«Σκύλες της λύσσας!», ξεφώνιζε ανά τακτά επεισόδια του σήριαλ «Κωνσταντίνου και Ελένης» η ηρωίδα Πέγκυ Καρά, φιλόδοξη, μάλλον ατάλαντη ηθοποιός που όχι Επίδαυρο δεν κατόρθωσε να δει, ούτε black box στου Ψυρρή δεν την προσέλαβε ποτέ.

Αυτή η φράση ανήκει στον Ευριπίδη και συγκεκριμένα από το έργο του «Βάκχες».

Αν αυτές είναι όλες κι όλες οι γνώσεις σου γύρω από το αρχαίο δράμα, μην σκας. Τα πράγματα είναι απλά και αυτός ο οδηγός επιχειρεί να τα κάνει απλούστερα ακόμα.

Λίγα λόγια για το αρχαίο δράμα γενικώς

Πριν το αρχαίο δράμα (από το δράω-δρω, από την δράση), αποκτήσει την μορφή που φανταζόμαστε ή γνωρίζουμε, λάμβανε χώρα σε πλαίσιο λατρευτικό. Για τα μάτια των θεών, ως τελετές, όχι για τα μάτια των ανθρώπων ως θέαμα. Κυρίως, για τα μάτια του θεού Διονύσου.

Το δράμα γεννήθηκε στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. στην Αττική και συντέλεσε στην πολιτιστική ακμή του 5ου, του λεγόμενου “Χρυσού Αιώνα”. Αρχικά, διαμορφώθηκε στους αγροτικούς δήμους της Αττικής και, στην συνέχεια, μεταφέρθηκε στο Κλεινόν (που θα πει ένδοξο) Άστυ, δηλαδή στην Αθήνα. Εκεί, εν μέσω δημοκρατικού κλίματος, τελειοποιήθηκε και αργότερα έγινε θεσμός της Δημοκρατίας, γνήσιο γέννημα του διαλόγου και της ελευθερίας των ιδεών.

Το δράμα είχε τις ρίζες του στις τελετές του Διονύσου, οι οποίες εκφράστηκαν περισσότερο από τα λαϊκά στρώματα. Ένας προάγγελος του λαϊκού τραγουδιού, των τσιφτετελιών, των πανηγυριών, της επιθεώρησης-αυτό είναι το αρχαίο δράμα στον πυρήνα του. Τίποτε βαθιά κουλτουριάρικο, ιερό ή όσιο.

Ο Αριστοτέλης, στο έργο του «Ποιητική» επιχείρησε να καθορίσει τα ιδανικά χαρακτηριστικά της τραγωδίας, δίνοντας τον εξής ορισμό: «Η τραγωδία είναι μίμηση, ελεύθερη αναπαράσταση μίας αξιόλογης πράξης, η οποία έχει αρχή, μέση και τέλος και χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μελωδίας.»

Όλα όμως αυτά τα στοιχεία δεν είναι τυχαία και ανομοιόμορφα διασκορπισμένα, αλλά ακολουθούν μία συγκεκριμένη αλληλουχία. Κυρίαρχο γνώρισμα είναι η δράση, δηλαδή δεν περιορίζεται στην απλή απαγγελία, αλλά προχωρά στην μίμηση των ηρώων. Μέσα από τις καταστάσεις , επέρχεται η περίφημη κάθαρση, που σημαίνει λύτρωση και ψυχική ανακούφιση στην οποία φτάνουν οι θεατές με το να συμπάσχουν, να ταυτίζονται και να αγωνιούν για την τύχη των ηρώων.

Τα μέρη της τραγωδίας

Ο Αριστοτέλης περιγράφει την τυπική διάρθρωση της τραγωδίας. Τα μέρη της τραγωδίας χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες, στα κατά ποσόν και στα κατά ποιόν. Κατά ποσόν είναι τα εξωτερικά μέρη: ο πρόλογος, τα επεισόδια, η πάροδος,τα στάσιμα και η έξοδος.

Ο πρόλογος (πρώτος λόγος) είτε με την μορφή μονολόγου είτε με την διαλογική μορφή εισήγαγε τον θεατή στην υπόθεση της τραγωδίας. Τα επεισόδια είναι οι πράξεις που διαδραματίζονται ανάμεσα στους υποκριτές, μεταξύ τους ή με τον Χορό.  Η έξοδος, το τελευταίο μέρος μίας τραγωδίας, έκλεινε με το εξόδιο άσμα του Χορού, καθώς αυτός αποχωρούσε από την σκηνή. Από τα χορικά μέρη, η πάροδος, ήταν τραγούδι που έψελνε ο Χορός με την είσοδό του στην ορχήστρα. Όταν ο Χορός είχε μπει και είχε λάβει την θέση του στην ορχήστρα, τραγουδούσε κάποιες ωδές, τα στάσιμα τις οποίες συνόδευε με χορευτικές κινήσεις.

Σημειωτέον, ο Χορός στο αρχαίο δράμα είναι μια ομοιογενής ομάδα ερμηνευτών που σχολιάζει τη δραματική δράση με συλλογική φωνή. Δεν είναι χορευτές, είναι ηθοποιοί και τραγουδιστές-φυσικά, εκτελούν κινήσεις και μικρές χορογραφίες.

Τα κατά ποιόν είναι τα εσωτερικά και ουσιαστικότερα μέρη της τραγωδίας. Ποια είναι αυτά; Είναι ο μύθος, το ήθος, η λέξη, η διάνοια, το μέλος και η όψη. Ο μύθος είναι η ραχοκοκαλιά της τραγωδίας, αυτό που στο σύγχρονο θέατρο ονομάζουμε σενάριο, και ανεξάρτητα απορρέουν οι σκέψεις, ο ψυχικός κόσμος, και η αντίδραση του ήρωα στις όποιες περίπλοκες και αντιφατικές καταστάσεις. Η διάνοια ήταν οι ιδέες και τα επιχειρήματα των σκέψεων που εξέφραζε ο ήρωας για την ζωή. Λέξη ήταν τα λεκτικά στοιχεία, το κείμενο, τα μέτρα, οι ρυθμοί, οι εκφραστικοί τρόποι, το ύφος. Όσο για το μέλος, τα μουσικά στοιχεία, ως γνωστόν δεν μας έχεουν διασωθεί στοιχεία που να αποκάλυπταν πώς και τι συνέβαινε ακριβώς. Η όψη ήταν το “φαίνεσθαι” της παράστασης, δηλαδή η σκηνογραφία και η ενδυματολογία.

Κάποια άλλα, παράξενα, αλλά σημαντικά πράγματα για τις τραγωδίες 

Το θέατρο, μεσούντος του Χρυσού Αιώνα, αναπαρίστατο με την μορφή αγώνων, οι οποίοι λέγονταν «δραματικοί αγώνες». Τόπος διεξαγωγής τους; Μα φυσικά, το θέατρο του Διονύσου στην αρχαία Αθήνα. Εκεί οι τραγικοί ποιητές παρουσίαζαν τα έργα τους. Οι αγωνιστικές αυτές γιορτές γίνονταν την άνοιξη, εποχή που η λατρεία του Διονύσου ήταν εντονότερη. Επιπλέον εκείνο το διάστημα, η γεωργία ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, με αποτέλεσμα ο αγροτικός πληθυσμός-ο λαός, ντε!- να αφιερώνεται περισσότερο στις γιορτές και στις τελετές.

Πριν την έναρξη των παραστάσεων, οι ποιητές παρουσίαζαν τους συντελεστές και την υπόθεση των έργων στο κοινό, γίνονταν κάποιες διδασκαλίες. Τρεις ήταν οι γιορτές που συνδέονταν με διδασκαλίες: “Τα εν άστει Διονύσια”, τα “Λήναια” και τα “μικρά ή κατ’ αγρούς Διονύσια”. Στα εν άστει Διονύσια, τον μήνα Ελαφηβολιώνα (τέλη Μαρτίου) οι δραματικοί αγώνες ήταν επισημότεροι, και κρατούσαν 6 ημέρες. Στα μικρά ή κατ’ αγρούς Διονύσια, τον μήνα Ποσειδεώνα (τέλη Δεκεμβρίου) παρουσιάζονταν επαναλήψεις των δύο προηγούμενων γιορτών. Ο άρχων βασιλεύς ήταν υπεύθυνος για την οργάνωση των Ληναίων, ενώ ο επώνυμος άρχοντας για την επιμέλεια των Μεγάλων Διονυσίων.

Ο κατά καιρούς άρχοντας έκανε σχεδόν τα πάντα. Διάβαζε τα έργα των ποιητών και με την βοήθεια επιτροπής ενέκρινε τρία. Στους ποιητές αυτών των έργων παραχωρούσε το δικαίωμα συγκρότησης χορού. Γι’ αυτό το σκοπό, δηλαδή για να καλυφθούν τα έξοδα της παράστασης (αμοιβές για χορευτές, υποκριτές και για τη σκευή) ανελάμβανε τη Χορηγία μία λειτουργία, στην οποία 3 εύποροι Αθηναίοι, οι Χορηγοί, επιβαρύνονταν με την χρηματοδότηση.

Δεκα κριτές, αιρετοί, με κλήρωση, αξιολογούσαν τις παραστάσεις. Στο τέλος, ο καθένας έγραφε την κρίση του και οι πινακίδες ρίχνονταν σε κάλπη. Έτσι ανάλογα με τις ψήφους του κάθε έργου βραβευόταν το καλύτερο έργο, με έπαθλο ένα στεφάνι από κισσό, το ιερό φυτό του Διονύσου.

Οι νικητές ποιητές και Χορηγοί μπορούσαν να οικοδομήσουν χορηγικά μνημεία, όπως το περίφημο χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη στην Αθήνα, και επιπλέον να καταθέσουν τα ονόματά τους σε δημόσιες πλάκες τις διδασκαλίες. Ο κύριος συντελεστής μίας παράστασης, όπως θα έχετε καταλάβει, ήταν ο ποιητής που συγκέντρωνε στο πρόσωπό του το ρόλο του συγγραφέα, του σκηνοθέτη, του σκηνογράφου, του ηθοποιού, του συνθέτη και του χορογράφου.

Η ερμηνεία των θεατρικών ρόλων σταδιακά άρχισε να ανατίθεται σε επαγγελματίες ηθοποιούς-άντρες, πάντοτε. Τα κουστούμια ήταν για οπτικούς και λειτουργικούς ρόλους εξογκωμένα, έτσι ώστε οι ήρωες να είναι επιβλητικοί. Τα προσωπεία, πήλινα ή δερμάτινα, έντονα ζωγραφισμένα. Επίσης, φορούσαν υπερυψωμένα υποδήματα (κοθόρνους) που δυσκόλευαν το βάδισμά τους, όμως έδιναν έναν τελετουργικό κινησιακό τύπο. Η ενδυμασία του Χορού ήταν απλούστερη από αυτή των ηθοποιών-υποκριτών. Επικεφαλής του χορού (αυτπο που σήμερα λέμεμ «κορυφαίος») ήταν ο αυλητής, που με την συνοδεία αυλού πλαισίωνε την κίνηση και την όρχηση. Έμπαινε από την δεξιά πάροδο και μόνο ο κορυφαίος διαλεγόταν με τους υποκριτές.

Κάθε χρόνο στο θέατρο του Διονύσου, συγκεντρώνονταν χιλιάδες Αθηναίοι, νέοι, γέροι και παιδιά, οι οποίοι κυριολεκτικά αδημονούσαν να δουν τις παραστάσεις. Το κράτος χορηγούσε στους φτωχούς πολίτες δωρεάν εισιτήρια ώστε να μπορούν να παρακολουθήσουν θέατρο που είχε παιδαγωγικό και ψυχαγωγικό ρόλο. Οι πρώτες θέσεις, που ονομάζονταν προεδρίες ήταν προορισμένες για τους άρχοντες, αυτό δεν έχει αλλάξει, πάντοτε υπήρχε αυτό που λέμε…VIP. Το αθηναϊκό κοινό ήταν πληροφορημένο για την υπόθεση του έργου αφού δύο μέρες πριν την παράσταση οι ποιητές σε ένα κλειστό θέατρο το Ωδείο, πραγματοποιούσαν τον προάγωνα. Ήταν ένα είδος διδασκαλίας, στην οποία οι ποιητές παρουσίαζαν τους συντελεστές και εξηγούσαν τους μύθους στο κοινό. Οι θεατές βρίσκονταν στο θέατρο από την ανατολή του ηλίου, που άρχιζαν οι παραστάσεις, ως αργά το βράδυ. Το κοινό επικροτούσε, επιδοκίμαζε, ενώ αντίθετα όταν κάτι του φαινόταν άσχημο ή άδικο, γιουχάριζε και μεγαλόφωνα έκρινε.

Σας θυμίζει κάτι;

 Ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης. Αλλά και ο Αριστοφάνης, βεβαίως!

Κατά σειρά ηλικίας. Ω, ναι, ο Ευριπίδης ήταν ο νεότερος. Έζησαν όλοι τους τον 5ο αιώνα και ο χαρακτηρισμός «τρεις μεγάλοι τραγικοί» τους αδικεί, γιατί τουλάχιστον ο Ευρυπίδης έχει άφθονα κωμικά στοιχεία σε έργα του και πολλά happy ends. Είναι μια κατηγορία από μόνος του αυτός.

Φυσικά, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στον Αριστοφάνη, που, έτσι ή αλλιώς, καταφέρνει και είναι πάντα επίκαιρος και στην πρώτη γραμμή του δημοσίου διαλόγου. Κι αυτός έχησε τον χρυσό αιώνα του Περικλή, έγραψε κωμωδίες (46, αλλά μας έχπυν σωθεί οι 11) και είχε λάβει δέκα μεγάλα βραβεία σε δραματικούς αγώνες-ταλαντούχος, αντιρρησίας, σκωπτικός, αντισυμβατικός, έθιγε τα κακώς κείμενα της πολιτικής σκηνής της εποχής του, χωρίς να φοβάται μήπως γίνει δυσάρεστος. Ο Ευριπίδης, πριγενέστερός του, τον επηρέασε πολύ στην γλώσσα και την ανάπτυξη των θεμάτων του.

Έργα του Αριστοφάνη που έχουν υπερ-παρασταθεί τα περισσότερα από όλο αυτά: Αχαρνής, Ιππής, Νεφέλες, Σφήκες, Ειρήνη, Όρνιθες, Λυσιστράτη, Θεσμοφοριάζουσες, Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσες και Πλούτος.

Μιας που οι Σφήκες της Κιτσοπούλου συζητήθηκαν τόσο πολύ, να πούμε ότι το θέμα της κωμωδίας αυτής είναι η δικομανία των Αθηναίων. Ο Αριστοφάνης στηλιτεύει τις όχι και τόσο φωτεινές πλευρές του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η δημοκρατία. Βλέπετε,ο Περικλής είχε θεσμοθετήσει μια ημερήσια, μικρήαποζημίωση, ώστε να έχουν οι πολίτες κίνητρο για να συμμετέχουν ως δικαστές στα λαϊκά δικαστήρια. Ο Κλέων, όμως, άλλος άρχων αυτός (και ουχί καύσων!) αύξησε το ποσό της αποζημίωσης στους 3 οβολούς. Οι γηραιότεροι πολίτες, ελεύθεροι υποχρεώσεων, προσέρχονταν έτσι καθημερινά στα δικαστήρια και το αν ήταν ή όχι αδέκαστοι άρχισε να συζητείται.

Ο Βδελυκλέων, λοιπόν, στους Σφήκες ( ο Αριστοφάνης ονομάζει Σφήκες τους δικομανείς), έχει φυλακίσει τον δικαστή πατέρα του Φιλοκλέωνα στο σπίτι, για να τον εμποδίσει να παρευρίσκεται στο δικαστήριο και έτσι να τον θεραπεύσει από τη δικομανία του. Όταν όμως οι συνάδελφοί του ηλιαστές περνάνε από το σπίτι για να τον πάρουν, ο Φιλοκλέων προσπαθεί να δραπετεύσει, με τον γιο του να τον εμποδίζει τελευταία στιγμή. Έτσι, επιδίδονται σε έναν αγώνα λόγων με κριτή τον χορό, προκειμένου να αποφασιστεί αν ο Φιλοκλέων θα πάει στο δικαστήριο. Τελικά, ο Βδελυκλέων πείθει τον πατέρα του να μείνει στο σπίτι και να δικάζει τα «οικιακά» αδικήματα τα οποία διαπράττουν οι δούλοι του σπιτιού, αλλά και οι κύνες, τα σκυλιά. Έτσι δικάζει τον σκύλο Αιξωνέα γιατί έκλεψε ένα κομμάτι τυρί από τον σκύλο Κυδαθηναιέα. Παρά την πρόθεσή του να καταδικάσει τον Αιξωνέα, ο Φιλοκλέων ξεγελιέται από τον γιο του και αθωώνει – προφανώς για πρώτη φορά στη ζωή του- τον κατηγορούμενο.

Στο τέλος, ο Φιλοκλέων συνηθίζει στην καινούρια του ζωή και επιδίδεται σε γλέντια, μεθύσια και κάθε λογής καλοπέραση. Έχει πλέον οριστικά γιατρευτεί από το πάθος της δικομανίας.

Πίσω, όμως στους «τρεις τραγικούς», μπορούμε να ξεκαθαρίσουμε λίγο το τοπίο σε σχέση με τις θεματικές τους ως εξής: ο Τρωικός πόλεμος, η ιστορία των Ατρειδών (των celebrity υιών του βασιλιά Ατρέα, δηλαδή τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο), η ιστορία του Οιδίποδα. Αχ, αυτός ο Οιδίποδας.

Η φάση ξεκινά με το Οιδίπους Τύραννος του Σοφοκλή. Ένας βασιλιάς, ο Λάιος, ξεφορτώθηκε το παιδί του όταν γεννήθηκε, γιατί ένας χρησμός του είχε πει πως μεγαλώνοντάς το, εκείνο θα τον σκοτώσει. Αυτό το παιδί είναι ο Οιδίποδας, που πράγματι τον σκοτώνει ερχόμενος στην Θήβα, χωρίς να ξέρει ποιος είναι. Γίνεται βασιλιάς στην θέση του, παντρεύεται την μητέρα του, κι όταν τελικά μαθαίνει ποιος είναι και τι έχει κάνει τρελαίνεται και βγάζει τα μάτια του.

Η ιστορία συνεχίζεται στο Οιδίπους επί Κολωνώ του Σοφοκλή, με τον Οιδίποδα τυφλό και εξόριστο από την Θήβα να φτάνει στην Αθήνα μαζί με την κόρη του, την Αντιγόνη, και να ζητά από τον βασιλιά της πόλης, τον Θησέα, άσυλο για να πεθάνει εκεί. Εν συνεχεία, στο έργο Επτά επί Θήβας του Αισχύλου, οι γιοι του Οιδίποδα μαλώνουν για τον θρόνο της Θήβας, ο Ετεοκλής σφετερίζεται τον θρόνο και ο Πολυνείκης μαζεύει στρατό για να πολιορκήσει την πόλη. Πεθαίνουν όλοι εκτός από έναν από τους επτά στρατηγούς. Μήπως κανονικά έπρεπε να λέγεται Έξι επί Θήβας το έργο;

Οι Ικέτιδες του Ευριπίδη είναι οι γυναίκες των νεκρώνς αυτών που θρηνούν τον χαμό των ανρδών στρατηγών και ζητούν την βοήθεια του Θησέα για να πάρουν από τους Θηβαίους τα άψυχα κορμιά τους και να τα θάψουν. Η Αντιγόνη του Σοφοκλή διαδραματίζεται στην Θήβα, επίσης, και εκεί  ο βασιλιάς Κρέοντας δεν αφήνει την Αντιγόνη να θάψει τον έναν από τους δύο σκοτωμένους αδερφούς της, τον Πολυνείκη, επειδή πιστεύει ότι πρέπει να τιμωρηθεί που επιτέθηκε στην πόλη και προκάλεσε όλη αυτή την καταστροφή. Εκείνη τον παρακούει, ο Κρέων την καταδικάζει σε θάνατο, μετά αλλάζει γνώμη αλλά είναι πολύ αργά.

Ο Ευριπίδης μάς παρέδωσε την Ιφιγένεια εν Αυλίδι, στην οποία αυτό το κάθαρμα ο Αγαμέμνονας αποφασίζει να θυσιάσει την κόρη του για να φυσήξει ο άνεμος και να φύγουν τα καράβια για την Τροία. Τελευταία στιγμή παρεμβαίνει η θεά(ρα) Άρτεμις και την σώζει. Χρόνια αργότερα, στο Ιφιγένεια εν Ταύροις, επίσης του Ευριπίδη, αδερφός της Ιφιγένειας ο Ορέστης έχοντας σκοτώσει την μητέρα τους έρχεται στην Ταυρίδα να κλέψει ένα άγαλμα από τον ναό, αλλά τελικά παίρνει και την αδερφή του και γυρνούν στο Άργος.

Στο έργο Αγαμέμνων του Αισχύλου, ο Αγαμέμνων επιστρέφει από τον Τρωικό Πόλεμο και φέρνει μαζί του σκλάβα την Κασσάνδρα, και η γυναίκα του, η Κλυταιμνήστρα, τον σκοτώνει-με όσα δίκια. Για τον θάνατο του πατέρα του, εκδικείται ο Ορέστης και σκοτώνει την Κλυταιμνήστρα.

Η Ηλέκτρα του Σοφοκλή, κόρη του Αγαμέμνονα κι αυτή, αδερφή της Ιφιγένειας και το Ορέστη είναι εν μέρει ηθική αυτουργός της μητροκτονίας την οποία πείθει τον Ορέστη να κάνει. Ο Ευρυπίδης έγραψε τον Ορέστη για να καταθέσει κι αυτός την ματιά του. Η ιστορία εδώ εκτυλίσσεται μετά την δολοφονία της Κλυταιμνήστρας, κι εδώ είναι που βλέπουμε για πρώτη φορά την Ωραία  Ελένη. Της έγραψε και μαις ξεχωριστή τραγωδία ο Ευρυπίδης, την Ελένη, όπου ο Μενέλαος επιστρέφει από την Τροία στην Σπάρτη, αλλά η γυναίκα του, η Ωραία, βρισκόταν στην Αίγυπτο και δεν είχε πάει στην Τροία ποτέ.

Οι Τρωάδες του Ευριπίδη είναι έργο αντιπολεμικό που γλαφυρά καταγράφει τον σπαραγμό των γυναικών της Τροίας, σύμβολα όλων των γυναικών του κόσμου που χάνουν τους αγαπημένους τους άνδρες εξαιτίας του πολέμου. Η αρχαιότερη τραγωδία που έχει διασωθεί είναι οι Πέρσες του Αισχύλου, ένα επίσης καταπληκτικό αντιπολεμικό δράμα: η Άτοσσα, μητέρα του Ξέρξη, πληροφορείται την ήττα των Περσών στη μάχη της Σαλαμίνας. Εμβληματική τραγωδία είναι και η Μήδεια του Ευριπίδη, την γυναίκα αυτή που σκοτώνει τα παιδιά της στην Ιωλκό για να εκδικηθεί τον πατέρα τους, τον Ιάσωνα της Αργοναυτικής Εκστρατείας, για χάρη του οποίου άφησε την πατρίδα της.

Τραγωδία-σταθμό αποτελεί και ο περίφημος Προμηθέας Δεσμώτης του Αισχύλου, με ήρωα τον Τιτάνα που έδωσε την φωτιά στους ανθρώπους και τιμωρήθηκε σκληρά γι’ αυτό.

Υστερόγραφο 

Αρχαίο θέατρο δεν είναι μόνο της Επιδαύρου-μέρος του οποίου, βεβαίως, ολοκληρώθηκε στους ρωμαϊκούς χρόνους, δηλαδή δεν είναι ολόκληρο αρχαίο-αρχαίο. Έχουμε και του Ηρώδου του Αττικού (Ηρώδειο, ντε!), των Φιλίππων, των Δελφών, της Ήλιδας και η λίστα είναι ατελείωτη. Στην Ελλάδα βρισκόμαστε.

Τα αρχαία θέατρα δεν είναι «άγιοι και ιεροί τόποι»-είναι χώροι ζύμωσης, συναισθημάτων, διαφωνιών, μοιράσματος. Στην Επίδαυρο, ας πούμε, μπορεί να γίνει ένα καταπληκτικό drag show και, την επόμενη μέρα, μια άθλια, κλασικίζουσα παράσταση κάποιου από τα ως άνω έργα. Αν σε κάποιον/α έχουν λείψει οι αρχαίες τραγωδίες που ανέβαιναν με πιο κλασικό, κατ’ αυτούς «σεβάσμιο» τρόπο, το διαδίκτυο έχει άφθνο υλικό, να, σαν αυτό εδώ, καλή ώρα.