Σημαντική διεθνή διάκριση δέχθηκε ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, δρ Ευάγγελο Γερασόπουλο, καθώς επιλέχθηκε να συμμετάσχει σε ειδική επιτροπή εμπειρογνωμόνων τού Διακυβερνητικού Πάνελ για την Κλιματική Αλλαγή- IPCC με θέμα την «Κλιματική Αλλαγή και Πόλεις». Το IPCC των Ηνωμένων Εθνών θα συντάξει για πρώτη φορά ειδική αναφορά, που θα θέτει στο επίκεντρο τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις πόλεις στο πλαίσιο της προετοιμασίας των αναφορών του εβδόμου κύκλου αξιολόγησης του (AR7). Ο διευθυντής του ΙΕΠΒΑ επελέγη ανάμεσα σε περισσότερες από 1.200 υποψηφιότητες από όλο τον κόσμο και είναι ο μοναδικός εκπρόσωπος από την Ελλάδα που θα λάβει μέρος στην σχετική επιτροπή των εμπειρογνωμόνων.

Όπως επισήμανε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών δρ Ευάγγελος Γερασόπουλος, πρόκειται για μια διαδικασία του Διακυβερνητικού Οργανισμού για την Κλιματική Αλλαγή, ενός οργανισμού που λειτουργεί υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών και ανά τακτά διαστήματα επικαιροποιεί την τρέχουσα γνώση μας αναφορικά με τι συμβαίνει με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της.

«Έτσι λοιπόν τώρα ξεκινάει ο 7ος κύκλος των αναφορών του Διακυβερνητικού αυτού Οργανισμού. Εκτός από τις τυπικές αναφορές για την κλιματική αλλαγή ανά τακτά διαστήματα υπάρχει αίτημα για ειδικές αναφορές όταν προκύπτει κάποιο ζήτημα ιδιάζουσας σημασίας. Αυτή τη φορά στον έβδομο κύκλο των αναφορών η ειδική θεματολογία αφορά την κλιματική αλλαγή και τις πόλεις. Κι αυτό γίνεται για πρώτη φορά στα χρονικά. Η ομάδα συστάθηκε μέσα από μία διαδικασία όπου προτάθηκαν εμπειρογνώμονες από διεθνείς οργανισμούς και από τα κράτη μέλη. Υπήρχαν περισσότερες από 1.200 υποψηφιότητες και διάλεξαν 100 με κριτήρια επιστημονικά αλλά και προκειμένου να υπάρχει σωστή γεωγραφική κατανομή, διαφοροποίηση αντικειμένων κλπ, ώστε να επιτυγχάνεται πολυγνωμία και πολυεμπειρία. Τα καθήκοντα της επιτροπής θα είναι να καθορίσουν και προτείνουν τα κεφάλαια και τα περιεχόμενα με τα οποία θα ασχοληθεί αυτή η ειδική αναφορά. Να θέσει τις προτεραιότητες δηλαδή στη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή και τις πόλεις. Στην πορεία θα οριστούν συγκεκριμένοι συγγραφείς οι οποίοι θα κάνουν την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας και της τρέχουσας γνώσης για να συντάξουν τις αντίστοιχες αναφορές», αναφέρει ο κύριος Γερασόπουλος.

Σύμφωνα με τον κ. Γερασόπουλο εδώ και δύο δεκαετίες το ζήτημα των πόλεων και της κλιματικής αλλαγής έχει αρχίσει να απασχολεί όλο και περισσότερο και αυτό γιατί γύρω στο 55-60% του παγκόσμιου πληθυσμού κατοικεί σε πόλεις, ποσοστό που τις επόμενες δεκαετίες αναμένεται να φτάσει και το 70%. «Η αστικοποίηση δεν είναι κάτι που έχουμε καταφέρει να φρενάρουμε αλλά συνεχώς εξελίσσεται. Επιπλέον οι πόλεις και οι δραστηριότητες των πόλεων ευθύνονται για ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των εκπομπών ρύπων, περισσότερο από 70% των παγκοσμίων εκπομπών. Η βιομηχανία προφανώς είναι ο κύριος παράγοντας αλλά να σκεφτούμε ότι πολλές φορές η βιομηχανία είναι πλησίον των πόλεων και εξυπηρετεί τις ίδιες τις ενεργειακές και λοιπές ανάγκες των πόλεων. Οι πόλεις δηλαδή συμμετέχουν σημαντικά στη δημιουργία του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής και αφού συμμετέχουν στη δημιουργία του έχουν και πολύ μεγάλη δυνατότητα να μετριάσουν το πρόβλημα. Πώς; Φροντίζοντας μέσα σε ένα αστικό σύμπλεγμα να μειώσουμε τις εκπομπές, για παράδειγμα των οχημάτων αλλά και άλλων δραστηριοτήτων», επισημαίνει ο κ. Γερασόπουλος.

Επιπλέον, όπως τονίζει ένας ακόμη λόγος που είναι σημαντικό να εξετάσουμε τις πόλεις« είναι διότι η κλιματική αλλαγή έχει επιπτώσεις που έχουμε αρχίσει να βιώνουμε ήδη “στο πετσί μας” εδώ και αρκετά χρόνια», όπως καύσωνες, πλημμύρες, πυρκαγιές κλπ και προσθέτει ότι η πιθανότητα να εκτεθεί ή να διακινδυνεύσει κάποιος μέσα στις πόλεις από αυτά τα φαινόμενα αυξάνεται λόγω της πληθυσμιακής πυκνότητας, καθιστώντας την επίδραση τους ακόμη μεγαλύτερη. Παράλληλα, όπως αναφέρει ο κ. Γερασόπουλος, ένας τρίτος λόγος που χρειάζεται να τεθεί στο επίκεντρο το ζήτημα των πόλεων και της κλιματικής αλλαγής έχει να κάνει με τους τρόπους επίλυσης του προβλήματος.

«Η πόλη συμβάλλει στη γέννηση του προβλήματος, βιώνει σε μεγαλύτερο ποσοστό τις συνέπειες αλλά γεννάει και τις περισσότερες ελπίδες για επίλυση του προβλήματος. Εδώ ερχόμαστε στην επόμενη συνιστώσα της κλιματικής αλλαγής. Από τον μετριασμό στην προσαρμογή. Τι πρέπει να κάνουμε σαν έθνη και κοινωνίες δηλαδή και αυτό που πρέπει να κάνουμε πόσο ουσιαστική επίδραση θα έχει. Αν αρχίσουμε να μεταλλάσσουμε πχ τον τρόπο που μετακινούμαστε με τα αυτοκίνητα, ώστε να μειώσουμε τη ρύπανση που προκαλούμε, αλλά και τις καθημερινές μας δραστηριότητες, συμπληρωματικά με τις αποφάσεις σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο που θα πρέπει να ληφθούν για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Η για παράδειγμα, πώς θα πρέπει να «πρασινίσουμε» την πόλη, να δημιουργήσουμε σχετικές υποδομές και διαδικασίες οι οποίες καθιστούν την πόλη ανθεκτική στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής», επισημαίνει ο κ. Γερασόπουλος και συμπληρώνει ότι από τη στιγμή που θα ληφθούν μέτρα θα χρειαστεί βέβαια χρόνος για «να βιώσουμε τις ωφέλειες αυτών των δράσεων».

Σύμφωνα με τον κ. Γερασόπουλο, το πρώτο απλό παράδειγμα για ένα βήμα προς τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής είναι η ευαισθητοποίηση και η βαθιά επίγνωση των προβλημάτων και του τρόπου που θα πρέπει να συμπεριφέρονται οι πολίτες σε μία καταστροφή που οφείλεται στην κλιματική αλλαγή. «Η προετοιμασία μας λοιπόν», εξηγεί ενώ υπογραμμίζει ότι πολύ σημαντικό είναι το ζήτημα του σχεδιασμού των υποδομών οι οποίες θα πρέπει πλέον να είναι τέτοιες που θα μπορούν να προβλέψουν την αυξανόμενη ένταση ακραίων φαινομένων. «Υπό την πρόβλεψη των κλιματικών αλλαγών θα πρέπει να δούμε όλες τις υποδομές μας και όλες τις διαδικασίες μας για να μπορούν να αντέξουν αυτή την αυξανόμενη πίεση», σημειώνει και επισημαίνει ότι οι πόλεις χρειάζεται εκτός από ανθεκτικές να γίνουν και πιο φιλικές προς τον άνθρωπο.

«Να καταστήσουμε σαφές ότι δεν μπορούν να είναι όλα δρόμοι και αυτοκίνητα που ρυπαίνουν. Θα πρέπει να υπάρχουν χώροι πράσινοι, μπλε, θα πρέπει ο άνθρωπος να έχει τη δυνατότητα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα 15 λεπτών να μπορεί να φτάσει σε αυτούς τους χώρους. Δεν μπορεί να χρειάζεται να κάνει 1-2 ώρες για να βρει πράσινο γύρω του σε μία μεγαλούπολη και μάλιστα οδηγώντας. Χρειάζεται γενικώς να διασφαλίσουμε ότι δημιουργούμε συνθήκες κατάλληλες για τη ζωή, γιατί αυτό παράλληλα μας οδηγεί στο να μειώσουμε τις εκπομπές μας και να αλλάξουμε τη νοοτροπία μας», υπογραμμίζει ο κ. Γερασόπουλος.

Όσον αφορά την άνοδο της θερμοκρασίας και την κατάσταση που θα βιώσουν οι μεγαλουπόλεις ο κ. Γερασόπουλος τονίζει ότι το κέντρο μιας πόλης σε σχέση με τα περίχωρα μιας πόλης η οποία είναι συνήθως πιο πράσινη, την ίδια μέρα με τις ίδιες μετεωρολογικές συνθήκες μπορεί να έχουν μία διαφορά σε θερμοκρασία από 4 έως 6 βαθμούς. «Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το τσιμέντο απορροφά τη θερμοκρασία και μετά την επανεκπέμπει, είναι δηλαδή “σαν να ζούμε μέσα σε ένα θερμαινόμενο ταψί». Αν θέλουμε να δροσιστούμε θα ψάξουμε να βρούμε ένα χώρο πρασίνου αν υπάρχει πλησίον μας ή μέσα στην πόλη ή να βρούμε ένα σιντριβάνι, μία λίμνη κλπ. Με βάση αυτό το φαινόμενο της αστικής νησίδας θερμότητας αυτό το οποίο οι επιστήμονες προβλέπουμε σαν αύξηση της θερμοκρασίας, 1,5 με 2 ή 4 βαθμούς σε παγκόσμια κλίμακα μεγεθύνεται μέσα στην πόλη» επισημαίνει ο κ. Γερασόπουλος και προσθέτει ότι «μπορούμε να βοηθήσουμε την πόλη να αναπνεύσει και να μην επανεκπέμπει πίσω τη θερμοκρασία».

«Η παγκόσμια θερμοκρασία αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό σε μία συγκεκριμένη περιοχή πχ την Ανατολική Μεσόγειο. Όλες οι πόλεις είναι τσιμεντουπόλεις και θα υποφέρουν εκτός από αυτές που έχουν φροντίσει από νωρίς να διαμορφώνουν το αντίστοιχο κατάλληλο περιβάλλον με πράσινο με δέντρα και άλλες υποδομές. Άρα το πρόβλημα αναμένεται να οξυνθεί σε όλες τις πόλεις και είναι αναγκαίο τα μέτρα να ληφθούν ει δυνατόν εχθές», προσθέτει ο κύριος Γερασόπουλος.

Σημειώνεται ότι η ειδική επιτροπή εμπειρογνωμόνων τoυ Διακυβερνητικού Πάνελ για την Κλιματική Αλλαγή – IPCC με θέμα την «Κλιματική Αλλαγή και Πόλεις» θα έχει την πρώτη της συνάντηση τον Απρίλιο 2024 στην Ρίγα της Λετονίας, όπου και θα καθοριστούν τα κεφάλαια και οι περιοχές εστίασης της Ειδικής Αναφοράς, που για πρώτη φορά δίνει έμφαση στις πόλεις του κόσμου σε αναγνώριση της υψηλής τρωτότητάς τους στην κλιματική αλλαγή αλλά και των ευκαιριών για προσαρμογή και τον μετριασμό των εκπομπών.

Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ