Χιλιάδες Πορτογάλοι βγήκαν στους δρόμους της Λισαβόνας χθες Σάββατο για να απαιτήσουν να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής, καθώς ο πληθωρισμός κάνει ολοένα δυσκολότερο να τα βγάλουν πέρα.
Η Πορτογαλία συγκαταλέγεται στις φτωχότερες χώρες της δυτικής Ευρώπης. Κατά τα επίσημα δεδομένα, πάνω από το 50% των εργαζομένων είχε εισοδήματα χαμηλότερα από το επίπεδο των 1.000 ευρώ τον μήνα την περασμένη χρονιά. Ο κατώτερος μισθός είναι 760 ευρώ.
Οι τιμές των κατοικιών στη χώρα της Ιβηρικής αυξήθηκαν κατά 18,7% το 2022 —επρόκειτο για τη μεγαλύτερη άνοδό τους σε τρεις δεκαετίες—, ενώ οι τιμές των ενοικίων αυξήθηκαν επίσης θεαματικά, εν μέρει λόγω της φούσκας των ακινήτων.
Οι χαμηλοί μισθοί και τα υψηλά ενοίκια σημαίνουν πως η Λισαβόνα είναι η τρίτη λιγότερο προσιτή πόλη στον κόσμο για να ζει κανείς, υπέδειξε έρευνα ασφαλιστικής εταιρείας. Το γεγονός πως ο πληθωρισμός στην Πορτογαλία έχει φθάσει το 8,3% χειροτερεύει την κατάσταση.
Στη διαδήλωση, που οργανώθηκε από το κίνημα «Δίκαιη Ζωή», ο Βίτορ Ντάβιντ, 26χρονος προγραμματιστής, είπε πως θα ήθελε να μετακομίσει ξανά στην πορτογαλική πρωτεύουσα μια μέρα, αλλά είναι αναγκασμένος να ζει εκτός της πόλης, εξαιτίας του ότι τα ενοίκια είναι απλησίαστα.
«Φτάνεις σε ένα σημείο στη ζωή σου που δεν έχεις καμιά ελπίδα», τόνισε και πρόσθεσε πως ήδη σκέφτεται σοβαρά να μεταναστεύσει σε κάποια πλουσιότερη ευρωπαϊκή χώρα. Τα πράγματα «είναι πολύ δύσκολα», εξήγησε.
Σύμφωνα με κυβερνητικά δεδομένα, το 20% των Πορτογάλων ζει στο εξωτερικό.
«Βγήκαμε στον δρόμο για να ακουστεί η φωνή μας», τόνισε ο Ζουζέ Χέις, που αποφοίτησε πρόσφατα από το πανεπιστήμιο αλλά παραμένει άνεργος.
Το κίνημα «Δίκαιη Ζωή», που δημιούργησαν κάτοικοι φτωχότερων προαστίων της Λισαβόνας, επισημαίνει πως εκείνοι που ήταν οι πιο ευάλωτοι ήδη προτού αρχίσει να επιταχύνεται ο πληθωρισμός είναι ακριβώς αυτοί που πλήττονται περισσότερο από την κρίση του κόστους ζωής.
Το κίνημα επιχειρηματολογεί πως χρειάζονται υψηλότεροι μισθοί, όρια στις τιμές βασικών αγαθών και πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για το πρόβλημα της στέγης.
Η πορτογαλική κυβέρνηση ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα σειρά μέτρων για να αντιμετωπιστεί η κρίση της κατοικίας, όμως κοινωνικές οργανώσεις επισημαίνουν πως οι προτάσεις της δεν θα έχουν ιδιαίτερο αντίκρισμα αν συνεχιστούν άλλες πρωτοβουλίες για την προσέλκυση πλούσιων επενδυτών, όπως το πρόγραμμα Digital Nomads Visa, που ανακοινώθηκε τον Οκτώβριο.
Για το δικαστικό σύστημα στο Ισραήλ
Για όγδοη συνεχή εβδομάδα, πολλές χιλιάδες Ισραηλινοί κατέβηκαν στους δρόμους του Τελ Αβίβ χθες βράδυ για να διαμαρτυρηθούν εναντίον της πολύ αμφιλεγόμενης μεταρρύθμισης του δικαστικού συστήματος που προωθεί ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου και την οποία θεωρούν επίθεση κατά της δημοκρατίας.
Η χθεσινή διαδήλωση έγινε μετά την υιοθέτηση από το Κοινοβούλιο, σε πρώτη ανάγνωση, την Τρίτη, δύο βασικών διατάξεων της μεταρρύθμισης.
Η πρώτη διάταξη τροποποιεί τη διαδικασία διορισμού των βουλευτών και η δεύτερη καθιστά τα δικαστήρια αναρμόδια να κρίνουν πράξεις ή αποφάσεις για τις οποίες μπορεί να θεωρούν πως συγκρούονται με τους θεμελιώδεις νόμους, που έχουν ρόλο Συντάγματος. Άλλη πολύ επίμαχη διάταξη της μεταρρύθμισης είναι αυτή που επιτρέπει στο κοινοβούλιο να ακυρώνει αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου με απλή πλειοψηφία.
«Δημοκρατία, δημοκρατία!» ή «Δεν θα τα παρατήσουμε», φώναζαν οι διαδηλωτές στο κέντρο του Τελ Αβίβ.
«Μαχόμαστε για τη χώρα μας, για τη δημοκρατία, για ίσα δικαιώματα», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Ρονίτ Πελέντ, από την Χοντ Χασαρόν, βόρεια της ισραηλινής μητρόπολης. «Πρέπει κάποιος να σταματήσει την κυβέρνηση», που έχει βαλθεί «να ελέγξει τις ζωές μας. Φοβόμαστε ότι θα γίνουμε φασιστική χώρα», δήλωσε η 68χρονη συνταξιούχος.
Το σχέδιο της μεταρρύθμισης ανακοινώθηκε στις αρχές Ιανουαρίου από την κυβέρνηση που σχηματίστηκε τον Δεκέμβριο από τον Μπενιαμίν Νετανιάχου με κόμματα της ακροδεξιάς και υπερορθόδοξους εβραϊκούς σχηματισμούς.
Σύμφωνα με τους επικριτές του, το νομοσχέδιο, καθώς έχει στόχο να μειώσει την επιρροή της δικαστικής εξουσίας προς όφελος της πολιτικής, απειλεί τον δημοκρατικό χαρακτήρα του κράτους του Ισραήλ.