Υπάρχουν στιγμές στην ιστορία του κινηματογράφου που ένας ηθοποιός μοιάζει να ξεπερνά τον ρόλο του, να αποτυπώνει κάτι μεγαλύτερο από την ίδια την αφήγηση μιας ταινίας. Η Έμα Στόουν με το ξυρισμένο κεφάλι της, τις ακριβείς εκφορές του λόγου και τη γενναιότητα να πλάθει ξανά έναν χαρακτήρα που ήδη χαρακτηρίζεται “αξέχαστος”. Δίνει την εντύπωση πως δεν ακολουθεί απλώς μια πορεία … τη χαράζει. Όπως η Κάθριν Χέπμπορν κάποτε διέλυσε τις βεβαιότητες για το τι σημαίνει “γυναικείος ρόλος” στο Χόλιγουντ, έτσι και η Στόουν αποδεικνύει ότι η εποχή μας μπορεί να αποκτήσει τη δική της μούσα, ικανή να επαναπροσδιορίσει την έννοια της πρωταγωνίστριας.
Το «Bugonia» του Γιώργου Λάνθιμου είναι κάτι περισσότερο από μια ακόμη κινηματογραφική πρόκληση. Είναι η σφραγίδα μιας συνεργασίας που έχει ήδη ανατρέψει τα δεδομένα με τα «Poor Things» και «The Favourite» και που τώρα, όπως φαίνεται μπαίνει στην πιο ώριμη φάση της. Ο Λάνθιμος μοιάζει να κινείται στο δικό του “Χίτσκοκ στάδιο”. Η κάμερά του δεν καταγράφει απλώς, αλλά επιβάλλει ένα σύμπαν που είναι ταυτόχρονα αλλόκοτο και οικείο, βίαιο και σπαρακτικά αστείο. Σ’ αυτό το σύμπα η Στόουν δίνει σάρκα και οστά σε μια Διευθύνουσα Σύμβουλο που οι απαγωγείς της πιστεύουν ότι είναι εξωγήινος έτοιμος να καταστρέψει τη Γη.
Αντίθετα με τα στερεότυπα η Στόουν δεν υποδύεται την κλασική ηρωίδα που ζητά τη σωτηρία της. Κινείται με αυθεντική άγνοια του φόβου, φτιάχνοντας έναν ρόλο που ακροβατεί ανάμεσα στο κωμικό, το τρομακτικό και το απρόβλεπτο. Είναι αυτός ο τύπος ερμηνείας που δεν αντιγράφει τη Χέπμπορν, αλλά συνεχίζει το νήμα της: γυναίκες με σθένος, με εσωτερικές αντιφάσεις που δεν ζητούν συγγνώμη ούτε για την αδυναμία ούτε για τη δύναμή τους. Όπως η Χέπμπορν αρνήθηκε να μείνει στα στερεότυπα της “χαριτωμένης νεανίδας” και επέβαλε ρόλους γεμάτους πνεύμα και ανυποχώρητη ανεξαρτησία, έτσι και η Στόουν επιμένει να αναμετριέται με ρόλους που διαρκώς ανατρέπουν την εικόνα της.
Η ταινία δεν ανήκει μόνο στη Στόουν. Ο Τζέσι Πλέμονς, ήδη υποψήφιος για Όσκαρ με το “The Power of the Dog”, ξεπερνά τον εαυτό του, ενώ η είσοδος του νεοεμφανιζόμενου Έινταν Ντέλμπις, ενός αυτιστικού ηθοποιού που αυτοπροσδιορίζεται ως τέτοιος χαρίζει στο έργο έναν ακατέργαστο ηλεκτρισμό. Η παρουσία του δίπλα σε δύο ερμηνευτές του μεγέθους της Στόουν και του Πλέμονς φέρνει μια αίσθηση απρόβλεπτου. Μία σπίθα που μπορεί να ξεσπάσει σε κάθε σκηνή.
Είναι ξεκάθαρο πως το βάρος της ταινίας πέφτει στο πρόσωπο της Στόουν. Στα 36 της χρόνια, με δύο Όσκαρ ήδη στην κατοχή της δε διστάζει να εισχωρεί σε εδάφη που άλλοι θα απέφευγαν. Η πορεία της από το ευρηματικό χιούμορ του «Easy A» έως την τρυφερή ευαλωτότητα στο «The Favourite» και από την ακροβασία στο «Birdman» έως τη σουρεαλιστική τόλμη των «Poor Things» αποδεικνύει πως κάθε ρόλος είναι μια νέα αναγέννηση. Σαν τη Χέπμπορν που ξεκίνησε με screwball κωμωδίες και έφτασε σε δραματικά αριστουργήματα, έτσι και η Στόουν φαίνεται να γράφει ένα καλλιτεχνικό αφήγημα σπάνιας συνέπειας.
Το «Bugonia» αναμένεται να βρεθεί στην πρώτη γραμμή της οσκαρικής κούρσας. Δεν είναι μόνο οι ερμηνείες ή η σκηνοθεσία που το καθιστούν διεκδικητή. Είναι και το ίδιο το θέμα του, η τόλμη να σατιρίσει με δηλητηριώδη ακρίβεια τον κόσμο μας, όπως ο Άνταμ ΜακΚέι επιχείρησε με το “Don’t Look Up”. Η διαφορά είναι ότι το σενάριο του Γουίλ Τρέισι δεν μιλά αφ’ υψηλού στο κοινό, αλλά του κρατάει έναν καθρέφτη και σ’ αυτόν τον καθρέφτη η Στόουν δεν είναι απλώς μια ηθοποιός. Αποτελεί τη φιγούρα που κουβαλάει πάνω της όλη την ένταση και τις αντιφάσεις της εποχής μας.
Όταν πριν δεκαετίε η Καθρίν Χέπμπορν περπατούσε κόντρα στους κανόνες του Χόλιγουντ κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι θα φτάσει να κατέχει τέσσερα Όσκαρ, κατακτώντας μια μοναδική θέση στην ιστορία του κινηματογράφου. Σήμερα η Έμα Στόουν δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτα, αλλά συνεχίζει να το κάνει με κάθε ρόλο. Το «Bugonia» είναι το επιστέγασμα μιας διαδρομής που, όπως όλα δείχνουν μόλις αρχίζει να αγγίζει την κορυφή της.
Η Στόουν δεν μιμείται τη Χέπμπορν. Γράφει το δικό της κεφάλαιο στην ίδια γενεαλογία καλλιτεχνών που αποδεικνύουν ότι η αυθεντικότητα είναι η πιο ανθεκτική μορφή επανάστασης. Σε μια εποχή όπου η βιομηχανία συχνά τυποποιεί τους ρόλους, εκείνη υπενθυμίζει ότι η αλήθεια του ανθρώπινου προσώπου με όλες του τις ατέλειες μπορεί να γίνει κινηματογραφικό μεγαλείο.
*Με στοιχεία από το Variety.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.