Η διάσημη κληρονομιά των κορσέδων της Vivienne Westwood βρέθηκε στο επίκεντρο έκθεσης με τίτλο «Vivienne Westwood Corsets – 1987 to Present Day», αναφέρει το ΑΠΕ.

Η έκθεση φιλοξενήθηκε στο εμβληματικό κατάστημα Mayfair του brand και διοργανώθηκε στο πλαίσιο της Εβδομάδας Χειροτεχνίας του Λονδίνου.

Αρχίζοντας στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η Βίβιεν Γουέστγουντ επανέφερε τους κορσέδες στη συλλογή της «Harris Tweed» για το Φθινόπωρο/Χειμώνα του 1987, κομβική στιγμή στη λαμπρή καριέρα της.

Η έκθεση ανέδειξε το ταξίδι αναμόρφωσης του ιστορικά περιοριστικού ενδύματος σε σύμβολο ενδυνάμωσης.

Το αμάνικο μπουστάκι, εμπνευσμένο από τη μόδα του 18ου αιώνα, αψήφησε τις συμβάσεις ανυψώνοντας τους κορσέδες από εσώρουχα σε εξωτερικά ενδύματα.

Στην έκθεση παρουσιάστηκε μια σειρά από κορσέδες που σχεδίασαν η αείμνηστη σχεδιάστρια μόδας και ο σύζυγός της, Αντρέας Κροντχάλερ, ο οποίος ανέλαβε επικεφαλής δημιουργικού της συλλογής «Gold Label» του brand το 2016. Η συλλογή είναι διαθέσιμη και στο online κατάστημα του brand.

Ποια ήταν η Vivienne Westwood

Έμαθε αργυροχοΐα και κατασκευή κοσμημάτων και κατόπιν έγινε δασκάλα σε δημοτικό σχολείο, αλλά στα τέλη της δεκαετίας του ’60, λίγο πριν τα 30 της χρόνια, η Γουέστγουντ ξεκίνησε αρχικά να ράβει ρούχα για τις νεανικές ομάδες της κουλτούρας των Teddy Boys (οι οποίοι πλακώνονταν τότε σε πολλές πόλεις της Βρετανίας με τους mods, που θεωρούνταν ως οι μουσικοί και στυλιστικοί τους «αντίπαλοι»). Τότε ήταν που πήρε και διαζύγιο από τον πρώτο της σύζυγο, τον Ντέρεκ Γουέστγουντ, κρατώντας ωστόσο το επώνυμό του – το πραγματικό της όνομα ήταν Βίβιαν Ίζαμπελ Σουάιρ.

Αμέσως μετά γνώρισε τον φοιτητή Μάλκολμ Μακλάρεν, ο οποίος σύντομα έγινε συνοδοιπόρος της τόσο στην προσωπική όσο και την επαγγελματική της ζωή. Άνοιξαν μαζί το κατάστημα ρούχων «Let It Rock» στην King’s Road στο Chelsea που αρχικά απευθυνόταν στην υποκουλτούρα των Teddy Boys. Ωστόσο, το 1972, βλέποντας την κουλτούρα αυτή να πνέει τα λοίσθια και παρατηρώντας την γέννηση του glam rock, το μετονόμασαν σε «Too Fast to Live Too Young to Die», δίνοντας έμφαση στην κουλτούρα του μηχανόβιου στυλ τύπου «Ο Ατίθασος» με επιρροές από τον πρωταγωνιστή της ταινίας, τον Μάρλον Μπράντο.

«Let It Rock was digging in the ruins of past cultures that you cared about. It was giving them another brief moment in the sun. It wasn’t about doing anything new. It was an homage. It was nostalgia», δήλωνε τότε ο ίδιος ο Μακλάρεν. Ενα από τα πρώτα προϊόντα που έφτιαξε η Γουέστγουντ ήταν μπλουζάκια (αλλά και εσώρουχα) με το πρόσωπο του Τζέρι Λι Λιούις και την επιγραφή «The Killer Rocks On!».

Το 1974, άλλαξαν και πάλι το όνομα του καταστήματος, αυτή τη φορά σε «SEX», όπου πουλούσαν κυρίως δερμάτινα ρούχα εμπνευσμένα από σαδομαζοχιστικές πρακτικές και αντικείμενα S&M, χρησιμοποιώντας μάλιστα το προκλητικό σλόγκαν «rubberwear for the office».

Η συνέχεια περιελάμβανε τους Sex Pistols, τους οποίους έντυσε με σκισμένα μπλουζάκια και κατεστραμμένα κοστούμια διακοσμημένα μέχρι και με ναζιστικές σβάστικες καθώς και λέξεις όπως «DESTROY». Η Γουέστγουντ μίλησε με την γλώσσα της ενδυματολογικής και εικονιστικής πρόκλησης σε μια εποχή που αυτό απαιτούσε όντως η κοινωνία: κάτι να την ταρακουνήσει από την μαζική της ύπνωση και τον επερχόμενο Θατσερισμό της νεο-φιλελεύθερης αγοράς.

Όμως και καθώς το πανκ αποδείχθηκε βραχύβιο (και μετατράπηκε σταδιακά σε post punk και new wave), το όνομα του καταστήματος άλλαξε πάλι, αρχικά σε «Seditionaries» και τελικά το 1980 σε «Worlds End». Και είναι ακριβώς εκείνο το σημείο που η Γουέστγουντ έχει πλέον βάλει στην παλέτα των δημιουργιών της στοιχεία από πολλες και ετερόκλητες κουλτούρες, όπως των mods, των skinheads, των rastas και των rudies, και λόγω της ska και της reggae που ήταν τόσο εξαιρετικά δημοφιλείς στην βρετανική νεολαία.

Πώς το έκανε αυτό; Έβρισκε ρούχα από δεύτερο χέρι στις υπαίθριες λονδρέζικες αγορές όπως αυτή του Πορτομπέλο, τα αγόραζε και αφού τα πήγαινε στο εργαστήριό της, κυριολεκτικά τα έσκιζε μέχρι τέλους, προκειμένου να κατανοήσει τον τρόπο κατασκευής τους. Είναι αυτό που οι Βρετανοί ονομάζουν «know thy enemy» – «μάθε τον εχθρό», είτε είναι άνθρωπος, είτε ένα απρόσωπο ύφασμα που εσύ θα πρέπει να το μεταμορφώσεις στην συνέχεια σε κάτι ενδιαφέρον.

Και κατόπιν βγήκε και δήλωσε ανερυθρίαστα: «η μόδα είναι επανάσταση».