Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξασφάλισε μετοχικό μερίδιο 10% στην εταιρεία της Σίλικον Βάλεϊ, Intel, σε μια συμφωνία που ολοκληρώθηκε μόλις λίγες εβδομάδες αφότου ο ίδιος χαρακτήριζε τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας ως ακατάλληλο για τη θέση και με σύγκρουση συμφερόντων. 

Αναλυτικά η ανάρτηση 

«Είναι μεγάλη μου τιμή να σας ανακοινώσω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πλέον κατέχουν και ελέγχουν πλήρως το 10% της INTEL, μιας σπουδαίας αμερικανικής εταιρείας με ένα ακόμα πιο εντυπωσιακό μέλλον. Διαπραγματεύτηκα αυτή τη συμφωνία με τον Lip-Bu Tan, τον ιδιαίτερα σεβαστό Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πλήρωσαν τίποτα για αυτές τις μετοχές, οι οποίες πλέον αποτιμώνται σε περίπου 11 δισεκατομμύρια δολάρια. Πρόκειται για μια εξαιρετική συμφωνία για την Αμερική και, επίσης, μια εξαιρετική συμφωνία για την INTEL. Η κατασκευή προηγμένων ημιαγωγών και τσιπ, που είναι και ο τομέας της INTEL, είναι θεμελιώδης για το μέλλον του έθνους μας. ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ ΜΕΓΑΛΗ! Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας σε αυτό το ζήτημα.» 

Η αμερικανική κυβέρνηση αποκτά το μερίδιο αυτό μέσω της μετατροπής 11,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων από προηγούμενα εκταμιευμένα κεφάλαια και υποσχέσεις. Συνολικά, η κυβέρνηση αποκτά 433,3 εκατομμύρια μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου, σε τιμή 20,47 δολαρίων ανά μετοχή — έκπτωση σε σχέση με την τιμή κλεισίματος της Παρασκευής, που ήταν 24,80 δολάρια. Αυτή η διαφορά τιμής σημαίνει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει ήδη ένα λογιστικό κέρδος ύψους 1,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων. 

Αυτή η εντυπωσιακή εξέλιξη καθιστά την κυβέρνηση των ΗΠΑ έναν από τους μεγαλύτερους μετόχους της Intel, σε μια περίοδο που η εταιρεία της Σάντα Κλάρα της Καλιφόρνια βρίσκεται στη διαδικασία απόλυσης άνω των 20.000 εργαζομένων, ως μέρος μιας νέας προσπάθειας ανάκαμψης μετά από χρόνια αποτυχιών υπό διάφορους διευθύνοντες συμβούλους. 

Ο σημερινός CEO της Intel, Lip-Bu Tan, βρίσκεται στη θέση του μόλις πέντε μήνες, και στις αρχές του μήνα, φαινόταν ήδη να βρίσκεται σε αβέβαιη θέση, όταν κάποιοι νομοθέτες εξέφρασαν ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια εξαιτίας παλαιότερων επενδύσεών του σε κινεζικές εταιρείες κατά τη διάρκεια της καριέρας του ως επενδυτής επιχειρηματικού κεφαλαίου. Ο Τραμπ εκμεταλλεύτηκε αυτές τις ανησυχίες σε ανάρτηση της 7ης Αυγούστου, ζητώντας την παραίτηση του Tan. 

Ωστόσο, ο Τραμπ υπαναχώρησε, όταν ο Tan, γεννημένος στη Μαλαισία, δήλωσε δημόσια την αφοσίωσή του στις ΗΠΑ σε μια επιστολή προς τους εργαζόμενους της Intel και επισκέφθηκε τον Λευκό Οίκο για να συναντηθεί με τον Πρόεδρο — οδηγώντας τελικά στη συμφωνία, που τώρα σημαίνει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ ποντάρει στην ανάκαμψη της εταιρείας, η οποία έχει χάσει πάνω από 22 δισεκατομμύρια δολάρια από τα τέλη του 2023. Ο Τραμπ χαρακτήρισε τον Tan «ιδιαίτερα σεβαστό» CEO στην ανάρτηση της Παρασκευής. 

Σε δήλωσή του, ο Tan επαίνεσε τον Τραμπ για «την ώθηση ιστορικών επενδύσεων σε έναν ζωτικής σημασίας τομέα» και δεσμεύτηκε να ανταποδώσει την εμπιστοσύνη του στην Intel. «Είμαστε ευγνώμονες για την εμπιστοσύνη που δείχνει ο Πρόεδρος και η Διοίκηση στην Intel και ανυπομονούμε να εργαστούμε για την ενίσχυση της τεχνολογικής και βιομηχανικής υπεροχής των ΗΠΑ», δήλωσε ο Tan. 

*Πηγή: ertnews.gr

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.