Μια νέα έκθεση από την Αμερικανική Ψυχολογική Ένωση (APA) παρέχει στους γονείς των εφήβων πληροφορίες που συχνά είναι δύσκολο να βρεθούν: έναν ενημερωμένο, λεπτομερή κατάλογο συστάσεων για τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Στις 10 συστάσεις της APA περιλαμβάνονται «συμβουλές κοινής λογικής», όπως:

  • λογική παρακολούθηση της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
  • περιορισμός του χρόνου που αφιερώνεται σε αυτά -ώστε να μην παρεμβαίνει στον ύπνο και την άσκηση
  • ελαχιστοποίηση της χρήσης για κοινωνική σύγκριση, ιδίως όσον αφορά περιεχόμενο που σχετίζεται με την ομορφιά και την εμφάνιση.

Γραμμένες από μια ομάδα εμπειρογνωμόνων που ασχολούνται με την ψυχική υγεία των εφήβων, οι συστάσεις απευθύνονται, εκτός από τους γονείς και τους φροντιστές των παιδιών, στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, στους εκπαιδευτικούς, στους κλινικούς γιατρούς ψυχικής υγείας, στις εταιρείες τεχνολογίας και στους εφήβους.

«Αυτό είναι που πρέπει να συμβεί, από όλους, αν θέλουμε να κρατήσουμε τα παιδιά ασφαλή», δήλωσε στο Mashable ο Dr. Mitch Prinstein, συν-συγγραφέας των κατευθυντήριων γραμμών και επιστημονικός υπεύθυνος της APA.

Οι επιστήμονες γράφουν ότι ενώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι εγγενώς καλά ή κακά, μπορούν να ωφελήσουν ή να βλάψουν τους εφήβους ανάλογα με τον τρόπο που τα χρησιμοποιούν – και με τον τρόπο που οι εταιρείες τεχνολογίας σχεδιάζουν τα προϊόντα τους. Προειδοποιούν ότι η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης θα πρέπει επίσης να αντικατοπτρίζει το οικογενειακό περιβάλλον ενός εφήβου και την ωριμότητά του, συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής και συναισθηματικής του ανάπτυξης, καθώς και το πόσο καλά μπορεί να κατανοήσει τους κινδύνους.

Αν και είναι δύσκολο να αποδειχθεί μια άμεση σχέση μεταξύ της χρήσης οθόνης και των αρνητικών επιπτώσεων στην ψυχική υγεία, οι συγγραφείς βασίζουν τις συστάσεις τους σε μελέτες που, με ορισμένους περιορισμούς, υποδηλώνουν ότι υπάρχει σύνδεση.

Ειδικότερα, οι συστάσεις επικεντρώνονται στην ελαχιστοποίηση της έκθεσης σε επικίνδυνο περιεχόμενο, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου που απεικονίζει παράνομη συμπεριφορά, αυτοτραυματισμό, βλάβη άλλων και ενθάρρυνση της διαταραγμένης διατροφής. Ομοίως, οι έφηβοι δεν θα πρέπει να εκτίθενται σε «κυβερνο-μίσος» (cyberhate), το οποίο περιλαμβάνει διαδικτυακές διακρίσεις, προκαταλήψεις, μίσος ή διαδικτυακό εκφοβισμό που απευθύνονται σε περιθωριοποιημένες ομάδες, επειδή το περιεχόμενο αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για προβλήματα ψυχικής υγείας, αναφέρει η έκθεση.

Οι συγγραφείς γράφουν ότι οι έφηβοι θα πρέπει να «εκπαιδεύονται να αναγνωρίζουν τον διαδικτυακό δομικό ρατσισμό και να ασκούν κριτική στα ρατσιστικά μηνύματα» ως αντίδοτο για την αντιμετώπιση της ψυχολογικής δυσφορίας μετά την προβολή τραυματικών γεγονότων που σχετίζονται με φυλετικές διακρίσεις στο διαδίκτυο.

Ζητούν επίσης εκπαίδευση σε θέματα «γραμματισμού» [σ.σ. πρακτικές, γνωστικές και συναισθηματικές ικανότητες που απαιτούνται για την πρόσβαση, την ανάλυση, την αξιολόγηση και τη δημιουργία περιεχομένου στα social media σε διάφορα πλαίσια] στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η οποία «θα μεγιστοποιήσει τις πιθανότητες για ισορροπημένη, ασφαλή και ουσιαστική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης».

«Ακριβώς όπως απαιτούμε από τους νέους να εκπαιδευτούν για να αποκτήσουν άδεια οδήγησης, οι νέοι μας χρειάζονται εκπαίδευση στην ασφαλή και υγιή χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης», δήλωσε η πρόεδρος της APA Dr. Thema Bryant.

Αν και οι συγγραφείς αναφέρουν τον ρόλο που παίζουν οι επιλογές σχεδιασμού προϊόντων από τις εταιρείες, στην ενίσχυση ορισμένων τύπων περιεχομένου και αλληλεπίδρασης, δεν παίρνουν θέση για τη ρύθμιση των εταιρειών κοινωνικής δικτύωσης.

Όμως ο Prinstein, βασιζόμενος στις ευρείες συστάσεις της έκθεσης, σημείωσε ότι οι εταιρείες θα μπορούσαν να αναλάβουν των επανασχεδιασμών των προϊόντων τους, να δημοσιεύουν τις πολιτικές απορρήτου τους σε γλώσσα κατανοητή στους εφήβους, να ενσωματώσουν εργαλεία «γραμματισμού» απευθείας στις πλατφόρμες τους και να εντοπίζουν και να απομακρύνουν πιο επιθετικά το cyberhate.