Την πρωτεύουσα της μόδας του προϊστορικού κόσμου, η οποία χρονολογείται πριν από περίπου 5.000 χρόνια, έφερε στο φως διεθνής ομάδα αρχαιολόγων. Πρόκειται για έναν οικισμό της εποχής του χαλκού που βρισκόταν στη σημερινή νότια Ισπανία.
Μέχρι στιγμής, στην περιοχή, έχουν ανακαλυφθεί εκατοντάδες εντυπωσιακά αντικείμενα από χρυσό, ελεφαντόδοντο, κεχριμπάρι, όστρακο, πυριτόλιθο και χαλκό, παρά το γεγονός ότι μέχρι στιγμής έχει ανασκαφεί μόνο το 1% περίπου του χώρου.
Οι ανασκαφές οι οποίες συνεχίζονται τις τελευταίες δύο δεκαετίες, υποδηλώνουν ότι η περιοχή ήταν ένας σημαντικός διεθνής εμπορικός κόμβος, που προσέλκυε εμπορεύματα από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Επιστημονικές αναλύσεις αποκάλυψαν ότι οι πιο εξωτικές πρώτες ύλες για τα πιο πολυτελή αξεσουάρ μόδας, προέρχονταν από μακρινές περιοχές όπως η Δυτική Ασία, η υποσαχάρια Αφρική, η Σικελία και η βόρεια Ισπανία. Μέχρι στιγμής, οι αρχαιολόγοι από τα ισπανικά πανεπιστήμια της Σεβίλλης και της Ουέλβα και από τη Γερμανία, έχουν βρει θαμμένα, δεκάδες ειδώλια από ελεφαντόδοντο, ποτήρια και διακοσμητικές χτένες, καθώς και κοσμήματα, πολυτελή έπιπλα και διακοσμητικά ενδυμάτων. Αρχαιολόγοι και άλλοι επιστήμονες από πέντε βρετανικά πανεπιστήμια και άλλα ερευνητικά ιδρύματα βοήθησαν στην χρονολόγηση και ανάλυση πολλών ευρημάτων.
Ο χρυσός – πιθανότατα από τη νοτιοδυτική Ισπανία – χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή ηλιακών θρησκευτικών συμβόλων σε σχήμα ματιού, από φύλλο χρυσού. Στην περιοχή έχουν βρεθεί μέχρι στιγμής δύο από αυτά τα εξαιρετικά πολύτιμα αντικείμενα, τα μοναδικά που έχουν βρεθεί ποτέ στη Δυτική Ευρώπη.
Οι αρχαιολόγοι έχουν επίσης ανασκάψει δεκάδες χάντρες από κεχριμπάρι που πιθανώς προέρχονταν από τη Σικελία. Οι αρχαιολόγοι πιστεύουν πως χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή κοσμημάτων και στη διακόσμηση ρούχων υψηλής ποιότητας.
Οι ανασκαφές απέδωσαν και άλλα εντυπωσιακά αντικείμενα –αιχμές τελετουργικών βελών, μικροσκοπικές λεπίδες και ένα στιλέτο– κατασκευασμένα από ορυκτό κρύσταλλο, πιθανώς από την κεντρική Ισπανία. Τα μεγάλα κοχύλια από χτένια ήταν επίσης πολύτιμα για τους κατοίκους του προϊστορικού οικισμού και είναι σχεδόν βέβαιο ότι προήλθαν από τις σημερινές ακτές της Ισπανίας ή της Πορτογαλίας στον Ατλαντικό.
Μέχρι στιγμής, οι αρχαιολόγοι έχουν ανασκάψει και πάνω από 100 χάλκινα μαχαίρια, τσεκούρια, γροθιές και αιχμές δοράτων. Αν και είναι κυρίως κατασκευασμένα από τοπικό χαλκό της νοτιοδυτικής Ισπανίας, μερικά από τα πιο εντυπωσιακά χάλκινα αντικείμενα όπως οι αιχμές των ακοντίων, έχουν κατασκευαστεί στο στυλ ανατολικής Μεσογείου. Οι περισσότερες από τις αιχμές των δοράτων είναι ασυνήθιστα μακριές (20-27 εκατοστά) και το στυλ τους συναντάται στην Τουρκία, τη Συρία, το Λίβανο και το Ισραήλ.
Η επιστημονική διερεύνηση του χώρου – που βρίσκεται μεταξύ των πόλεων Castilleja de Guzman και Valencina de la Concepción κοντά στη Σεβίλλη – αποκαλύπτει επίσης τη σύνθεση του πληθυσμού του οικισμού. Επίσης, περίπου το 33% των κατοίκων του οικισμού ήταν ξένοι. Αυτό αποκαλύφθηκε μέσω μιας ισοτοπικής μελέτης σκελετών, θαμμένων στον αρχαίο οικισμό – αλλά δεν είναι ακόμη γνωστό αν προέρχονταν από άλλα μέρη της Ισπανίας ή από άλλες περιοχές.
Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν επίσης ότι τόσο στο θάνατο όσο και στη ζωή, οι κάτοικοι του προϊστορικού οικισμού φορούσαν εντυπωσιακά ρούχα και έβαφαν τους νεκρούς τους με μια κόκκινη χρωστική ουσία (κιννάβαρι) που εισάγανε από την κεντρική Ισπανία. Οι εσωτερικοί χώροι των θρησκευτικών κτιρίων του οικισμού ήταν επίσης βαμμένοι με αυτή την κόκκινη ουσία.
Στην κορύφωσή του πριν από περίπου 4.500 χρόνια, ο αρχαίος οικισμός κάλυπτε περισσότερα από 4 τετραγωνικά χιλιόμετρα και μπορεί να είχε μόνιμο ή κυμαινόμενο πληθυσμό έως και αρκετές χιλιάδες. Από άποψη φυσικού μεγέθους, φαίνεται ότι ήταν ο μεγαλύτερος οικισμός της εποχής του στη δυτική Ευρώπη.
Μέχρι στιγμής έχουν ανακαλυφθεί χιλιάδες αποθηκευτικοί και τελετουργικοί λάκκοι, αρκετά χιλιόμετρα ογκωδών τάφρων και εκατοντάδες τάφοι. Οι ανασκαφές ήταν πολύπλοκες, εν μέρει επειδή όλο το αρχαιολογικό υλικό είναι πολύ βαθιά θαμμένο – πάνω από δύο μέτρα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους.
Ο οικισμός πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη της Νεολιθικής περιόδου (περίπου 3200 π.Χ.). Μετά την ταχεία ανάπτυξή του, έγινε πολιτιστικά, οικονομικά και πολιτικά σημαντικός για μεγάλο μέρος της τρίτης χιλιετίας π.Χ. – αλλά κατέρρευσε απότομα γύρω στο 2350 π.Χ. Στο απόγειό του, άκμασε περίπου την ίδια εποχή που χτιζόταν το Στόουνχεντζ. Η κατάρρευσή του είναι ένα μυστήριο που μόνο οι μελλοντικές αρχαιολογικές έρευνες μπορούν να λύσουν. Ωστόσο, οι κλιματικές αλλαγές, καθώς και οι οικονομικές, πολιτικές και άλλες συνέπειές τους, είναι σχεδόν βέβαιο ότι έπαιξαν κάποιο ρόλο στην κατάρρευση του οικισμού.
Η συνεχιζόμενη επιστημονική έρευνα στα ευρήματα από την περιοχή αρχίζει τώρα να ρίχνει νέο φως στα προϊστορικά κοινωνικά συστήματα.
«Η Valencina είναι μια από τις σημαντικότερες προϊστορικές τοποθεσίες στην Ευρώπη που μας βοηθά να κατανοήσουμε την άνοδο των κοινωνικά πολύπλοκων κοινωνιών στην ήπειρό μας. Μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για τα κτίρια, τις τελετουργικές πρακτικές και τον πλούτο, οι οποίες θα μας επιτρέψουν να κατανοήσουμε καλύτερα ορισμένα από τα πρώτα πολιτικά και θρησκευτικά συστήματα της Ευρώπης», δήλωσε ο επικεφαλής αρχαιολόγος Λεονάρντο Γκαρσία Σανχουάν στο Πανεπιστημίο της Σεβίλλης.
Η έρευνα στη Valencina βοηθά επίσης τους μελετητές να κατανοήσουν καλύτερα έναν πολύ ευρύτερο προϊστορικό πολιτισμό που άκμασε στη νότια Ισπανία πριν από περίπου 4.000 έως 6.000 χρόνια, τα εντυπωσιακά απομεινάρια του οποίου είναι ακόμη και σήμερα ορατά. Εκτός από ένα αξιοσημείωτο υπόγειο τελετουργικό μνημείο (το Dolmen de La Pastora) στην Valencina, οι επισκέπτες μπορούν επίσης να εξερευνήσουν το μεγάλο ταφικό Dolmen de Soto κοντά στην Ουέλβα, την ερειπωμένη πόλη της Εποχής του Χαλκού Los Millares (κοντά στην Αλμερία) και το προϊστορικό συγκρότημα παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO κοντά στην Antequera, 48 χιλιόμετρα βόρεια της Μάλαγα.
Πηγή: Independent/Απόδοση: ΕΡΤ, Εύη Τσιριγωτάκη