Η νέα σειρά των δημιουργών του Westworld είναι μια από αυτές τις απρόσμενα ευχάριστες εκπλήξεις που σου επιφυλάσσει η μοίρα ένα κυριακάτικο βράδυ φθινοπώρου, εκεί που απελπισμένη, φορώντας πολύ ζεστές για την εποχή πιτζάμες, βουλιάζεις στον καναπέ με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί ανά χείρας για να ξεχάσεις ότι άλλη μια εξαντλητική βδομάδα είναι προ των πυλών κι εσύ ήδη ένα πτώμα.
Το The Peripheral είναι η νέα τολμηρή μεταφορά στην μικρή οθόνη, δια χειρός Lisa Joy και Jonathan Nolan, του ομώνυμου βιβλίου του William Gibson. Γνωστός για τα κυβερνοπάνκ μυθιστορήματά του, ο Gibson βγήκε από την αφάνεια το 1984 με το μυθιστορηματικό του ντεμπούτο, το «Neuromancer», το οποίο έδωσε νέα πνοή στο λογοτεχνικό είδος της επιστημονικής φαντασίας που μέχρι τότε δεν έβρισκε και πολλή απήχηση.
Η είσοδος του κοινού στο σύμπαν της σειράς γίνεται απαλά, σχεδόν ανώδυνα ακόμα και για τους ελάχιστα μυημένους στο είδος. Σε αντίθεση με το Westworld που έβαλε τα μυαλά μας κυριολεκτικά στο μπλέντερ, αναγκάζοντας εμάς τους αδαείς να βλέπουμε δυο και τρεις φορές το κάθε επεισόδιο προτού κυκλοφορήσει το επόμενο, το The Peripheral, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, είναι μια σειρά επιστημονικής φαντασίας που σε εισάγει με έξυπνο τρόπο στον κόσμο της.
Η σειρά μιμείται, αλλά κάνοντας του σαφείς βελτιώσεις, το στυλ SciFi ταινιών του 1950, στις οποίες οι κοινωνικές και οι τεχνολογικές εξελίξεις μπλέκονται με την καθημερινότητα. Η ιστορία κινείται σε δύο ταχύτητες· παρακολουθούμε δηλαδή δύο αλληλένδετες αφηγήσεις. Και οι δύο είναι από το μέλλον. Στην πρώτη, που αποτελεί και τη ραχοκοκαλιά της αφήγησης, θα λέγαμε, μας μεταφέρει στον 2032 και μια μικρή κωμόπολη κάπου στη Βόρεια Αμερική, όπου το μόνο που φαίνεται να ευδοκιμεί είναι το εμπόριο ναρκωτικών.
Εκεί ζουν τα αδέρφια Flynn (Chloë Grace Moretz) και του Burton (Jack Reynor), βγάζοντάς τα πέρα δύσκολα μιας και έχουν αναλάβει τη φροντίδα της άρρωστης μητέρας τους, η οποία δεν μαθαίνουμε από τι ακριβώς πάσχει, αλλά ότι χρειάζεται κάποια πολύ ακριβά φάρμακα για να επιβιώσει. Ο Burton είναι επαγγελματίας VR gamer και η Flynne εργάζεται σε ένα κατάστημα 3D εκτυπώσεων, όμως ταυτόχρονα είναι και πολύ καλύτερη gamer από τον αδερφό της. Τα πάντα πυροδοτούνται όταν στα δύο αδέρφια δίνεται η ευκαιρία να βγάλουν πολλά χρήματα – τα οποία έχουν και μεγάλη ανάγκη – δοκιμάζοντας ένα εξαιρετικά προηγμένο παιχνίδι VR και η Flynne αναλαμβάνει δράση.
Και κάπως έτσι μαζί με την πρωταγωνίστρια της σειράς μεταφερόμαστε κι εμείς οι απλοί θεατές ομαλά σε ένα εντελώς φουτουριστικό Λονδίνο του μέλλοντος (2099), η αρχιτεκτονική του οποίου διατηρεί στοιχεία από και, επιπλέον, μοιάζει να υμνεί τον κλασικισμό. Παρόλο που υπάρχει η υπόνοια ότι πρόκειται για μια προσομοίωση, ταυτόχρονα όλα μοιάζουν και ανατριχιαστικά αληθινά.
Δεν θέλω να πω περισσότερα για την πλοκή μέχρι στιγμής γιατί θα υποπέσω σε spoilers που καθόλου δεν τα εκτιμώ. Το αποτέλεσμα πάντως μοιάζει με μια πολλά υποσχόμενη, επιδέξια δομημένη, νέο-νουάρ σειρά επιστημονικής φαντασίας και μυστηρίου με εξαιρετική κινηματογράφηση. Η σειρά αγγίζει τα ίδια θέματα με άλλες ιστορίες του είδους – που ασχολούνται δηλαδή με τα ταξίδια στο χωροχρόνο και τους παράλληλους κόσμους. Όμως έχει αρκετά περίτεχνη συνειδησιακή προσέγγιση, ανακατασκευάζοντας την έννοια των απτών διαστάσεων. Φαντάζεται μια πραγματικότητα που περιλαμβάνει πολλαπλές εκδοχές του τι δύναται να είναι πραγματικό. Αγκαλιάζει την ιδέα της ταυτόχρονης ύπαρξης πολλών timelines, αλλά ταυτόχρονα ρίχνει μια ματιά σε ένα αρκετά βλοσυρό τεχνολογικό μέλλον και θέτει φιλοσοφικά ερωτήματα σε σχέση με αυτό. Αναμένουμε λοιπόν τη συνέχεια στις οθόνες μας.