Η νέα ταινία «Πινόκιο» του Guillermo del Toro είναι σκαλισμένη στο χέρι από τη μεγαλύτερη ομάδα stop motion animators που συντάχθηκε ποτέ πίσω από ένα project. Ακριβώς όπως ο αξιαγάπητος ξυλογλύπτης Τζεπέτο στο παραμύθι σκάλισε με μεράκι κι αγάπη τον Πινόκιο από ένα κοινό κούτσουρο, έτσι και η crème de la crème του είδους δούλεψε με εντυπωσιακό ζήλο για τη δημιουργία αυτού του φιλμ για δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια.
Και φυσικά, το αποτέλεσμα από άποψη τεχνικής είναι μοναδικό. Δεν μοιάζει με τίποτα απ’ ό,τι έχουμε δει ως τώρα. Είναι από μόνο του μια σπουδή στην πιο μαγική μορφή της τέχνης του animation. To stop motion ως είδος είναι εγγενώς χειροποίητο, όμως η ταινία Πινόκιο το πάει πολλά βήματα παραπέρα, θέτοντας τον πήχη αρκετά ψηλά. Γι’ αυτό και πέρα από την ταινία, αξίζει πολύ να αφιερώσει κανείς τριάντα λεπτά για να παρακολουθήσει το εκπληκτικό behind-the-scenes special του Netflix, Guillermo del Toro’s Pinocchio: Handcrafted Cinema.
Από πλευράς ιστορίας, ο del Toro κάνει μια εκ νέου αφήγηση του πασίγνωστου, σουρεαλιστικού παραμυθιού που ξεκινά με ένα μαγεμένο κομμάτι ξύλου που στα χέρια ενός φτωχού μαραγκού μετατρέπεται σε μια ανυπάκουη μαριονέτα που λαχταρά να γίνει αληθινό αγόρι. Το παραμύθι στην κλασική του εκδοχή είναι αρκετές φορές άγριο, σχεδόν ακατάλληλο για παιδιά. Στην εκδοχή του del Toro, η αγριότητα αυτή μετατοπίζεται στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο που επιλέγει ο Μεξικάνος μάστερ του τρόμου να τοποθετήσει την ιστορία – τη ναζιστική Ιταλία του Μουσολίνι.
Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι ο σύγχρονος παραμυθάς, που αγαπά τον μπαρόκ τρόμο και αφηγείται τα εφιαλτικά του οράματα πάντα με περίσσια στοργή, καταπιάστηκε με την ιστορία του Πινόκιο. Ήταν κάτι που σχεδόν το περιμέναμε, μιας και από μόνο του το παραμύθι αγγίζει πολλά από τα θέματα που ο del Toro αγαπά να θίγει. Το αποτέλεσμα μοιάζει με επιστροφή του σκηνοθέτη στα βασικά θέματα της τριλογίας του που περιλαμβάνει τις ταινίες «Κρόνος», «Στη ράχη του Διαβόλου» και «Ο λαβύρινθος του Πάνα».
Όπως ακριβώς και σε αυτές τις ιστορίες, έτσι κι εδώ ένα παιδί βρίσκεται μπλεγμένο σε έναν μεταιχμιακό κόσμο, αναζητώντας την ταυτότητά του – ένα μέρος στο οποίο να ανήκει – σε μια περίοδο πολέμου και βίαιων κοινωνικών ανακατατάξεων. Ο πόλεμος είναι ένα από τα θέματα που επιστρέφουν ξανά και ξανά στις ταινίες του del Toro και συχνά παντρεύεται με την παιδική ηλικία. Ο ευφυής δημιουργός σε αυτό το πάντρεμα μοιάζει να βρίσκει τον ιδανικό τόπο για να φέρει τα απόκοσμα, τερατόμορφα πλάσματά του στη ζωή, μόνο και μόνο για να αποδείξει στο τέλος πως τα τέρατα τις περισσότερες φορές έχουν απόλυτα ανθρώπινη μορφή.
Η ταινία, σαν από διαβολική σύμπτωση, ολοκληρώθηκε πριν από τις φετινές βουλευτικές εκλογές στην Ιταλία, οι οποίες έφεραν στην εξουσία ένα κόμμα οι ρίζες του οποίου βρίσκονται στα ερείπια του ιταλικού φασισμού. Δυστυχώς, όμως, ο πραγματικός κόσμος ρίχνει μια μεγαλύτερη και πιο ανατριχιαστική σκιά πάνω από την ταινία. Ακόμα και οι σκηνές κατά τις οποίες αφηνιασμένοι σχεδόν ακόλουθοι του Μουσολίνι χαιρετούν φασιστικά, μαζικά, σαν να ήταν κι αυτοί κούφιες ξύλινες μαριονέτες, δεν καταφέρουν να αγγίξουν τη ζοφερή πραγματικότητα του φασισμού και καταλήγουν να αγγίζουν τα όρια του γκροτέσκο. Ίσως, βέβαια, γιατί μιλάμε για μια οικογενειακή ταινία.
Αλλά το βασικό θέμα με το οποίο καταπιάνεται η ταινία, όπως λέει ο ίδιος ο del Toro, είναι η σχέση πατέρα και γιου. Και σε αυτή την εκδοχή της ιστορίας, ο Πινόκιο απέχει πολύ από την ευχή που πραγματοποιεί ο Τζεπέτο. Η ταραχώδης ενέργεια και ο ανυπάκουος ενθουσιασμός του Πινόκιο κατακλύζουν τον σαστισμένο ξυλογλύπτη και η μαριονέτα είναι περισσότερο βάρος παρά δώρο. Ακόμα και όταν προσαρμόζεται στο γεγονός ότι η μαριονέτα του έχει δική της ζωή, ο Τζεπέτο εκφράζει απογοήτευση και δυσαρέσκεια αντί για αγάπη και αποδοχή.
Η ταινία φορά σημαία της τη πεποίθηση πως δεν υπάρχουν τέλειοι γιοι, όπως δεν υπάρχουν και τέλειοι πατεράδες. Για να το αποδείξει, θέτει τον κεντρικό ήρωα, τον Πινόκιο, μεταξύ ανθρώπινου και μη, «κανονικού» και «μη-κανονικού» αγοριού. Η τέχνη του stop motion λειτουργεί καταλυτικά εδώ, χτίζει νοηματικές γέφυρες μεταξύ φόρμας και αφήγησης. Έτσι, αντί για μαλακά, στρογγυλεμένα άκρα, ο Πινόκιο σε αυτή την εκδοχή είναι ένας χαρακτήρας καθαρά ξύλινος με χέρια και πόδια σαν ξερά κλαδιά. Το σχολαστικό animation έχει τόσο χαρακτηριστική απτική ποιότητα που σχεδόν αισθάνεσαι το γρέζι της μορφής, τον κόκκο του ξύλου, τις τραχιές και λείες επιφάνειες του χαρακτήρα κάτω από τους λοβούς των δακτύλων σου. Κι όμως, ο Πινόκιο διεκδικεί την αποδοχή και την ιδιότητα του γιου και τελικά την κερδίζει. Γιατί, στ’ αλήθεια, ποιος είναι τέλειος;