Έφτασα ελαφρώς αργοπορημένη γιατί έπρεπε να διασχίσω μια τεράστια πορεία για να προσεγγίζω το σημείο συνάντησης. Τον βρήκα να με περιμένει στο καφέ του Νομισματικού Μουσείου. Ήταν η πρώτη φορά που συναντούσα τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο παρόλο που παρακολουθώ, εδώ και πολλά χρόνια, με συνέπεια το πρόγραμμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Βγαίνοντας από το θέατρο, το προηγούμενο βράδυ, ένιωθα πως είχα δει μια από τις καλύτερες παραστάσεις της χρονιάς. Ξεμακραίνοντας από τη συνέντευξη  εκείνο το μεσημέρι, σιγουρεύτηκα. Η παράσταση «Μια Άλλη Θήβα», ένα έργο που βάζει τη φυλακή μέσα στο θέατρο προσεγγίζει την περσόνα ενός νεαρού πατροκτόνου με νέο θεατρικό βλέμμα και την παραβατικότητα με μεγαλύτερη τολμηρότητα από αυτή που έχουμε συνηθίσει.

Ο σκηνοθέτης και ιδρυτής του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, που πριν από περίπου τρεις δεκαετίες μετέτρεψε την πρώτη ζυθαποθήκη του ΦΙΞ, τότε πια ερειπωμένη- σε ένα λειτουργικό καλλιτεχνικό πολυχώρο, έχει μπει σε φυλακές και νοσοκομεία για να ανεβάσει τις παραστάσεις στους ανθρώπους που βιώνουν ένα είδος εγκλεισμού, προσπαθεί πάντα να θέτει ερωτήματα και όχι να δίνει απαντήσεις, μέσα από τα έργα του και συνεχίζει να συμμετέχει σε διαδηλώσεις. Πιστεύει πως το θέατρο δεν μπορεί να είναι έξω από την κοινωνία. Και το αποδεικνύει στην πράξη.  Οι παραστάσεις του έχουν κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα ενώ υπό την καθοδήγηση του, το  Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου άνοιξε για πρώτη φορά στην κοινωνία με δράσεις μέσα στο αστικό τοπίο.

Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

– Είχατε βρεθεί μέσα σε κάποια φυλακή προτού αποφασίσετε να κάνετε αυτή την παράσταση ή νιώσατε την ανάγκη να το κάνετε με αφορμή τη σκηνοθεσία αυτού του έργου;
Ναι, είχα βρεθεί πολύ καιρό πριν και δεν είχα ανάγκη να ξαναπάω. Είχα κάνει και κάποια εργαστήρια μέσα στη φυλακή. Δεν είμαι τουρίστας στο τι σημαίνει φυλακή. Δεν μπορείς να είσαι κλεισμένος στον κόσμο σου και να κάνεις τέχνη. Πρέπει να αφουγκράζεσαι την κοινωνία ως δημιουργός. Πρέπει να κατανοείς τη ζωή και τον άνθρωπο, να ξέρεις τι συμβαίνει κοινωνικοπολιτικά γύρω σου. Το θέατρο δεν είναι έξω από την κοινωνία. Και η κοινωνία είναι και η φυλακή.

– Βλέπετε το  «Μια άλλη Θήβα»  να ανεβαίνει μέσα σε κάποιο σωφρονιστικό ίδρυμα ειδικά για τους κρατούμενους;
Ναι, θέλουμε να παιχτεί στις φυλακές. Ως θέατρο του Νέου Κόσμου έχουμε δώσει αρκετές παραστάσεις στις φυλακές και με δύσκολα θέματα. Έχουμε πάει στη Θήβα που είναι φυλακή ανηλίκων, έχουμε βρεθεί στη φυλακή στο Ναύπλιο. Αντιμετωπίζουμε τους κρατούμενους ως κανονικούς θεατές.

– Αισθάνομαι πως σας αφορά πολύ το πολιτικό θέατρο.
Το θέατρο είναι πολιτικό. Μπερδεύουμε το πολιτικό με το διδακτικό. Οποιαδήποτε τραγωδία ανεβάσεις δεν είναι πολιτικό θέατρο; Για αυτό αντέχουν στους αιώνες αυτά τα έργα. Γιατί αφουγκραζόντουσαν την εποχή τους. Θέλω να έχω μια συνέπεια σε ότι κάνω. Μου αρέσει να συμμετέχω σε διαδηλώσεις. Είμαι του δρόμου.

– Πείτε μας κάποιες από τις επιρροές σας στο θέατρο, από τις συναντήσεις που ξεχωρίζετε..
Αγάπησα το θέατρο Τέχνης ως θεατής  αλλά αγάπησα πολύ και την Επιθεώρηση. Το έβρισκα πολύ ευφάνταστο να μπορείς να είσαι πάνω στη σκηνή και να έχεις τέτοια σχέση με το κοινό από κάτω  Αργότερα ήταν ωραίο σχολείο το θέατρο του Λευτέρη Βογιατζή. Στα δεκαοκτώ μου δούλευα στις Εκδόσεις Κέδρος. Ήταν μεγάλο σχολείο μόνο και μόνο να είσαι εκεί και να έρχονται κάθε μέρα ο Βάρναλης, ο Καββαδίας, ο Λειβαδίτης. Είχε μεγάλη αξία να βρίσκεσαι ανάμεσα τους και να τους ακούς. Εκεί γνώρισα και την Κοραλία, τη γυναίκα μου.

Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

– Ισχύει πως επιλέγετε μαζί τα έργα που ανεβάζετε;
Ναι, η επιλογή των έργων γίνεται από μένα και τη γυναίκα μου Κοραλία Σωτηριάδου. Είμαστε καλή ομάδα και μου αρέσει που είναι μέσα στο σπίτι μου γιατί υπάρχει μια συνέχεια. Συζητάμε για τα έργα όταν πίνουμε καφέ το πρωί. Ξέρει τι μου αρέσει.

– Με τι κριτήριο ξεχωρίζετε ένα καλό κείμενο;
Τα καλά έργα είναι όταν συνεχίζουν να σου ανοίγουν το μυαλό σε κάτι που δεν έχεις σκεφτεί όχι μόνο στην αρχή αλλά και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων ή μετά τις παραστάσεις. Αυτό που με ενδιαφέρει δεν είναι να περάσω ένα μήνυμα διδακτικό. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να θέτω ερωτήματα και όχι να δίνω απαντήσεις. Αυτό προσπαθώ να κάνω. Αυτή νομίζω πως είναι η πρόθεση του σκηνοθέτη.

– Τι ήταν εκείνο που σας άγγιξε στο συγκεκριμένο έργο;
Το έργο έχει ένα ντοκιμαντερίστικο χαρακτήρα αλλά δεν είναι πραγματική ιστορία. Είναι μια κατασκευή. Δεν βασίζεται σε κάποιο πατροκτόνο, σε κάποιο φυλακισμένο.. Μου άρεσε πολύ που ο συγγραφέας βάζει τον εαυτό του μέσα. Έχουμε μέσα στο έργο έναν συγγραφέα που θέλει να γράψει ένα έργο.

– Έχετε ανεβάσει παραστάσεις και για άλλες κατηγορίες ανθρώπων που βιώνουν κάποιο είδος εγκλεισμού.
Παίζαμε για χρόνια σε νοσοκομεία. Στο σαλόνι, στο χωλάκι ακόμα και στο δωμάτιο που βρισκόταν ένα παιδί που δεν μπορούσε να βγει. Φροντίζαμε το έργο να έχει μέχρι τρεις ηθοποιούς για να μπορεί παιχτεί οπουδήποτε. Κάποιοι γιατροί  που αγαπούσαν τη δουλειά τους μας είχαν ζητήσει να παίξουμε μέσα στην αιμοκάθαρση για να βοηθήσουμε ψυχολογικά τα παιδιά.

– Μέσα από ποιες διαδικασίες μεταπηδήσατε από την υποκριτική στη σκηνοθεσία;
Στράφηκα στη σκηνοθεσία αφού είχα δουλέψει 15 χρόνια ως ηθοποιός Αρχικά συνειδητά υπήρχε μόνο η επιθυμία του ηθοποιού. Αλλά με ενδιέφερε πάντα το θέατρο σαν σύνολο. Δεν σκεφτόμουν όμως τότε καθόλου σκηνοθετικά.  Μέχρι που η Κοραλία κάποια στιγμή μου είπε «γιατί δεν σκηνοθετείς κανονικά;».

– Είχατε και συγγραφικές ανησυχίες;
Με τη συγγραφή δεν έχω καμία σχέση.

– Ποια βαθύτερη ανάγκη  σας οδήγησε στην ίδρυση του Θεάτρου του Νέου Κόσμου;
Ήθελα να δουλεύω σε ένα κλίμα δημιουργικό και φιλικό. Δεν μου άρεσε να είμαι δεξιά και αριστερά σκηνοθέτης. Ήθελα να βρίσκομαι σε ένα χώρο όπου θα μπορώ ν επιλέγω τα έργα, να  ελέγχω τις συνθήκες για τους συνεργάτες μου. Με απασχολούσε από τότε που ήμουν στη σχολή να είμαι με μια παρέα, να μην τελειώνουν οι συνεργασίες, να δημιουργείται ένας πυρήνας.

Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

– Πόσο πιστός μένετε σε ένα κείμενο και πόσο μεγάλη σας επιτρέπετε να είναι η σκηνοθετική σας παρέμβαση;
Ο σκηνοθέτης βάζει τη δική του ματιά πάνω στο έργο που μπορεί να μην είναι πρόθεση του συγγραφέα.  Όσο και να θέλεις να είσαι πιστός, ποτέ δεν είσαι γιατί βάζεις τη δική σου ματιά και ως σκηνοθέτης και ως ηθοποιός. Σε αυτό το έργο χρησιμοποίησα τις οθόνες γιατί αυτός που είναι μέσα συνέχεια παρακολουθείται. Τον κοιτάζουν από μικρές οθόνες. Ακόμα και η ιδέα για το γήπεδο του μπάσκετ ως σκηνικό είχε προκύψει από μια σημείωση  του συγγραφέα όταν περπατούσε στο Παρίσι και είδε ένα γήπεδο μπάσκετ. Και εγώ σεβάστηκα την επιλογή του για αυτό το σκηνικό.

– Τι feedback είχατε από το συγγραφέα του έργου Σέρχιο Μπλάνκο;
Του άρεσε πολύ η παράσταση όπως άρεσε και στο σύντροφο του και στη μητέρα του, η οποία είναι ελληνίστρια.  Όταν ήρθε εδώ ο Σέρχιο, πήγαμε να φάμε όλοι μαζί. Συγκινήθηκε και έκλαιγε όταν του έκανα δώρο ένα τόμο για το Μουσείο της Θήβας, με αφορμή τον τίτλο «Μια Άλλη Θήβα». Αγαπάει πολύ την Ελλάδα.  Ίσως γιατί η μητέρα του ήταν καθηγήτρια στα αρχαία ελληνικά και κάθε πρωί που του έφτιαχνε πρωινό,  του έλεγε λέξεις στα αρχαία ελληνικά. Έτσι κι εκείνος αγάπησε πολύ την Ελλάδα και ότι είχε να κάνει με την αρχαιότητα.

– Ήταν εξαιρετικά εύστοχη η επιλογή του Δημήτρη Καπουράνη, στο διπλό ρόλο του νεαρού κρατούμενου και πατροκτόνου. Πως καταλήγετε στους ηθοποιούς για τα έργα σας;
Με ενδιαφέρει να βρίσκω νέες συνεργάτες. Ο Δημήτρης Καπουράνης είναι εξαιρετικός.  Είναι κόμπλεξ να λέμε εγώ τον έκανα. Δεν τον έκανα εγώ. Έχει σημασία πως ανοίγονται οι άνθρωποι σε μια παράσταση. Δεν μου αρέσουν όμως οι μαζικές οντισιόν. Δεν έχει ενδιαφέρον να δεις σε λίγη ώρα 300 -400 άτομα. Είναι δυσάρεστο να κάθονται 100 άνθρωποι και να περιμένουν στο φουαγιέ. Όταν κάνω οντισιόν, δεν είναι μαζικές και τις κάνω σεβόμενος για αυτόν που έρχεται με την καλλιτεχνική του αγωνία.

– Από που θεωρείτε πως ξεπήδησε η απόφαση να δώσετε στο γιο σας το επώνυμο της συζύγου σας σε μια χώρα σαν τη δική μας;
Αυτό που είσαι, αυτό θα σου βγει και αυτόματα. Όταν ο δήμαρχος μου είπε πως το παιδί μπορεί να πάρει το επώνυμο είτε το δικό μου είτε της συζύγου, είπα αυτόματα να πάρει της Κοραλίας. Αυτό ξεκινάει από τον κόσμο που κουβαλάμε, από αυτό που θέλουμε να είμαστε, κουβαλώντας φυσικά πράγματα από τους γονείς μας.

– Πως θα συνοψίζατε την εμπειρία σας στο τιμόνι του Φεστιβάλ Αθηνών τώρα πια που έχει περάσει τόσος καιρός;
Μου άρεσε που πέρασα από εκεί. Ήταν πολύ δημιουργικό και ταυτόχρονα μπορούσα να κάνω αυτά που κουβαλάω μέσα μου. Αυτό που μου μένει είναι οι δράσεις για το άνοιγμα στην πόλη, τα ταξίδια για να βλέπω παραστάσεις αλλά και το εκπαιδευτικό κομμάτι που κάναμε.  Έμαθα πράγματα πολλά και έδειξα πλευρές μου που υπήρχαν μέσα μου και δεν είχα την ευκαιρία να τις ψαχουλεύσω και να τις κάνω πράξεις. Αυτό περισσότερο μου μένει παρά  οι συγκρούσεις που θα αναγκαστείς να κάνεις γιατί δημόσιο είναι και δυσκίνητα είναι τα πράγματα. Θα ήταν σαν να ρίχνω την ευθύνη μου σε έναν ηθοποιό γιατί δεν είναι καλή μια παράσταση. Αφού εγώ τον διάλεξα. Πιο χρήσιμο μου είναι να δω που φταίω εγώ.. Δεν μου μένει ούτε πίκρα, ούτε θυμός.

– Η επιλεκτική μνήμη μοιάζει να είναι θέση ζωής για εσάς. Υπάρχει η αντανάκλαση της σε όλα.
Ναι, πράγματι! Πολύ.Έχετε δίκιο.

Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq