Οι αδελφές Παπέν το Φλεβάρη του 1933 γίνονται πρωτοσέλιδο στις γαλλικές εφημερίδες, αφού ομολογούν ότι σκότωσαν την κυρία τους και την κόρη της, έπειτα από επτά χρόνια που βρίσκονταν στην υπηρεσία τους, κατακρεουργώντας τα πτώματά τους. Η δίκη που ακολουθεί συγκεντρώνει και πάλι τα φώτα της δημοσιότητας, ενώ η γαλλική κοινωνία διχάζεται ανάμεσα σε εκείνους που ζητούν την παραδειγματική τιμωρία των Παπέν κι εκείνους που προσπαθούν να τις δικαιολογήσουν. Στο μεταξύ, η αποκάλυψη πως η Λέα και η Κριστίν Παπέν είχαν αιμομικτική σχέση συσκοτίζει ακόμη περισσότερο την υπόθεση, και προκαλεί πρωτόγνωρο σοκ στην κοινωνία της εποχής.
Ψυχιατρική και εγκληματολογία προσπαθούν μέχρι σήμερα να δώσουν πειστικές ερμηνείες στο έγκλημά και να φωτίσουν τα κίνητρα τους. Ήταν έγκλημα ταξικής εκδίκησης; Ήταν ένα ξέσπασμα ψυχωσικού επεισοδίου; Υπήρχαν σεξουαλικές προεκτάσεις σε αυτό; Διάσημοι φιλόσοφοι, συγγραφείς, επιστήμονες και καλλιτέχνες, όπως ο Σάρτρ, η Σιμόν ντε Μπουβουάρ, ο Λακάν κ.α., ασχολήθηκαν με την υπόθεση, προσπαθώντας να τις γνωρίσουν, να τις κατανοήσουν, να τις δικαιολογήσουν. O Ζαν Ζενέ μάλιστα θα γράψει το δημοφιλέστερο θεατρικό του έργο του, τις “Δούλες” εμπνευσμένος από την ιστορία τους. Ωστόσο παρά τον αποτροπιασμό που προκαλούν οι πράξεις τους, ακόμη και το δικαστικό σύστημα στάθηκε με μια παράδοξη επιείκεια, με μια λανθάνουσα συμπάθεια απέναντί τους. Ίσως γιατί, πίσω απ’ την παράδοξη αυτή συμπάθεια, κρύβεται η συλλογική ενοχή μιας κοινωνίας, για το τέρας που εξέθρεψε και στο τέλος της επιτέθηκε με ανεξέλεγκτη μανία.
100 χρόνια πέρασαν από το φριχτό έγκλημα των αδελφών Παπέν κι όμως τα ερωτήματα που εγείρονται από την τραγική τους ιστορία μοιάζουν τόσο κοντινά κι επίκαιρα: Πώς διαμορφώνεται ένας άνθρωπος μέσα σ’ ένα σύστημα όπου η αδικία και η κακοποίηση είναι κανονικότητα; Όπου η διαφορετικότητα στιγματίζεται και περιθωριοποιείται, ενώ οι άνθρωποι διαχωρίζονται αυστηρά σε αυτούς που μπορούν τα πάντα και σ’ εκείνους που η σκέτη επιβίωση είναι η μοναδική τους προοπτική – κι αυτή ακόμα πολύ αβέβαιη; Πώς διαπλάθεται ένας άνθρωπος στερημένος από κάθε φροντίδα, από κάθε καλοσύνη, από κάθε ευκαιρία να βελτιώσει έστω κατ’ ελάχιστο τη ζωή του; Αυτός ο άνθρωπος σίγουρα εξαχρειώνεται και γίνεται ικανός για τα φρικτότερα εγκλήματα και τη μεγαλύτερη κακότητα. Πόσο φταίει ο άνθρωπος αυτός για τις πράξεις του, εναπόκειται στην κρίση του καθενός μας να το αξιολογήσει.
Από το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους, ο σκηνοθέτης Πέτρος Νάκος εργάζεται πάνω στην υπόθεση Παπέν, επιχειρώντας να την φωτίσει με τρόπο θεατρικό. Έτσι, τα “Πλάσματα του Θεού: υπόθεση Παπέν” ανεβαίνει στην εντυπωσιακή σκηνή του θεάτρου Altera Pars, ως μια πρωτότυπη σκηνική σύνθεση του βασισμένη στην αληθινή ιστορία, αυτήν που μόλις διαβάσατε, αν δεν την γνωρίζατε ήδη.
Πρόκειται για μια αληθώς καθηλωτική παράσταση, για τον αποκλεισμό, την αδικία, την εκδίκηση και την αγάπη, που παντρεύει το φιλμ νουάρ με τα σύγχρονα crime series και εμπλουτίζεται με κωμικά-σατυρικά στοιχεία. Παίζουν οι: Μίνα Χειμώνα στον ρόλο της Κυρίας του σπιτιού, η Αγγελική Κοντού στον ρόλο της μεγαλύτερης αδερφής, η Άντα Κουγιά στον ρόλο της κόρης της Κυρίας και η η Αιλιάνα Μαρκάκη στον ρόλο της μικρότερης αδερφής.
Η Αγγελική Κοντού αποδεικνύεται χρόνο με τον χρόνο μια από τις πολύ ικανές ηθοποιούς της νεότερης γενιάς, με ισχυρά διαπιστευτήρια από την άλλη παραγωγή του Altera Pars, η οποία συνεχίζεται και φέτος. Μιλώ για τη Νόρα: το Σπίτι της Κούκλας. Στην παράσταση με τις αδερφές Παπέν, η Κοντού υψώνει ανάστημα απέναντι στην αχαρτογράφητη ηρωίδα της-αχαρτογράφητη γιατί δεν έχει ουδέποτε κατατεθεί ως θεατρική ηρωίδα, αλλά, όπως και όλες οι υπόλοιπες της παράστασης, χτίστηκε από την ομάδα των ηθοποιών και του σκηνοθέτη, από το μηδέν και με λιγοστά στοιχεία. Από την πρώτη εκπνοή της πάνω στην σκηνή, η Αγγελική Κοντού, μέχρι την τελευταία κραυγή της στο συγκλονιστικό φινάλε, κεντάει μια νευρωσική, βαθιά τραυματισμένη, έντονη συναισθηματικά ηρωίδα, μια αφοσιωμένη υπηρέτρια που για πρώτη φορά στην ζωή της παίρνει την μοίρα της στα χέρια της με αποτελέσματα εκτός ελέγχου, γεμάτα αίμα και σκοτάδι. Στο πλευρό της, η ταλαντούχα, νεαρή ηθοποιός Αιλιάνα Μαρκάκη παίζει ανελέητα το παιχνίδι της περισσότερο εύθραυστης, ευαίσθητης, αλλά εξίσου επικίνδυνης αν εφεθεί ανεξέλεγκτη, μικρότερης αδερφής. Η μορφή της Μαρκάκη με τα μεγάλα, αλά ελ γκρέκο μάτια ενισχύουν τις εντάσεις και τις αποχρώσεις του ρόλου της.
Οι δύο κοπέλες παρουσιάζονται ημίγυμνες επί σκηνής και επιτέλους, μετά από καιρό, είδαμε βυζιά στο ελληνικό σανίδι με λόγο ύπαρξης, όχι από «άποψη» και βαριεστημένη λαγνεία του σκηνοθέτη, όπως συμβαίνει συνήθως. Στον αντίποδά τους, ως αντίπαλα δέη, οι Κυρίες, η Μάνα και η Κόρη: βαλτωμένες μες στον ατέλειωτο ελεύθερο χρόνο τους, απασχολούν το μυαλό τους με κάθε πιθανή και απίθανη λεπτομέρεια ευζωίας, από το ψήσιμο του μοσχαριού, μέχρι την σκόνη στις κουπαστές της σκάλας. Δύο διαμετρικά αντίθετοι κόσμοι, που εκπροσωπούνται από ένα ζευγάρι γυναικών έκαστος, και αναδεικνύονται στην αντίθεσή τους με άριστο τρόπο, χάρη και στον υποδειγματικό φωτισμό. Ψυχρός, απόκοσμος σχεδόν για τις δύο υπηρέτριες, ζεστός, χρυσαφένιος, ξεγελαστικός για τις δύο κυρίες.
Η Μίνα Χειμώνα δεν χρειάζεται συστάσεις: στιβαρή, υποβλητική, κλιμακώνει την συμπεριφορά της από ικανοποιημένη αφεντικίνα δύο πραδουλευτρών σε θυμωμένη αφέντρα όταν αρχίζουν να λαμβάνουν χώρα οι πρώτες ατασθαλίες. Συγκλονιστική. Η Άντα Κουγιά σωματοποιεί την άκαμπτη, αποκλεισμένη από κάθε ερωτικότητα και ελευθερία κόρη η οποία κοιτάζει την μικρότερη υπηρέτρια ηδονοβλεπτικά και εξουσιαστικά, με τρόπο που δεν μπορεί να γίνει, σε πρώτη ανάγνωση, αντιπαθής ως πρόσωπο. Η κόρη της Κουγιά θα αντάλλασσε όλες της τις ανέσεις που την κάνουν να πλήττει με μια ώρα από την κουραστική, ιδρωμένη, βρώμικη αλλά «ζωένια» ζωή των δύο υπηρετριών. Το ξέσπασμα της ηθοποιού στο φινάλε αναδεικνύει όλο το διαταραγμένο ψυχικό υπέδαφος της ηρωίδας της, είναι σπαραχτικό, ικετεύει για κάτι πολύ πιο πέρα από αυτό που αρθρώνεται: για αγάπη απτή, για αγκαλιά, για χάδι. Μια δυνατή θεατρική στιγμή, ααπό αυτές που δύσκολα ξεχνιούνται.
Όλη η παράσταση διέπεται από ατμόσφαιρα θριλερική, αγωνιώδη, σκοτεινή. Όταν παρέδωσα τους στίχους μου στην ομάδα του Altera Pars, για το νανούρισμα της μεγάλης αδερφής, γνώριζα ακροθιγώς μόνο τον καλλιτεχνικό στόχο και είχα πραγματική αγωνία για το τελικό αποτέλεσμα, ενός απαιτητικό από τη γένεσή του project. Έτσι, όταν παρακολούθησα την παράσταση στην πρεμιέρα της, ενώ δεν είχα καθόλου χαμηλές προσδοκίες, εξεπλάγην, πέρασα από διαφορετικά συναισθήματα (γέλασα, ακόμα!), έφυγα εμβρόντητη από το θέατρο στον Κεραμεικό.
Μια καλή παράσταση απαιτεί καλό ρυθμό και η συγκεκριμένη τον διαθέτει. Μια καλή παράσταση οφείλει να αποτελεί πρόταση και να έχει άποψη και η συγκεκριμένη αποτελεί. Ο τρόπος που, ως μαέστρος, ο σκηνοθέτης ενορχήστρωσε τις ηθοποιούς, τις χόρεψε πάνω στην σκηνή, τις δούλεψε στο βαθύτερο βάθος των χαρακτήρων τους δεν θα αρκούσε αν οι ίδιες οι ηθοποιοί δεν διέθεταν δεινή υποκριτική φαρέτρα να υποστηρίξουν τα μέρη τους έκαστη, αλλά και το όλον όλες μαζί. Να υπερασπιστούν μια ιστορία που, χρόνια μετά, μυρίζει αίμα και τρόμο, ενώ συνιστά και ένα ποιητικό-πολιτικό σχόλιο για το τι σημαίνει τελικά δύναμη, τι σημαίνει να είσαι δούλα, πού βρίσκονται τα όρια ανάμεσα στην καλοσύνη και την κακία.
Βαθύ, ειλικρινές respect για όλα, για όλους, για όλες.
Ταυτότητα παράστασης:
Δραματουργία-σύνθεση κειμένων: Altera Pars
Σκηνοθεσία- Φωτισμοί: Πέτρος Νάκος
Σκηνικά- Κοστούμια: Altera Pars
Σύνθεση- επεξ/σία ήχων: Διονύσης Μανιώτης
Μουσική επιμέλεια: Aγγελική Κοντού-Πέτρος Νάκος
Επιμέλεια κίνησης: Eλβίρα Μπαρτζώκα
Φωτογραφίες: Eλπίδα Μουμουλίδου
Επικοινωνία: Ράνια Παπαδοπούλου
Τους στίχους του τραγουδιού της παράστασης έγραψε η Γεωργία Δρακάκη
Παραγωγή: Altera Pars
Παίζουν: Mίνα Χειμώνα, Αγγελική Κοντού, Άντα Κουγιά, Αιλιάνα Μαρκάκη
Πληροφορίες: Παραστάσεις kάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21.00, θέατρο Altera Pars (Μεγ.Αλεξάνδρου 123, στάση μετρό: Κεραμεικός)
Εισιτήρια: 16e (Κανονικό), 12e (Φοιτητικό/Ανέργων/ΑΜΕΑ), 10e (Oμαδικό: για γκρουπ άνω των 10 ατόμων), 8e (Aτέλειες)
Κρατήσεις εισιτηρίων στο more.com και τηλεφωνικά στο 210 3410011