρα για «την τάδε φοβερή επένδυση στα νότια προάστια», συνήθως δυο τινά συμβαίνουν: είτε το site τα παίρνει «κάτω από το τραπέζι» από την εταιρεία που είναι υπεύθυνη για την εν λόγω επένδυση, είτε (το πιθανότερο) η ίδια η εταιρεία αυτή να κρύβεται πίσω από το site αυτό.

Οκ, δεν πέφτει κανείς από τα σύννεφα. Το ψιλουποψιάζεσαι ακόμη και αν δεν είσαι στο χώρο, όπως εγώ. Εξίσου επίσης όμως, δεν τελείται έτσι Δημοσιογραφία. Εκτελείται ίσως. Δεν τελείται πάντως.

Φυσικά, εκτός από ηλίθιους αναγνώστες, υπάρχουν αντίστοιχα και πάρα πολλοί ξύπνιοι και υποψιασμένοι, χωρίς να είναι απαραιτήτως συνωμοσιολόγοι ή «πυροβολημένοι». Οι οποίοι σε κάθε «υπόπτως ύποπτο» άρθρο, μπαίνουν και κράζουν, δικαίως, το site και τους διαχειριστές του για τις ανακρίβειες και τις μαλακίες που τους έχουν βάλει να διαβάζουν.

(Ανοίγω παρένθεση: παραδοσιακά, δυο από τα πιο «δυνατά» sections των sites είναι α. η στήλη ζωδίων και β. τα σχόλια των αναγνωστών κάτω από το κάθε άρθρο. Κανένα site δεν βγάζει αυτά τα δυο συστατικά από τον «αέρα» του γιατί χάνει πολύ traffic. Π.χ., διευθυντής από ένα γνωστό site – που θα παραμείνει ανώνυμος και αυτός και το site – μου έχει παραδεχθεί ότι η στήλη ζωδίων φέρνει τα περισσότερα νούμερα στην ιστοσελίδα, παρόλο που κανείς από τους ιθύνοντες του site δεν έχει σχέση ή έστω υπερασπίζεται την αστρολογία. Επίσης κανένα site δεν θα κλείσει το section των σχολίων του. Και αν το κάνει, δεν θα είναι τόσο λόγω δημοσιογραφικής δεοντολογίας, όσο επειδή κάποιος έγραψε κάτι για κάποιον άλλον, αυτός το διάβασε, προσβλήθηκε φυσικά και μετά πέφτουν οι μηνύσεις σαν το χαλάζι. Οπότε εκεί, ναι, κλείνεις τα σχόλια προκειμένου να έχεις το κεφάλι σου και την τσέπη σου ήσυχα. Κλείνει η παρένθεση).

Σε σχεδόν κάθε site λοιπόν πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν μερικοί χαμάληδες που κάνουν το εξής κάθε μέρα: είναι επιφορτισμένοι να τσεκάρουν τα σχόλια των αναγνωστών που γράφονται κάτω από το κάθε άρθρο (δηλαδή: «άρθρο»-διαφήμιση για το τάδε «έργο που θα σώσει την Ελλάδα και θα προσφέρει εκατοντάδες θέσεις εργασίας») και θα κόβουν, θα σβήνουν δηλαδή, τα σχόλια που καταφέρονται ονομαστικά ή έστω υπαινικτικά εναντίον του ιδιοκτήτη/επιχειρηματία του site -επίσης μια δημοσιογραφική πρακτική τόσο παλιά όσο ο Παρθενώνας.

Και αν πας να πεις κάτι ή να φέρεις αντίρρηση, ότι «παιδιά, αφήστε τους ανθρώπους που εκφράζονται κόσμια να πουν την άποψη τους, δεν έχουμε δα και τον Κιμ Γιονγκ ουν από πάνω μας», αμέσως θα έρθει ο αντίλογος: πώς τολμάω και καταφέρομαι εναντίον του «ανθρώπου που μού δίνει ψωμί να φάω».

Αυτή είναι η μόνιμη, οριακά προσβλητική, επωδός των κατά τόπους διευθυντάδων και αρχισυντακτών –λες και δεν επιτρέπεται να μισείς τα συκώτια του εργοδότη σου, αλλά να του χρωστάς αιώνια χάρη για τα 800 ή 900 ευρώ καθαρά που σου δίνει (με καθυστέρηση μερικών ημερών πάντα, αφού όλως τυχαίως «το λογιστήριο άργησε να περάσει την μισθοδοσία», που είναι ο φερετζές του «δεν μας πλήρωσαν ακόμη οι διαφημιστικές, οπότε δεν θα πληρωθείτε και εσείς και κόψτε τον λαιμό σας»).

Κάπως έτσι, το κάθε newsroom δεν έχει σχεδόν καμία πρωτογενή δημοσιογραφική πληροφορία: τα μεγάλα sites έχουν αστυνομικούς ή πολιτικούς συντάκτες ή «ελευθερατζήδες» (αυτούς που κάνουν το δυσκολότερο ρεπορτάζ όλων, το ελεύθερο γιατί οι υπόλοιποι παίρνουν μασημένο φαί από τα γραφεία Τύπου της ΕΛΑΣ ή των κομμάτων) που όντως δίνουν πρωτογενή κείμενα για τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, με μια διαφορά φυσικά: όλοι παίρνουν το ίδιο υλικό από την ίδια πηγή –επίσης με απειροελάχιστες εξαιρέσεις.

Είτε γίνει φόνος, είτε ληστεία, είτε γυναικοκτονία, θα δείτε το ίδιο και απαράλλαχτο ρεπορτάζ παντού, σε όλα τα sites: γιατί συμβαίνει αυτό όμως;

Πρώτον, γιατί όλα τα μικρομεσαία sites κάνουν το γνωστό κόλπο: παίρνουν το ρεπορτάζ του «μεγάλου» site, το δίνουν στα άτομα που δουλεύουν στην ροή των ειδήσεων, αυτοί αλλάζουν απλώς μια παράγραφο στην αρχή και το τέλος και μετά το ανεβάζουν στον «αέρα» τους. Φοβερή φάμπρικα.

Και όλο αυτό το υποκριτικό παιχνιδάκι («ρε μαλάκα, αφού σου είπα, άλλαξε απλώς 3-4 γραμμές στην αρχή και ρίξτο στον αέρα γρήγορα να προλάβουμε τον ανταγωνισμό», φωνάζει αυτή την στιγμή που διαβάζετε κάποιος αρχισυντάκτης σε κάποιο εγχώριο newsroom) κρατάει χρόνια. Και κανείς δεν βλέπει το δάσος. Όλοι κοιτάνε το δέντρο: μην τύχει και δεν αλλάξουμε μια παράγραφο. Μα οι υπόλοιπες 700 λέξεις είναι ολόιδιες, για μαλάκες μας (ή «τους») περνάτε; [Οκ, εδώ παίζει ρόλο και ο αλγόριθμος της Google για την αναγνώριση των χιλιάδων ειδήσεων, αλλά ας μην μπούμε στα τεχνικά ζητήματα τώρα].

Και δεύτερον, γιατί οι ρεπόρτερ αυτοί (χωρίς να φταίνε οι ίδιοι φυσικά, αφού τους πληρώνουν φραγκοδίφραγκα και είναι ολημερίς στο δρόμο) συνήθως έχουν καβατζώσει το αστυνομικό ή το πολιτικό ρεπορτάζ για 4-5 διαφορετικά ΜΜΕ (που τους δίνουν από 300 ευρώ έκαστο) και δίνουν το ίδιο κείμενο παντού, γιατί λογικό είναι, σιγά μην κάτσουν να γράψουν 5 διαφορετικές εκδοχές του ίδιου πράγματος, άνθρωποι είναι, δεν είναι ρομπότ. Κάπως έτσι, το βλέπεις εσύ παντού ίδιο και αναρωτιέσαι «μα τι διάολο συμβαίνει, γιατί τα βλέπω όλα διπλά σήμερα, δεν ήπια παραπάνω από τρία ουίσκια».

Εντωμεταξύ, όπου και αν κοιτάξετε στο εξωτερικό, τμήμα ροής ειδήσεων δεν υπάρχει αυτό καθαυτό: η Guardian ας πούμε, που θεωρείται και δημοσιογραφικά πρωτοπόρος, δεν διαθέτει newsroom per se ή όπως τέλος πάντων το εννοούμε στην Ελλάδα.

Πολλές φορές έχει τύχει να συμβεί κάτι στο Λονδίνο και τα βρετανικά site να μην το «κυνηγάνε» όσο εμείς, που ψάχνουμε πληροφόρηση από tweets διαφόρων αυτοπτών μαρτύρων.

Γι’ αυτό και είναι σημαντικά τα παρεμβατικά site που κάνουν πραγματική δημοσιογραφία, ερευνητική ή μη. Γι’ αυτό και είναι εξίσου σημαντικό να τα στηρίζουμε οικονομικά με τον οβολό μας, γιατί αλλιώς θα πέσουμε ακόμη πιο χαμηλά από την 107η θέση όπου βρισκόμαστε.

Η Δημοσιογραφία στην Ελλάδα είναι τελειωμένη υπόθεση εδώ και χρόνια, με αποκλειστική ευθύνη των εκάστοτε διευθυντάδων που από τύποι με πυγμή και άποψη κατάντησαν οσφυοκάμπτες μαφιόζων του κοινού ποινικού δικαίου. Τύποι «δίχως σπονδυλική στήλη» (spineless τους λένε οι Αγγλοσάξονες) που δεν νοιάζονται για τίποτα άλλο από το να το έχουν καλά με τον επιχειρηματία που τους δίνει το διχιλιαράκι ευρώ με αντάλλαγμα την μελλοντική τους ανέλιξη στον χώρο των επιχειρήσεων –γιατί σιγά μην κάτσουν στον χώρο της Δημοσιογραφίας.

Καμία πρόταση εκ μέρους τους για βελτίωση της εικόνας του site, καμία νύξη για βελτίωση των συνθηκών εργασίας των υπαλλήλων, καμία απολύτως «έναντι» τοποθέτηση στην εργοδοσία και τα πολιτικά της τσαλίμια. Spineless. Ο μισθός να μπαίνει και φύγαμε –είναι οι ίδιοι που θα σου πουν μετά «μα πηγαίνει η ώρα 6.01 και φεύγεις σαν δημόσιος υπάλληλος». Μα «σαν δημόσιο υπάλληλο μου συμπεριφέρεσαι και εσύ, τι θέλεις να κάνω;» 

Και το μέλλον δυστυχώς προβλέπεται δυσοίωνο στο χώρο: ξέρετε πόσα άτομα παραιτούνται από την ροή ειδήσεων κάθε μέρα; Ξέρετε πόσα άτομα έχουν παραιτηθεί μόνο φέτος από διάφορα newsrooms; Ξέρετε ότι οι διευθυντές δεν μπορούν πλέον να βρουν ανθρώπους να κάνουν ροή; Ότι εδώ και κανά χρόνο ψάχνουν με το τουφέκι άτομα για ροή γιατί άπειρα καταπληκτικά μυαλά «καίγονται» μέσα στο χώρο αυτό και άπειροι καλοί δημοσιογράφοι με ικανότητες νιώθουν burned out και ολοένα και πιο αποκομμένοι από την εγχώρια δημοσιογραφία;

Βασικά, το μέλλον είναι προδιαγεγραμμένο: μερικά 25χρονα παιδιά, απευθείας από το Καποδιστριακό ή το Τμήμα ΜΜΕ, να σου βγάζουν την λάντζα και την βρώμικη δουλειά, να σβήνουν σχόλια κατά του επιχειρηματία που έχει το site και να το βουλώνουν σαν πειθήνιοι επαγγελματίες και εσύ φίλε μου σκάσε και κολύμπα.

Για το τέλος, να πούμε μια ωραιότατη και διδακτικότατη ιστορία περί δημοσιογραφίας στη νέα εποχή, όπως την διηγείται η τέως διευθύντρια των New York Times, Τζιλ Αμπραμσον, στην αυτοβιογραφία της με τίτλο «Merchants of Truth». Σε ένα μίτινγκ, κάπου στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, ο CEO της εφημερίδας της ζήτησε «μερικές νέες -δημοσιογραφικού περιεχομενου- ιδέες, που ίσως θα μπορέσουν να αποφέρουν νέα έσοδα στην εταιρεία».

Η Αμπραμσον τον κοίταξε υποτιμητικά, του είπε «αν περιμένεις κάτι τέτοιο από μένα, μάλλον έχεις επιλέξει λάθος διευθύντρια» και έφυγε από το δωμάτιο, σαν να του λέει «καθείς εφ’ ω ετάχθη κι εγώ είμαι εδώ για να επιβλέπω αποκλειστικά το πώς το παραγόμενο δημοσιογραφικό περιεχόμενο είναι σωστό».

Σκεφτείτε τώρα ποιος έλληνας διευθυντής εφημερίδας θα έβαζε κόκκινη γραμμή στις (παράλογες ή υπερβολικές) απαιτήσεις ενός ιδιοκτήτη να κάνει εκτός από τον δημοσιογράφο και τον μαρκετίστα ή τον διαφημιστή και μετά ας αναλογιστούμε για ποιο λόγο η ελληνική δημοσιογραφία (εκεί όπου ένας δημοσιογράφος δολοφονήθηκε, ένας δημοσιογράφος πυροβολήθηκε, δημοσιογράφοι παρακολουθούνταν από την ΕΥΠ και δημοσιογράφοι τρώνε εργασιακό μπούλινγκ επειδή δεν ακολουθούν τη «γραμμή» του ΜΜΕ), πνέει τα λοίσθια.

Γι’ αυτό σας λέω: και «πολύ μας είναι» η θέση 107 στην κατάταξη για την ελευθερία του Τύπου.

Η θέση 107 δεν αποτελεί ντροπή και όνειδος: στην πραγματικότητα μάς κολακεύει αφάνταστα.

Και πάλι καλά να λέμε, στο τέλος της δημοσιογραφικής μας ημέρας.