Ο David Jolicoeur των De La Soul, το rap συγκρότημα που διεύρυνε το λεξιλόγιο του hip-hop στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με εκλεκτικά samples και εκκεντρικό χιούμορ, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι του MTV, πέθανε την Κυριακή. Ήταν 54 ετών.
Ο θάνατός του επιβεβαιώθηκε από τον υπεύθυνο δημοσίων σχέσεων του συγκροτήματος, Tony Ferguson, ο οποίος δεν διευκρίνισε την αιτία. Τα τελευταία χρόνια, ο Jolicoeur είχε μιλήσει ανοιχτά για την πάλη του με τη καρδιακή ανεπάρκεια, μεταξύ άλλων στο τραγούδι τους “Royalty Capes”.
Οι De La Soul εμφανίστηκαν με το άλμπουμ “3 Feet High and Rising” το 1989, μια εποχή που η hip-hop δεν ήταν ακόμα mainstream. Εκείνη την περίοδο, η δημόσια εικόνα της κουλτούρας ήταν συχνά “επιθετική” προς την προνομιούχα λευκή κοινότητα, με συγκροτήματα όπως οι Public Enemy και οι N.W.A να μιλούν για τον ρατσισμό, την αστυνομική βία και την παραμέληση που αντιμετώπιζαν οι κοινότητες των μαύρων στην Αμερική.
Αντίθετα, οι De La Soul, τρεις νεαροί της μεσαίας τάξης από το Λονγκ Άιλαντ, παρουσιάστηκαν με χίπικα φλοράλ σχέδια, φαρδιά και έντονα χρωματιστά ρούχα, ως αντίθεση στο βασικό lifestyle και συμπεριφορικό μοτίβο των υπόλοιπων της hip-hop κουλτούρας – χρυσές αλυσίδες, μαύρα γυαλιά και B-boy ρούχα [σ.σ. αυτοί που χορεύουν break dance].
Ο Jolicoeur – του οποίου αρχικά το καλλιτεχνικό όνομα στο γκρουπ ήταν Trugoy the Dove, αν και ήταν επίσης γνωστός ως Plug Two, Dove και αργότερα, απλά Dave – είχε γράψεις τους πρώτους στίχου του κομματιού “Me Myself and I”, το οποίο ήταν και το πρώτο βίντεο κλιπ των De La Soul που έπαιξε στο MTV: “Mirror mirror mirror on the wall / Tell me mirror, what is wrong? / Can it be my de la clothes / Or is it just my de la song?”
Άλλα singles από το ντεμπούτο άλμπουμ τους, “3 Feet High and Rising” [1989, Tommy Boy], που γνώρισαν επιτυχία ήταν τα “Say No Go” και “Eye Know“. Μπορεί να μην κατέκτησαν τα charts, αλλά έδειξαν τη νέα κατεύθυνση που θα έπαιρνε το hip-hop τα αμέσως επόμενα χρόνια – ακολουθήσαν οι A Tribe Called Quest, Arrested Development κ.α.
Με πληροφορίες από The New York Times