Είναι πικρή, ελαφριά και ξανθιά και φιλοδοξεί μετά την Αμερική και τη Σιγκαπούρη να φτάσει σε όλο τον κόσμο. Πρόκειται για την μπύρα που παράγεται στην Πάρο από το 2016 και κυκλοφορεί όχι μόνο στο νησί και τις υπόλοιπες Κυκλάδες, αλλά κάποιες ποσότητες εξάγονται ήδη σε ξένες αγορές, κερδίζοντας μάλιστα βραβεία σε πολλούς διαγωνισμούς.
Θεωρείται μία από τις πλέον σημαντικές επενδύσεις την τελευταία 8ετία στην Πάρο από την «Μικροζυθοποιία Πάρου», που αποτελεί πλέον και τουριστικό αξιοθέατο στο νησί. Μάλιστα όταν την επισκεφθήκαμε με την κάμερα του ΑΠΕ-ΜΠΕ στον επαρχιακό δρόμο, κοντά στην Νάουσα, συναντήσαμε ένα ζευγάρι τουριστών να ξεναγείται στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης καθώς η φήμη της έχει ξεπεράσει τα σύνορα του νησιού και των Κυκλάδων γενικότερα.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ στο 4ο μέρος του τηλεοπτικού οδοιπορικού στην Πάρο, που δίνει στη δημοσιότητα σήμερα, παρουσιάζει ένα διαφορετικό «success story», καθώς την επιχείρηση διευθύνουν νέοι άνθρωποι που αγαπούν και σπούδασαν αυτό που κάνουν, και παρά τις δυσκολίες από την πανδημία και την κρίση, προσφέρουν μια υπεραξία στην οικονομία της Πάρου από διαφορετικό τομέα και όχι από τον «καθαρόαιμο» τουρισμό.
Το σενάριο και την σκηνοθεσία υπογράφει ο δημοσιογράφος του ΑΠΕ-ΜΠΕ Γιώργος Κουβαράς
Μυρίζει Αιγαίο
Η παριανή μπύρα με το όνομα «56isles » (το όνομα γεννήθηκε από τον αριθμό των 56 μικρών και μεγάλων νησιών του συμπλέγματος των Κυκλάδων), είναι χαρακτηριστική του μικροκλίματος της Πάρου: Παράγεται με τη χρήση του κριθαριού που καλλιεργείται στο νησί και δίνει έναν ιδιαίτερο γευστικό χαρακτήρα σε μια μπύρα που μυρίζει Αιγαίο.
Συνιδρυτής της επιχείρησης είναι ο Νίκος Παυλάκης από την Πάρο. Τελειώνοντας μεταπτυχιακό στο Λονδίνο αποφάσισε με το συνέταιρο του που ζει στην βρετανική πρωτεύουσα να επιστρέψει στο νησί, να μην ασχοληθεί με τον τουρισμό όπως όλοι, και να επενδύσει στην ζυθοποιία με όπλο την ποιότητα.
«Ξεκινήσαμε με μία “pilsner” που ήταν η πρώτη μας μπύρα, στο μπλε μπουκάλι και μετά κάναμε την Aegean wit, η οποία είναι βέλγικου τύπου wit, και περιέχει και αυτή παριανό σιτάρι. H συγκεκριμένη μάλιστα σε διεθνή διαγωνισμό στο Λονδίνο, είχε πάρει τρία αστέρια, που είχαν πάρει μόνο 6 μπύρες στον κόσμο», μας λέει ο κ .Παυλάκης.
Ο νεαρός παραγωγός της μπύρας εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «η ιδέα ξεκίνησε ένα απόγευμα στο Λονδίνο. Δεν υπάρχουν και πολλά ζεστά απογεύματα στο Λονδίνο, αντίθετα με τα ελληνικά νησιά. Συζητώντας τις μελλοντικές μας ανησυχίες, με τον φίλο και μετέπειτα συνέταιρό μου Μαρίνο Αλεξάνδρου γεννήθηκε η ιδέα της 56. Η παραπάνω συζήτηση έγινε σε μια pub στο Mayfair πίνοντας ένα ποτήρι εξαιρετικής μπύρας. Στην απέναντι μεριά του δρόμου διαδραματίζονταν κάποιο event και η περιοχή ήταν γεμάτη κόσμο, ο οποίος απολάμβανε τα ποτά του με αυτό τον υπέροχο καιρό. Αυτό μας έφερε στο νου τις όμορφες μέρες στο νησί. Θέλαμε λοιπόν να δημιουργήσουμε ένα ποιοτικό προϊόν που να σε ταξιδεύει γευστικά στα υπέροχα νησιά της Ελλάδας. Μια μπύρα craft που θα απολαμβάνεται κάτω από τον ήλιο του Αιγαίου. Πλούσια σε γεύση, “τραγανή” και ευχάριστη.»
Πρώτος στόχος» η ποιότητα»
«Για εμάς πρώτος στόχος είναι η ποιότητα. Και αυτό για να διαφέρεις από τις εμπορικές μπύρες, διότι δεν μπορείς να είσαι ανταγωνιστικός στην τιμή. Οπότε πρέπει το δικό σου προϊόν να ξεχωρίζει να είναι πιο ποιοτικό. Και πέρα από αυτό θα το θέλαμε και εμείς ως καταναλωτές να υπάρχει ένα ποιοτικό προϊόν και να το δοκιμάζουμε. Και έτσι σιγά σιγά ξεκινήσαμε να ψάχνουμε συνταγές, να ψάχνουμε πρώτες ύλες. Στην Πάρο είδαμε ότι υπάρχει ένα κριθάρι που αναφέρεται στην αρχαιότητα και το βάλαμε και αυτό στην συνταγή, αβυνοποίητο για να δώσει μια μεστότητα. Γενικά προσπαθούμε να βάζουμε τις ποιοτικότερες ύλες από κάθε συστατικό» δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παυλάκης.
Σήμερα η επιχείρηση έχει μεγαλώσει παρά τις αντίξοες συνθήκες της κρίσης αλλά και τα εμπόδια που έφερε η Covid 19. Ξεκίνησε με 4 δεξαμενές το 2016 , και σήμερα τις έχει σχεδόν πολλαπλασιάσει σε παραγωγή.
Η μεγάλη διάθεση της μπύρας γίνεται κυρίως στην τοπική αγορά της Πάρου. Ο χώρος της εστίασης απορροφά ένα μεγάλο μέρος και στηρίζει την παριανή μπύρα.
«Κατά κύριο λόγο δουλεύουμε τοπικά, μας λέει ο κ. Παυλάκης. Στο νησί και εποχιακά. Τα τελευταία χρόνια ξεκινήσαμε εξαγωγές. Δίνουμε στην Αθήνα μια μικρή ποσότητα. Και στην Θεσσαλονίκη ξεκινήσαμε επίσης, δίνουμε στα υπόλοιπα κυκλαδίτικα νησιά και ξεκινήσαμε εξαγωγές το 2019 Σιγκαπούρη και Αμερική κυρίως. Ανακόπηκε αυτό με τον κορονοϊό και ξαναξεκινήσαμε πέρσι το χειμώνα δειλά-δειλά και μπορώ να πω ότι στην Αμερική υπάρχει μια πολύ καλή ροή.»
«Η Πάρος έχει τα καλά της αλλά έχει και τις δυσκολίες της» δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ν. Παυλάκης. Σίγουρα εποχιακά μπορεί να δουλέψεις περισσότερο με την τοπική πελατεία και εμπόρους αλλά είναι πολύ αυξημένο το κόστος των μεταφορών. Τα μεταφορικά είναι και στην εισαγωγή των πρώτων υλών αλλά και στην εξαγωγή του τελικού προϊόντος. Οπότε αυτό πέρα από τις καθυστερήσεις που υπάρχουν καθώς τα πλοία τους καλοκαιρινούς μήνες μπορεί να μην έχουν θέσεις για τα φορτηγά και τις μεταφορικές, αυξάνουν πολύ το κόστος παραγωγής».