Μπορούν τα σκυλιά του Τσερνόμπιλ που επί 37 χρόνια υπέστησαν μεταλλάξεις λόγω ραδιενέργειας να μας διδάξουν νέους τρόπους επιβίωσης;

Αυτό αναρωτιέται σε σχετικό του δημοσίευμα το AP, με την επισήμανση ότι οι επιστήμονες φιλοδοξούν πως η μελέτη των σκυλιών αυτών μπορεί να διδάξει στους ανθρώπους νέους τρόπους επιβίωσης στα σκληρότερα, πιο εκφυλισμένα περιβάλλοντα.

Πάνω από 35 χρόνια μετά το χειρότερο πυρηνικό ατύχημα στον κόσμο, τα σκυλιά του Τσερνόμπιλ εξακολουθούν να περιφέρονται ανάμεσα στα εγκαταλελειμμένα, σαπισμένα από τον καιρό, κτήρια, μέσα και γύρω από τις εγκαταστάσεις του πυρηνικού εργοστασίου στο Πρίπιατ της σημερινής Ουκρανίας, καταφέρνοντας να τρέφονται, να αναπαράγονται και εντέλει να επιβιώνουν κάλλιστα υπό αφιλόξενες και άκρως ραδιενεργές συνθήκες.

Οι επιστήμονες προσπαθούσαν επί χρόνια να κατανοήσουν πώς επιβίωσαν αυτά τα ζώα σε τόσο υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας. Και τώρα ανακάλυψαν ότι τα σκυλιά αυτά μεταλλάχθηκαν προκειμένου να προσαρμοστούν. Τα μέλη της επιστημονικής ομάδας που μελέτησαν επί χρόνια τα αδέσποτα του Τσερνόμπιλ παρατήρησαν ότι αυτά δεν ζουν σε αγέλες, όπως οι λύκοι ή τα άγρια σκυλιά, προτιμούν όμως να ζουν το ένα κοντά στο άλλο.

Οι επιστήμονες φιλοδοξούν πλέον πως η μελέτη των σκυλιών αυτών μπορεί να διδάξει στους ανθρώπους νέους τρόπους επιβίωσης στα σκληρότερα, πιο εκφυλισμένα, έως και ραδιενεργά, περιβάλλοντα.

Πριν μερικές ημέρες οι επιστήμονες αυτοί, δημοσίευσαν στην επιθεώρηση Science Advances την πρώτη γενετική μελέτη, όπου εστιάζουν σε 302 αδέσποτα σκυλιά που ζουν στην επίσημη «ζώνη αποκλεισμού», γύρω από την περιοχή του δυστυχήματος που συνέβη τον Απρίλιο του 1986.

Οι ερευνητές εντόπισαν πληθυσμούς σκύλων, των οποίων η διαφορετική έκθεση στη ραδιενέργεια, ενδέχεται να τους έχει καταστήσει γενετικά διαφορετικούς τον έναν από τον άλλον, αλλά και άλλους σκύλους εκτός περιοχής.

«Έχουμε αυτή τη χρυσή ευκαιρία να θέσουμε τις βάσεις στην απάντηση ενός κρίσιμου ερωτήματος: Πώς μπορείς να επιβιώσεις σε ένα “εχθρικό” περιβάλλον σαν και αυτό του Πρίπιατ επί σχεδόν 15 γενιές;» αναρωτιέται η Ιλέιν Οστράντερ, γενετίστρια στο Εθνικό Ινστιτούτο Ερευνών Ανθρώπινου Γονιδιώματος και μία εκ των πολλών συγγραφέων της έρευνας.

«Τα σκυλιά του Τσερνόμπιλ παρέχουν ένα απίστευτο εργαλείο παρατήρησης των επιπτώσεων ενός τέτοιου περιβάλλοντος στα θηλαστικά συνολικά» εξηγεί με την σειρά του ο Τιμ Μουσό, καθηγητής βιολογικών επιστημών στο πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας.

Οι ερευνητές εντόπισαν πληθυσμούς των οποίων η διαφορετική έκθεση στη ραδιενέργεια, ενδέχεται να τους έχει καταστήσει γενετικά διαφορετικούς τον έναν από τον άλλον, αλλά και άλλους σκύλους εκτός περιοχής :

Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα περισσότερα από τα σκυλιά μελέτης φαίνεται να είναι απόγονοι των κατοικιδίων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν οι κάτοικοι της περιοχής, πριν οι αρχές της τότε ΕΣΣΔ τους διώξουν από τις εστίες τους.

Ο Μουσό εργάζεται στην περιοχή του Τσερνόμπιλ από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 κι άρχισε να συλλέγει δείγματα αίματος από τα σκυλιά γύρω στο 2017. Όπως λένε οι επιστήμονες, κάποια από τα σκυλιά ζουν μέσα στις άλλοτε πυρηνικές εγκαταστάσεις, άλλα πιο μακριά, σε απόσταση από 15 – 45 χιλιόμετρα.

Μέσω DNA, οι ερευνητές κατάφεραν να αναγνωρίσουν τα σκυλιά της περιοχής βάσει έκθεσης σε επίπεδα υψηλής, μέτριας, χαμηλής ραδιενέργειας.

«Αυτό ήταν τεράστιο ορόσημο για εμάς. Και αυτό που μας εξέπληξε είναι πως μπορέσαμε να αναγνωρίσουμε ακόμη και τις οικογένειες, περίπου 15 στο σύνολο» λέει η Οστράντερ.

Τώρα, οι ερευνητές μπορούν να αρχίσουν να επικεντρώνονται στην τροποποίηση του DNA. «Μπορούμε να τα συγκρίνουμε και να πούμε: Οκ, αυτό είναι διαφορετικό, τι είναι μεταλλαγμένο, τι τροποποιημένο, τι εξελιγμένο, τι βοηθά, τι τραυματίζει σε επίπεδο DNA» προσθέτει η ίδια.

«Δεν ξέρουμε ακόμη ποιες γενετικές διαφοροποιήσεις μπορεί να επιτρέπουν στα σκυλιά να επιβιώνουν σε κάποιο συγκεκριμένο περιβάλλον. Μελετάμε τις διαφορές στο DNA, για να το κατανοήσουμε. Θεωρούμε ότι είναι ένα πολύ σημαντικό πείραμα, διότι αν αναγνωρίσουμε αυτές τις διαφορές, μπορεί να οδηγηθούμε και στην κατανόηση όσων συμβαίνουν στα πρώτα στάδια του καρκίνου, να μπορέσουμε να καταπολεμήσουμε ασθένειες που προέρχονται από έκθεση στη ραδιενέργεια, να προστατευτούμε καλύτερα», σημειώνει εμφατικά η Οστράντερ.

«Η περιοχή είναι ένα παζλ από διαφορετικά επίπεδα ραδιενέργειας», τονίζει ο Μουσό, προσθέτοντας ότι «μια προηγούμενη μελέτη είχε καταλήξει ότι όσο μακρύτερα από το σημείο του δυστυχήματος ζούσαν τα σκυλιά, τόσο περισσότερο το γονιδίωμά τους έμοιαζε με εκείνο των ζώων που ζουν έξω από τη ζώνη αποκλεισμού. Και όταν αναπαράγονται, παράγουν διαφόρων ειδών σκυλιά, μέχρι και σύγχρονες ράτσες, όπως μαστίφ και τεριέ. Τα σκυλιά που ζουν πιο κοντά στο εργοστάσιο, όμως, είναι μια πολύ διαφορετική ιστορία, καθώς όσο αναπαράγονται, τόσο πιο πολύ μοιάζουν όλα με γερμανικό ποιμενικό, ένα είδος με μακρά παρουσία στην περιοχή. Κάτι που σημαίνει ότι τα σκυλιά αυτά, γονιδιακά μιλώντας, είναι σαν να επιστρέφουν στις ρίζες τους».

Σύμφωνα με τους επιστήμονες η έρευνα θα μπορεί να έχει ευρείες εφαρμογές, προσφέροντας γνώση για το πώς τα ζώα και οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν σήμερα και στο μέλλον σε περιοχές του κόσμου υπό «διαρκή περιβαλλοντική επίθεση».

Η έκρηξη στο πυρηνικό εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ έγινε στις 26 Απριλίου 1986 και η ραδιενέργεια απλώθηκε σε όλη την Ευρώπη. Δύο άνθρωποι σκοτώθηκαν τη στιγμή της έκρηξης στον αντιδραστήρα 4 και συνολικά άλλοι 29 τις επόμενες μέρες από τη ραδιενέργεια. Τα Ηνωμένα Εθνη εκτιμούν ότι συνολικά το δυστύχημα προκάλεσε 4.000 θανάτους, ενώ πάνω από 300.000 άνθρωποι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και τελικά δημιουργήθηκε μια τεράστια ζώνη αποκλεισμού γύρω από το εργοστάσιο η οποία ισχύει μέχρι και σήμερα, ενώ ακόμη και τώρα, 37 χρόνια μετά, στο Πρίπιατ εξακολουθούν να μετρώνται, σε κάποια επιμέρους σημεία, πολύ ισχυρές ποσότητες ραδιενέργειας.