Με τις τιμές των οικιστικών ακινήτων στην χώρα μας να διατηρούν την ανοδική τους τάση για πέμπτη συνεχή χρονιά, με σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά γεωγραφική περιοχή, το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο συνεχίζεται και η αυξημένη ζήτηση από Έλληνες και ξένους επενδυτές και νοικοκυριά.

Ειδικότερα σύμφωνα με τα στοιχεία εκτιμήσεων της Τράπεζας της Ελλάδος που συλλέγονται από τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, το 2022 και για πέμπτη συνεχή χρονιά, στην αγορά κατοικιών σημειώνεται σημαντική αύξηση των τιμών, με τις τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) να αυξάνονται κατά 11,1% σε ετήσια βάση, 7 έναντι αύξησης κατά 7,6% το 2021 και 4,5% το 2020.

Τι συμβαίνει όμως με την ζήτηση από πλευράς ξένων αλλά και Ελλήνων υποψήφιων αγοραστών με δεδομένη την αυξητική αυτή τάση στις αγορές ακινήτων τόσο στα αστικά κέντρα όσο και στους τουριστικούς προορισμούς;

Οι τιμές των ακινήτων και ειδικά υψηλών προδιαγραφών αναμένεται να συνεχίσουν να προσελκύουν αυξημένο ενδιαφέρον, όπως εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία της έκθεση.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελληνική αγορά διαφοροποιείται ως προς τα χαρακτηριστικά της, ότι οι ρυθμοί αύξησης των τιμών ήταν ηπιότεροι τα τελευταία χρόνια συγκριτικά με άλλες χώρες και ότι οι αποδόσεις εξακολουθούν να βρίσκονται σε ελκυστικά επίπεδα, αλλά και με την προϋπόθεση της απουσίας νέων απρόβλεπτων γεγονότων, οι τιμές των ακινήτων, και ειδικά υψηλών προδιαγραφών, αναμένεται να συνεχίσουν να προσελκύουν αυξημένο ενδιαφέρον.

Οι αναπλάσεις υπερτοπικής εμβέλειας που δρομολογούνται ή βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, η σταδιακή βελτίωση των υποδομών και η αναβάθμιση του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος (με τη συμβολή και του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας) αναμένεται να συντηρήσουν την ελκυστικότητα της αγοράς και την τρέχουσα δυναμική της, εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος, Αναπλάσεις με επίκεντρο τόσο το Ελληνικό που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με τις παραδόσεις των επιμέρους έργων να ξεκινούν εντός του τρέχοντος έτους και να ακολουθούν νέες στα επόμενα έτη, όσο και γενικότερα με σειρά επιμέρους αναπλάσεων στην Αθηναϊκή Ριβιέρα να ανοίγουν, όπως αναφέρουν οι ειδικοί του κλάδου, νέες προοπτικές στην ζήτηση ακινήτων και αναβαθμίζοντας όλη την περιοχή. Οι τιμές θα είναι προσαρμοσμένες ανάλογα με την προσφορά και την ζήτηση ανά περιοχή και θα εξαρτηθούν από σειρά παραγόντων.

Έντονη η ζήτηση για την Αθηναϊκή Ριβιέρα και Κυκλάδες

Η ζήτηση οικιστικών ακινήτων, μετά από μια περίοδο αναμονής που προηγήθηκε των εκλογών της 21ης Μαΐου, συνεχίζει ξανά την ανοδική της πορεία παρά τις αυξητικές τάσεις τιμών ιδιαίτερα για ακίνητα στην Αθηναϊκή Ριβιέρα και την νησιωτική Ελλάδα, με έμφαση στα νησιά των Κυκλάδων, αναφέρει ο κ. Γιάννης Ρεβύθης, οικονομολόγος-εκτιμητής Ακινήτων και επίτιμος πρόεδρος του Συλλόγου Κτηματομεσιτών Αττικής.

Η άνοδος των τιμών των ακινήτων, ιδιαίτερα των νεόδμητων, συνδέεται μεταξύ άλλων και με την άνοδο του κατασκευαστικού κόστους που ξεκίνησε με τον πόλεμο στην Ουκρανία, και δεν οφείλεται αποκλειστικά και μόνον στην προσφορά και ζήτηση, αναφέρει ο κ. Ρεβύθης.

Επισημαίνει επίσης, ότι οι τιμές για premium παραθεριστικές κατοικίες – βίλες με υψηλή αρχιτεκτονική και θέα σε περιοχές της χώρας μας που απευθύνονται σε επενδυτές ανώτερων εισοδηματικών στρωμάτων αρχίζουν να συγκλίνουν με τις αντίστοιχες τιμές ακριβών τουριστικών θέρετρων της Ευρώπης, με την ζήτηση να παραμένει ισχυρή.

Κίνητρο για την αγορά νέας κατοικίας το «Πρόγραμμα Προσιτής Στέγης για Νέους»

Αναφορικά με την πορεία της ζήτησης και γενικότερα των αγοραπωλησιών οικιστικών ακινήτων που απευθύνονται σε ένα μέσο νοικοκυριό στην Αθήνα, αλλά και σε μεγάλα αστικά κέντρα σε συνδυασμό πάντα με την πορεία των τιμών ο κ. Ρεβύθης εκτιμά ότι λόγω των πληθωριστικών πιέσεων, την αύξηση του κόστους χρήματος, των οικογενειακών αναγκών και την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, η μέση ελληνική οικογένεια δεν θα δείχνει σημαντικό ενδιαφέρον για την αγορά ακινήτων. Ωστόσο, το «Πρόγραμμα Προσιτής Στέγης για Νέους» αλλά και η θέσπιση νέων προγραμμάτων με ευνοϊκότερους όρους, θα αποτελέσουν σημαντικά μέτρα και θα δώσουν κίνητρα για την αγορά νέας κατοικίας, εκτιμά ο κ.Ρεβύθης.

Εξειδικεύοντας τις τάσεις επισημαίνει ότι σε γενικές όμως γραμμές, θα υπάρχει ανάπτυξη στον κατασκευαστικό κλάδο και η ζήτηση στα βόρεια προάστια θα ακολουθήσει ανοδική πορεία, όπου τα τελευταία χρόνια παρέμενε μειωμένη, ενώ θα έχουμε αρκετά αυξημένη ζήτηση σε όλες τις τουριστικές περιοχές και ιδιαίτερα στα νησιά.

Οι τιμές σε κάποιους επώνυμους τουριστικούς προορισμούς στην χώρα μας θα συγκρίνονται με αυτές της Ιταλικής και Γαλλικής Ριβιέρας ενώ η προτίμηση για τα δυτικά παράλια της Πελοποννήσου, όπου υπάρχει ένας κατασκευαστικός οργασμός πολυτελών ξενοδοχειακών συγκροτημάτων, είναι ολοφάνερη.

Στην περιοχή της Αθηναϊκής Ριβιέρας, η κατασκευή του συγκροτήματος του Ελληνικού και η ανέγερση νέων οικοδομών σε όλο το παραλιακό μέτωπο, θα συντελέσουν στην αύξηση ενδιαφέροντος έως και την περιοχή του Σουνίου. Οι τιμές θα είναι προσαρμοσμένες ανάλογα με την προσφορά και την ζήτηση ανά περιοχή και θα εξαρτηθούν πολύ από το κατασκευαστικό κόστος, τις πληθωριστικές τάσεις και την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού. Συνολικά, προβλέπεται τα επόμενα 2-3 χρόνια μια άνθηση της Ελληνικής κτηματαγοράς, εκτός απροόπτων.

Η προσαρμοστικότητα χαρακτηρίζει τους Έλληνες αγοραστές

Οι αυξήσεις των τιμών αναστατώνουν τους επενδυτές, αλλά η ζήτηση είναι εξαιρετικά ανθεκτική, αναφέρει ο Χαρίτων Τριανταφυλλίδης, ιδρυτικός εταίρος και CFO της Real Vaha που ειδικεύεται στα ξενοδοχειακά και οικιστικά έργα. Σε μια προσπάθεια να «βγάλουν άκρη» οι ιδιώτες αναζητούν εναλλακτικές λύσεις καθώς αναρωτιούνται αν θα πέσουν καθόλου οι τιμές, ενώ οι μεγάλοι «παίκτες» δείχνουν να πιστεύουν πολύ στις προοπτικές της αγοράς κατοικίας με βλέμμα κυρίως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.

Με τις τιμές να συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, υπάρχει μια επιφυλακτικότητα στην αγορά. Κάποιοι περιμένουν να δουν αν θα «κατεβάσει ταχύτητα» η αγορά, τη στιγμή που άλλοι φοβούνται ότι θα χάσουν την ευκαιρία για μια καλή επένδυση αν περιμένουν έξι μήνες ή ένα χρόνο ακόμα, εκτιμά ο κ.Τριανταφυλλίδης.

Η προσαρμοστικότητα είναι επίσης μια στρατηγική που ακολουθούν άλλοι αγοραστές, ειδικά ο Έλληνας ιδιώτης επενδυτής. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι συμβιβάζεται με ένα μικρότερο ακίνητο ή δέχεται ετήσιες αποδόσεις που κυμαίνονται στο 5-7% ετησίως σε σχέση με 9-12% προηγουμένως.

Για τους ξένους επενδυτές είναι business as usual. Ορισμένοι έχουν αρχίσει να πωλούν και να αποκομίζουν κέρδη τόσο από αγορές που είχαν κάνει πριν από 3-4 χρόνια όσο και από την ανάπτυξη ακινήτων που ολοκλήρωσαν στην Αθήνα και τα νησιά, πράγμα που σημαίνει ότι έχουν μετρητά και διάθεση να επανεπενδύσουν.

Μέχρι τώρα, πολλοί ξένοι απλά παρακολουθούσαν την ελληνική αγορά, ενώ τώρα μπαίνουν και «χτυπάνε» επιθετικά κατοικίες.

Το γεγονός ότι οι πρώτοι ξένοι αγοραστές που τοποθετήθηκαν στην Ελλάδα αποκόμισαν σημαντικά κέρδη προσελκύει μια ακόμα μεγαλύτερη δεξαμενή αγοραστών από περισσότερες χώρες, όπως αυτές της Μέσης Ανατολής και της Σκανδιναβίας. Στην Real Vaha, πιστεύουμε ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί για αρκετό καιρό ακόμη Οι βελτιωμένες προοπτικές της Ελλάδας, όπως η αναμενόμενη επενδυτική βαθμίδα και η φιλική στάση προς τις επιχειρήσεις από την επόμενη κυβέρνηση, κάνουν όλη τη διαφορά για ξένους αγοραστές, εκτιμά ο κ.Τριανταφυλλίδης.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ