Ο τουρισμός αποτελεί τη βαριά βιομηχανία της Ελλάδας, όμως σε μια 10ετία ο κεντρικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσε να καταρρεύσει εξαιτίας ενός συνδυασμού υπερτουρισμού και κλιματικής κρίσης.
Η δυσοίωνη εκτίμηση προκύπτει από πρόσφατη μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά και από τις εκτιμήσεις των ειδικών και τις τάσεις που ήδη έχουν αρχίσει να καταγράφονται στον τομέα του τουρισμού.
Το πρόβλημα του υπερτουρισμού
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, την οποία επικαλείται η Mirror, το τρέχον τουριστικό μοντέλο δεν είναι βιώσιμο και θα μπορούσε να οδηγήσει στη διάλυσή του τουριστικού τομέα.
Ο τρόπος διαχείρισης του νερού και της ενέργειας, η φροντίδα των πολιτιστικών και ιστορικών τοποθεσιών και η διατήρηση της παράκτιας ζώνης σε καλή κατάσταση αποτελούν τομείς που ανησυχούν τους ειδικούς. Όπως επισημαίνεται «υπάρχει έλλειψη οράματος και στρατηγικής».
Ο αριθμός των τουριστών αυξήθηκε σημαντικά την περίοδο 2022 – 2023 με 33 εκατομμύρια επισκέπτες, ωστόσο αυτό θα μπορούσε να γυρίσει μπούμερανγκ για την Ελλάδα.
Χωρίς τις κατάλληλες υποδομές δημιουργείται μια ασφυκτική κατάσταση με αποτέλεσμα τη δυσανασχέτηση των τουριστών και τελικά την αναζήτηση άλλων ελκυστικών προορισμών. Χαρακτηριστικό της «υπερφόρτωσης» ορισμένων περιοχών είναι πως η Σαντορίνη των μόλις 15.500 μόνιμων κατοίκων παράγει περίπου 1 δισ. ευρώ ετησίως. Την προηγούμενη τουριστική σεζόν υποδέχτηκε 2 εκατομμύρια τουρίστες.
Ο διαρκώς αυξανόμενος πληθυσμός επισκεπτών ασκεί μεγάλη πίεση στους πολιτιστικούς, ιστορικούς και αρχαιολογικούς χώρους της χώρας. Επιπλέον η μεγάλη εισροή τουριστών έχει προκαλέσει μεγάλα προβλήματα και στη διαχείριση ζωτικών πόρων, όπως το πόσιμο νερό, ενώ στα προβλήματα συμπεριλαμβάνεται και η υψηλή κατανάλωση ενέργειας.
Στα προβλήματα θα πρέπει να προστεθούν και τα ζητήματα της στέγασης και της ακρίβειας. Η έλλειψη καταλυμάτων έχει εκτοξεύσει τις τιμές και η χρήση πολλών διαμερισμάτων για AirBnB εξελίσσεται σε επιταχυντή της στεγαστικής κρίσης. Τα φαινόμενα της κερδοσκοπίας πληθαίνουν προκαλώντας δυσαρέσκεια ταυτόχρονα σε τουρίστες και Έλληνες.
Το γεγονός πως η οικονομία της χώρας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, αντιπροσωπεύει περίπου το 25% του ΑΕΠ, την καθιστά εξαιρετικά ευάλωτη σε πιθανές αλλαγές στον τουριστικό κλάδο και για αυτό όπως επισημαίνουν οι ειδικοί του κλάδου είναι επιβεβλημένη η ανάγκη βιώσιμης διαχείρισης του τουριστικού τομέα, ώστε η Ελλάδα να παραμείνει ένας ελκυστικός τουριστικός προορισμός και τα οφέλη να διατηρηθούν μακροπρόθεσμα.
«Χρειαζόνται κανόνες»
Το πρόβλημα του υπερτουρισμού στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες τουριστικές χώρες, έχει αρχίσει να απασχολεί και τα διεθνή ΜΜΕ. Τελευταίο παράδειγμα είναι τα δημοσιεύματα της βρετανικής Express και της Mirror, αλλά και του Euronews. «Πάνω στα ρολά στις προσόψεις των καταστημάτων στην Αθήνα υπάρχουν γκράφιτι που αναφέρουν: “Τέρμα ο τουρισμός”», γράφει η Express.
Η Κατερίνα Κικίλια, καθηγήτρια Διοίκησης Τουρισμού, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, δήλωσε στο Euronews : «Χρειαζόμαστε κανόνες. Οι Αθηναίοι αντιμετωπίζουν καθημερινές κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Η στεγαστική κρίση είναι τεράστια. «Είναι η μάστιγα των τελευταίων ετών, το αντιμετωπίζουν οι Αθηναίοι στην καθημερινότητά τους, οι βασικές επιπτώσεις είναι στην κοινωνία και στο περιβάλλον, ενώ υπάρχουν και επιμέρους επιπτώσεις. Το βασικότερο πρόβλημα της κοινωνίας και της πολιτείας είναι το στεγαστικό», υπογραμμίζει.
Οι καύσωνες καίνε και τον τουρισμό
Παράλληλα με το υπερτουρισμό ένα ακόμη ζήτημα που μπορεί να πλήξει ζωτικά τον ελληνικό τουρισμό είναι η κλιματική κρίση. Ταξιδιωτικοί πράκτορες εκτιμούν πως θα μπορούσαν να υπάρξουν ανατροπές στους δημοφιλείς προορισμούς του καλοκαιριού και στις τουριστικές σεζόν εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως τους μεγάλους – σε ένταση και διάρκεια – καύσωνες που εκτός από τη δυσφορία στους επισκέπτες, προκαλούν και πυρκαγιές.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των περιβαλλοντολόγων, η συχνότητα και η ένταση της ακραίας ζέστης θα συνεχίσουν να αυξάνονται και μέχρι το 2050 ο μισός πληθυσμός της Ευρώπης, κυρίως στο νότο, θα αντιμετωπίζει υψηλό ή πολύ υψηλό κίνδυνο θερμικού στρες το καλοκαίρι. Οι δε θάνατοι που συνδέονται με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες εκτιμάται πως θα μπορούσαν να διπλασιαστούν ή και να τριπλασιαστούν το επόμενο διάστημα.
Η αφόρητη ζέστη, σε συνδυασμό με τον υπερτουρισμό που γεμίζει ασφυκτικά ορισμένους αγαπημένους καλοκαιρινους προορισμούς στη χώρα, είναι και ο λόγος που ήδη κάποιοι τουριστικοί πράκτορες, σε συνδυασμό με πρόσφατα επικριτικά δημοσιεύματα διεθνών ΜΜΕ, έχουν αρχίσει να συστήνουν στους τουρίστες να μην επισκέπτονται την Ελλάδα τους καυτούς καλοκαιρινούς μήνες.
Ειδικοί του τουριστικού κλάδου διαβλέπουν μια αλλαγή στις συνήθειες των τουριστών, οι οποίοι πιθανόν στο εξής να αναζητούν πιο φιλόξενες κλιματικά περιοχές, αλλά και με λιγότερο κόσμο. Αγαπημένοι προορισμοί του Ιουλίου και του Αγούστου, όπως η Ελλάδα, θα μπορούσαν να μεταφέρουν την «high season» τους κάποιους μήνες πριν ή μετά το καυτό καλοκαίρι. Για παράδειγμα τον Μάιο και τον Ιούνιο ή τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο.
Η νέα τάση του Coolcation
Οι όλο και πιο συχνοί και ακραίοι καύσωνες στον ευρωπαϊκό Νότο αξιοποιούνται από άλλες χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, που προωθούν την τάση του «coolcation» (από το cool, δροσιά στα αγγλικά, και το vacation, διακοπές). Ως μεγάλες κερδισμένες εμφανίζονται οι σκανδιναβικές χώρες, οι οποίες χρόνο με τον χρόνο προσελκύουν όλο και περισσότερους επισκέπτες τους καλοκαιρινούς μήνες.
Οι τουρίστες, λόγω των ακραίων θερμοκρασιών αλλά και της πολυκοσμίας, φαίνεται πως εγκαταλείπουν σταδιακά τις παραλίες της Μεσογείου και προτιμούν μια πιο ήρεμη βουτιά σε μια λίμνη ή σε ένα φιόρδ, απολαμβάνοντας παράλληλα το πράσινο τοπίο και τη καλοκαιρινή δροσιά. «Οι διακοπές σε πιο ψυχρά κλίματα δεν έχουν να κάνουν μόνο με τον καιρό, έχουν να κάνουν και με τον υπερτουρισμό», ανέφερε σε πρόσφατο δημοσίευμα η επικεφαλής του Visit Sweden Σούζαν Άντερσον.
Πηγή: iEidiseis