Οι χημικές ουσίες που είναι γνωστές ως ενδοκρινικοί διαταράκτες και βρίσκονται ακόμα και σε αντικείμενα καθημερινής χρήσης έχουν χαρακτηριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως «παγκόσμια απειλή».
Μια νέα μελέτη με επικεφαλής ερευνητές του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης διαπιστώνει ότι ακόμα και η έκθεση των εγκύων στις ουσίες αυτές μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη των παιδιών κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.
Στην έρευνα, που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Environmental Health Perspectives», συμμετείχαν 1.911 ζεύγη μητέρας-παιδιού από την Ισπανία.
Οι ερευνητές μέτρησαν τις συγκεντρώσεις αυτών των χημικών ουσιών σε δείγματα ούρων και αίματος που συλλέχθηκαν από γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Στη συνέχεια μέτρησαν τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) των παιδιών με την πάροδο του χρόνου.
Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες (endocrine disruptors, EDC) είναι χημικά προϊόντα που επιδρούν στο ορμονικό σύστημα των ανθρώπων και των ζώων. Περιέχονται σε φυτοφάρμακα, ζιζανιοκτόνα, ακόμα και ρούχα, έπιπλα, μπουκάλια, συσκευασίες τροφίμων, ηλεκτρονικά και παιχνίδια.
Μια από τις καινοτομίες της μελέτης ήταν ότι εκτός από τη μελέτη μεμονωμένων χημικών ουσιών, οι ερευνητές πραγματοποίησαν επίσης ανάλυση μείγματος αυτών.
Στην έρευνα διαπιστώθηκε ότι η έκθεση των εγκύων στις ουσίες αυτές συνδέεται με την ταχύτερη αύξηση του ΔΜΣ των παιδιών από τη γέννησή τους έως την ηλικία των εννέα ετών.
Επίσης, εντοπίστηκε ότι η προγεννητική έκθεση σε συγκεκριμένες ουσίες μπορεί να μεταβάλει σημαντικά την πορεία του ΔΜΣ του παιδιού και οι μεταβολές αυτές χαρακτηρίζονται είτε από χαμηλότερο μήκος γέννησης του βρέφους που ακολουθείται από επιταχυνόμενη αύξηση του ΔΜΣ, είτε από υψηλότερο μήκος γέννησης με επιταχυνόμενη αύξηση του ΔΜΣ.
Εξάλλου, σε άλλη πρόσφατη έρευνα που συντονίστηκε από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης διαπιστώθηκε η συσχέτιση μεταξύ της έκθεσης σε φθαλικές ενώσεις κατά την εγκυμοσύνη και μικρότερων ογκομετρικών μεγεθών σε ορισμένα τμήματα του εγκεφάλου και χαμηλότερου δείκτη νοημοσύνης στα παιδιά.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο «Molecular Psychiatry», υπέδειξε ότι τα παιδιά, των οποίων οι μητέρες είχαν μεγαλύτερη έκθεση σε ορισμένες φθαλικές ενώσεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, τείνουν να έχουν λιγότερη φαιά ουσία στον εγκέφαλό τους όταν φτάσουν στην ηλικία των δέκα ετών και χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης στην ηλικία των 14 ετών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ