Από το 2008, που ξέσπασε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τις μη συμβατικές νομισματικές πολιτικές των κεντρικών τραπεζών, ιδίως από την ποσοτική χαλάρωση (QE) και από τη μείωση των επιτοκίων σε μηδενικά ή/και αρνητικά επιτόκια ως μέσο τόνωσης των επιχειρηματικών επενδύσεων. Ταυτόχρονα, από το 2008 που κυκλοφόρησε το πρώτο κρυπτονόμισμα το Bitcoin και το οποίο είναι το πιο δημοφιλές μέχρι σήμερα, αναπτύχθηκε ένα αποκεντρωμένο σύστημα συναλλαγών μέσω κρυπτονομισμάτων παρακάμπτοντας τόσο το ήδη υπάρχον χρηματοπιστωτικό σύστημα όσο και τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές όπως είναι οι Κεντρικές Τράπεζες. 

Η εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογιών στα χρηματοοικονομικά δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Η ιστορία του μετασχηματισμού του χρηματοπιστωτικού συστήματος χρονολογείται από τα τέλη του 19ου αιώνα, πρώτα με τη χρήση επιταγών, στη συνέχεια πιστωτικών και χρεωστικών καρτών, μηχανών διανομής μετρητών (ATM) και, πιο πρόσφατα, μέσω τηλεφώνου και διαδικτυακής τραπεζικής. Ωστόσο, αυτό που διαφέρει τα τελευταία χρόνια είναι η ταχύτητα των αλλαγών. 

Η εκθετική πρόοδος στην ψηφιακή τεχνολογία υπήρξε σημαντική δύναμη στον μετασχηματισμό των χρηματοοικονομικών προϊόντων, των επιχειρηματικών μοντέλων και των υπηρεσιών στον τομέα πληρωμών και συναλλαγών. Η πρόσφατη πανδημική κρίση επιτάχυνε τον ρόλο της τεχνολογίας στον τρόπο διεκπεραίωσης συναλλαγών, πληρωμών και γενικότερα στον τρόπο παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στο μέλλον και στην αλλαγή των μορφών του χρήματος. 

Δεν χρειάζεται να αμφισβητηθεί το γεγονός ότι, στο προσεχές μέλλον το χρήμα θα έχει μόνο ψηφιακή μορφή καθώς επί το πλείστων οι συναλλαγές σήμερα γίνονται ηλεκτρονικά. Ως εκ τούτου, τα ιδιωτικά ψηφιακά νομίσματα και τα κρυπτονομίσματα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια κοινωνία χωρίς μετρητά «απειλώντας» το μονοπώλιο των Κεντρικών Τραπεζών που είναι η έκδοση και η κυκλοφορία του νομίσματος. Επιπλέον, το Decentralized Finance (DeFi), υπόσχεται να μετατρέψει το παραδοσιακό χρηματοπιστωτικό σύστημα σε ένα ανοιχτό μη ρυθμισμένο και αυτόνομο χρηματοπιστωτικό σύστημα καθώς όλες οι χρηματοοικονομικές λειτουργίες διεκπεραιώνονται από πλήρως αυτοματοποιημένα πρωτόκολλα. 

Η ραγδαία ανάπτυξη των κρυπτονομισμάτων, καθώς σήμερα κυκλοφορούν πάνω από 19.000 ιδιωτικά ψηφιακά νομίσματα σε διάφορες εφαρμογές αποκεντρωμένων συναλλαγών (Decentralized Finance (DeFi)), οδήγησε σε αξιοσημείωτη άνοδο των τιμών τους και στη συνέχεια στην πρόσφατη απότομη πτώση τους ή και κατάρρευση κάποιων εξ αυτών. Συνολικά, εν μέσω της παγκόσμιας πανδημικής κρίσης, η συνολική κεφαλαιοποίηση αυτής της αγοράς ξεπέρασε τα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια ενώ από τις αρχές Ιουλίου έχει πέσει κάτω από το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του περασμένου έτους εν μέσω ακραίας διακύμανσης στην αγορά. 

Φωτ.: Jievani Weerasinghe / Unsplash

Ωστόσο, η μέχρι τώρα χρηματοοικονομική «συμπεριφορά» της αγοράς των κρυπτονομισμάτων έχει οδηγήσει σε ένα διχασμό επενδυτικών απόψεων. Για ορισμένους αποτελεί μια ρηξικέλευθη εξέλιξη στο χώρο των χρηματοοικονομικών συναλλαγών ενώ για άλλους αποτελεί αποκεντρωμένο σύστημα πυραμίδας, το γνωστό σχήμα Πόντσι που έχει ήδη αρχίσει να καταρρέει. 

Ποιο είναι όμως το βασικό πλεονέκτημα που οδήγησε στη ραγδαία ανάπτυξη στην αγορά των κρυπτο-νομισμάτων; 

Ουσιαστικά είναι η καινοτομία της τεχνολογίας του κατανεμημένου καθολικού (distributed ledger technology – DLT) που επιτρέπει την αυτοματοποιημένη ψηφιακή μεταφορά χρηματικής αξίας ή σημαντικής πληροφορίας μεταξύ οργανισμών ή/και φυσικών προσώπων, χωρίς να απαιτείται η ύπαρξη ενδιάμεσων φορέων-διαμεσολαβητών, π.χ. τραπεζών. 

Η μεγάλη καινοτομία της τεχνολογικής υποδομής που στηρίζει τα κρυπτονομίσματα, δηλαδή, το Blockchain (στα ελληνικά αλυσίδα συστοιχιών) είναι ότι μπορεί να πιστοποιεί ψηφιακά οποιαδήποτε μορφή συναλλαγής, όχι μόνο χρηματοοικονομικής, και συμβολαίων με πλήρη 

διαφάνεια και ασφάλεια. Όλες οι συναλλαγές καταγράφονται σε ένα μητρώο, είναι προσβάσιμες από τους συμμετέχοντες ανά πάσα στιγμή και είναι εξαιρετικά δύσκολο να τροποποιηθούν. Ωστόσο, υπάρχουν και πολύ σημαντικά μειονεκτήματα όπως: 

Η πολύ μεγάλη μεταβλητότητα που παρουσιάζουν τα κρυπτονομίσματα, με την αξία τους να καταγράφει ιστορικά υψηλά αλλά στη συνέχεια να μειώνεται ραγδαία σε διάστημα λίγων ημερών. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, η κατάρρευση των λεγόμενων αλγοριθμικών stabelcoins terraUSD και του Luna, καθώς και η αναστολή των δραστηριοτήτων πλατφορμών συναλλαγής κρυπτονομισμάτων είτε για χρηματοδότηση είτε για trading, όπως μεταξύ άλλων οι Celcius, Hoo, CoinFlex, προκάλεσε σοκ στην αγορά. 

Το γεγονός ότι στην ουσία αποτελούν ψηφιακές μονάδες αξίας χωρίς φυσική μορφή, δεν εκδίδονται από κάποια κεντρική δημόσια αρχή έτσι ώστε να εγγυάται η διατήρηση της αξίας τους, 

Δεν ακολουθούν συγκεκριμένο θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας και δεν υποστηρίζονται ή παρακολουθούνται από μία ενιαία ρυθμιστική αρχή ή οργανισμό, 

Συνεπώς, εγείρονται σοβαρά θέματα εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας ως μέσο αποθήκευσης της αξίας ή ως μέσο διενέργειας συναλλαγών και πληρωμών, και είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς αν τα κρυπτονομίσματα είναι μια ασφαλής επενδυτική επιλογή, μια βιώσιμη εναλλακτική λύση έναντι των μετρητών και ποιες θα είναι οι ενέργειες των Κεντρικών Τραπεζών στο τρέχων ραγδαία μεταβαλλόμενο χρηματοοικονομικό περιβάλλον. 

Καθώς τα ψηφιακά νομίσματα είναι «αναπόφευκτη» εξέλιξη του χρήματος και η τεχνολογική καινοτομία έχει γίνει αναπόφευκτα μέρος της καθημερινότητας μας, όλες οι μεγάλες Κεντρικές Τράπεζες στον κόσμο συζητούν και σχεδιάζουν το δικό τους ψηφιακό νόμισμα. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Τράπεζας Διεθνών Κανονισμών BIS 9 από τις 10 κεντρικές τράπεζες διερευνούν τον τρόπο έκδοση του δικού τους ψηφιακού νομίσματος. 

Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ήδη ετοιμάσει την τεχνική μελέτη για την έκδοση του ψηφιακού ευρώ και τη διαθεσιμότητα του ως ένα ψηφιακό μέσο πληρωμών με στόχο τη μείωση του κόστους των συναλλαγών, την ταχύτητα και την ευκολότερη χρηματοδότηση επιχειρήσεων και τραπεζών σε περίπτωση μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. 

Φωτ.: Kanchanara Rayx / Unsplash

Ποιά είναι όμως τα κίνητρα που ώθησαν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να προβεί στην έκδοση του ψηφιακού ευρώ; 

Πρώτον, η άνοδος των ψηφιακών πληρωμών σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ εξαιτίας του μειωμένου κόστους και της ευκολίας χρήσης έχουν ωθήσει τους καταναλωτές να «αγκαλιάσουν» τα ψηφιακά μέσα πληρωμής. Οι πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες, οι πληρωμές μέσω διαδικτύου και μέσω κινητού τηλεφώνου είναι πιο δημοφιλείς έναντι των πληρωμών με μετρητά, διότι είναι ευκολότερες, γρήγορες, φθηνότερες και πιο προσιτές. Στο Ευρωσύστημα, o τομέας των πληρωμών βρίσκεται σε ένα θεμελιώδες μεταβατικό στάδιο με γνώμονα την ψηφιακή επανάσταση, τις καινοτόμες τεχνολογίες και τις προτιμήσεις των καταναλωτών. Η άνοδος των ψηφιακών πληρωμών οφείλεται επίσης στην πανδημία του COVID-19, όπως αποδεικνύεται από την τελευταία έρευνα της ΕΚΤ σχετικά με τη στάση των καταναλωτών στις πληρωμές στη ζώνη του ευρώ, η οποία έδειξε σημαντική στροφή από τις πληρωμές με μετρητά στις πληρωμές χωρίς μετρητά (έρευνα SPACE, 2020). 

Οι πολιτικές του Ευρωσυστήματος που αφορούν τις πληρωμές προσαρμόζονται συνεχώς ώστε να διασφαλίζουν ότι οι πληρωμές παραμένουν αποτελεσματικές και χωρίς αποκλεισμούς για το κοινωνικό σύνολο. Πράγματι, η αναθεωρημένη Οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών (PSD2) υποστηρίζει την ανάπτυξη μιας ευρείας ψηφιακής ενιαίας αγοράς, καθιστώντας τις διαδικτυακές πληρωμές πιο ασφαλείς για τους πελάτες και τις επιχειρήσεις της ΕΕ. η νέα νομοθεσία για το ηλεκτρονικό εμπόριο διευκολύνει το διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο και ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (GDPR) προστατεύει τους καταναλωτές και τα προσωπικά δεδομένα, ενισχύοντας έτσι την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο. Επιπρόσθετα, τα στατιστικά στοιχεία για τα συστήματα πληρωμών σε ολόκληρο το Ευρωσύστημα υποδεικνύουν συνολική αύξηση 6,7% των ηλεκτρονικών πληρωμών σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ κατά την περίοδο 2015-2020. Η μεγαλύτερη αύξηση (περίπου 24%) καταγράφεται στην Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, η χαμηλότερη αύξηση των ηλεκτρονικών πληρωμών της τάξης του 5% καταγράφεται στη Γαλλία, την Πορτογαλία και τη Σλοβενία ενώ υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ όσον αφορά τη χρήση μέσων ηλεκτρονικών πληρωμών, οι οποίες μπορεί να είναι αποτέλεσμα των προτιμήσεων και της στάσης των καταναλωτών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, τόσο οι συναλλαγές POS με πιστωτικές κάρτες όσο και με τερματικά έχουν αυξηθεί πάνω από 100% από το 2015, υποδηλώνοντας σημαντική αλλαγή στη συμπεριφορά των πολιτών με σαφή προτίμηση στις ψηφιακές πληρωμές. 

Δεύτερον, με δεδομένο την ραγδαία ανάπτυξη της αγοράς των ιδιωτικών ψηφιακών νομισμάτων, η ευρεία υιοθέτησή τους από το κοινωνικό σύνολο θα περιόριζε την ικανότητα των κεντρικών τραπεζών να ελέγχουν τον πληθωρισμό, που είναι ο πρωταρχικός στόχος των κεντρικών τραπεζών. Εάν τα κρυπτονομίσματα γίνουν το mainstream μέσο εκτέλεσης των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, θα επηρεαστεί η προσφορά χρήματος και η δυνατότητα ελέγχου των επιτοκίων της αγοράς χρήματος από την Κεντρική Τράπεζα, μειώνοντας επομένως την αποτελεσματικότητα της άσκησης της νομισματικής πολιτικής. 

Επιπλέον, τα κρυπτονομίσματα θα μπορούσαν να έχουν αποσταθεροποιητική επίδραση στη σταθερότητα του υπάρχοντος παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αν και το μέγεθος της αγοράς των κρυπτονομισμάτων δεν είναι αρκετά μεγάλο ώστε να θεωρείται κίνδυνος για τη σταθερότητα των κεφαλαιαγορών, το αυξημένο ενδιαφέρον και η έκθεση ιδιωτών και θεσμικών επενδυτών σε αυτές τις αγορές οδηγεί σε αυξημένες αλληλεπιδράσεις μεταξύ του υπάρχοντος και του αποκεντρωμένου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Πρόσφατη δημοσιευμένη μελέτη σε διεθνές οικονομικό περιοδικό απέδειξε ότι οποιαδήποτε απότομη αλλαγή στην τιμή και τη μεταβλητότητά των κρυπτονομισμάτων θα μπορούσε να επηρεάσει άμεσα τα παραδοσιακά χρηματοοικονομικά προϊόντα όπως μετοχές συνάλλαγμα και ομόλογα καθώς υπάρχουν αμφίδρομες αλληλεξαρτήσεις. 

Ως αποτέλεσμα η εισαγωγή ενός ψηφιακού ευρώ που χρησιμοποιεί τεχνολογία blockchain και υποστηρίζει -από τεχνική άποψη- την κατασκευή έξυπνων συμβολαίων με δυνατότητες παρόμοιες με αυτές που χρησιμοποιούνται στις αγορές περιουσιακών στοιχείων κρυπτογράφησης θα μπορούσε να θεωρηθεί ως σημείο σύγκλισης των παραδοσιακών χρηματοπιστωτικών αγορών με τις αγορές των κρυπτονομισμάτων. Ταυτόχρονα, η μη έκδοση ψηφιακού ευρώ θα μπορούσε να συνεπάγεται αδικαιολόγητους κινδύνους για τη ζώνη του ευρώ, ειδικά αν ληφθεί υπόψη η ευρεθείσα σημαντική αλληλεξάρτηση μεταξύ των κρυπτονομισμάτων, των stablecoins. 

Εν κατακλείδι, ανακαλώντας τη φράση του διάσημου αστροφυσικού καθηγητή Στίβεν Χόκινγκ ότι η «ευφυΐα είναι η ικανότητα να προσαρμόζεσαι στην αλλαγή!» η συνύπαρξη των κρυπτονομισμάτων με τα ψηφιακά νομίσματα των Κεντρικών Τραπεζών είναι εφικτή!. Όμως με την εξής προϋπόθεση: 

Ένα ενιαίο ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο για την αγορά των κρυπτονομισμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πρόσφατη νομοθετική πρόταση MiCA της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία στοχεύει στην υιοθέτηση ενός εναρμονισμένου πλαισίου για την έκδοση, την παροχή υπηρεσιών που σχετίζονται με τα κρυπτονομίσματα και την εύρυθμη λειτουργία των αγορών κρυπτονομισμάτων, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των επενδυτών καθώς και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αποτελεί καλό παράδειγμα δράσης που λαμβάνεται για την αντιμετώπιση και τον μετριασμό των πιθανών κινδύνων. 

︎❈ Η Δρ. Ελευθερία Κωστίκα είναι Επικεφαλής του Γραφείου Υποδιοικητή της ΤτΕ Θ. Πελαγίδη.