Όταν η Nancy Pelosi ταξίδεψε στην Ταϊβάν τον Αύγουστο, το γεγονός έγινε πρωτοσέλιδο σε όλο τον κόσμο και αναζωπύρωσε την ιδέα ενός νέου πολέμου μεταξύ Η.Π.Α. και Κίνας.
Αργότερα, στις αρχές Οκτωβρίου, η κυβέρνηση Biden έκανε μια πολύ πιο αποφασιστική κίνηση κατά της Κίνας. Αποφάσισε να διακόψει την πρόσβαση της Κίνας σε υψηλής ποιότητας microchip ή αλλιώς, ημιαγωγούς.
Συνήθως τα τεχνολογικά θέματα, ακόμα και αν αφορούν ή επηρεάζουν τις σχέσης μεταξύ κρατών, δεν κρίνονται ως «σημαντικές ειδήσεις», ωστόσο, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πολιτική απόφαση Αμερικανού προέδρου μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το μέτρο αυτό έχει ως στόχο να δημιουργήσει ανισορροπία στην παγκόσμια κοινότητα και η ζυγαριά να γείρει υπέρ των Η.Π.Α.
Ο τεχνολογικός «χρυσός»
Τα microship είναι μικρό υλικό προϊόν που αποτελείται συνήθως από πυρίτιο, είναι πανταχού παρόν και θεωρείται ο «εγκέφαλος» κάθε σύγχρονης συσκευής.
Χωρίς τους ημιαγωγούς το κινητό μας, η τηλεόραση και άλλες οικιακές (και μη) συσκευές, δεν θα είχαν κατασκευαστεί ποτέ. Οι «εγκέφαλοι» των αυτοκινήτων – προφανώς και τα πιο σύγχρονα μοντέλα που βασίζονται σε διάφορα ηλεκτρονικά κυκλώματα – δεν θα ήταν διαθέσιμοι, άρα θα είχαμε μείνει στις κατασκευές της δεκαετίας του 1980 και τα αεροπλάνα δεν θα πετούσαν. Επίσης, τα οπλικά συστήματα των κρατών, το χρηματιστήριο και οι τηλεπικοινωνίες εξαρτώνται άμεσα και απόλυτα από την τεχνολογία των microchip.
Οι εξελίξεις στην ανάπτυξη των ημιαγωγών τα τελευταία 50 χρόνια έχουν καταστήσει τις ηλεκτρονικές συσκευές μικρότερες, ταχύτερες και πιο αξιόπιστες.
Ένα μόνο chip ημιαγωγού έχει τόσα τρανζίστορ όσα και όλες οι πέτρες της Μεγάλης Πυραμίδας της Γκίζας, και σήμερα υπάρχουν περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια ολοκληρωμένα κυκλώματα σε καθημερινή χρήση σε όλο τον κόσμο. Ένας αριθμός, ίσος με των άστρα στο Γαλαξία μας.
Πρόκειται πραγματικά για ένα σύγχρονο θαύμα, ένα επίτευγμα ανθρώπινης εφευρετικότητας και μηχανικής που δεν συγκρίνεται με καμία άλλη βιομηχανία.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Βιομηχανίας Ημιαγωγών, το 2021, η Κίνα είχε το 7% του παγκόσμιου μεριδίου αγοράς microchip. Για σύγκριση, οι Η.Π.Α. είχαν 46%, η Κορέα 21%, η Ιαπωνία 9%, η Ε.Ε. 9% και η Ταϊβάν 8%.
Αλλά το παγκόσμιο μερίδιο αγοράς της Κίνας αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς και για να συνεχίσει σε αυτούς τους ρυθμούς, έχει ανάγκη τις εταιρείες των Η.Π.Α. και την τεχνολογία τους.
Τα νέα μέτρα των Η.Π.Α.
Επικαλούμενο τα συμφέροντα της εθνικής ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής των Η.Π.Α., το Υπουργείο Εμπορίου δήλωσε ότι τα νέα μέτρα αποσκοπούν στον περιορισμό της δυνατότητας του Πεκίνου «να αγοράζει και να κατασκευάζει chip υψηλής τεχνολογίας που χρησιμοποιούνται σε στρατιωτικές εφαρμογές».
Αμερικανοί αξιωματούχοι δικαιολόγησαν την κίνηση αυτή λέγοντας ότι αυτά τα στοιχεία και οι δυνατότητες χρησιμοποιούνται από την Κίνα για την παραγωγή προηγμένων στρατιωτικών συστημάτων, την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της και για την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι νέοι έλεγχοι των Η.Π.Α. στην βιομηχανία των ημιαγωγών, φαίνεται να έχει (προς το παρόν) συγκεκριμένα κριτήρια και αφορά μόνο τα microchip που η Κίνα δεν μπορεί να κατασκευάσει μόνη της.
Έρευνα του αμερικανικού Κέντρου για την Ασφάλεια και την Αναδυόμενη Τεχνολογία δείχνει ότι η Κίνα «εξαρτάται από εταιρείες με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες και συμμάχους των Η.Π.Α. για τα κορυφαία chip υπολογιστών που τροφοδοτούν τα smartphones, τους υπερυπολογιστές και τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης». Επιπλέον, κάθε προηγμένη μονάδα παραγωγής ημιαγωγών στον κόσμο «εξαρτάται σε κρίσιμο βαθμό από την αμερικανική τεχνολογία».
Σε πρώτη φάση, η κυβέρνηση Biden απαγόρευσε την εξαγωγή των microchip στην Κίνα και ακολούθησε ο περιορισμός εξαγωγής λογισμικού, εξοπλισμού και εξαρτημάτων που θα χρειαζόταν η Κίνα για να δημιουργήσει μια δική της προηγμένη βιομηχανία κατασκευής ημιαγωγών.
Ταυτόχρονα, με αυτά τα νέα μέτρα, αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας περιορίζονται αφού δεν μπορούν να συνεργαστούν πλέον με κινεζικές εταιρείες, ενώ αυτό θα επηρεάσει και τους κατασκευαστές microchip εκτός Ηνωμένων Πολιτείων, μιας που όλοι θα πρέπει να «συμμορφωθούν» με την «γραμμή» Biden. Με αυτόν τον τρόπο, οι Η.Π.Α. κλείνουν τους διαύλους επικοινωνίας της Κίνας με τους συμμάχους.
Η Emily Benson, εμπειρογνώμονας διεθνούς εμπορίου στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών με έδρα την Ουάσιγκτον, δήλωσε στους Japan Times, ότι η απόφαση αποτελεί «άμεση αντίδραση στην πολιτική συγχώνευσης πολιτικών και στρατιωτικών δραστηριοτήτων της Κίνας, η οποία προωθεί την τεχνολογία των microchip, καθώς η Ουάσιγκτον αμφισβητεί την ικανότητα διαχωρισμού μεταξύ των κινεζικών πολιτικών και στρατιωτικών ενεργειών».
Αν και οι έλεγχοι των Η.Π.Α. θα είναι εκτεταμένοι και αυστηροί, αυτή η νέα κατάσταση δεν σηματοδοτεί κάποιο νέο αμερικανικό εμπάργκο. Το Πεκίνο θα έχει την δυνατότητα να εισάγει ημιαγωγούς, όμως λιγότερο προηγμένους, για την εγκατάστασή τους σε οικιακές και ατομικές συσκευές, σε αυτοκίνητα και σε όποιον άλλο τομέα δεν απαιτούνται υψηλής τεχνολογίας ημιαγωγοί.
Ειδικοί αναλυτές αναφέρουν πως ο ευρύτερος στόχος του Αμερικανού προέδρου, είναι να περιορίσει την ανάπτυξη και την εξάπλωση τεχνολογιών και εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης, διασφαλίζοντας έτσι την ηγετική θέση των Η.Π.Α. – αλλά και γενικότερα της Δύσης – σε αυτόν τον σημαντικό τεχνολογικό τομέα.
Τον Αύγουστο, το αμερικανικό κοινοβούλιο ψήφισε τον νόμο “CHIPS and Science Act”, ο οποίος περιελάμβανε επενδύσεις ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην εγχώρια αμερικανική βιομηχανία ημιαγωγών. Σε συνδυασμό με τους νέους ελέγχους, αυτό ισοδυναμεί με «στραγγαλισμό» της κινεζικής τεχνολογικής βιομηχανίας και οι επιπτώσεις αυτού του γεγονότος (θα) είναι εκτεταμένες.
Μπορεί όμως η Κίνα να στηριχθεί αποκλειστικά σε δική της τεχνολογία;
«Η βιομηχανία των ημιαγωγών της Κίνας δεν είναι σε θέση να παράγει τα chip αιχμής που χρησιμοποιούνται σε εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης» έγραψε ο John Bateman στο Foreign Policy, ανώτερος συνεργάτης στο Πρόγραμμα Τεχνολογίας και Διεθνών Υποθέσεων του Ιδρύματος Carnegie για τη Διεθνή Ειρήνη, προσθέτοντας ότι η Ουάσινγκτον στοχεύει να διατηρήσει τα πράγματα ως έχουν. «Οι έλεγχοί της θα μπλοκάρουν τις κινεζικές αγορές ακόμη και στον τομέα του εξοπλισμού κατασκευής παλαιότερων chip».
Παρόλα αυτά, δεν είναι ακόμα σαφές ακριβώς τι αντίκτυπο θα έχουν οι νέοι έλεγχοι των Η.Π.Α.. Εδώ και καιρό, υπάρχουν εικασίες ότι η Κίνα έχει μεγάλο απόθεμα microchip και του απαραίτητου εξοπλισμού, και πως θα προσπαθήσει αναμφίβολα να παρακάμψει τους νέους ελέγχους.
Σύμφωνα με το The Conversation, η κατασκευή ημιαγωγών είναι ασύλληπτα πολύπλοκη. Απαιτεί εγκαταστάσεις τόσο καθαρές που κάνουν ένα χειρουργείο να μοιάζει βρώμικο και εξοπλισμό τόσο ακριβή που η βαθμονόμησή του επηρεάζεται από την περιστροφή της Γης. Όσο πιο υψηλής ποιότητας είναι το chip, τόσο πιο περίπλοκη είναι η διαδικασία κατασκευής του.
Το Πεκίνο ξοδεύει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για να επιδοτήσει τη βιομηχανία microchip, ώστε να προσπαθήσει να καλύψει το «χαμένο έδαφος» της Κίνας, ενώ επενδυτικά κεφάλαια που συνδέονται με την κινεζική κυβέρνηση ή ελέγχονται από την κυβέρνηση έχουν αγοράσει ξένες εταιρείες κατασκευής ημιαγωγών.
Όμως, ενώ η βιομηχανία chip της Κίνας αναπτύσσεται γρήγορα, εξακολουθεί να επικεντρώνεται κυρίως σε τεχνολογίες «καθυστερημένης αιχμής», όπως τις χαρακτήρισε ο Chris Miller, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Tufts.
Σε συνέχεια αυτής της θέσης του Miller, ορισμένοι κατασκευαστές υποστηρίζουν ότι η Κίνα δεν θα είναι σε θέση να παράγει τεχνολογικά προηγμένους ημιαγωγούς χωρίς τον εξοπλισμό και την τεχνογνωσία των Η.Π.Α., αλλά η τεχνολογική καινοτομία της Κίνας δεν πρέπει να υποτιμάται.
Η παγκόσμια αγορά των microchip
Τον Σεπτέμβριο, οι πωλήσεις συρρικνώθηκαν για πρώτη φορά απ’ τις αρχές του 2020 (αρχές της πανδημίας), καθώς τα στατιστικά στοιχεία της βιομηχανίας έδειξαν ότι παγκόσμια έλλειψη chip μετατράπηκε γρήγορα σε υπερπληθώρα, ξεπερνώντας την «ζήτηση».
Σύμφωνα με την Ένωση Βιομηχανίας Ημιαγωγών στην Ουάσιγκτον, οι πωλήσεις παγκοσμίως για τον μήνα μειώθηκαν κατά 3% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2021. Έρευνες ανέφεραν συρρικνωμένη ζήτηση για ηλεκτρονικά είδη, smartphone και υπολογιστές, η οποία είχε εκτιναχθεί στα ύψη κατά την διάρκεια των lockdown της περιόδου 2020 – 2021. Η Taiwan Semiconductor Manufacturing Co., μια απ’ τις μεγαλύτερες εταιρείες κατασκευής microchip, ανέφερε πως παραγγελίες απ’ τους μεγαλύτερους πελάτες τους (AMD, Nvidia, Qualcomm, MediaTek, JPMorgan κ.α.) ακυρώθηκαν αυτή την χρονιά.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το δεύτερο τρίμηνο του 2022, είχαμε 72 εκατομμύρια αποστολές Η/Υ, πτώση δηλαδή κατά 13% που είναι και η μεγαλύτερη των τελευταίων εννέα ετών.
Η ραγδαία αύξηση των πωλήσεων κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, έφερε μεγάλες επενδύσεις στην βιομηχανία των ημιαγωγών, και έτσι, οι εταιρείες είχαν προγραμματίσει για αυτή την χρονική περίοδο μεγάλη παραγωγή microchip. Με την κάθετη πτώση της ζήτησης στην αγορά, θα υπάρχει πλεονασμός στην διαθεσιμότητα, κάτι που δεν εκτιμάται πως θα ισορροπήσει πριν το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Η επόμενη μέρα
Τα νέα μέτρα των Η.Π.Α. κατά της Κίνας και υπέρ της τεχνολογικής κυριαρχίας τους, σε συνδυασμό με την πτώση των πωλήσεων των ημιαγωγών, θα μας απασχολήσει αργά ή γρήγορα το επόμενο διάστημα.
Όσο ποτέ άλλοτε, η προηγμένη τεχνολογία επηρεάζει και διαμορφώνει την καθημερινότητά μας, ίσως και σε βαθμό που δεν το αντιλαμβανόμαστε κάποιες φορές. Η ανθρώπινη βουτιά στον ψηφιακό κόσμο, εκεί που όλα ρυθμίζονται μέσω των microchip, είναι τόσο βαθιά που ακόμα και σημαντικές παγκόσμιες εξελίξεις – όπως ένα πόλεμος – μοιάζουν με ένα «μικρό κύμα» στον ωκεανό της τεχνολογίας.
Και ίσως, ο επόμενος μεγάλος πόλεμος, να αφορά τον τεχνολογικό αποκλεισμό και όχι την οικονομική εξαθλίωση – που θα προκύψει αναπόφευκτα σε επόμενο στάδιο.