Η επιδημία χολέρας έχει πλέον στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 283 ανθρώπους στην Αϊτή και συνεχίζει να εξαπλώνεται σε όλη τη χώρα, προειδοποίησε χθες ο ΟΗΕ, υπογραμμίζοντας ευρύτερα το τρομακτικό εύρος των ανθρωπιστικών αναγκών στην πάμφτωχη χώρα της Καραϊβικής.

«Η επιδημία χολέρας συνεχίζει να αποτελεί ανησυχία για τη χώρα και για εμάς. Ο αριθμός των κρουσμάτων συνεχίζει να αυξάνεται, με 283 νεκρούς και σχεδόν 12.000 εισαγωγές στα νοσοκομεία» μετά την επανεμφάνιση της ασθένειας, στις αρχές του Οκτωβρίου, τόνισε η Ουλρίκα Ρίτσαρντσον, συντονίστρια των Ηνωμένων Εθνών για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις στη χώρα, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.

Στα μέσα Νοεμβρίου, ο απολογισμός των θυμάτων βρισκόταν στους 161 νεκρούς και είχαν γίνει 7.500 εισαγωγές σε νοσοκομεία.

Άλλη «ανησυχητική τάση»: «αυτό που βλέπουμε δεν είναι μόνο η συνεχής αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων της χολέρας, αλλά επίσης εξάπλωσή της στις περιφέρειες, με 8 στις 10 να έχουν καταγράψει επιβεβαιωμένα κρούσματα», ανέφερε η κυρία Ρίτσαρντσον.

Στα μέσα Νοεμβρίου, ο ΟΗΕ απηύθυνε έκκληση να συγκεντρωθεί ποσό 145,6 εκατομμυρίων δολαρίων για να αντιμετωπιστεί η επιδημία. Μέχρι σήμερα, έχουν γίνει υποσχέσεις για «μόλις το 16%» του ποσού αυτού, δηλαδή για 23,5 εκατομμύρια δολάρια, υπογράμμισε η συντονίστρια.

Φωτ.: Marwan Naamani / Picture Alliance / DPA (Πηγή: UNICEF)

Όμως σε μια χώρα όπου η βία των συμμοριών αποτελεί μάστιγα, οι ανθρωπιστικές ανάγκες είναι πολύ ευρύτερες από απλά την αντιμετώπιση της νέας επιδημίας χολέρας, έπειτα από εκείνη που είχε στοιχίσει τη ζωή σε 10.000 ανθρώπους από το 2010 ως το 2019.

Ο ένας στους δύο Αϊτινούς δεν είναι σε θέση να φάει όταν πεινάει. Ο ΟΗΕ προετοίμασε για το 2023 σχέδιο ανθρωπιστικής βοήθειας που εκτιμάται πως θα έχει κόστος 719 εκατ. δολαρίων, με άλλα λόγια θα είναι σχεδόν διπλάσιο από αυτό για το 2022. «Πρόκειται για ανησυχητική κατάσταση», επέμεινε η κυρία Ρίτσαρντσον, στηλιτεύοντας ταυτόχρονα την «καλπάζουσα ανασφάλεια».

Οι συμμορίες, που ελέγχουν «σχεδόν το 60% της πρωτεύουσας», χρησιμοποιούν «με τρομακτική ένταση», τη σεξουαλική βία «ως όπλο για να κρατούν τον πληθυσμό υπό τον έλεγχό τους», κατήγγειλε.

Κίνδυνος και για τις υπόλοιπες χώρες

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αναφέρει ότι φέτος 29 χώρες έχουν αναφέρει κρούσματα χολέρας – μια αξιοσημείωτη αύξηση από τον μέσο όρο κρουσμάτων τα τελευταία πέντε χρόνια. Επιπλέον, το ποσοστό θνησιμότητας έχει σχεδόν τριπλασιαστεί από 1% σε περίπου 3%, προκαλώντας αυξημένη ανησυχία.

Τα τελευταία χρόνια, ο ετήσιος αριθμός των νεκρών από χολέρα ήταν περίπου 100.000.

Αρκετές από αυτές τις χώρες δεν έχουν αναφέρει κανένα κρούσμα χολέρας εδώ και χρόνια. Ο Λίβανος, ο οποίος ήταν απαλλαγμένος από τη χολέρα από το 1993, ανέφερε 18 κρούσματα φέτος.

Λόγω της επιδημίας, τώρα υπάρχουν προβλήματα με την προμήθεια εμβολίων. Λόγω της περιορισμένης προμήθειας, η Διεθνής Συντονιστική Ομάδα (ICG) – μια ομάδα που διαχειρίζεται τις προμήθειες εμβολίων και αποτελείται από μέλη του ΠΟΥ, των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, της UNICEF και του Ερυθρού Σταυρού – ανέστειλε προσωρινά τη στρατηγική εμβολιασμού κατά της χολέρας, με δύο δόσεις αντί μίας.

Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Tedros Adhanom Ghebreyesus, λέει: «Η στρατηγική της μίας δόσης έχει αποδειχθεί αποτελεσματική σε προηγούμενες επιδημίες. Αν και τα στοιχεία σχετικά με το πόσο διαρκεί η προστασία είναι περιορισμένα».

Εμβόλιο δια στόματος (Πηγή: International Vaccine Institute)

Το εμβόλιο μίας δόσης κατά της χολέρας δεν παρέχει ανοσία κατά της νόσου για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα όσο το εμβόλιο δύο δόσεων και είναι λιγότερο αποτελεσματικό στην παροχή ανοσίας στα παιδιά. Ωστόσο, η αλλαγή στη στρατηγική εμβολιασμού έχει ως στόχο να επιτρέψει τον εμβολιασμό περισσότερων ανθρώπων κατά τη διάρκεια της τρέχουσας επιδημίας και σε μια εποχή που η προμήθεια εμβολίων κατά της χολέρας είναι εξαιρετικά περιορισμένη.

Μέχρι στιγμής φέτος έχουν αποσταλεί 24 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου κατά της χολέρας και έχουν εγκριθεί 8 εκατομμύρια επιπλέον δόσεις για επείγουσα χρήση σε 4 χώρες που πλήττονται από την επιδημία. Ο ΠΟΥ αναφέρει ότι αυτή η αλλαγή στη στρατηγική εμβολιασμού είναι μόνο μια βραχυπρόθεσμη λύση και ότι απαιτείται επείγουσα δράση για την αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής εμβολίων.

Αυτή η αύξηση των κρουσμάτων χολέρας και οι εξελίξεις για το εμβόλιο, είναι μια υπενθύμιση ότι μια αρχαία ασθένεια – και μάλιστα μια ασθένεια που είναι εύκολα θεραπεύσιμη και προληπτική – μπορεί να εξακολουθεί να έχει θανάσιμες επιπτώσεις στη σύγχρονη εποχή.

Γρήγορος θάνατος

Η χολέρα μπορεί να σκοτώσει έναν άνθρωπο μέσα σε λίγες ώρες.

Είναι μια σοβαρή γαστρεντερική νόσος, που μεταδίδεται από ένα βακτήριο που ονομάζεται Vibrio cholerae, και μπορεί να προκαλέσει τόση διάρροια και εμετό, που οι ασθενείς μπορεί να αφυδατωθούν πολύ γρήγορα. Επίσης, μπορεί να χάσουν τόσα πολλά υγρά που τα εσωτερικά τους όργανα να σταματήσουν να λειτουργούν.

Η ασθένεια που μεταδίδεται από το νερό υπάρχει εδώ και αιώνες και παραμένει ένας παγκόσμιος κίνδυνος για την υγεία. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, κάθε χρόνο σημειώνονται 1,3 έως 4 εκατομμύρια κρούσματα και 21.000 έως 143.000 θάνατοι από χολέρα.

Τα κρούσματα εμφανίζονται σε όλο τον κόσμο – ιδίως όταν εκδηλώνεται μια κρίση ή μια πολεμική σύγκρουση και δεν υπάρχει καθαρό πόσιμο νερό. Η χολέρα, συχνά, εξαπλώνεται όταν κάποιος καταπίνει νερό ή τρόφιμα που έχουν μολυνθεί από τα βακτήρια – συχνά εισέρχεται στο νερό από τη διάρροια κάποιου που έχει μολυνθεί.

Κλίμα και συγκρούσεις

Υπάρχουν δύο βασικοί τύποι επιδημιών χολέρας: αυτές που κυκλοφορούν σε χώρες όπου οι επιδημίες εκδηλώνονται τακτικά και αυτές που αρχίζουν να ξεφεύγουν από τον έλεγχο κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, όπως μια εμφυλιακή/πολεμική σύγκρουση ή μια φυσική καταστροφή όπως μια πλημμύρα ή ένας σεισμός.

Σε εμπόλεμες ζώνες όπως η Ουκρανία, η κατάρρευση των υποδομών ύδρευσης, αποχέτευσης και υγείας σημαίνει ότι η η χολέρα μπορεί να εξαπλωθεί γρήγορα και καταστροφικά.

«Καθώς αυτά τα συστήματα υποδομής καταρρέουν λόγω των συγκρούσεων, μπορεί να έχουμε μόλυνση της ύδρευσης από λύματα και, στη συνέχεια, η ύδρευση μπορεί να αποτελέσει όχημα για τη μετάδοση της χολέρας», λέει η  Daniele Lantagne, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο Tufts.

Για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στην Υεμένη, η χώρα είχε το χειρότερο ξέσπασμα χολέρας στην καταγεγραμμένη ιστορία με περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια κρούσματα και περίπου 4.000 θανάτους. Η επιδημία έπληξε για πρώτη φορά την Υεμένη το 2016 και άρχισε να υποχωρεί μόνο τους τελευταίους μήνες, ιδίως καθώς η παρατεταμένη σύγκρουση πέρασε σε κατάπαυση του πυρός και οι εργαζόμενοι σε ανθρωπιστικές οργανώσεις μπόρεσαν να ξεκινήσουν εκ νέου εκστρατείες εμβολιασμού κατά της χολέρας.

Παιδιά στη Νιγηρία / Πηγή: Borgen Project

Εν τω μεταξύ, οι φυσικές καταστροφές – οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την παροχή καθαρού νερού – γίνονται όλο και πιο συχνές λόγω της κλιματικής αλλαγής. Οι πλημμύρες, για παράδειγμα, μολύνουν το νερό, ενώ η ξηρασία στεγνώνει τις πηγές ασφαλούς πόσιμου νερού.

Αυτό θέτει τους ανθρώπους που εγκαταλείπουν περιοχές που καταστράφηκαν από κλιματικές καταστροφές σε υψηλότερο κίνδυνο έκθεσης στη χολέρα. «Κάθε φορά που οι άνθρωποι μετακινούνται και πρέπει να χρησιμοποιούν νερό που δεν είναι η κανονική τους παροχή νερού, είναι πιθανό να υπάρχει κίνδυνος», λέει ο δρ David Sack, καθηγητής διεθνούς υγείας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας Bloomberg του Johns Hopkins. Οι άνθρωποι που μετακινούνται μπορεί να χρειαστεί να πίνουν μολυσμένο νερό από ποτάμια ή άλλες πηγές νερού.

Και σε μέρη όπου οι πληθυσμοί δεν έχουν ξανασυναντήσει χολέρα ή δεν είχαν πρόσφατα κρούσματα, έχουν ελάχιστη έως καθόλου ανοσία.

Η ιστορία της χολέρας

Παρόλο που η χολέρα γίνεται πρωτοσέλιδο το 2022, δεν είναι μία νέα ασθένεια.

«Υπήρχε στο δέλτα του Γάγγη από αμνημονεύτων χρόνων», λέει ο Sack, ο οποίος έχει περάσει μεγάλο μέρος της καριέρας του μελετώντας την ασθένεια. Η χολέρα άρχισε να εξαπλώνεται από την Ινδία σε όλη τη Δύση στις αρχές του 1800 με το παγκόσμιο εμπόριο και τα ταξίδια με πλοία, εξηγεί, με τα κρούσματα να εμφανίζονται από τη Ρωσία και τη Δυτική Ευρώπη στη Βαλτιμόρη, τη Νέα Υόρκη και τη Φιλαδέλφεια.

«Ήταν μια ασθένεια που επηρέασε μεγάλα τμήματα του κόσμου», λέει, και σκότωσε εκατομμύρια ανθρώπους καθώς εξαπλωνόταν σε όλο τον κόσμο. Αν δεν αντιμετωπιστεί, η χολέρα έχει ποσοστό θνησιμότητας περίπου 50%. «Εκείνη την εποχή, δεν γνωρίζαμε τι την προκαλούσε», λέει ο Sack. «Δεν ξέραμε πώς να τη θεραπεύσουμε».

Οι θεωρίες για την αιτία της ασθένειας ήταν πολλές. Ο κύριος ύποπτος ήταν ο βρώμικος αέρας που ανέβαινε από τους υπονόμους και τους σωρούς σάπιων σκουπιδιών στις πόλεις. Ορισμένοι θρησκευτικοί ηγέτες είπαν ότι επρόκειτο για τιμωρία από τον Θεό λόγω της αμαρτωλής συμπεριφοράς των ανθρώπων.

Σχεδόν όλες οι θεωρίες είχαν όμως ένα κοινό στοιχείο. Φάνηκε να υπάρχει σύνδεση μεταξύ της χολέρας και των πολυπληθών αστικών περιοχών.

Γκραβούρα του 1850 που απεικονίζει στενές και άθλιες συνθήκες στέγασης στο Λονδίνο (Πηγή: Wellcome Images)

Τέλος, τη δεκαετία του 1850, ένας Άγγλος γιατρός, ονόματι John Snow, έγινε θρύλος της δημόσιας υγείας επειδή κατάλαβε ότι ένα ξέσπασμα επιδημίας στη γειτονιά Soho του Λονδίνου συνδεόταν με μία μόνο πηγή πόσιμου νερού. Ο Snow πιστώνεται ότι σταμάτησε το ξέσπασμα της «οργισμένης» επιδημίας, που στοίχισε τη ζωή σε 10.000 ανθρώπους σε όλο το Λονδίνο, κλείνοντας την αντλία νερού της Broad Street.

Ο Snow υποστήριξε, σωστά, ότι το νερό που είχε μολυνθεί με λύματα μεταδίδει την ασθένεια από κάτοικο σε κάτοικο. Αλλά δεν γνώριζε ακόμα με τι ακριβώς ήταν μολυσμένο το νερό – εκείνη την εποχή δεν είχε ακόμη ανακαλυφθεί το παθογόνο που προκαλούσε τη χολέρα. Θεώρησε ότι μπορεί να επρόκειτο για μικροσκοπικά παράσιτα ή μικρόβια ή κάποιο «δηλητήριο» ικανό να αναπαράγεται στο νερό.

Περίπου την ίδια εποχή, ένας Ιταλός επιστήμονας, ο Filippo Pacini, αναγνώρισε τα βακτήρια που προκαλούν τη χολέρα. Αλλά η ανακάλυψή του δεν θα γινόταν ευρέως αποδεκτή για δεκαετίες – και στο μεταξύ, εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν.

Ζαχαρούχο νερό

«Τα καλά νέα για τη χολέρα είναι ότι η θεραπεία είναι στην πραγματικότητα πολύ απλή: Είναι η ενυδάτωση», λέει η Lantagne στο NPR. Η χολέρα είναι μια ασθένεια που θεραπεύεται – αρκεί ο ασθενής να λάβει γρήγορα ιατρική φροντίδα.

«Ένας ασθενής με χολέρα δεν πρέπει ποτέ να πεθάνει», λέει ο Sack. «Αν φτάσει εγκαίρως σε ένα κέντρο θεραπείας, αν έχει ακόμα αναπνοή, μπορούμε να του σώσουμε τη ζωή».

Η θεραπεία συνίσταται στην απλή ενυδάτωση του ατόμου. Εάν είναι σε θέση να πιει, μπορεί να αντιμετωπιστεί με υγρά επανυδάτωσης από το στόμα – βασικά με ζαχαρούχο νερό, όπως το Pedialyte. Αυτή η στρατηγική λειτουργεί περίπου στο 80% των περιπτώσεων χολέρας. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, ο ασθενής μπορεί να χρειαστεί να λάβει υγρά ενδοφλεβίως μαζί με αντιβιοτικά.

Εάν η χολέρα αντιμετωπιστεί γρήγορα – εντός ωρών, πριν η υγεία του ασθενούς υποχωρήσει – λιγότερο από το 1% των ασθενών πεθαίνουν.

Η χολέρα είναι αρκετά εύκολο να αναγνωριστεί. Οι ασθενείς έχουν χαρακτηριστικά κόπρανα που είναι κιτρινωπά ή υπόλευκα. Επίσης, υπάρχουν ταχείες εξετάσεις (rapid test) που μπορούν να ελέγξουν ύποπτες περιπτώσεις πριν επιβεβαιώσει ένα εργαστήριο την επιδημία.

Περισσότεροι από 30 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εμβολιαστεί από τότε που αναπτύχθηκαν τα από του στόματος εμβόλια στα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Ωστόσο, η προμήθεια εμβολίων εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής, κυρίως επειδή δεν έχει θεωρηθεί ως προτεραιότητα χρηματοδότησης για άλλες χώρες. «Δεν έχουμε αρκετά [εμβόλια] για κάθε μέρος», λέει ο Sack. Και είναι δύσκολο να τολμήσει κανείς να μπει σε ζώνες συγκρούσεων, όπως αυτή στην Ουκρανία, για να εμβολιάσει τους ανθρώπους.

Αλλά το ίδιο το εμβόλιο είναι πολύ εύκολο στη χορήγηση και κοστίζει μόνο περίπου 1,30 δολάρια ανά δόση – πράγμα που σημαίνει ότι, με αρκετούς πόρους, θα μπορούσαν να εμβολιαστούν όλοι όσοι κινδυνεύουν.

Μια άλλη σημαντική πρόκληση πέρα από τον εμβολιασμό είναι η πρόσβαση σε ασφαλές νερό και καλή υγιεινή – και τα δύο είναι βασικά για την πρόληψη των κρουσμάτων. Διαφορετικά, η χολέρα επιμένει ακόμη και μετά την επιβράδυνση της επιδημίας.