Η διαρκώς αυξανόμενη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης παρουσιάζει πολυσδιάστατο και πρακτικό ενδιαφέρον υπό νομικό πρίσμα. Μία από τις βασικές πτυχές του ενδιαφέροντος αυτού σχετίζεται με τη δυνατότητα επίκλησης και αξιοποίησης των αναρτήσεων στα μέσα αυτά, όπως το Facebook και το Instagram, ως αποδεικτικά στοιχεία για πιθανές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή εγκλημάτων πολέμου.

Ωστόσο κάθε πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, έχει θέσει περιορισμούς σχετικά με το περιεχόμενο που μπορεί να αναρτηθεί με σκοπό την προστασία των χρηστών. Υπάρχει μία λίστα από απαγορευμένο περιεχόμενο, ή περιεχόμενο που υπόκειται σε περιορισμούς και μέσω της τεχνολογίας της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ) αφαιρούνται γραφικά, βίαια βίντεο ή αναρτήσεις που προωθούν τη βία, το ρατσισμό ή βίαιες και αποτρόπαιες εικόνες.

Τι συμβαίνει όμως, σε περιπτώσεις απολυταρχικών καθεστώτων, ή σε ένοπλες διαμάχες, όταν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ο μόνος τρόπος καταγραφής, διάδοσης και απόδειξης πολιτικών που καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα ή υποδηλώνουν παραβιάσεις εγκλημάτων πολέμου;

Η προστασία των χρηστών ιδιαίτερα των ανήλικων είναι εξαιρετικά σημαντική, ωστόσο, η διαγραφή τέτοιων αποδεικτικών εγκλημάτων πολέμων και παραβιάσεων ενδέχεται να καταστρατηγήσει την απονομή δικαιοσύνης καθώς υπάρχει περίπτωση να χαθούν οριστικά μετά τη διαγραφή τους, ειδικά όταν το πρωτότυπο έχει καταστραφεί ή κατασχεθεί.

Όταν πρόκειται για εικόνες από πολέμους, ή διαδηλώσεις που αποδεικνύουν κάποια παραβίαση, τα συστήματα της τεχνητής νοημοσύνης δεν μπορούν να διαχωρίσουν το περιεχόμενο από ένα βίντεο που απλά προάγει τη βία ή δείχνει κάτι αποτρόπαιο.

Οι πλατφόρμες λένε ότι έχουν υιοθετήσει πολιτικές εξαιρέσεων για γραφικό υλικό όταν είναι προς το δημόσιο συμφέρον, προσπαθώντας να εξισορροπήσουν τα καθήκοντά τους – αλλά όταν το BBC προσπάθησε να ανεβάσει βίντεο που τεκμηριώνουν επιθέσεις σε αμάχους στην Ουκρανία, διαγράφηκε γρήγορα.

Ο Ihor Zakharenko, είναι Ουκρανός δημοσιογράφος που κάλυπτε εξαρχής ρωσικές επιθέσεις κατά αμάχων, και μίλησε στο BBC σχετικά με την εμπειρία του. Όταν πριν ένα χρόνο σε προάστιο του Κιέβου ρωσικά στρατεύματα σκότωσαν γυναίκες και παιδιά στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν, βιντεοσκόπησε τα πτώματα και θέλησε να δημοσιεύσει τα βίντεο στο διαδίκτυο, ώστε ο κόσμος να δει τι συνέβη και να αντικρούσει το αφήγημα του Κρεμλίνου ότι έχουν μόνο στρατιωτικούς στόχους.

Το BBC ανέβασε το υλικό του Ihor στο Instagram και στο YouTube χρησιμοποιώντας ψευδείς λογαριασμούς. Το Instagram αφαίρεσε τρία από τα τέσσερα βίντεο μέσα σε ένα λεπτό.  Στην αρχή, το YouTube εφάρμοσε περιορισμούς ηλικίας στα 2 από τα 3, αλλά 10 λεπτά αργότερα τα αφαίρεσε όλα. Προσπαθήσαν ξανά – αλλά απέτυχαν. Ακόμα και μία έκκληση που έκαναν για επαναφορά με τη δικαιολογία ότι τα βίντεο αποτελούν στοιχεία για εγκλήματα πολέμου, απορρίφθηκε και αυτή.

Το YouTube και η Meta αναφέρουν ότι βάσει των εξαιρέσεών τους για πλάνα προς το δημόσιο συμφέρον, το περιεχόμενο που κανονικά θα αφαιρούνταν μπορεί να διατηρηθεί στο διαδίκτυο με περιορισμένη προβολή σε ενήλικες. Αλλά το πείραμά με τα βίντεο του Ihor υποδηλώνει το αντίθετο.

Το BBC μίλησε επίσης με τον Imad, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης ενός φαρμακείου στο Χαλέπι της Συρίας, μέχρι που μια βόμβα της συριακής κυβέρνησης προσγειώθηκε κοντά του το 2013.

Θυμάται πώς η έκρηξη γέμισε το δωμάτιο με σκόνη και καπνό. Ακούγοντας κραυγές για βοήθεια, πήγε στην αγορά έξω και είδε χέρια, πόδια και πτώματα αιμόφυρτα. Τα τοπικά τηλεοπτικά συνεργεία απαθανάτισαν αυτές τις σκηνές. Το βίντεο δημοσιεύτηκε στο YouTube και στο Facebook, αλλά στη συνέχεια αφαιρέθηκε. Στο χάος της σύγκρουσης, Σύροι δημοσιογράφοι είπαν στο BBC οι δικές τους ηχογραφήσεις του αρχικού βίντεο καταστράφηκαν επίσης σε βομβαρδισμούς.

Χρόνια αργότερα, όταν ο Imad έκανε αίτηση για άσυλο στην ΕΕ, του ζητήθηκε να παράσχει έγγραφα που αποδεικνύουν ότι βρισκόταν στη σκηνή. «Ήμουν σίγουρος ότι το φαρμακείο μου είχε καταγραφεί από την κάμερα. Αλλά όταν μπήκα στο διαδίκτυο, με πήγαινε σε ένα διαγραμμένο βίντεο.»

Ως απάντηση σε αυτού του είδους τα περιστατικά, οργανώσεις όπως η Mnemonic, μια οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα το Βερολίνο, παρενέβησαν για να αρχειοθετήσουν πλάνα πριν εξαφανιστούν. Η Mnemonic ανέπτυξε ένα εργαλείο για αυτόματη λήψη και αποθήκευση αποδεικτικών στοιχείων για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – πρώτα στη Συρία και τώρα στην Υεμένη, το Σουδάν και την Ουκρανία.

Έχουν σώσει περισσότερες από 700.000 εικόνες από εμπόλεμες ζώνες προτού αφαιρεθούν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένων τριών βίντεο που δείχνουν την επίθεση κοντά στο φαρμακείο του Imad. Κάθε εικόνα μπορεί να περιέχει μια βασική ένδειξη για να αποκαλύψει τι πραγματικά συνέβη στο πεδίο της μάχης – την τοποθεσία, την ημερομηνία ή τον δράστη.

Όμως οργανώσεις όπως η Mnemonic δεν μπορούν να καλύψουν κάθε τομέα σύγκρουσης σε όλο τον κόσμο. Δημοσιογράφοι και ακτιβιστές αναφέρουν ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη οι εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης να αποτρέψουν την εξαφάνιση αυτού του είδους των πληροφοριών.

Η απόδειξη ότι έχουν διαπραχθεί εγκλήματα πολέμου και φρικαλεότητες είναι απίστευτα δύσκολη – επομένως είναι ζωτικής σημασίας να υπάρχουν όσο το δυνατόν περισσότερες πηγές και ένα επίσημο σύστημα για τη συλλογή και την ασφαλή αποθήκευση του διαγραμμένου περιεχομένου.

Αυτό θα περιλαμβάνει τη διατήρηση μεταδεδομένων για την επαλήθευση του περιεχομένου που θα μπορέσει να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο για τη δίωξη εγκλημάτων πολέμου.

Είναι σημαντικό οι τεχνολογικές εταιρείες να λάβουν υπόψιν τους τη δύναμη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στη διαδικασία λογοδοσίας και να συμβάλλουν σε έναν κόσμο πιο αλληλέγγυο και ανθρώπινο.