Στο μικροσκόπιο των αντιτρομοκρατικών υπηρεσιών των ευρωπαϊκών κρατών μπαίνει το προφίλ του 26χρονου δράστη του μακελειού στη γερμανική πόλη Ζόλινγκεν, με τρεις νεκρούς και οχτώ τραυματίες.

Η δολοφονική επίθεση έχει προκαλέσει νέο συναγερμό στις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ και στη χώρα μας λαμβάνονται εκ νέου αυστηρά μέτρα ασφαλείας υπό το φόβο τρομοκρατικού χτυπήματος. Το ISIS ανέλαβε την ευθύνη για το μακελειό στη Γερμανία, κάνοντας λόγο για «εκδίκηση για το θάνατο μουσουλμάνων στην Παλαιστίνη».

Ο 26χρονος Σύρος, ο οποίος φέρεται να ταυτοποιήθηκε ως δράστης, εισήλθε στη Γερμανία το Δεκέμβριο του 2022 και ζήτησε άσυλο από την Υπηρεσία Μετανάστευσης και Ασύλου του Μπίλεφελντ. Ουδέποτε είχε απασχολήσει τις Αρχές για τυχόν σχέσεις του με εξτρεμιστές, γεγονός που δείχνει το μέγεθος του κινδύνου (διότι ήταν μάλλον αδύνατο να «χαρτογραφηθεί» από τις υπηρεσίες ασφαλείας). Οι Αρχές εκτιμούν ότι αντάλλασσε κρυπτογραφημένα μηνύματα με κύκλους του ISIS εκτός Γερμανίας, μέσω εφαρμογής την οποία μπορεί οποιοσδήποτε να κατεβάσει στο κινητό του τηλέφωνο.

Πώς όμως ένας 26χρονος Σύρος με το προφίλ πρόσφυγα φτάνει στο σημείο να προκαλέσει μακελειό και πως μπορεί αυτό να το «προλάβουν» οι υπηρεσίες ασφαλείας; Πρόκειται για το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί έντονα τους αρμόδιους αξιωματούχους της Ευρώπης. Ο 26χρονος φαίνεται ότι είχε μελετήσει το χτύπημά του, ποντάροντας επιχειρησιακά στον αιφνιδιασμό και στην αγριότητα και επικοινωνιακά στο μέγεθος της τρομοκρατίας που προκαλεί μία επίθεση σε σημείο με πλήθος κόσμου. Σημειώνεται επίσης ότι δεν χρειαζόταν κάποιον ιδιαίτερο εξοπλισμό ή προμήθεια όπλων για να καταφέρει το σκοπό του. Ένα μαχαίρι του ήταν αρκετό.

Οι υπηρεσίες ασφαλείας έχουν αναφέρει κατ’ επανάληψη στο παρελθόν ότι φοβούνται τέτοιες περιπτώσεις, όπως αυτή του Σύρου στο Ζόλινγκεν, διότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί που μπορεί να γίνει η επίθεση και από ποιον. Επίσης, είναι σαφές ότι τέτοιου είδους δράστες ξέρουν εκ των προτέρων ότι θα συλληφθούν ή θα εξοντωθούν και έτσι παίρνουν όλο και μεγαλύτερα ρίσκα στις ενέργειές τους.

Στην Ελλάδα οι αστυνομικές υπηρεσίες έχουν τεθεί σε επιφυλακή από την πρώτη στιγμή της ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή, ωστόσο, το αιματοκύλισμα στη δυτική Γερμανία έκρουσε εκ νέου το «καμπανάκι» του κινδύνου και έτσι επικαιροποιούνται τα μέτρα ασφαλείας. Η Αστυνομία δίνει προσοχή σε εγκαταστάσεις ισραηλινού ενδιαφέροντος, συναγωγές και σε τουριστικά σημεία. Παράλληλα, ΕΥΠ και ΕΛ.ΑΣ. είναι σε ανοιχτή γραμμή με τις υπηρεσίες ασφαλείας των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών.

Οι 3 κατηγορίες κινδύνου

Οι ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας δίνουν προσοχή σε τρεις βασικές «κατηγορίες» κινδύνων. Η πρώτη αφορά σε πρόσωπα που έχουν υπάρξει «φίλα προσκείμενα» σε εξτρεμιστικές οργανώσεις και τα οποία πέρασαν κατά το παρελθόν τα σύνορα, συνελήφθησαν, υπέβαλαν αίτημα ασύλου και παραμένουν στη χώρα μας είτε ως φιλοξενούμενοι σε κάποια δομή είτε ως πρόσφυγες. Κατά περιόδους τέτοια πρόσωπα χαρτογραφούνται ως ύποπτα και παραμένουν υπό επιτήρηση. Ο φόβος σε αυτή την περίπτωση είναι το σενάριο της ενεργοποίησης κάποιου εν υπνώσει θύλακα.

Η δεύτερη κατηγορία κινδύνου αφορά σε εξτρεμιστές που μπορεί να επιχειρήσουν να περάσουν απαρατήρητοι στη χώρα μας μαζί με τα «κύματα» των μεταναστευτικών ροών. Οι Αρχές διαθέτουν βάσεις δεδομένων με τρομοκράτες ή υπόπτους για τρομοκρατία ωστόσο αυτό δεν αρκεί. Αυτός είναι ο λόγος που έχουν δοθεί εντολές για αυξημένη επιτήρηση στα σημεία των συνοριακών ελέγχων, προκειμένου να «σκανάρονται» προφίλ υπόπτων που δεν περιλαμβάνονται στις συγκεκριμένες λίστες. Η δυσκολία των ελέγχων αναμένεται να ενταθεί, καθώς σύμφωνα με τις προβλέψεις και τις εκτιμήσεις η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή θα επιφέρει σημαντική αύξηση των μεταναστευτικών ροών.

Η τρίτη κατηγορία κινδύνου αφορά σε ποινικούς από χώρες όπως το Ιράν, το Αφγανιστάν ή το Πακιστάν, οι οποίοι θα μπορούσαν έναντι αμοιβής να αναλάβουν κάποιο τρομοκρατικό χτύπημα. Άτομα δηλαδή που έχουν συλληφθεί κατά το παρελθόν από την ΕΛ.ΑΣ. ή το Λιμενικό και τα οποία θα μπορούσαν να προσεγγιστούν από εξτρεμιστές για κάποια επίθεση «κατά παραγγελία». Η ΕΥΠ και η ΕΛ.ΑΣ. διαθέτει λίστα τέτοιων περιπτώσεων για πρόσωπα που βρίσκονται τόσο εντός όσο και εκτός φυλακής. Μάλιστα, όπως γίνεται πάντα σε τέτοιου είδους συγκυρίες, επιχειρείται να ενεργοποιηθεί το πληροφοριακό δίκτυο μέσα από τέτοιους «διαύλους», ούτως ώστε να ανέβει το επίπεδο της πρόληψης. Σε αυτή την κατηγορία βασικό ρόλο παίζουν και οι επικοινωνίες, καθώς μπορεί να υπάρξει «στρατολόγηση» μέσω ίντερνετ.

Όπως εξηγούν αρμόδιες πηγές, «η κατάσταση αυτή εκτιμάται ότι θα διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα και έτσι κανείς δε θα μπορεί για καιρό να εφησυχάσει».

Πηγή: iEIdiseis

 

➸ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookTwitter και Instagram.