Πώς δημιουργήθηκαν οι σύνθετες πολιτικές δομές που επέτρεψαν τη γένεση των πρώτων δυτικών κρατών -δηλαδή των μυκηναϊκών; Στο ερώτημα θα επιχειρήσει να απαντήσει ο Μιχαήλ Κοσμόπουλος, επικεφαλής των ανασκαφών της Αρχαιολογικής Εταιρείας στην Ίκλαινα Μεσσηνίας, κατά τη διαδικτυακή διάλεξη «Ανασκαφή στην Ίκλαινα. Νέα συμπεράσματα για το μυκηναϊκό βασίλειο της Πύλου», που διοργανώνει η Εταιρεία την Τετάρτη 6 Απριλίου 2022, ώρα 6 μμ.
«Ζούμε σε έναν κόσμο στον οποίο ο θεσμός του κράτους διαπερνά κάθε πτυχή της ζωής μας, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Η μετάβαση από έναν κόσμο χωρίς κράτη σε έναν κόσμο στον οποίο το κράτος είναι ο κυρίαρχος πολιτικός θεσμός αποτελεί ένα από τα πιο συναρπαστικά κεφάλαια στην ανθρώπινη ιστορία. Στον δυτικό πολιτισμό, το κεφάλαιο αυτό γράφεται στη μυκηναϊκή Ελλάδα και οι ανασκαφές στην Ίκλαινα ρίχνουν νέο φως στους μηχανισμούς που οδήγησαν στη δημιουργία του. Οι μηχανισμοί αυτοί είναι πολύπλοκοι, αλλά εκείνο που διαπιστώνουμε είναι ότι η κινητήρια δύναμη πίσω από τη δημιουργία των πρώτων κρατών δυστυχώς ήταν ο πόλεμος και η βίαιη ενσωμάτωση εδαφών από ισχυρούς ηγεμόνες», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Μιχαήλ Κοσμόπουλος, καθηγητής Ελληνικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Μιζούρι-Σαιντ Λούις στις ΗΠΑ.
Οι πρώτες -ολιγοήμερες- ανασκαφές στην Ίκλαινα πραγματοποιήθηκαν το 1954 από τον Σπυρίδωνα Μαρινάτο, ο οποίος ανακάλυψε τμήματα μνημειώδους κτηρίου, το οποίο περιέγραψε ως ανάκτορο, έναν δρόμο και κυκλώπεια τείχη. Έκτοτε η θέση παρέμενε ανεξερεύνητη μέχρι τη δεκαετία του 1990, οπότε ο καθηγητής Γεώργιος Κορρές, ο οποίος ενέταξε τη θέση στον κατάλογο των παλαιών ανασκαφών του Μαρινάτου που έχρηζαν περαιτέρω έρευνας, πρότεινε στον Μ. Κοσμόπουλο να τη συνεχίσει. Τότε ιδρύθηκε το Αρχαιολογικό Πρόγραμμα Ίκλαινας (http://www.iklaina.org/ ), το οποίο διεξάγεται πάντα με την ευγενική άδεια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας και υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Οι ανασκαφές στην Ίκλαινα έφεραν στο φως μια σημαντική πρωτεύουσα του μυκηναϊκού βασιλείου της Πύλου, που άκμασε την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1600 – 1100 π. Χ.). Πέρα από τα εντυπωσιακά ευρήματα, μεταξύ των οποίων κατάλοιπα από δυο μνημειώδη κτήρια, η σχέση της Ίκλαινας με το μυκηναϊκό βασίλειο της Πύλου, που προέκυψε από την ενσωμάτωση εδαφών από τον ηγεμόνα του Άνω Εγκλιανού, γνωστού και ως «Ανακτόρου του Νέστορα», κάνει τη θέση ιδιαίτερα σημαντική. «Η ιστορική πορεία της Ίκλαινας φανερώνει συνεχή άνθηση μέχρι τη βίαιη ενσωμάτωσή της από τον ηγεμόνα του ανακτόρου του Νέστορα. Στη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων της ζωής της Ίκλαινας, οι σχέσεις των δύο πόλεων ήταν πολυσχιδείς και άλλαζαν, ανάλογα με τα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα. Στην ομιλία θα παρουσιάσω τα στοιχεία που φωτίζουν τη σχέση αυτή και τη σημασία της για το ευρύτερο θέμα της δημιουργίας των πρώτων κρατών», προσθέτει ο καθηγητής.
Πριν την προσάρτησή της από τον ηγεμόνα του Άνω Εγκλιανού, η Ίκλαινα φαίνεται ότι ήταν ανεξάρτητη πρωτεύουσα ηγεμονίας ή κρατιδίου. Τα μνημειώδη κτήρια προέρχονται από τη φάση αυτή του οικισμού, ο οποίος καταστράφηκε βίαια κατά τη διάρκεια της Υστεροελλαδικής ΙΙΙΒ περιόδου, δηλαδή μεταξύ 1300-1200 π.Χ., όταν ο ηγεμόνας του Άνω Εγκλιανού την ενσωμάτωσε στο βασίλειό του. «Μπορούμε να παρακολουθήσουμε την ιστορική της διαδρομή από απλό χωριό, στα τέλη της Μέσης Εποχής του Χαλκού, σε ισχυρή πρωτεύουσα κατά την ακμή της μυκηναϊκής περιόδου. Δηλαδή, από το 1550 μέχρι το 1300/1250 π.Χ. περίπου, η Ίκλαινα σταδιακά εξελίσσεται από πρωτεύουσα ηγεμονίας σε πρωτεύουσα κρατιδίου», εξηγεί ο καθηγητής. Όσο για το αν παρόμοιες «μεταβάσεις» συνέβησαν και σε άλλες γνωστές μυκηναϊκές θέσεις, ο Μ. Κοσμόπουλος σημειώνει: «Είναι δύσκολο να εξάγουμε γενικά συμπεράσματα για άλλες μυκηναϊκές θέσεις, γιατί δυστυχώς πολύ λίγοι οικισμοί έχουν ανασκαφεί συστηματικά. Ένα από τα ζητούμενα της μυκηναϊκής αρχαιολογίας είναι η ανασκαφή μη ανακτορικών θέσεων, για να μπορέσουμε να συγκρίνουμε την ιστορική τους πορεία με εκείνη των μεγάλων ανακτορικών κέντρων».
Οι ανασκαφές στην Ίκλαινα έχουν αποκαλύψει δύο μνημειώδη κτήρια: Ένα μεγαλοπρεπές διώροφο ή τριώροφο κτηριακό συγκρότημα με τρεις πτέρυγες κτισμένες γύρω από αυλή -η μία πτέρυγα είναι κτισμένη πάνω σε άνδηρο κυκλώπειας κατασκευής- και ένα μνημειώδες κτήριο, ανατολικά του πρώτου, κατασκευασμένο επίσης με ισόδομους λίθους και ορθοστάτες. Ανάμεσά τους υπήρχε πλακόστρωτη πλατεία και υπαίθριο ιερό, ενώ γύρω τους απλωνόταν ο οικισμός, με σπίτια και εργαστήρια. Στην τρισδιάστατη αναπαράσταση που είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα του ερευνητικού προγράμματος (https://iklaina.wordpress.com/2021/11/25/computer-reconstruction-of-the-iklaina-site/ ) εντυπωσιάζουν τόσο τα κτήρια όσο και οι αναπαραστάσεις τοιχογραφιών, οι οποίες έχουν βασιστεί σε σπαράγματα τα οποία εντοπίστηκαν στη θέση. Ο καθηγητής εξηγεί γιατί δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τα αρχιτεκτονικά αυτά κατάλοιπα ως ανακτορικά: «Από αρχιτεκτονικής απόψεως δεν θα χαρακτήριζα τη θέση αυτή ως ανακτορικό κέντρο, γιατί ο όρος συνδέεται με συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό τύπο και χρησιμοποιείται για τα μεγάλα κέντρα του τέλους της μυκηναϊκής περιόδου, όταν πια η Ίκλαινα είχε καταληφθεί από τον ηγεμόνα του Ανακτόρου του Νέστορα και τα μνημειώδη κτήριά της είχαν καταστραφεί. Η Ίκλαινα παρουσιάζει μοναδικά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που ναι μεν φανερώνουν ότι για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της ήταν ισχυρή πρωτεύουσα, αλλά καθιστούν δύσκολη την κατάταξή της ως ανακτορικού κέντρου».
Το καλοκαίρι του 2010, η είδηση για την ανακάλυψη στην Ίκλαινα μιας πήλινης πινακίδας Γραμμικής Β με καταλόγους προϊόντων στη μία πλευρά και ανδρικών ονομάτων στην άλλη, που χρονολογείται πριν από την καταστροφή της Υστεροελλαδικής ΙΙΙΒ, έκανε τον γύρο του κόσμου ως η «αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικής Β στην Ευρώπη». Ωστόσο, η αξία του ευρήματος δεν έγκειται μόνο στην παλαιότητά του, αλλά και στο ίδιο το γεγονός της ανακάλυψής του. «Στην Ίκλαινα έχει βρεθεί μία και μοναδική πινακίδα, που χρονολογείται γύρω στο 1400-1300 π.Χ. Αν και στα ΜΜΕ έχω ακούσει να τη χαρακτηρίζουν ως την αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικής Β στην Ευρώπη, δεν νομίζω ότι κάτι τέτοιο ευσταθεί, γιατί πολύ πιθανόν να υπάρχουν και άλλες πινακίδες της ίδιας γενικής περιόδου. Και, εν πάση ειλικρινεία, δεν έχει και σημασία αν είναι η αρχαιότερη ή όχι. Σημασία έχει ότι φανερώνει την ύπαρξη κρατικής γραφειοκρατίας 100-150 χρόνια πριν τις πινακίδες του Ανακτόρου του Νέστορα, δηλαδή έχουμε ενδείξεις ότι κρατική γραφειοκρατία είχε δημιουργηθεί νωρίτερα από ό,τι πιστεύαμε μέχρι τώρα», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Μ. Κοσμόπουλος, καθηγητής και κάτοχος της Διακεκριμένης Έδρας («Endowed Chair») Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μιζούρι-Σαιντ Λούις. Σημειωτέον ότι η Έδρα αυτή είναι μια από τις πρώτες Έδρες Ελληνικών Σπουδών που ιδρύθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, με αποστολή την ανάπτυξη της έρευνας, της διδασκαλίας και της δημόσιας εκπαίδευσης για τον Ελληνισμό και, κυρίως, για την επίδραση του ελληνικού πολιτισμού στη σύγχρονη κοινωνία. «Η μελέτη του παρελθόντος δεν είναι ένα θέμα ακαδημαϊκό και θεωρητικό, αποκομμένο από τη σημερινή πραγματικότητα, αλλά ένα θέμα ζωτικής σημασίας για το μέλλον. Αποτελεί πολύτιμο εργαλείο που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε αφενός ορισμένες γενικές αρχές που διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά και τις διεργασίες που ρυθμίζουν την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών και, αφετέρου, τι συμβαίνει στον κόσμο μας σήμερα ώστε να πάρουμε σωστές αποφάσεις για το μέλλον. Θέματα όπως η γένεση, η εξέλιξη και η καταστροφή των κρατών ή η επίδραση της βίας και του πολέμου στον άνθρωπο, επηρεάζουν τη ζωή μας ακόμα και σήμερα. Εάν δεν μάθουμε από τα λάθη του παρελθόντος, είμαστε καταδικασμένοι να τα επαναλάβουμε», σχολιάζει ως προς τη σημασία της αρχαιολογίας και ευρύτερα της ιστορίας στη ζωή μας.
Επί του παρόντος, πέρα από τη συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας, ο κ. Κοσμόπουλος έχει ξεκινήσει τη διαδικασία αναστήλωσης, προστασίας και ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου, με τελικό σκοπό το άνοιγμά του στο ευρύ κοινό. Οι ανασκαφές στην Ίκλαινα χρηματοδοτούνται από το Πανεπιστήμιο του Missouri-St.Louis, το Ινστιτούτο Προϊστορίας του Αιγαίου, τη National Geographic Society, τα Εθνικά Συμβούλια για τις Ανθρωπιστικές (National Endowment for the Humanities) και τις Θετικές (National Science Foundation) Επιστήμες των ΗΠΑ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ