Η Salinas Grandes-Laguna de Guayatayoc είναι μια περιοχή που βρίσκεται στην επαρχία Jujuy, στη βόρεια Αργεντινή. Οι 33 αυτόχθονες κοινότητες που ζουν γύρω από την περιοχή ανήκουν στους αυτόχθονες πληθυσμούς Kolla και Lickan Antay γύρω από τη λίμνη Atacama. Οι περιοχές αυτές είναι πλούσιες σε αλάτι και ορυκτά και βρίσκονται σε μεγάλο υψόμετρο που σχηματίζουν μια κλειστή λεκάνη που περιβάλλεται από ηφαίστεια και βουνά, τα οποία οι κοινότητες θεωρούν τους ιερούς προστάτες τους. Οι κάτοικοι των Kolla και Lickan Antay, ζουν στην περιοχή αιώνες τώρα, συλλέγοντας αλάτι, φυτεύοντας κινόα, εκτρέφοντας λάμα και πιο πρόσφατα ζώντας από τις μικρές τουριστικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις τους.

Ωστόσο, αν δεν υπήρχε το γεγονός ότι η Salinas Grandes διαθέτει τεράστια αποθέματα λιθίου και άλλων ορυκτών, η προηγμένη Δύση πιθανότατα δεν θα είχε ακούσει ποτέ για αυτές τις περιοχές. Το λίθιο αποτελεί βασικό συστατικό των μπαταριών που τροφοδοτούν τους φορητούς υπολογιστές μας, τα κινητά τηλέφωνα και όλο και περισσότερο τα ηλεκτρικά και υβριδικά αυτοκίνητά μας. Περίπου το 60% των παγκόσμιων αποθεμάτων λιθίου βρίσκεται σε μια περιοχή που εκτείνεται στα σύνορα της Αργεντινής, της Βολιβίας και της Χιλής. Η εξορυκτική βιομηχανία έχει ονομάσει την περιοχή αυτή, όχι τυχαία όπως αποδεικνύεται ως η «Η Σαουδική Αραβία του λιθίου».

Καθώς όλα γύρω από τα  αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι ρευστά και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται πιο αισθητές, η ζήτηση για μπαταρίες ιόντων λιθίου έχει αυξηθεί εκθετικά. Σύμφωνα με την Αμερικανική Γεωλογική Υπηρεσία, η παγκόσμια παραγωγή λιθίου αυξήθηκε από 34.000 μετρικούς τόνους το 2012 σε 100.000 μετρικούς τόνους το 2021. Με άλλα λόγια, η «λύση» για την υπερθέρμανση του πλανήτη στον παγκοσμιοποιημένο Βορρά καταλήγει στην ηλεκτροδότηση της οικονομίας, γενικά, και στην αντικατάσταση των σημερινών βενζινοκίνητων οχημάτων μας με ηλεκτρικά αυτοκίνητα.

Παρόλο που δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να απεξαρτήσουμε την οικονομία από τον άνθρακα και να τερματίσουμε την εξάρτησή μας από το πετρέλαιο το συντομότερο δυνατό, η προτεινόμενη λύση κινδυνεύει να επαναλάβει και να εντείνει τις παλιές αποικιοκρατικές δυναμικές της εξόρυξης και της άμετρης εκμετάλευσης που καθόρισαν τις οικονομίες της Λατινικής Αμερικής από το 1492 και μετά. Επειδή η εξόρυξη λιθίου απαιτεί χιλιάδες λίτρα νερού για τον διαχωρισμό του λιθίου από το μαγνήσιο και άλλα μέταλλα μέσω της εξάτμισης, το λογικό ερώτημα είναι τι θα συνέβαινε αν οι πηγές νερού εξαντλούνταν και οι αλυκές στέρευαν. Οι προοπτικές μιας τέτοιας οικολογικής καταστροφής ήταν, δίχως άλλο, αδιανόητες για τα μέλη αυτών των κοινοτήτων. Ο Clemente Flores, ηγέτης της κοινότητας El Moreno, για παράδειγμα, απάντησε ότι «θα ήταν δύσκολο για μένα να το καταλάβω». Και στη συνέχεια πρόσθεσε ότι «θα ήταν ισοδύναμο με το να χάσεις ένα άκρο ή το κεφάλι».

Το 2015, αντιμέτωποι με την απειλή της εξόρυξης λιθίου στην περιοχή τους, συνέταξαν ένα έγγραφο με τίτλο “Kachi Yupi” (ίχνη αλατιού στα Quechua). Εκτός του ότι στο έγγραφο περιέγραφαν την προγονική τους σχέση με το αλάτι και τη διάλεκτο salar, απαίτησαν από τις εθνικές και επαρχιακές αρχές να σεβαστούν τη Σύμβαση 169 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) και το άρθρο 75, παράγραφος 17 του Συντάγματος της Αργεντινής. Οι δύο αυτοί νόμοι παρέχουν στις κοινότητες το δικαίωμα ελεύθερης, ενημερωμένης και προηγούμενης διαβούλευσης πριν από την έγκριση οποιασδήποτε δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης λιθίου, στην επικράτειά τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αργεντινή έχει υπογράψει τη Σύμβαση 169 της ΔΟΕ και, από το 2018, το νοτιοαμερικανικό έθνος έχει επίσης υπογράψει τη Συμφωνία Escazu, η οποία παρέχει ειδική προστασία στο περιβάλλον και στους υπερασπιστές του περιβάλλοντος, όπως αυτές οι ιθαγενείς κοινότητες της Λατινικής Αμερικής. Παρά όλες αυτές τις προστασίες και τη βούληση των κοινοτήτων να υπερασπιστούν την περιοχή τους, η πίεση για την έγκριση της εξόρυξης λιθίου στην περιοχή Salinas Grandes δεν έχει σταματήσει την τελευταία δεκαετία. Στην περίπτωση της Αργεντινής, ενός ομοσπονδιακού κράτους τουλάχιστον τυπικά, οι άδειες αυτές εξαρτώνται από τις επαρχιακές κυβερνήσεις. Σύμφωνα με μια ομάδα κορυφαίων ερευνητών του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες, αυτές οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, κάθε άλλο παρά επίτευγμα είναι για την Αργεντινή. Οι τοπικές αρχές γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ότι οι περισσότερες κοινότητες στη λεκάνη Salinas Grandes δεν διαθέτουν συνδέσεις υψηλής ταχύτητας στο διαδίκτυο, ή καθόλου σύνδεση στο διαδίκτυο, για να συμμετάσχουν στις συνεδρίες υποβολής σχολίων. Με άλλα λόγια οι αυτόχθονες κοινότητες έχουν περιορισμένο ρόλο στη διαδικασία. Η διαβούλευση, εν ολίγοις, είναι στημένη υπέρ των εταιρειών εξόρυξης και των σχεδίων τους.

Υπάρχουν αρκετοί που  πιστεύουν ότι μπορούμε να επιλύσουμε την κλιματική κρίση αγοράζοντας ηλεκτρικά αυτοκίνητα και εγκαθιστώντας ηλιακούς συλλέκτες στις στέγες των σπιτιών μας.  Στην πραγματικότητα, η αφήγηση για την ενεργειακή μετάβαση στις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Ευρωπαϊκή Ένωση υποτιμά σκόπιμα τις νέες εξαρτήσεις μας από το λίθιο, τα σπάνια ορυκτά, τον χαλκό, το κοβάλτιο και άλλα υλικά που βρίσκονται κυρίως σε μέρη όπως το Salinas Grandes της Αργεντινής. Είναι φαντασίωση να πιστεύει κανείς ότι η μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία θα μπορούσε να γίνει χωρίς να απαρνηθούμε τους υπέρογκους ρυθμούς κατανάλωσης ενέργειας. Αν δεν το κάνουμε αυτό, θα γίνουμε συνένοχοι για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την οικολογική καταστροφή σε φτωχές κοινότητες καθώς η εξόρυξη λιθίου έχει ήδη δρομολογηθεί σε εδάφη ιθαγενών στη Νεβάδα και στη Θάλασσα Σάλτον στην Καλιφόρνια.

Ωστόσο, ένα πράγμα είναι σαφές: Οι κοινότητες των ιθαγενών της Salinas Grandes δεν θα πρέπει να πληρώσουν το τίμημα για την επίλυση ενός προβλήματος που εκείνοι δεν δημιούργησαν. Η εξάντληση των πηγών νερού στα εδάφη τους θα ισοδυναμούσε με πολιτιστική γενοκτονία. Ωστόσο, όσο περισσότερο μαθαίνουμε τις μαρτυρίες τους, τόσο περισσότερο αντιλαμβανόμαστε ότι οι συνέπειες είναι πολύ βαθύτερες και πιο ανησυχητικές κυρίως για αυτούς. Επειδή ο δυτικός πολιτισμός τελικά προστατεύει ότι είναι στην επικράτειά του αντιλαμβάνεστε ότι αυτό δεν ισχύει γι αυτές τις κοινότητες σε αυτές τις περιοχές.  Η μετατροπή των εδαφών τους σε «ζώνη θυσίας» θα ισοδυναμεί με “terricidio” (ανθρωποκτονία της γης), το τέλος ενός μοντέλου γνώσης της φύσης (επιστημοκτονία), το τέλος μιας εθνοτικής ομάδας (γενοκτονία) και το τέλος ενός οικολογικού συστήματος (οικολογοκτονία).