Τα τελευταία χρόνια η έρευνα αρχίζει να συνδέει την ατμοσφαιρική ρύπανση με την κακή ψυχική υγεία που εκδηλώνεται με κατάθλιψη, άγχος, ψυχωσικές διαταραχές και συμπτώματα ΔΕΠΥ στα παιδιά.
Και ενώ οι περισσότερες μελέτες έχουν επικεντρωθεί στην αστική ρύπανση, πολλές από τις ίδιες τοξικές χημικές ουσίες που περιέχει η ατμόσφαιρα των πόλεων ανιχνεύονται και στον καπνό των δασικών πυρκαγιών και συχνά σε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες.
«Επειδή λαμβάνει χώρα αναποτελεσματική καύση ξύλου, φύλλων και εδάφους, ο καπνός της πυρκαγιάς περιέχει απλώς έναν τεράστιο αριθμό χημικών ουσιών. Από πολλές απόψεις, η εισπνοή καπνού από τις πυρκαγιές είναι παρόμοια με το κάπνισμα αφιλτράριστων τσιγάρων», σχολιάζει στη The Washington Post ο Paul Wennberg, χημικός της ατμόσφαιρας στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια. Αυτό που είναι πιθανότερο να εισπνεύσει κάποιος τόσο με τον επιβλαβή αστικό αέρα όσο και με τον καπνό της πυρκαγιάς είναι το διοξείδιο του αζώτου (NO2), ένα επιβλαβές αέριο που μπορεί επίσης να αντιδράσει με άλλες ενώσεις στον αέρα και να παραγάγει δευτερεύοντες ρύπους, όπως είναι το όζον.
Επίσης υπάρχει και η μικροσωματιδιακή ρύπανση με αιωρούμενα σωματίδια διαμέτρου 10 μm (εκατομμυριοστά του μέτρου) που ονομάζονται PM10 και με λεπτότερα, διαμέτρου 2,5μm, που ονομάζονται PM2,5. Όλες αυτές οι ενώσεις έχει βρεθεί ότι επηρεάζουν αρνητικά την ψυχική υγεία.
Ο καπνός της πυρκαγιάς με τα μικροσωματίδια που εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος μέσω των πνευμόνων κατά την εισπνοή, μπορεί να διανύσει μεγάλες αποστάσεις. Για αυτό αν κάποιος βρίσκεται σε περιοχή που επηρεάζεται από τον καπνό, καλό θα είναι να περιορίζει τις υπαίθριες δραστηριότητες και σε εξωτερικό χώρο να φοράει μια καλή μάσκα που μπορεί να φιλτράρει τα λεπτά σωματίδια.
Η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνει την κατάθλιψη
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε φέτος στο JAMA έδειξεότι σε όλες τις ΗΠΑ όσο περισσότερο οι άνθρωποι εκτίθενται στο όζον, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να αναπτύξουν κατάθλιψη. Μια βρετανική μελέτη έδειξε επίσης, ότι οι άνθρωποι που αναπνέουν τακτικά αέρα με μικροσωματίδια PM2,5 (τουλάχιστον 10,6 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο) έχουν 15% υψηλότερο κίνδυνο να πάθουν κατάθλιψη από εκείνους που ζουν σε περιοχές με λιγότερο από 9,3 μικρογραμμάρια αυτού του ρύπου ανά κυβικό μέτρο.
Για να αντιληφθεί κάποιος αυτά τα μεγέθη, αρκεί να αναφερθεί πως κατά τη διάρκεια της δασικής πυρκαγιάς στον Καναδά τον περασμένο Ιούνιο, ο αέρας στη Νέα Υόρκη στις 7 Ιουνίου περιείχε 196 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο μικροσωματίδια PM2,5.
«Είναι πιθανό μια μεγάλη έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση να αυξάνει τις πιθανότητες κατάθλιψης. Ωστόσο, ακόμη και η οξεία, βραχυπρόθεσμη έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να είναι επιζήμια», λέει στη The Washington Post ο Τζον Ιωαννίδης, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Αναφορικά με το άγχος, μια πρόσφατη μελέτη στην Κίνα διαπίστωσε ότι οι νέοι που ζουν σε περιοχές με τη μεγαλύτερη ρύπανση από μικροσωματίδια αντιμετωπίζουν 29% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης άγχους από εκείνους που κατοικούν σε πιο καθαρές τοποθεσίες. Συγκριτικά και σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το πρώτο έτος της πανδημίας ανέβασε τα επίπεδα άγχους παγκοσμίως κατά 25%.
Ταυτόχρονα, έρευνα που διεξήχθη πρόσφατα στην Καλιφόρνια έδειξε ότι το όζον αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης διπολικής διαταραχής, αυτοτραυματισμού και αυτοκτονίας, ενώ μια μελέτη στη Δανία σύνδεσε τα υψηλά επίπεδα NO2 του ατμοσφαιρικού αέρα με τη σχιζοφρένεια. Ακόμη και οι αρνητικές αλλαγές στη συμπεριφορά φαίνεται να αυξάνονται καθώς η ποιότητα του αέρα πέφτει κατακόρυφα. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, για παράδειγμα, τείνουν να συμπεριφέρονται χειρότερα.
Μπορεί να παραβιάζουν πιο γρήγορα τους κανόνες ή να ενεργούν επιθετικά, σύμφωνα με μια μελέτη. Μπορεί επίσης να δυσκολεύονται περισσότερο να αλληλεπιδράσουν με τους συνομηλίκους τους. Μια μετα-ανάλυση πολλών μελετών του 2020 διαπίστωσε ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση συμβαδίζει με ανήθικη συμπεριφορά, όπως η ανεντιμότητα και η εξαπάτηση στα σχολικά τεστ.
Είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση η πραγματική αιτία όλου του κακού;
Μελέτες όπως οι παραπάνω βασίζονται συχνά σε συσχετισμούς αντί σε αποδείξεις του πραγματικού αντίκτυπου και ως εκ τούτου είναι δύσκολο να επαληθευτεί ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι η πραγματική αιτία όλων αυτών των προβλημάτων ψυχικής υγείας. Συνήθως, οι επιστήμονες λαμβάνουν δεδομένα για την ατμοσφαιρική ρύπανση από διάφορες περιοχές και τα συνεκτιμούν με τον αριθμό των κατοίκων της περιοχής που αναπτύσσουν κατάθλιψη ή άγχος.
Και ενώ προσπαθούν να ελέγξουν μια σειρά από μεταβλητές που θα μπορούσαν να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα -όπως το γεγονός ότι η φτώχεια συχνά σημαίνει ζωή σε μολυσμένες περιοχές άρα και υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης- δεν μπορούν να ελέγξουν μεμονωμένα κάθε πιθανό παράγοντα που μπορεί να θολώσει την εικόνα.
«Θα ήταν ανήθικο να διεξαχθεί μια τυχαιοποιημένη δοκιμή ελέγχου. Δεν μπορούμε να τυχαιοποιήσουμε τους ανθρώπους να αναπνέουν μολυσμένο αέρα ή πιο υγιεινό αέρα. Οπότε βασιζόμαστε κυρίως σε στοιχεία παρατήρησης για αυτό», λέει ο Ιωάννης Μπακόλης, επιδημιολόγος στο King’s College του Λονδίνου.
Ωστόσο, οι επιστήμονες έχουν καλούς λόγους να πιστεύουν ότι στην πραγματικότητα ο βρώμικος αέρας προκαλεί προβλήματα ψυχικής υγείας. Ο Μπακόλης λέει πως «έχουμε τέτοιους βιολογικούς μηχανισμούς που έχουν δοκιμαστεί σε πειραματικές μελέτες σε ζώα». Δύο τέτοιοι μηχανισμοί περιλαμβάνουν τη φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες, τη βλάβη των κυττάρων και του DNA από μόρια που ονομάζονται ελεύθερες ρίζες. Σύμφωνα με τον David Eisenman, ερευνητή δημόσιας υγείας στο UCLA, «η ζωή σε περιβάλλον γεμάτο καπνό επηρεάζει τη χημεία του εγκεφάλου».
Οι ατμοσφαιρικοί ρύποι φτάνουν στον εγκέφαλο είτε μέσω των πνευμόνων, όπου μπορεί να συλληφθούν από το αίμα και να μεταφερθούν μέσω του αιματοεγκεφαλικού φραγμού ή ακόμα πιο άμεσα, μέσω του οσφρητικού επιθηλίου, του ιστού μέσα στη μύτη με υποδοχείς που μας βοηθά να μυρίζουμε.
Όταν βρεθούν εκεί, τέτοια μόρια μπορούν να προκαλέσουν σοβαρή ζημιά. Μελέτες σε αρουραίους αποκαλύπτουν, για παράδειγμα, ότι το οξειδωτικό στρες που προκαλείται από το όζον σκοτώνει τους εγκεφαλικούς νευρώνες που παράγουν κανονικά ντοπαμίνη, έναν νευροδιαβιβαστή που εμπλέκεται στα κίνητρα και στο πώς ανταποκρινόμαστε στις ανταμοιβές, και συχνά αποκαλείται «μόριο ευχαρίστησης». (Μελέτες σε ζώα δεν αναπαράγουν συχνά το αποτέλεσμα σε ανθρώπους.) Άλλες έρευνες δείχνουν ότι ορισμένα κύτταρα στον εγκέφαλο μπορεί να επιτεθούν σε ρύπους, πυροδοτώντας μια ανοσοαπόκριση που έχει συνδεθεί με την κατάθλιψη.
Η επίδραση της ρύπανσης στην αντίδραση του σώματος στο στρες
Η ατμοσφαιρική ρύπανση φαίνεται επίσης να επηρεάζει την απόκριση του οργανισμού στο στρες. Όταν Καναδοί ερευνητές ανάγκασαν τους εργαστηριακούς αρουραίους να αναπνεύσουν όζον, παρατήρησαν ότι όχι μόνο το σώμα των ζώων πλημμύρισε με ορμόνες του στρες, αλλά άλλαξε ακόμη και την έκφραση των γονιδίων του στρες στον εγκέφαλό τους – βασικά, άνοιξε τα γονίδια του στρες, σαν διακόπτης φωτός.
Οι αρουραίοι δεν είναι άνθρωποι, φυσικά, αλλά μια μελέτη του 2022 υποδηλώνει ότι ο μολυσμένος αέρας αλλάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιδρούν στο στρες. Σε μια μελέτη αρκετές δεκάδες άντρες που ζούσαν στο Βερολίνο έπρεπε να κάνουν περίπλοκους μαθηματικούς υπολογισμούς μπροστά σε μια ομάδα πολύ αυστηρών κριτών (όλα αυτά έγιναν για να προκαλέσουν άγχος), ενώ ταυτόχρονα οι ερευνητές τους έκαναν λειτουργική μαγνητική τομογραφία στον εγκέφαλό τους. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι εγκέφαλοι των ανδρών που ζουν σε περιοχές πιο μολυσμένες με σωματίδια PM2.5 ενεργοποιούνται διαφορετικά αποκρινόμενοι στο στρες συγκριτικά με τους εγκεφάλους των ανθρώπων που έχουν την τύχη να κατοικούν σε καθαρότερα μέρη της πόλης.
Φυσικά, η ατμοσφαιρική ρύπανση και η αιθάλη των δασικών πυρκαγιών ειδικότερα, μπορεί να επηρεάσει τη ψυχολογία μας και σε καθαρά πνευματικό επίπεδο. Είναι απλά δύσκολο να νιώθει κάποιος χαρούμενος όταν ξέρει ότι ο πλανήτης καίγεται. Οι ψυχολόγοι μιλούν για το άγχος του κλίματος ή για κάτι που αποκαλούν “solastalgia”, δηλαδή θλίψη επειδή βλέπουν το φυσικό περιβάλλον να μεταμορφώνεται αρνητικά. Ήδη το 69% των Αμερικανών ανησυχούν για το κλίμα, ενώ το ποσοστό εκείνων που αυτοχαρακτηρίζονται ως «πολύ» ανήσυχοι ανέρχεται στο 29%. Τα καλά νέα, λένε οι ειδικοί, είναι ότι υπάρχουν μερικοί τρόποι για να προστατευτούμε από τις βλαβερές για τον εγκέφαλο επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ειδικά εάν αυτή αυξάνεται μόνο προσωρινά από τους καπνούς δασικών πυρκαγιών.
«Μείνετε σε εσωτερικούς χώρους εάν είναι δυνατόν και χρησιμοποιήστε φίλτρα αέρα», λέει ο Wennberg, προσθέτοντας ότι οι καλά τοποθετημένες μάσκες N95 ήKN95 θα πρέπει να «φιλτράρουν το μεγαλύτερο μέρος των PM2.5».
Τα κακά νέα είναι ότι ορισμένα μοντέλα κλιματικής αλλαγής προβλέπουν ότι τα επίπεδα ρύπανσης με PM2,5 που προκαλούνται από πυρκαγιές μπορεί να διπλασιαστούν έως το 2100. Οι ειδικοί προβλέπουν ότι ο κόσμος που θερμαίνεται θα φέρει περισσότερες πυρκαγιές, οι καπνοί θα καλύψουν περισσότερους ουρανούς και εμείς, πιθανότατα, θα επιβαρυνθούμε ψυχικά περισσότερο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Wennberg λέει ότι εάν θέλουμε να μειώσουμε τα βάρη της ψυχικής υγείας από την ατμοσφαιρική ρύπανση εξαιτίας των πυρκαγιών, θα πρέπει να επικεντρώσουμε τις προσπάθειές μας σε έναν στόχο: «Πάνω από όλα, καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής!».
Πηγή: The Washington Post